Η Αμερικανίδα ηθοποιός -και πλέον ακτιβίστρια και συγγραφέας- Τζίλιαν Άντερσον, που ζει τα τελευταία δέκα χρόνια, μαζί με τα παιδιά της, στο Λονδίνο, επιλέγει συχνά μέσα από τους ρόλους που αναλαμβάνει να μιλήσει για όσα απασχολούν τόσο την ίδια όσο και τις συνομήλικές της γυναίκες. Αυτό το καλοκαίρι πρωταγωνιστεί σε μια αληθινή ιστορία επιβίωσης, αληθινής αγάπης, επανένωσης με τη φύση και θριάμβου της ανθρώπινης θέλησης για ελευθερία: Το Μονοπάτι του αλατιού, είναι η αφορμή για μία αποκλειστική κουβέντα μαζί της.
Στην Αθήνα είναι 8 το βράδυ Δευτέρας, αλλά η γυναίκα στην άλλη άκρη του video call δεν έχει πολλή ώρα που ξύπνησε, αφού βρίσκεται έντεκα ώρες πίσω στο χρόνο και πολύ πιο βόρεια στο χάρτη, στο Βανκούβερ του Καναδά. Η Τζίλιαν Άντερσον, με την οποία πιάσαμε μαζί την πρώτη μας δουλειά (εκείνη κυνηγούσε εξωγήινους στα μισά της δεκαετίας του ’90, στα «X-Files», εγώ έγραφα απλώς σε μια εφημερίδα), σταθήκαμε μαζί στο κατώφλι της μέσης ηλικίας, εκεί γύρω στο 2014 (όταν εκείνη κυνηγούσε έναν κατ’ εξακολούθηση δολοφόνο στην «Ώρα της Πτώσης»), και γίναμε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας, εκεί γύρω στα 50, όταν η Τζίλιαν έκανε όλα τα βλέμματα να γυρίσουν πάνω της παίζοντας μία uber cool σεξολόγο στην αγγλική επαρχία στο «Sex Education». Και να την τώρα στην οθόνη απέναντί μου, χαμογελαστή και πιο όμορφη από ποτέ.

Ετοιμαζόμαστε να μιλήσουμε για την ταινία της «Το Μονοπάτι του Αλατιού», που βγαίνει στις αίθουσες σε λίγες μέρες. Η Τζίλιαν Άντερσον υποδύεται τη Ρέι, μια γυναίκα που, μετά την απώλεια του σπιτιού της και τη διάγνωση με ανίατη ασθένεια του συντρόφου της -τον υποδύεται ο Τζέισον Αϊζακς (ο Λούσιους Μάλφοϊ στις ταινίες Harry Potter και εκ των πρωταγωνιστών της τρίτης σεζόν της σειράς The White Lotus), αποφασίζει να διασχίζει μαζί του, με τα πόδια, την άγρια νοτιοδυτική ακτή της Αγγλίας, σε ένα ταξίδι ελευθερίας και αυτογνωσίας. Η ιστορία της Ρέι, αληθινή, τρυφερή και σπαρακτική, είναι η τέλεια αφορμή για να μιλήσουμε με την ηθοποιό για την ψυχική και σωματική αντοχή, τη συμπόνια, τις προσωπικές σχέσεις και τη δύναμη που όλοι έχουμε μέσα μας. Η συζήτησή μας ξεκινά από την απώλεια και φτάνει στην ελπίδα, ακριβώς όπως και η ταινία.

Στο «Μονοπάτι του Αλατιού» παρακολουθούμε τη ζωή ενός ζευγαριού να αλλάζει μέσα σε μια στιγμή. Είναι μια ιστορία επιβίωσης κόντρα στη φτώχεια, την ασθένεια, το άγνωστο. Ποιο είναι το μήνυμα που η ταινία περνάει στο κοινό;
Για μένα, ήδη από την πρώτη φορά που διάβασα το βιβλίο της Ρέινορ Γουίν στο οποίο βασίστηκε η ταινία (σ.σ.: στα ελληνικά, Το Μονοπάτι του Αλατιού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος), μεγάλο μέρος της εμπειρίας έχει να κάνει με το πόσο ανθεκτικοί είμαστε οι άνθρωποι. Έχει να κάνει με την ιδέα ότι μπορούμε να ξεπεράσουμε σχεδόν τα πάντα. Υπάρχουν στιγμές στη ζωή όλων μας που σκεφτόμαστε: «Δεν ξέρω αν μπορώ να το περάσω αυτό. Δεν ξέρω αν έχω τη δύναμη να αντέξω». Κι όμως, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, αποδεικνύεται ότι μπορούμε. Ότι είναι δυνατόν να προχωράμε, αρκεί να το κάνουμε βήμα-βήμα, να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας, ή ίσως κάτι μεγαλύτερο από εμάς.
Αν και είναι, φυσικά, μια ιστορία αγάπης, δεν νομίζω πως έχει να κάνει μόνο με την εμπιστοσύνη στον άλλον. Έχει να κάνει με το να εμπιστεύεσαι κάτι πέρα από το σύντροφό σου και τη σχέση σας: Τη φύση. Τον Θεό. Μια ανώτερη δύναμη, όπως κι αν την ονομάσεις.
Η απώλεια στέγης είναι μια σκληρή πραγματικότητα για πολλούς σήμερα, στην εποχή της προσφυγικής κρίσης. Θα λέγατε ότι η Ρέι και ο Μοθ είναι, με έναν τρόπο, πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους τη χώρα; Θα μπορούσε η ιστορία τους να εμπνεύσει περισσότερη συμπόνια προς τους ξεριζωμένους ανθρώπους;
Ναι, αυτό ήταν που με συγκλόνισε όταν άκουσα για πρώτη φορά την ιστορία τους. Δεν λέω διάβασα, αλλά άκουσα γιατί άκουσα το audiobook, με τη φωνή της Ρέι, και με στοίχειωσε για εβδομάδες. Η πραγματικότητα του ξεριζωμού υπάρχει όπου και να γυρίσεις το βλέμμα στον κόσμο σήμερα. Όταν βλέπουμε ανθρώπους σε αυτή την κατάσταση -είτε είναι στους δρόμους του Λος Άντζελες, είτε στο Λονδίνο, στην Ελλάδα, σε προσφυγικούς καταυλισμούς- δεν ξέρουμε τι έχουν περάσει. Μπορεί να συμβεί στον καθένα μας. Και με την πορεία που έχει πάρει ο κόσμος, είναι πιο πιθανό από ποτέ. Η συμπόνια είναι ζωτικής σημασίας. Και δεν μας κοστίζει τίποτα.

Έχετε υποδυθεί πραγματικά πρόσωπα στο παρελθόν – ποιος μπορεί να ξεχάσει την ερμηνεία σας ως Μάργκαρετ Θάτσερ στο «Στέμμα»! Με ποιο τρόπο διαφέρει η περίπτωση της Ρέι;
Από τη μία, η πίεση ήταν μικρότερη, γιατί το κοινό δεν έχει μια προδιαμορφωμένη εικόνα για τη Ρέι όπως είχε για τη Θάτσερ. Από την άλλη, ένιωθα πολύ πιο προσωπική την ευθύνη. Ήθελα πραγματικά να αποδώσω σωστά την εμπειρία της. Οπότε ήταν τελείως διαφορετική η πίεση που άσκησα εγώ στον εαυτό μου.
Η Ρέι φροντίζει το ζευγάρι πρακτικά και το στηρίζει συναισθηματικά. Πιστεύετε ότι σήμερα οι γυναίκες αναλαμβάνουν τον ρόλο της προστασίας της «εστίας» – ακόμα και όταν δεν υπάρχει σπίτι;
Μου αρέσει πολύ αυτή η ερώτηση. Η σχέση της Ρέι και του Μοθ μού φαίνεται πολύ ισότιμη. Εκείνος ήταν ένας πολύ δραστήριος άνθρωπος μέχρι που τον βρήκε η αρρώστια. Ήταν συνηθισμένος στη ζωή έξω από το σπίτι, ακούραστος. Αν δεν ήταν σε αυτή τη μειονεκτική θέση εξαιτίας της σωματικής του κατάστασης, πιστεύω ότι θα μοιράζονταν εξίσου τις ευθύνες, ακόμη και το μαγείρεμα. Σε τέτοιες ακραίες συνθήκες όπως αυτές που βλέπουμε στην ταινία, η δυναμική της σχέσης αποκαλύπτεται – και ναι, πιθανότατα αναδεικνύονται όχι μόνο οι διαφορές, αλλά και τα βάρη που κουβαλούν ειδικά οι γυναίκες. Αλλά όταν ζεις κάτι τέτοιο, ίσως δεν έχει πια σημασία ο ρόλος. Θέλεις απλώς να επιβιώσεις και κάνεις ό,τι μπορείς γι’ αυτό.

Η αγαπημένη μου ατάκα στην ταινία που σκηνοθέτησε η Μαριάν Ελιοτ είναι της Ρέι και την ακούμε όταν ο Μοθ, ο σύντροφός της, τής λέει «πρέπει να με επιστρέψεις στο μαγαζί και να πάρεις άλλον». Εκείνη (εσείς) απαντά: «Δεν θέλω κανέναν άλλον». Πιστεύετε ότι σήμερα εγκαταλείπουμε πιο εύκολα τις σχέσεις; Είναι σημάδι των καιρών;
Τα ποσοστά διαζυγίων είναι πιο υψηλά από ποτέ. Και με τις εφαρμογές γνωριμιών, υπάρχει αυτή η ψευδαίσθηση ότι πάντα υπάρχει «κάποιος καλύτερος» δίπλα σου, στο κινητό σου. Όμως δεν είναι έτσι. Αυτό το ζευγάρι έχει περάσει πολλά. Ήταν μαζί από το σχολείο και παραμένουν ερωτευμένοι. Μέσα από το ταξίδι τους έρχονται αντιμέτωποι με παλιούς και νέους θυμούς -ποιος φταίει, τι θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά-, αλλά στο τέλος βγαίνουν από αυτό πιο δυνατοί, οδηγούν τη σχέση τους σε μια πολύ όμορφη νέα εποχή. Αντέχουν στη σχέση τους όσο και στη δοκιμασία της φύσης.
Στην ταινία ακούμε και ότι οι άνθρωποι είναι το αληθινό μας σπίτι. Εσείς, ποιον θεωρείτε το δικό σας «σπίτι»;
Είναι μια πολύ ρομαντική ιδέα και, ναι, είναι όμορφη. Και λειτουργεί τέλεια δραματουργικά.Ίσως είναι κάτι στο οποίο μπορούμε να προσβλέπουμε, να ελπίζουμε. Αλλά νομίζω πως το σπίτι πρέπει πρώτα να είναι μέσα μας. Πριν το βρεις σε κάποιον άλλον, πρέπει να το έχεις βρει μέσα σου.
Ιδίως για τις γυναίκες, που ιστορικά έχουν διδαχθεί ότι δεν μπορούν να σταθούν χωρίς έναν άντρα ή κάποιον άλλον ως στήριγμα, είναι πολύ σημαντικό να βρουν πρώτα αυτή τη δύναμη μέσα τους. Και βλέπουμε ότι και η Ρέι ανακαλύπτει μέσα από αυτή τη διαδρομή ότι η δύναμη αυτή υπάρχει ήδη μέσα της.

Έχετε συνειδητοποιήσει ότι αποτελείτε πηγή έμπνευση για εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο; Νιώθετε τη σημασία που έχει η παρουσία σας για τις γυναίκες εκεί γύρω στα 50;
Για καιρό δεν το δεχόμουν. Το απέφευγα. Αλλά τα τελευταία χρόνια -λόγω των ρόλων που επιλέγω, αλλά και επειδή χτίζω ένα brand για γυναίκες- το έχω αγκαλιάσει περισσότερο. Έχω αρχίσει να δέχομαι την ευθύνη, να τη χαίρομαι και να αναγνωρίζω ότι έχω κάτι να πω. Και ναι, αυτό είναι σημαντικό για μένα πλέον.
Το «Μονοπάτι του Αλατιού» δεν είναι action movie, αλλά κάποιες σκηνές φαίνονται επικίνδυνες. Ήταν όντως; Φοβηθήκατε; Τις απολαύσατε;
Όχι, δεν φοβήθηκα σε καμία σκηνή. Είχαμε γυμναστεί αρκετά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, οπότε νιώθαμε ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε στις ανηφόρες ξανά και ξανά. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν κάναμε όσα έκαναν οι πραγματικοί Ρέι και Μοθ. Δεν δικαιούμαστε να παραπονεθούμε για τίποτα.

Είστε τύπος που αγαπά τη ζωή στη φύση;
Λατρεύω τη φύση όσο είμαι καθιστή στον καναπέ μου! Δεν είναι ότι είμαι τεμπέλα, απλώς είμαι πολύ απασχολημένη και συνήθως προτιμώ να αφοσιώνομαι στη δουλειά μου και αποφεύγω την άσκηση. Και ξέρω ότι σύντομα θα χρειαστεί να το αλλάξω αυτό.
Η Αθήνα είναι 10 ώρες μπροστά από το Βανκούβερ, σας μιλώ κυριολεκτικά από το μέλλον. Πώς φαντάζεστε τον εαυτό σας σε 10 χρόνια; Τι συμβουλή θα δίνατε στην Τζίλιαν του 2035;
Θα είμαι ευγνώμων αν μπορώ να συνεχίσω να κάνω σε 10 χρόνια αυτά που κάνω σήμερα: Να έχω ενδιαφέρουσες δουλειές και καλές σχέσεις με τα παιδιά και τον σύντροφό μου. Είμαι πολύ τυχερή. Θα ήθελα μόνο να μπορώ να επιβραδύνω λίγο, να μην τρέχω τόσο όσο τώρα. Αυτό μόνο.
Μπορούμε να σας δεσμεύσουμε ότι μια μέρα θα έρθετε στην Ελλάδα, καλεσμένη στο Marie Claire Power Trip ή, έστω, απλώς για να ξεκουραστείτε;
Μα ήρθα, όντως! Ήμουν στην Ελλάδα πριν από δύο χρόνια, με τα παιδιά μου, για περίπου μία εβδομάδα. Ήταν παράδεισος για όλους μας. Έχω μεγάλη αγάπη για τη χώρα σας και έντονες αναμνήσεις από εκεί. Θα ξανάρθω οπωσδήποτε.
Το Μονοπάτι του Αλατιού (Τhe Salt Path) κυκλοφορεί στους κινηματογράφους 3 Ιούλη από την TFG.