Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, υπέγραψε νέο νόμο που ενισχύει τα μέτρα προστασίας για τις γυναίκες που πέφτουν θύματα έμφυλης βίας. Η πρωτοβουλία χαιρετίστηκε από φεμινιστικές οργανώσεις, οι οποίες ωστόσο επισημαίνουν ότι απαιτούνται περισσότερα κονδύλια και ουσιαστικές πολιτικές πρόληψης.
Η ψήφιση του νόμου έρχεται σε μια περίοδο έντονης κοινωνικής οργής στη Βραζιλία, καθώς τα περιστατικά βίας κατά των γυναικών έχουν φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Παράλληλα, μια σειρά από ιδιαίτερα σοκαριστικές υποθέσεις προκάλεσαν μαζικές διαδηλώσεις την Κυριακή, 14 -12, σε δεκάδες πόλεις της χώρας.
Σύμφωνα με τον νόμο, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης τη Δευτέρα, 15 Δεκεμβρίου, οι δικαστές έχουν πλέον τη δυνατότητα να λαμβάνουν αυστηρότερα προστατευτικά μέτρα: από την αναστολή ή τον περιορισμό της οπλοκατοχής του δράστη, μέχρι την απομάκρυνσή του από το σπίτι του θύματος και την πλήρη απαγόρευση κάθε μορφής επικοινωνίας.
Παράλληλα, όσοι υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα θα υποχρεούνται να φορούν ηλεκτρονικό βραχιολάκι παρακολούθησης, ενώ τα θύματα θα ειδοποιούνται μέσω ειδικής συσκευής ασφαλείας σε περίπτωση που ο δράστης πλησιάσει.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ο νόμος κάνει, επίσης, πιο αυστηρές τις ποινές για τον βιασμό παιδιών κάτω των 14 ετών, αυξάνοντας τη μέγιστη ποινή κάθειρξης στα 18 χρόνια, από 15 που ίσχυε μέχρι σήμερα. Στις περιπτώσεις βιασμού και δολοφονίας ανηλίκου, η ποινή φτάνει πλέον από τα 20 έως 40 χρόνια φυλάκισης.
Το νομοσχέδιο κατατέθηκε από την πρώην γερουσιαστή Μαργκαρέθ Μπουζέτι, μέλος του κεντροδεξιού κόμματος Progressistas, και εγκρίθηκε από τη Γερουσία τον Νοέμβριο.
Η Ρέιτσελ Ριπάνι, μία από τις διοργανώτριες των διαδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν σε 90 πόλεις της Βραζιλίας, χαρακτήρισε θετική την υπογραφή του νόμου, επισημαίνοντας ωστόσο τη σημασία της κοινωνικής πίεσης.
«Είναι ένα πολύ θετικό βήμα, αλλά ταυτόχρονα δείχνει πώς τέτοιου είδους νόμοι συχνά περνούν σε δεύτερη μοίρα χωρίς δημόσια πίεση», δήλωσε στο Associated Press.
Οι τραγικές υποθέσεις που έγιναν αφορμή για την αυστηροποίηση των νόμων
Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις πυροδοτήθηκαν από υποθέσεις ακραίας βίας που συγκλόνισαν τη χώρα. Ανάμεσά τους, η υπόθεση της Τάιναρα Σόουζα Σάντος, την οποία παρέσυρε με το αυτοκίνητό του ο πρώην σύντροφός της και την έσυρε για ένα χιλιόμετρο, με αποτέλεσμα να ακρωτηριαστούν τα πόδια της. Βίντεο από το περιστατικό κυκλοφόρησε ευρέως στα social media.
Σε άλλη υπόθεση, η καθηγήτρια αγγλικών Καταρίνα Κάστεν βιάστηκε και στραγγαλίστηκε σε μονοπάτι κοντά σε παραλία, στην πόλη Φλοριανόπολις. Λίγες ημέρες αργότερα, υπάλληλος σχολείου στο Ρίο ντε Ζανέιρο πυροβόλησε δύο συναδέλφισσές του, καθώς, σύμφωνα με συγγενή θύματος, δεν δεχόταν να έχει γυναίκες προϊσταμένες.
Νωρίτερα φέτος, βίντεο που έδειχνε γυναίκα να δέχεται περισσότερα από 60 χτυπήματα από τον σύντροφό της σε ασανσέρ έγινε επίσης viral. Η γυναίκα υποβλήθηκε αργότερα σε επανορθωτική χειρουργική επέμβαση στο πρόσωπο.
«Η βία αυτή καταγράφεται και προβάλλεται δημόσια. Ο κόσμος τη βλέπει και αναρωτιέται γιατί δεν υπάρχει τιμωρία», σχολίασε η Ριπάνι.
Σύμφωνα με έκθεση του 2025 του Brazilian Forum on Public Safety, περισσότερες από μία στις τρεις γυναίκες στη Βραζιλία υπήρξαν θύματα σεξουαλικής ή έμφυλης βίας μέσα σε έναν χρόνο- το υψηλότερο ποσοστό από το 2017.
Η Βραζιλία αναγνώρισε νομικά το έγκλημα της γυναικοκτονίας πριν από μία δεκαετία. Παρ’ όλα αυτά, το 2024 καταγράφηκαν 1.492 δολοφονίες γυναικών για λόγους φύλου, ο μεγαλύτερος αριθμός από την εισαγωγή του σχετικού νόμου το 2015.
Τον Οκτώβριο του 2024, ο Λούλα υπέγραψε επίσης νόμο που αυξάνει τις ποινές για τη γυναικοκτονία σε τουλάχιστον από 20 και έως 40 χρόνια κάθειρξης.
Η κοινωνιολόγος Ιζαντόρα Βιάνα επισημαίνει στο abcnews.com ότι οι αυστηρότερες ποινές βρίσκουν απήχηση τόσο στους προοδευτικούς όσο και στους συντηρητικούς κύκλους, ωστόσο δεν αποδεικνύονται αποτελεσματικές στην πρόληψη της βίας. «Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία και η δημιουργία ασφαλών χώρων όπου τα παιδιά μπορούν να μιλήσουν είναι πολύ πιο ουσιαστικά μέτρα», σημειώνει.
Αντίστοιχα, η ακτιβίστρια Τάτιανι Αραούζο τονίζει πως η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην πρόληψη: περισσότερους πόρους για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής βίας, αλλά και εκπαίδευση της Δικαιοσύνης, των υγειονομικών και των κοινωνικών υπηρεσιών. «Καμία αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα δεν θα είναι πραγματικά αποτελεσματική όσο παραμένουν οι ίδιες σεξιστικές, μισογυνικές και ρατσιστικές δομές που μας βλάπτουν, μας κακοποιούν και μας σκοτώνουν».



