Υπάρχουν κάποιοι ηθοποιοί για τους οποίους ο όρος «υποδύομαι» δεν αρκεί για να περιγράψει την οξυδέρκεια, την αφοσίωση και το σεβασμό με τους οποίους προσεγγίζουν κάθε ρόλο τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Άκης Σακελλαρίου, ο οποίος εδώ και δεκαετίες μάς χαρίζει ξεχωριστές ερμηνείες, σε τηλεοπτικές σειρές -από το «Κόκκινο Φεγγάρι» και τον «Σκορπιό» του Mega, τη δεκαετία του ‘90, μέχρι το «Έτερος Εγώ: Χαμένες Ψυχές» της Cosmote TV-, θεατρικές παραστάσεις -σε συνεργασία, για παράδειγμα, με το Εθνικό Θέατρο («Δαμάζοντας τα κύματα») και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος («Πέρσες»)-, και ταινίες όπως η πολυβραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης «Σκλάβοι στα Δεσμά τους» του Τώνη Λυκουρέση και «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» του Γιάννη Σμαραγδή.

Φέτος ανεβαίνει στο θεατρικό σανίδι μετά από πρόσκληση της σκηνοθέτιδος και σεναριογράφου Σοφίας Καψούρου για να υποδυθεί, στις 24 και 25 Οκτωβρίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, τον Αφηγητή στη μουσικοθεατρική παράσταση «Σοφία», αφιερωμένη στη Σοφία Βέμπο ή, αλλιώς, στη Φωνή της Ελλάδας. Με αυτή την αφορμή μίλησε στο Marie Claire για τα νέα εγχειρήματά του, για την καλλιτεχνική αναγέννηση της πατρίδας του, Θεσσαλονίκης, αλλά και για την περιπέτεια υγείας που πέρασε πριν από λίγα χρόνια, όταν παραλίγο να χάσει τη ζωή του από τη «νόσο των λεγεωνάριων».

«Ο Αφηγητής είναι ο Έλληνας, είναι το σώμα, το ένοπλο σώμα, το πολύπαθο σώμα, το αχόρταγο σώμα, το προδομένο σώμα του ελληνικού λαού», διαβάζουμε στην περιγραφή της νέας σας παράστασης για τη Σοφία Βέμπο. Τι σημαίνει για εσάς η ερμηνεία ενός τέτοιου ρόλου;

«Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχεις πολλά περιθώρια ελιγμών. Η ερμηνεία στηρίζεται κυρίως σε έναν συμβολισμό όλων των τύπων που υποδύεσαι – γιατί ο Αφηγητής ερμηνεύει διάφορους τύπους – και όταν είναι να μιλήσεις, συγκεκριμένα, σαν Ελλάδα, καταφεύγεις σε μια ουδετερότητα».

«Η Σοφία Βέμπο είχε πάρει θέση και στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, παραχωρώντας το σπίτι της, που βρισκόταν απέναντι, για την περίθαλψη των τραυματιών. Υπήρξε, κατά κάποιον τρόπο, ενεργή σε κάθε δύσκολη στιγμή του ελληνικού λαού»

Πώς συνδέεται με το σήμερα μια παράσταση για τη Σοφία Βέμπο;

«Το έργο συνδέει την όλη “λειτουργία” της, σαν τη Φωνή της Ελλάδας σε πολύ δύσκολες στιγμές, όπως στον πόλεμο, με τη Φωνή της Ελλάδας στην εποχή της κρίσης. Συν τοις άλλοις, η Σοφία Βέμπο είχε πάρει θέση και στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, παραχωρώντας το σπίτι της, που βρισκόταν απέναντι, για την περίθαλψη των τραυματιών. Υπήρξε, κατά κάποιον τρόπο, ενεργή σε κάθε δύσκολη στιγμή του ελληνικού λαού».

Φωτογραφία της παράστασης «Σοφία»

Καθώς εμβαθύνατε στην ιστορία και την προσωπικότητα της Σοφίας Βέμπο, τι σας γοήτευσε περισσότερο;

«Η σχέση της με τον Μίμη Τραϊφόρο [το σύζυγό της], αλλά και οι δυσκολίες που αντιμετώπισε ως γυναίκα στην εποχή της. Αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα σε επίπεδο αποδοχής από ένα αντρικό κατεστημένο όπου, αναγκαστικά, έπρεπε να λειτουργήσει σαν άντρας. Και επειδή τραγουδούσε με εκείνη την μπάσα φωνή της έλεγαν, δεν μπορούμε αν γράψουμε τραγούδια για εσένα.

»Επίσης η καταγωγή της ήταν από την Ανατολική Ρωμυλία, από όπου κατάγεται και η δική μου μητέρα. [Μέσα από τη Βέμπο] ήταν σαν να ακούω τον παππού μου, τη γιαγιά μου από τη μεριά της μητέρας μου, που είχαν έρθει στην Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμών μετά το ‘22, οπότε κάπως έτσι συνδέθηκα με τη Σοφία Βέμπο».

«Η Σοφία Βέμπο αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα σε επίπεδο αποδοχής από ένα αντρικό κατεστημένο όπου, αναγκαστικά, έπρεπε να λειτουργήσει σαν άντρας».

Πρόσφατα πρωταγωνιστήσατε και στην ταινία «Dodo» του Πάνου Κούτρα, που προβλήθηκε στις Κάννες. Ποια ήταν η εμπειρία σας από αυτήν;

«Το σενάριο ήρθε στα χέρια μου μέσα στο lockdown και η δημιουργικότητα των γυρισμάτων της ήταν σωτήρια. Από τη μία, τα γυρίσματά της ήταν ένα φοβερό ταξίδι, μια περιπέτεια, με καθημερινά self test, με κρούσματα, με αναβολές. Από την άλλη, στο περιεχόμενο, πρόκειται για μια πολύ ωραία ταινία, που χρησιμοποιεί υπέροχα το συμβολισμό του ντόντο, ενός πουλιού που εξαφάνισε ο δυτικός κόσμος. Εγώ υποδύομαι τον πάτερ φαμίλια [“Παύλος Καρακώστας”), έναν παλιό πολιτικό που είχε κάνει περιουσία στις “καλές εποχές” και ο οποίος τώρα βρίσκεται σε απόγνωση και προσπαθεί να παντρέψει την κόρη του για να σωθεί από τα χρέη, ένας ρόλος που έχει απόσταση από την προσωπική μου ζωή».

Παρά την απόστασή σας από τον «Παύλο», δεν ανήκετε και οι δύο σε μια γενιά που έχει βιώσει τις ίδιες ματαιώσεις;

«Προσωπικά δεν έχω διαχειριστεί τις ματαιώσεις του “Παύλου”. Αλλά η δική μου γενιά, ίσως και η προηγούμενη, η οποία βγήκε μέσα από τις στάχτες της Χούντας, αντί να διδαχθεί από αυτό και να διατηρήσει την ακεραιότητα των αρχών της, με το που μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση αφέθηκε τελείως στην υλική πλευρά της ζωής».

Φωτογραφία της παράστασης «Σοφία»

Στους τηλεοπτικούς σας ρόλους επίσης έχετε υπάρξει επιλεκτικός – με πρόσφατα παραδείγματα το «Έτερος Εγώ» και τα «Καλύτερά μας χρόνια» της ΕΡΤ. Βλέπετε μια άνθηση της ελληνικής μυθοπλασίας στην τηλεόραση;

«Και βέβαια υπάρχει άνθηση. Υπάρχει αναγέννηση. Γυρίζονται πάρα πολύ καλές σειρές. Είναι πολύ βασικό γιατί, πέρα από το ότι βρίσκουν δουλειά συνάδελφοι, τεχνικοί και άλλοι επαγγελματίες, αναβαθμίζεται το προϊόν της τηλεόρασης και το κριτήριο των θεατών. Δύσκολα, ίσως, οι θεατές θα ξαναγύριζαν σε κάτι που έχει ευκολία. Επίσης έχω την αίσθηση ότι αρχίζει να δύει το φαινόμενο των τηλεοπτικών παιχνιδιών-ριάλιτι».

«Και βέβαια υπάρχει άνθηση της ελληνικής μυθοπλασίας στην τηλεόραση. Πέρα από το ότι βρίσκουν δουλειά συνάδελφοι, τεχνικοί και άλλοι επαγγελματίες, αναβαθμίζονται το προϊόν και το κριτήριο των θεατών. Δύσκολα, ίσως, οι θεατές θα ξαναγύριζαν σε κάτι που έχει ευκολία».

Σε ποιες άλλες παραγωγές σάς βρίσκει η νέα σεζόν;

«Συνεχίζω στις “Μάγισσες του Σάλεμ” [Θέατρο Βρετάνια, σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη] και τον Δεκέμβριο ξεκινάει ο “Κύκλος των Χαμένων Ποιητών” [Θέατρο Βρετάνια, σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ασπιώτη], στον οποίο όλοι έχουμε διοχετεύσει πολλή ενέργεια: είναι ένα εξαιρετικό καστ, με τον Τάσο Χαλκιά, τον Σπύρο Τσεκούρα και δώδεκα εξαιρετικούς νέους, πολυτάλαντους ηθοποιούς. Εγώ έχω τον ρόλο του Καθηγητή Κίτινγκ».

Πώς προσεγγίζετε έναν ήρωα που το 1989 είχε ενσαρκώσει θρυλικά ο Ρόμπιν Γουίλιαμς;

«Το θέατρο είναι ένα άλλο μέσο από το σινεμά και ο ρόλος έχει τέτοια δυναμική, που δεν προσπαθείς να μιμηθείς τον Ρόμπιν Γουίλιαμς. Η ταινία ήταν τρομερά ρηξικέλευθη για την εποχή της και πολλοί ακόμα ηθοποιοί ξεκίνησαν τη διαδρομή τους από αυτήν. Αναφέρεται στη δεκαετία του 1960 αλλά όταν γυρίστηκε και παίχτηκε, τέλη του ‘80, αρχές του ‘90, τα πράγματα ήταν ακόμα αρκετά συντηρητικά, τα παιδιά καταπιέζονταν ακόμα από τις κοινωνικές συμβάσεις και τα οικογενειακά θέλω. Τώρα δεν είναι έτσι, δηλαδή οι σημερινές νέες γενιές ακολουθούν πολύ περισσότερο το Carpe Diem [«άδραξε τη μέρα», μία φράση που συνοψίζει τη φιλοσοφία του Καθηγητή Κίτινγκ]. Νομίζω ότι τουλάχιστον όσον αφορά αυτές τις αξίες, ο κόσμος μας έχει αρχίσει να μετατοπίζεται θετικά».

Φωτογραφία της παράστασης «Σοφία»

Μεταξύ άλλων, είστε και συντονιστής της καλλιτεχνικής επιτροπής των «Δημητρίων» στη Θεσσαλονίκη. Λίγο πριν ξεκινήσει η φετινή διοργάνωση, είχατε πει ότι θα θέλατε να αγκαλιαστεί από το νεανικό κοινό. Πετύχατε τελικά αυτόν το στόχο;

«Απόλυτα. Για παράδειγμα ο Δωδέκατος Πίθηκος είχε μια συναυλία με τη Συμφωνική του Δήμου στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και το έβλεπες κατάμεστο, έβλεπες όλες τις ηλικίες, αλλά κυρίως πιτσιρικάδες. Ήταν συγκλονιστική η προσέλευση – και όχι μόνο στα “Δημήτρια”. Γενικά φέτος ο Οκτώβριος είχε έναν αέρα ανανέωσης, που εκδηλώνει την επιθυμία του κοινού να επιστρέψει στις διά ζώσης εκδηλώσεις και παραστάσεις. Περπατούσες, δηλαδή, στο κέντρο της πόλης, όπου βρίσκονται το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το Βασιλικό Θέατρο, το Θέατρο Αυλαία, το Θέατρο Φαργκάνη και έβλεπες ουρές απέξω, είναι τόσο ενθαρρυντικό αυτό! Όλοι έλεγαν ότι φέτος η Θεσσαλονίκη, που τα τελευταία χρόνια είχε επιστρέψει σε ένα αρκετά συντηρητικό πλαίσιο, είχε κοσμοπολίτικο αέρα, θύμιζε άλλες, πολύ καλές εποχές».

«Το πρώτο διάστημα ήταν σαφέστατα το χαστούκι της ζωής, την οποία κόντεψα να χάσω. Ήταν τέτοιος ο φόβος μου, που με οδήγησε στο να κάνω μια ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μου και κάπως τα πράγματα μπήκαν σε μια σειρά»

Το 2018 νοσηλευτήκατε στην εντατική με τη «νόσο των λεγεωνάριων». Αυτή η εμπειρία έφερε και κάποια θετική αλλαγή στη ζωή σας;

«Το πρώτο διάστημα ήταν σαφέστατα το χαστούκι της ζωής, την οποία κόντεψα να χάσω. Ήταν τέτοιος ο φόβος μου, που με οδήγησε στο να κάνω μια ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μου και κάπως τα πράγματα μπήκαν σε μια σειρά. Αυτή την περίοδο, ειδικά μετά το lockdown, βρέθηκα να κάνω πολλές δουλειές μαζί, ενώ δεν θα έπρεπε, αλλά βαθιά μέσα μου υπάρχει ένα καμπανάκι που λέει, ώπα, φτάνει, τώρα πρέπει να συγκρουστείς για να υπερασπιστείς την υγεία σου. Με αυτή την έννοια, δηλαδή, έμεινε κάτι θετικό.

»Μετά από δύο χρόνια ήρθε η πανδημία και στην ίδια κατάσταση που είχα βρεθεί εγώ βρέθηκαν χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι οι οποίοι πέρασαν μια φοβερή κρίση με την υγεία τους. Το σώμα μας έχει έναν δικό του, αυθύπαρκτο κόσμο, μια αυτονομία, αλλά όταν βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση σου χτυπάει την πόρτα και σου λέει, πρόσεξέ με τώρα».

Για την παράσταση «Σοφία»

Η Ελληνική Συμφωνιέτα (Sinfonietta Hellenica) παρουσιάζει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ένα πρωτότυπο αφιέρωμα στη θρυλική Σοφία Βέμπο σε κείμενο και σκηνοθεσία Σοφίας Καψούρου, μουσική διεύθυνση Γιώργου Γαλάνη με τον Άκη Σακελλαρίου και τη Μαρίτα Παπαρίζου επί σκηνής. Ένα μαγικό οδοιπορικό στη ζωή και την ψυχή της Σοφίας Βέμπο από την Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου.

Τέσσερις καταξιωμένοι καλλιτέχνες από τον χώρο του θεάτρου και της μουσικής ενώνουν για πρώτη φορά τις δυνάμεις τους στην ιστορική σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά και με την ορμή και τον φρέσκο ήχο της Ελληνικής Συμφωνιέτας χαρίζουν μια «Καινούρια τώρα ζωή» στην αθάνατη Σοφία Βέμπο.

Πόσο βαρύ είναι το ελαφρό τραγούδι; Πόσο ελαφρύ είναι ένα εμβατήριο; Ποιο βάρος είναι μεγαλύτερο, του κόσμου ή του εαυτού μας;

Η Σοφία Καψούρου υπογράφει ένα αστραφτερό, απολαυστικό, σκανδαλώδες κείμενο που προσφέρει ανεξάντλητες αντανακλάσεις και φέρει το παράφορο στη σκηνή, δημιουργώντας μια μουσικοθεατρική σύνθεση για τον έρωτα, τον πόλεμο, τη δόξα και τη μοναξιά της.

Info
Παραστάσεις: Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2022 και Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2022, ώρα έναρξης: 21:00, Κεντρική Σκηνή Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Εισιτήρια: Ταμείο Θεάτρου, Ηρώων Πολυτεχνείου 32 (μέσα στο κτίριο του ΔΘΠ ), Τ: 210 4143310 ή online στο www.ticketservices.gr

Συντελεστές
Κείμενο – Σκηνοθεσία: Σοφία Καψούρου. Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Γαλάνης. Αφηγητής: Άκης Σακελλαρίου. Ερμηνεύτρια: Μαρίτα Παπαρίζου. Ορχήστρα: Ελληνική Συμφωνιέτα (Sinfonietta Hellenica). Ενορχήστρωση: Αλέξης Ντίαμαντ. Φωτογραφίες: Αγγελική Κοκκοβέ. Βοηθός σκηνοθέτη: Όλγα Σούρσου

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below