Όταν είχε βγει στους κινηματογράφους η ταινία «Ο διάβολος φορούσε Prada», το 2006, είχε κυκλοφορήσει η φήμη ότι ο φανταστικός χαρακτήρας της Miranda Priestly (Meryl Streep), μιας ψυχρής και απαιτητικής editor-in-chief σε μεγάλο περιοδικό, ήταν βασισμένος στην Anna Wintour. Άλλωστε η συγγραφέας του ομότιτλου βιβλίου που είχε μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη, Lauren Weisberger, είχε υπάρξει προσωπική βοηθός της πρώην editor-in-chief της Vogue, που ανακοίνωσε πρόσφατα την αποχώρησή της.
Τώρα ο Graydon Carter σε ένα απόσπασμα του νέου, αυτοβιογραφικού βιβλίου του «When the Going Was Good: An Editor’s Adventures During the Last Golden Age of Magazines» (Grove Press) που δημοσιεύει το περιοδικό Time δίνει τη δική του, χωρίς τη διαμεσολάβηση της μυθοπλασίας, οπτική για τη Wintour, με την οποία είχε συνεργαστεί και συνυπάρξει στον όμιλο Conde Nast – εκείνος, για μεγάλο μέρος της θητείας του, από το Vanity Fair. Γράφει μάλιστα πως είναι εκείνη που του έδωσε έναν λόγο να αποχωρήσει μετά από τριάντα χρόνια.
Δεν γνωρίστηκαν «όπως οι φυσιολογικοί άνθρωποι» γράφει. «Ουσιαστικά, αυτή με κληρονόμησε: όταν ο επικεφαλής του Conde Nast, Samuel Irving “Si” Newhouse Jr, της ζήτησε το 1987 να αναλάβει το House & Garden, εκείνη παρέλαβε ένα περιοδικό με γοητευτική ιστορία και κάποια μέλη του προσωπικού του και συντάκτες με συμβάσεις, ανάμεσα στους οποίους ήμουν κι εγώ».
«Ουσιαστικά, αυτή με κληρονόμησε: όταν ο επικεφαλής του Conde Nast, Samuel Irving “Si” Newhouse Jr, της ζήτησε το 1987 να αναλάβει το House & Garden, εκείνη παρέλαβε ένα περιοδικό με γοητευτική ιστορία και κάποια μέλη του προσωπικού του και συντάκτες με συμβάσεις, ανάμεσα στους οποίους ήμουν κι εγώ».
Εκείνη την εποχή -όταν η Wintour είχε ήδη το παρατσούκλι «Nuclear Wintour», από το 1985, όταν είχε διαδεχτεί την Beatrix Miller στη βρετανική Vogue, είχε προχωρήσει στην αντικατάσταση πολλών μελών του προσωπικού και είχε αρχίσει να ασκεί εξουσία με σιδερένια πυγμή- ο Carter τη θεωρούσε «ευχάριστη, δολοπλόκο και απόλυτα σαγηνευτική. […] Ήταν μια πολύ καλή και πιστή φίλη και, ως εκ τούτου, είχε πολλούς στενούς φίλους».
Όταν όμως ανέλαβε το House & Garden, σύμφωνα πάντα με τον Carter, «το έκανε κάτι που δεν ήταν ποτέ στο παρελθόν – επιδεικτικό και κάπως εμμονικό με τη μόδα και με τους ανθρώπους που θεωρείται ότι είναι στη μόδα. Απέκτησε το προσωνύμιο “House & Garment” [όπου Garment, ένδυμα]. Μέσα σε έναν χρόνο, το είχε μετονομάσει σε HG, για λόγους που δεν κατάλαβα ποτέ, και άρχισε η αργή και σταθερή αποχώρησή του από τα stand των εφημερίδων. Το περιοδικό έκλεισε το 2007. Ανέκαθεν πίστευα ότι ο Si το είχε δώσει στην Anna για να τη φέρει από το Λονδίνο, όπου ήταν editor στη βρετανική Vogue, στη Νέα Υόρκη. Ήταν απλά ένας σταθμός στη διαδρομή της για το τιμόνι της αμερικανικής Vogue.
»Όσο κι αν τη συμπαθούσα, θεωρούσα σχεδόν κωμικές τις προσπάθειές της να φαίνεται τρομακτική και ισχυρή. Ο γιος της, Charlie, και ο γιος μου, Max, πήγαιναν στην ίδια τάξη στο Collegiate [ιδιωτικό σχολείο], στο Μανχάταν. Μια χρονιά, οργάνωσαν μια επίδειξη μόδας με κάποιους συμμαθητές τους. Πήγα να του συμπαρασταθώ. Όταν έφτασα εκεί, τα φώτα είχαν ήδη χαμηλώσει. Συγγενείς των μαθητών είχαν γεμίσει τις καρέκλες και εκεί, στη front row, καθόταν η Anna. Φορώντας γυαλιά ηλίου. Σχεδόν ξέσπασα σε γέλια. Γύρισα την πλάτη μου».
«Όσο κι αν τη συμπαθούσα, θεωρούσα σχεδόν κωμικές τις προσπάθειές της να φαίνεται τρομακτική και ισχυρή».
Σε μια άλλη περίσταση, που χρειάστηκε να μοιραστούν το ίδιο αυτοκίνητο στις έξι το απόγευμα για να πάνε σε μια συνάντηση στελεχών της Conde Nast, «ξαφνιάστηκα από το πόσο φιμέ ήταν τα τζάμια. Μετά δυσκολίας μπορούσες να δεις τον απογευματινό ήλιο. Όταν συνήθισαν τα μάτια μου στο σκοτάδι, ξαφνιάστηκα βλέποντας την Anna με τα σκούρα γυαλιά ηλίου της. “Πλάκα κάνεις”, είπα. Τα έβγαλε και είπε κάτι του τύπου, “Ορίστε, Graydon, ευχαριστημένος τώρα;”».
Αν άλλοι φτάνουν καθυστερημένοι σε ραντεβού ως ένδειξη δύναμης, η Wintour έφτανε υπερβολικά νωρίς, σχολιάζει ο Carter. Όταν άρχισε να συμμετέχει περισσότερο στην οργάνωση των Met Gala και οι άνθρωποι του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης κανόνιζαν το πρώτο μίτινγκ στις 9 το πρωί, «η Anna έφτανε στις 8.45, κάνοντας το προσωπικό να αρχίζει να τρέχει για να εξασφαλίσει απαρτία. Όταν άλλαξαν επίσημα την ώρα στις 8.45, άρχισε να φτάνει στις 8.30. Περισσότερο τρέξιμο». Τουλάχιστον, όταν εκείνος είχε μαζί της ένα ραντεβού μαζί της, προς το τέλος της θητείας του στο Vanity Fair, στις 11 το πρωί, ήταν καλύτερα προετοιμασμένος. «Γύρω στις 10.40 ήρθε η γραμματέας στο γραφείο μου σε κατάσταση πανικού και είπε ότι η Anna ήταν ήδη εκεί. Απάντησα, “Ωραία, ρώτησέ την αν θέλει κάτι και πες της ότι θα είμαι εκεί στις 11”. Δεν είχα ξανανιώσει ποτέ τόσο γενναίος και με τόσο έλεγχο σε μια κατάσταση.
«Γύρω στις 10.40 ήρθε η γραμματέας στο γραφείο μου σε κατάσταση πανικού και είπε ότι η Anna ήταν ήδη εκεί. Απάντησα, “Ωραία, ρώτησέ την αν θέλει κάτι και πες της ότι θα είμαι εκεί στις 11”. Δεν είχα ξανανιώσει ποτέ τόσο γενναίος και με τόσο έλεγχο σε μια κατάσταση».
»Το Met Gala διοργανωνόταν κάθε χρόνο στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, είναι μια υποχρέωση για τους περισσότερους συμμετέχοντες – ηθοποιούς, μοντέλα και πλέον TikTokkers και influencers. Οι χορηγοί, οι οποίοι πληρώνουν έως και 350.000 δολάρια για ένα τραπέζι, είναι ουσιαστικά όμηροί του. Δεν είναι ότι κάποιος τους πουλάει “προστασία”: Οι εταιρείες μόδας χρειάζονται δημοσιεύσεις σε περιοδικά μόδας. Το να κλείσεις ένα τραπέζι δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα σου εξασφαλίσει μια δημοσίευση στη Vogue. Αλλά αν δεν το κάνεις δεν κερδίζεις, ακριβώς, την αφοσίωση των editors που είναι υπεύθυνοι για αυτές τις δημοσιεύσεις. Αμφιβάλλω αν υπήρξε ποτέ επίσημη ρήτρα στις διαπραγματεύσεις. Αλλά όπως συμβαίνει σε πολλές δικτατορίες, είναι κοινό μυστικό.
»Πριν από περίπου δέκα χρόνια, η Carolina Herrera συνειδητοποίησε ότι την εβδομάδα του Met Gala θα έπρεπε να είναι στο Λονδίνο, για τον γάμο της κόρης της πιο στενής φίλης της, Αλεξάνδρας Θεοδωρακοπούλου, τη σύζυγο του Takis, Ελληνίδα κληρονόμο εφοπλιστών και μακροχρόνια αρθρογράφο του Spectator. Τηλεφώνησε στην Anna για να της εξηγήσει γιατί δεν θα μπορούσε να κλείσει τραπέζι. Η Anna της απάντησε ότι καταλαβαίνει απόλυτα, παρ’ όλα αυτά θα ήθελε να κλείσει τραπέζι -που τότε κόστιζε 250.000 δολάρια- για τους “φιλανθρωπικούς σκοπούς μου” όπως το έθεσε. Η Carolina της εξήγησε ξανά ότι δεν μπορούσε να παραβρεθεί και, επομένως, δεν θα έκλεινε τραπέζι.
»Σε ένα δείπνο, μερικές νύχτες αργότερα, η Carolina μού αφηγήθηκε αυτό το περιστατικό ρωτώντας με τι θα έπρεπε να κάνει. Της είπα να μη στείλει την επιταγή και απλά να συνεχίσει τη ζωή της. Λοιπόν, δεν ακολούθησε τη συμβουλή μου. Τηλεφώνησε στην Anna να της πει ότι θα έκλεινε το τραπέζι και πως θα έδινε το “παρών” η κόρη της, Patricia, η οποία δούλευε μαζί της. Είπε ότι η Patricia και ο σύζυγός της, Gerrity Lansing, θα προσκαλούσαν τους φίλους τους, Seth Meyer και τη γυναίκα του, Alexi, καθώς και τον Tom Brady με την τότε σύζυγό του, Gisele Bundchen, να καθίσουν μαζί τους. Η Anna δεν επέτρεψε τίποτα από αυτά. Είχε ήδη υπολογίσει τους Seth και Alexi και Tom και Gisele σε άλλα τραπέζια. Τελικά, η Carolina πήρε το αεροπλάνο αμέσως μετά τον γάμο, την ίδια μέρα, και πήγε στο Met Gala με τον σύζυγό της, Reinaldo, την Patricia και τον Gerrity. Τις υπόλοιπες θέσεις στο τραπέζι καταλάμβαναν οι μοναδικοί άνθρωποι που είχε καταφέρει να βρει τελευταία στιγμή: η σύζυγός μου, Anna, κι εγώ. Κάποιες φορές η αφοσίωση μπορεί να έχει υψηλό κόστος, κι εκείνη η υπόθεση ήταν αρκετά άσχημη. Αν εξαιρέσουμε ένα πράγμα. Στην αίθουσα παρατήρησα ένα πλήθος από τσιτωμένες συζύγους του Άπερ Ιστ Σάιντ να περικυκλώνουν τον Donald Trump. Αυτό, προτού βάλει υποψηφιότητα για την προεδρία. Έκανα νόημα στην Carolina να κοιτάξει προς τα εκεί. “Ενδιαφέρον”, της είπα. “Όχι, όχι” απάντησε. “Του αρέσουν πολύ πιο νέες”».
«Στην αίθουσα παρατήρησα ένα πλήθος από τσιτωμένες συζύγους του Άπερ Ιστ Σάιντ να περικυκλώνουν τον Donald Trump. Αυτό, προτού βάλει υποψηφιότητα για την προεδρία. Έκανα νόημα στην Carolina Herrera να κοιτάξει προς τα εκεί. “Ενδιαφέρον”, της είπα. “Όχι, όχι” απάντησε. “Του αρέσουν πολύ πιο νέες”».
«Η Anna Wintour διαχειρίζεται την όλη υπόθεση [του Met Gala] σαν στρατιωτική επιχείρηση, κι αυτό είναι καλό», γράφει λίγο πιο κάτω ο Carter. «Φαγητό στα τραπέζια στις 8.15 ακριβώς. Κανένας σε εκείνο το πλήθος δεν τρώει γλυκά, έτσι όταν φτάνουν τα επιδόρπια, στις 10.00, όλοι σηκώνονται από τα τραπέζια τους να πιάσουν κουβέντα με κόσμο. Αυτό ήταν το σήμα για απόδραση, στην οποία προχωρούσαμε με τη δική μου Anna με στρατιωτική ακρίβεια. Πρώτα εκείνη κατευθυνόταν προς την έξοδο και μετά, περίπου 15 δευτερόλεπτα αργότερα, ακολουθούσα εγώ. Κάνοντας μια ελαφρώς πιο κυκλική διαδρομή. Χωρίς αποχαιρετισμούς. Χωρίς να δείχνω ότι βιάζομαι. Μέσα σε ένα τέταρτο, ήμασταν στο αυτοκίνητό μας».
Αφήνοντας πίσω του το Met Gala, ο δημοσιογράφος γράφει για τη συμπεριφορά της Anna Wintour: «Με χαιρετάει άλλοτε σαν έναν μακροχρόνιο φίλο και άλλοτε σαν τον σοφέρ της. Ίσως αυτό να έχει να κάνει με τη συστολή. Θα μπορούσε όμως να είναι και μια τακτική για να κάνει τον άλλο να μπλοκάρει. Το θέμα είναι ότι ποτέ δεν ξέρεις ποια Anna θα σου τύχει. Μπορεί να είναι μια τρυφερή και πιστή φίλη. Μπορεί επίσης να είναι μια ψυχρή και πιστή φίλη. Το δείπνο μαζί της σε εστιατόριο θα το ζήλευε ένας σύμβουλος επιχειρήσεων για την αποτελεσματικότητά του. Στο τραπέζι στις οκτώ. Χωρίς καν να χρειάζεται να κοιτάξει το μενού. Μπριζόλα, σενιάν. Δεν είμαι σίγουρος αν πίνει. Νομίζω όχι. Και όποτε υπάρχουν στο τραπέζι μέλη του προσωπικού της Vogue, μόλις η Anna φάει το τελευταίο κομμάτι από την μπριζόλα της, ζητάει τον λογαριασμό. Οι συνδαιτυμόνες της μπορεί να είναι στη μέση της μπουκιάς τους. Συνήθως, μετά από ένα γεύμα μαζί της, σταματούσα στον δρόμο για το σπίτι να πάρω κάτι να φάω».
«Οποτε υπάρχουν στο τραπέζι μέλη του προσωπικού της Vogue, μόλις η Anna φάει το τελευταίο κομμάτι από την μπριζόλα της, ζητάει τον λογαριασμό. Οι συνδαιτυμόνες της μπορεί να είναι στη μέση της μπουκιάς τους. Συνήθως, μετά από ένα γεύμα μαζί της, σταματούσα στον δρόμο για το σπίτι να πάρω κάτι να φάω».
Σε μια συνάντηση της συντακτικής ομάδας της Vogue όπου έτυχε να είναι και ο Carter, όπως ισχυρίζεται σήμερα, «σχεδόν μπορούσα να μυρίσω τον φόβο. Συνέρρευσαν νέες, γοητευτικές γυναίκες με τρομαγμένα πρόσωπα. Τα καθίσματα στο γραφείο της Anna είχαν τοποθετηθεί σε σχηματισμό V, με το δικό της γραφείο στη μύτη και τις καρέκλες να ανοίγουν σαν σε ιπτάμενο σμήνος. Κοίταξα τους άλλους συμμετέχοντες. Σε πρόσωπα ομήρων σε βίντεο είχα δει περισσότερη χαρά. Κάθισα στην πίσω σειρά, μαζί με έναν άλλο συντάκτη με σύμβαση, τον Billy Norwich. Πολλές προτάσεις θεμάτων αντιμετωπίστηκαν με ψυχρά βλέμματα. Ο Billy είχε κάποιες πολύ έξυπνες ιδέες: καμία δεν φάνηκε να πέρασε τον έλεγχο. Είχα πάει με ένα πλήθος προτάσεων, αλλά αποφάσισα να τις κρατήσω για τον εαυτό μου».
Μετά τις αμερικανικές εκλογές του 2016 η Wintour, όπως συνεχίζει ο δημοσιογράφος, του ζήτησε να τη συνοδεύσει σε μια συνάντηση με τον Trump. Όταν εκείνος την κοίταξε σαν να της έλεγε «με δουλεύεις;», του απάντησε: «Πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε μαζί του, Graydon». Λίγες μέρες μετά είχαν πράγματι, μαζί με άλλους συνεργάτες τους από τον Conde Nast, μια συνάντηση με τον Trump, «ανεπίσημη, που σημαίνει ότι ουσιαστικά ήταν μια ανούσια υπόθεση» όπως γράφει ο Carter σήμερα.
«Στο τέλος του φθινοπώρου του 2016 μου τηλεφώνησε ο βοηθός μου για να μου πει ότι είχε την Anna, πλέον διευθύντρια σύνταξης της Conde Nast, στη γραμμή. Εκείνη, όσο ψυχρά θα έλεγες σε κάποιον ότι θέλεις να αλλάξεις χρώμα στις κουρτίνες, με ενημέρωσε ότι θα γίνονταν κάποιες αλλαγές στην εταιρεία. Οι αλλαγές που αφορούσαν το Vanity Fair με άφησαν άναυδο. Τα τμήματα φωτογραφίας, σχεδιασμού, έρευνας και κειμενογράφων των εμπορικών, σχεδόν το μισό προσωπικό μου, θα μεταφέρονταν από το περιοδικό σε κεντρικά γραφεία της εταιρείας. Είχα δουλέψει με τους επικεφαλής τους και το προσωπικό τους για δεκαετίες, ήταν η ραχοκοκαλιά του Vanity Fair. Καθώς ήταν κάτι που δεν είχε συζητηθεί ξανά, έμεινα άφωνος ακούγοντάς τη. Για κάποια ώρα, δεν μίλησα. Αλλά προτού το κλείσω, ρώτησα σε ποιους θα έδιναν αναφορά αυτοί οι άνθρωποι.
«Στο τέλος του φθινοπώρου του 2016 μου τηλεφώνησε ο βοηθός μου για να μου πει ότι είχε την Anna, πλέον διευθύντρια σύνταξης της Conde Nast, στη γραμμή. Εκείνη, όσο ψυχρά θα έλεγες σε κάποιον ότι θέλεις να αλλάξεις χρώμα στις κουρτίνες, με ενημέρωσε ότι θα γίνονταν κάποιες αλλαγές στην εταιρεία».
»”Σε εμένα”, απάντησε. Θα έδιναν αναφορά στον αρχισυντάκτη και τον επικεφαλής του ατελιέ τους.
»Φαινόταν παράξενο το να τοποθετείς τους ανθρώπους του Vanity Fair υπό τη διεύθυνση του προσωπικού της Vogue. Και γεμάτο άγνωστους κινδύνους. Μεγάλο μέρος της γοητείας που ασκούσε το περιοδικό στους αναγνώστες και τους διαφημιστές, πέρα από τις ιστορίες του, οφειλόταν στην εμφάνισή του, στην οποία είχαμε δώσει μεγάλη προσοχή. Δεν σκόπευα να αντιμετωπίσω μια νέα ομάδα από photo editors και art directors.
»Σε κάποια φάση, η Anna ήρθε στο γραφείο μου με τον επικεφαλής του ατελιέ της, Raul Martinez. Ήταν σε αποστολή να με πείσει να δω την αναδιοργάνωση όπως εκείνη. Μου περιέγραφε τη μεγαλειώδη αποτελεσματικότητα του σχεδίου της όταν θύμωσα και είπα, “το πρόβλημα είναι ότι δεν το συζήτησες με κανέναν στην εταιρεία – τουλάχιστον κανένα στα τμήματα σύνταξης”.
»Το παραδέχτηκε. “Ναι, αλλά το συζήτησα με πολλούς άλλους” είπε.
»“Άλλους;” απάντησα. “Όπως ποιους;”.
»”Με ανθρώπους της Σίλικον Βάλεϊ” είπε.
»Δεν μπορούσα να μιλήσω. “Τι στο καλό γνωρίζουν για το πώς στήνεται ένα περιοδικό;».
»Από εκεί κι έπειτα, τα πράγματα άρχισαν να παρακμάζουν αργά.
»Η σύμβασή μου έπρεπε να ανανεωθεί αλλά είπα πως θα την υπέγραφα μόνο αν η Anna εξαιρούσε το Vanity Fair από την αναδιοργάνωση. Αντιστάθηκε λίγο, αλλά μετά είχα ένα τηλεφώνημα από τον δικηγόρο μου, Allen Grubman. “Αφήνουν τα πράγματα όπως είναι”, είπε. “Υπέγραψε τη σύμβαση”. Και το έκανα. Αλλά έβλεπα τι έφερνε το μέλλον. Αυτή η σπουδαία εποχή της επινόησης των περιοδικών και της επιρροής τους, που είχε διαμορφώσει τόσο τον πολιτισμό στα τελευταία τρία τέταρτα ενός αιώνα, έφτανε αναμφίβολα στο τέλος της».