«Νέοι, εσείς, μνηστήρες μου, αφού πια πέθανε, ο θεϊκός Δυσσέας, /σταθείτε, μη βιαζόσαστε, να κάμετε το γάμο,/ όσο να ‘φάνω το πανί, να μη μου παν τα νήματα χαμένα…» (Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Τ¨ στίχοι 136 -156, Μτφρ: Ζήσιμου Σιδέρη). Αυτοί οι στίχοι περιγράφουν «Το τέχνασμα της Πηνελόπης» και φωτίζουν τη δική της πράξη αντίστασης, όχι περισσότερο ηχηρή από τον επαναλαμβανόμενο ήχο του αργαλειού της αλλά εξίσου σύνθετη και αποτελεσματική με το εργαλείο που συνδέθηκε όσο κανένα άλλο με την υφαντική ανά τους αιώνες.
Από την Πηνελόπη, αλλά και τη «γλαυκομάτα» Αθηνά, που χάρισε αδράχτι «στις γνωστικές γυναίκες», «για νοικοκυροσύνη» ξεκινάει το νέο θεατρικό, μουσικό και εικαστικό δρώμενο «Μητέρα Αράχνη», που έρχεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης στις 28 και 29 Αυγούστου, για να μας οδηγήσει μέχρι τις αναφορές στην υφαντική στη νεότερη ελληνική ποίηση και λογοτεχνία, του Παλαμά, του Παπαντωνίου, του Παπαδιαμάντη.
Από την Πηνελόπη, αλλά και τη «γλαυκομάτα» Αθηνά, που χάρισε αδράχτι «στις γνωστικές γυναίκες», «για νοικοκυροσύνη» ξεκινάει το νέο θεατρικό, μουσικό και εικαστικό δρώμενο «Μητέρα Αράχνη», που έρχεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης στις 28 και 29 Αυγούστου.
Αποσπάσματα κειμένων που επέλεξε ο ηθοποιός και δημοσιογράφος Γιώργος Γιανναράκος ερμηνεύονται από τον ίδιο και την ηθοποιό και σκηνοθέτιδα Κερασία Σαμαρά. Ντύνονται με τη ζωντανή μουσική του Νίκου Κυριαζή αλλά και με δώδεκα σύγχρονα έργα υφαντικής τέχνης, που επέλεξε και επιμελήθηκε η αρχαιολόγος και ιστορικός τέχνης Ίρις Κρητικού. Η εικαστικός Εύα Μελά υπογράφει τα σκηνικά, τα κοστούμια αλλά και τα τελάρα όπου θα στερεωθούν τα υφαντά, τα οποία θα εκτίθενται στον χώρο και ανεξάρτητα από την παράσταση, από 25 έως 31 Αυγούστου.
Έτσι, μια μοναδική εμπειρία λόγου, μουσικής και εικαστικών μάς προσκαλεί σε μια διαδρομή στην υφαντική που διατρέχει την κοινωνία και τον πολιτισμό κάθε εποχής.

Η συνέντευξή μας με την Ίριδα Κρητικού, λίγο πριν από την πρεμιέρα, εστιάζει στα υφαντά του δρώμενου, «ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής του τι συμβαίνει στην τέχνη της υφαντικής στην Ελλάδα σήμερα». Ο αριθμός δώδεκα επιλέχθηκε για τις ανάγκες της εκδήλωσης, καθώς θεωρήθηκε «επαρκής για την αφήγηση» αν κι δεν καλύπτει όλους τους σημαντικούς Έλληνες εικαστικούς που δουλεύουν στις μέρες μας με το ύφασμα, όπως διευκρινίζει η επιμελήτρια. Παρ’ όλα αυτά, μέλημά της υπήρξε «να επιλεγούν κάποιοι από τους σημαντικότερους, που διαφοροποιούνται ως προς την τεχνική, την προσέγγιση, την ύλη, την αισθητική».
Η συνέντευξή μας με την Ίριδα Κρητικού, λίγο πριν από την πρεμιέρα, εστιάζει στα υφαντά του δρώμενου, «ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής του τι συμβαίνει στην τέχνη της υφαντικής στην Ελλάδα σήμερα».
Το αποτέλεσμα; Ένα σύνολο έργων-σαγηνευτικό καλειδοσκόπιο, όπου κάθε δημιουργός, όπως σημειώνει η κ. Κρητικού, ξεκίνησε «από διαφορετικές αφετηρίες έμπνευσης, επιστράτευσε τις σπουδές, την έρευνα, την εμπειρία των τεχνικών σε τόπους όπου αυτές εξακολουθούν να ασκούνται, την επιτόπια μελέτη σε αρχεία, μουσεία και ιδιωτικές συλλογές αλλά και τη δική του μνήμη». Είναι εκπληκτική η ποικιλομορφία στα υλικά («μαλλί, βαμβάκι, μετάξι, λινάρι, άχυρο, σπαρτό, χαρτί, πλαστικό, ψηφιακό τύπωμα, ράκη υφάσματος ή άλλα ένθετα υλικά»), στα χρώματα, τα μοτίβα, τις φόρμες και τα σύμβολα, τις κλίμακες και τις τεχνικές. «Άλλα έργα έγιναν σε παραδοσιακούς αργαλειούς, άλλα στο χέρι και άλλα με επινοήσεις του καλλιτέχνη».
Οι εικαστικοί που συμμετέχουν (Ειρήνη Γκόνου, Μαρία Γρηγορίου, Στάθης Κατσαρέλης, Ελένη Κρίκκη, Μαρία Κώτσου, Αναστάσης Μαδαμόπουλος, Πανδώρα Μουρίκη, Γιάννης Παπαδόπουλος, Ισμήνη Σαμανίδου, Ερμιόνη Συρογιαννοπούλου, Ιωάννα Τερλίδου και Αργύρης Χατζημαλλής) βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλη την Ελλάδα, από τη Μυτιλήνη και τη Νάξο μέχρι την Αθήνα και τη Θεσσαλία. «Υπάρχουν αναφορές σε τοπικές παραδόσεις βεβαίως, αλλά αυτές αποτελούν περισσότερο εφαλτήριο μιας συνομιλίας παρά δέσμευση».

Αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ στο παρελθόν η υφαντική ως μέσο επιβίωσης και βιοπορισμού εθεωρείτο γυναικεία δραστηριότητα, σήμερα ως τέχνη βρίσκει και πολλούς άντρες εκφραστές. «Από τους δώδεκα εικαστικούς, οι τέσσερις είναι άντρες» όπως επισημαίνει η επιμελήτρια, η οποία κατόπιν αναφέρεται στη μοναδική διαδρομή και τεχνοτροπία κάθε καλλιτέχνη που συμμετέχει: από τη Μαρία Κώτσου, υφάντρα πέμπτης γενιάς από τη Νάξο και μέλος του Γυναικείου Συνεταιρισμού Απειράνθου, η οποία ενσωματώνει φωτογραφίες στα υφαντά της, και το ζευγάρι Μαρία Γρηγορίου – Γιάννη Παπαδόπουλο που «έχουν παρακολουθήσει για δεκαετίες τους Σαρακατσάνους» μέχρι τη σκηνοθέτιδα και υφάντρα Πανδώρα Μουρίκη, που υφαίνει με άχυρο, και την Ερμιόνη Συρογιαννοπούλου, που υφαίνει με μέταλλο.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ στο παρελθόν η υφαντική ως μέσο επιβίωσης και βιοπορισμού εθεωρείτο γυναικεία δραστηριότητα, σήμερα ως τέχνη βρίσκει και πολλούς άντρες εκφραστές. «Από τους δώδεκα εικαστικούς, οι τέσσερις είναι άντρες».
Η κ. Κρητικού ανατρέχει κατόπιν σε φημισμένες υφάντρες του προηγούμενου αιώνα, όπως η Φλωρεντίνη Καλούτση, που «σπούδασε στο εξωτερικό» και κατόπιν, στον Μεσοπόλεμο, «μετέτρεψε το σπίτι της στα Χανιά σε συγκλονιστικό εργαστήριο, όπου ύφαινε μοτίβα από μινωικές τοιχογραφίες». Ή η Εύα Πάλμερ Σικελιανού, η οποία ύφαινε ενδύματα για τις Δελφικές Εορτές, που διοργάνωνε μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό. «Είδαμε δείγματα και από τις δύο αυτές γυναίκες στην έκθεση του Μουσείου Μπενάκη για τη Nelly’s, η οποία είχε αποτυπώσει όλη την πρωτογένεια της ελληνικής δημιουργικότητας». Αργότερα, στη δεκαετία του ’60, «πολύ σημαντικοί καλλιτέχνες όπως ο Τσαρούχης, ο Μόραλης, ο Βασιλείου, ο Γκίκας, υπέγραψαν επιτοίχια χαλιά για λογαριασμό του ΕΟΜΜΕΧ».

Σε άλλες χώρες η παράδοση της υφαντικής συνέχισε να εξελίσσεται μαζί με τους δημιουργούς κάθε εποχής. Αυτό μπορούμε να το δούμε, για παράδειγμα, «στο Μουσείο Victoria & Albert στο Λονδίνο ή στο Musée des Arts Décoratifs στο Παρίσι». Στην Ελλάδα, από την άλλη, διακόπηκε για μερικές δεκαετίες «ίσως γιατί αναζητούσαμε τη γλώσσα μας». Αλλά τα τελευταία χρόνια γνωρίζει ξανά άνθηση, σε κάθε έκφανσή της. «Το ύφασμα γενικά είναι και κατευναστικό. Μέσα στον κορονοϊό δημιουργήθηκαν και κορυφώθηκαν κύκλοι γυναικών που κεντούσαν διαδικτυακά και συνομιλούσαν. Το ίδιο έγινε και με την υφαντική. Αυτή τη στιγμή γίνονται πολύ ωραίες δουλειές, ας πούμε, στο Γεράκι στην Πελοπόννησο ή στη Χαλκιδική». Αν και όταν μιλάμε για την υφαντική ως τέχνη, η επιμελήτρια επισημαίνει τη σημασία του να ξεχωρίσουμε τι είναι πραγματικά καλλιτεχικό, «τους δημιουργούς που έχουν κάτι καινοτόμο και ολοκληρωμένο να πουν».
«Το ύφασμα γενικά είναι και κατευναστικό. Μέσα στον κορονοϊό δημιουργήθηκαν και κορυφώθηκαν κύκλοι γυναικών που κεντούσαν διαδικτυακά και συνομιλούσαν. Το ίδιο έγινε και με την υφαντική.»
Για να φτάσουμε «στο ευκταίο, είναι ωραίο να παρακολουθούν οι νεότεροι τις γιαγιάδες ώστε να μη χαθεί η τεχνογνωσία, αλλά ακόμα πιο ωραίο είναι να την ενώσουμε με τη σύγχρονη έμπνευση», καταλήγει. Οι εικαστικοί του σήμερα έχουν μια πλούσια κληρονομιά υφαντών ως αφετηρία, τα οποία μάλιστα κρύβουν μικρές ή μεγαλύτερες επαναστάσεις, που τόλμησαν οι ανώνυμες τότε δημιουργοί τους, απόγονοι της Πηνελόπης. Γυναίκες πάντα, καθώς αυτές κινούσαν τα νήματα του αργαλειού στην εποχή που η υφαντική ήταν «σοβαρό μέσο βιοπορισμού». Η κ. Κρητικού φέρνει ως παράδειγμα τα Ανώγεια Κρήτης, «που κάηκαν ολοσχερώς από τους Γερμανούς και αναγεννήθηκαν από την υφαντική. Όπως και άλλα μέρη της Ελλάδας».

«Η υφαντική στις κοινωνίες του παρελθόντος ήταν, με έναν τρόπο, τόπος ελευθερίας, όπου οι υφάντρες έκαναν κάτι που δεν μπορούσαν ίσως να κάνουν αλλού. Όχι μόνο στα νησιά όπου, μιλώντας για την ελληνική φορεσιά, οι καπεταναίοι εισάγουν πρώτες ύλες (ζακάρ, μεταξωτά, βελούδα) και έχεις μια σύνθεση πραγμάτων. Αλλά ακόμα και σε ένα μικρό μέρος της Θράκης ή της Ηπείρου, ο τρόπος που μια υφάντρα συνταιριάζει ξαφνικά μοβ, φούξια και πράσινο είναι συγκλονιστικός. Δηλαδή είναι τέτοια η τόλμη των χρωμάτων, που λες, πώς το κάνει αυτό;
«Ακόμα και σε ένα μικρό μέρος της Θράκης ή της Ηπείρου, ο τρόπος που μια υφάντρα συνταιριάζει ξαφνικά μοβ, φούξια και πράσινο είναι συγκλονιστικός. Δηλαδή είναι τέτοια η τόλμη των χρωμάτων, που λες, πώς το κάνει αυτό;»
»Και να πούμε ότι είναι μια οριζόντια και κάθετη διαδικασία, δηλαδή πριν φτάσουμε στην ύφανση με τα μοτίβα -τα παραδοσιακά βέβαια σε κάθε τόπο, όπου όμως κάθε γυναίκα κάνει τις παραλλαγές της- μαζεύει το μαλλί, φτιάχνει το νήμα και το βάφει με φυσικά υλικά του τόπου, που κι αυτά διαφοροποιούνται, αφού άλλα λουλούδια και φυτά έχει η Ήπειρος, άλλα η Σκιάθος ή η Πελοπόννησος και ούτω καθεξής.
»Γοητευτική είναι και η οικονομία υλικών, σχεδίων και μέσων. Είναι σαν την cucina povera, όπου οι άνθρωποι σε αποκλεισμένα μέρη έχουν μάθει να κάνουν συγκλονιστικά φαγάκια με ελάχιστα υλικά. Νομίζω ότι αν καταλαβαίναμε σε βάθος την arte povera της υφαντικής, θα είχαμε πολλά να διδαχθούμε».

Info
28 & 29/08, στις 21.00. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Μανόλη Ανδρόνικου 6, Θεσσαλονίκη 546 21. Η κράτηση θέσης είναι υποχρεωτική. | Πληροφορίες και κρατήσεις στο www.allofgreeceoneculture.gr. Διάρκεια παράστασης: 1 ώρα. Η δράση υλοποιείται με χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού και πραγματοποιείται δωρεάν για το κοινό. Καταβάλλεται μόνο το αντίτιμο εισόδου του Αρχαιολογικού Χώρου, όπου υπάρχει.
Το σύνολο των έργων θα λειτουργήσει ως έκθεση, ανοιχτή και με ελεύθερη είσοδο για το κοινό (πέραν του εισιτηρίου για τον χώρο του Μουσείου), στην κλειστή αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης από 25 έως 31 Αυγούστου.
Η παραγωγή εντάσσεται στο πρόγραμμα του Θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός».
Συντελεστές
Σύλληψη-Σκηνοθεσία: Γιώργος Γιανναράκος. Εικαστική επιμέλεια: Ίρις Κρητικού. Πρωτότυπη μουσική σύνθεση – Ζωντανή μουσική εκτέλεση: Νίκος Κυριαζής. Textile artists: Ειρήνη Γκόνου, Μαρία Γρηγορίου, Στάθης Κατσαρέλης, Ελένη Κρίκκη, Μαρία Κώτσου, Αναστάσης Μαδαμόπουλος, Πανδώρα Μουρίκη, Γιάννης Παπαδόπουλος, Ισμήνη Σαμανίδου, Ερμιόνη Συρογιαννοπούλου, Ιωάννα Τερλίδου, Αργύρης Χατζημαλλής. Κατασκευή σκηνικών αντικειμένων – Σκηνική παρουσίαση-Κοστούμια: Εύα Μελά. Φωτισμοί: Βαγγέλης Μούντριχας. Σχεδιασμός αφίσας & προγράμματος: Πέτρος Αργυρός. Βοηθός σκηνοθέτη: Νικόλαος Κλάδης. Διεύθυνση παραγωγής: Τζένυ Αναγνωστοπούλου. Υπεύθυνη επικοινωνίας: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου | Art Ensemble. Υπεύθυνη social media: Εύα Καραχάλιου. Φωτογράφιση – Trailer: Τζένυ Γαβρά.
Διαβάζει κείμενα και παίζει ο Γιώργος Γιανναράκος. Τραγουδά και παίζει η Κερασία Σαμαρά. Επί σκηνής, ο Νίκος Κυριαζής παίζει δικές του, αλλά και παραδοσιακές συνθέσεις.
Παραγωγή: ΑΜΚΕ ΘΕΣΙΣ, www.thesisproduction.gr