Με καταγωγή από την Κρήτη και εμπειρίες που την καθόρισαν από μικρή ηλικία, η Μαρία Παπαλεοντίου διαμορφώνει μια μουσική ταυτότητα που ενώνει τη λυρικότητα με τη στάση ζωής.

Έπειτα από μια δεκαετία αφιερωμένη στην οικογένειά της, επιστρέφει στη δισκογραφία με νέες συνεργασίες, όπως το πρόσφατο single «Μες στο Πλήθος» με τον MC Yinka. Παράλληλα, η ενεργή της παρουσία στον ακτιβισμό και η συνεχής εκπαίδευση τροφοδοτούν τη δημιουργικότητά της και δίνουν περιεχόμενο στα τραγούδια της.

Πώς επηρέασε η μετακίνηση από την Αθήνα στην Κρήτη (και η επιστροφή σου ως φοιτήτρια) την προσωπική και την καλλιτεχνική σου πορεία; Πώς ήταν η ζωή στην επαρχία για έναν άνθρωπο με καλλιτεχνικές και κοινωνικές ανησυχίες;

Από την Αθήνα έφυγα στην ηλικία των δύο ετών, καθώς οι γονείς μου θεωρούσαν ότι είναι προτιμότερο να δημιουργήσουν την οικογένειά τους στην επαρχία. Και είναι μια πραγματικότητα ότι το νησί της Κρήτης μού έδωσε πολλά: τη ζεστασιά των σχέσεων, τις μυρωδιές, τις μουσικές, τα βουνά και τη θάλασσα. Τον ερωτικό καημό και το πάθος των ανθρώπων της. Είναι μια ενέργεια, ένας τρόπος θέασης του κόσμου που κουβαλώ πάντα μαζί μου.

Μουσικά, η Κρήτη μού έδωσε τις πρώτες μου βάσεις στο τραγούδι. Από την Κυριακάτικη λειτουργία μέχρι τη χορωδία της περιοχής μου, μου επέτρεψε να ανακαλύψω τις δυνατότητές μου, να τις καλλιεργήσω και να τις υπερασπιστώ μπροστά σε κοινό. Η πρωτεύουσα, στην οποία επέστρεψα ως φοιτήτρια, μου έδωσε πια την ελευθερία να εξερευνήσω τον εαυτό μου και να εξελίξω την τέχνη μου μέσα από τις άπειρες ευκαιρίες που προσφέρει. Την Αθήνα την αγαπώ βαθιά, γιατί είναι μια πόλη που δίνει διέξοδο στη δημιουργικότητα κάθε καλλιτέχνη.

Ξεκίνησες να τραγουδάς στη «Σκιά του Φεγγαριού» στα Εξάρχεια δίπλα στον Πέτρο Δουρδουμπάκη. Πώς ήταν τότε η μετάβαση από τη φοιτητική ζωή στην επαγγελματική μουσική σκηνή;

Θυμάμαι έντονα εκείνη την περίοδο να αναζητώ απεγνωσμένα το «πέρασμα» σε μια πιο επαγγελματική συνθήκη. Μέχρι τότε τραγουδούσα στη χορωδία του ΕΚΠΑ και σκεφτόμουν πως είχα ανάγκη να πιάσω μικρόφωνο και να τραγουδήσω μπροστά σε κοινό. Ο Σάκης Βλαχάβας και η «Σκιά του Φεγγαριού» μου έδωσαν την ευκαιρία που ζητούσα! Ξεκίνησα πλάι στον Πέτρο Δουρδουμπάκη και κάναμε μαζί και το πρώτο μου δισκογραφικό ηχογράφημα, το ντουέτο «Μπόρα». Από αυτή τη μπουάτ άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι όλης της μετέπειτα πορείας μου.

Το νησί της Κρήτης μού έδωσε πολλά: τη ζεστασιά των σχέσεων, τις μυρωδιές, τις μουσικές, τα βουνά και τη θάλασσα. Είναι μια ενέργεια, ένας τρόπος θέασης του κόσμου που κουβαλώ πάντα μαζί μου.

Έχεις συνεργαστεί με προσωπικότητες όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Διονύσης Τσακνής, ο Ορφέας Περίδης και άλλοι. Ποια συνεργασία σε σημάδεψε μουσικά και γιατί;

Νιώθω πως κάθε συνεργασία που έχω κάνει έχει επηρεάσει τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τη μουσική, έχει διαμορφώσει τις προτιμήσεις μου και εντέλει έχει συμβάλει στην καλλιτέχνιδα που έγινα και στο υλικό που επιλέγω να επικοινωνήσω. Ο στίχος του Ρασούλη και του Σαββόπουλου, ο λυρισμός του Ορφέα, το ρεμπέτικο του Τζώρτζη, το ροκ του Τσακνή και το λαϊκό του Νικολόπουλου έφτιαξαν με έναν μαγικό τρόπο την τραγουδίστρια που είμαι σήμερα!

Έπειτα από μια δεκαετή παύση για την ανατροφή των παιδιών σου, επέστρεψες στη μουσική με το «Βράχος» και άλλες επιτυχίες. Πώς βίωσες την επανένταξή σου; Υπάρχει κάποια αντίδραση που να θυμάσαι περισσότερο;

Όταν επέστρεψα στο τραγούδι έπειτα από 10 χρόνια αποχής από τον χώρο, βρήκα ένα τελείως διαφορετικό τοπίο από αυτό που είχα αφήσει. Μου μιλούσαν για social media, για Instagram, listeners και viewers, και συνειδητοποίησα — όχι χωρίς πανικό, είναι η αλήθεια — ότι δεν μπορώ να περιμένω κάτι από τις δισκογραφικές και ότι ο καλλιτέχνης σήμερα πρέπει να τα κάνει όλα μόνος του: την επιλογή του υλικού, την παραγωγή, την οπτικοποίηση, την επικοινωνία.

Η αντίδραση που με σημάδεψε ήταν η φράση ενός «διευθυντή των δίσκων» ότι «το έντεχνο έχει πεθάνει». Για μένα δεν έχει πεθάνει. Απλώς μεταμορφώνεται και επιστρέφει ανανεωμένο και πάντοτε κοινωνικά αναγκαίο.

Πώς στήριξε η οικογένειά σου την καλλιτεχνική σου επιστροφή; Πώς αντιμετώπισαν τα παιδιά σου την αλλαγή στην καθημερινότητά τους;

Η οικογένειά μου είναι μια αμιγώς καλλιτεχνική οικογένεια. Ο σύντροφός μου είναι μουσικός, ο μεγάλος μου γιος φοιτά σε μουσικό Γυμνάσιο και ο μικρός κάνει μαθήματα drums στο ωδείο. Υπάρχει, λοιπόν, κατανόηση γύρω από ζητήματα της δουλειάς και μια απίστευτη στήριξη. Επιπλέον, έχουμε την ευλογία να διατηρούμε στο ισόγειο του σπιτιού μας ένα στούντιο παραγωγής, όπου ηχογραφούμε τα τραγούδια μας και κάνουμε τις μουσικές μας πρόβες. Έτσι, δεν τους έλειψα ποτέ ως φυσική παρουσία.

Δεν μπορώ να περιμένω κάτι από τις δισκογραφικές και ότι ο καλλιτέχνης σήμερα πρέπει να τα κάνει όλα μόνος του.

Σπούδασες υποκριτική, life coaching και ολοκλήρωσες μεταπτυχιακό στην Πολιτική, Γλώσσα και Διαπολιτισμική Επικοινωνία. Πώς συνδυάζονται αυτές οι εκπαιδευτικές σου επιλογές με την καλλιτεχνική σου ταυτότητα;

Ανέκαθεν υπήρξα ένας άνθρωπος φιλοπερίεργος, που αγαπούσε τη γνώση, τη μόρφωση, το διάβασμα. Πιστεύω πως η γνώση είναι ο μόνος θησαυρός που δεν μπορεί κανείς να σου κλέψει. Πάντα, όμως, έθετα στον εαυτό μου το δίλημμα «ή το ένα ή το άλλο» — ένα δίλημμα που βίωνα καταπιεστικά, γιατί δεν ξέρω αν είμαστε μόνο για ένα πράγμα οι άνθρωποι. Το μόνο σίγουρο είναι πως, για τον καλλιτέχνη, κάθε βήμα για την εξέλιξη του εαυτού του καταλήγει στο χωνευτήρι του καλλιτεχνικού του δυναμικού. Προσωπικά, μέσα από το θέατρο και την ακαδημαϊκή γνώση, ένιωσα να δυναμώνω και ως καλλιτέχνης.

Δραστηριοποιείσαι στο Δίκτυο Προσφυγικού/Μεταναστευτικού της Διεθνούς Αμνηστίας. Τι σε οδήγησε σε αυτή την εθελοντική δράση και πώς αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο σου ως ακτιβίστρια μέσα από τη μουσική;

Η αφορμή για τη δραστηριοποίησή μου στον ακτιβισμό δόθηκε με τον πόλεμο στην Παλαιστίνη. Είχα μόλις ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό μου, στο οποίο διδάχτηκα τον «λόγο του μίσους» καθώς και τον ορισμό της γενοκτονίας, κι έτσι αναγνώρισα αμέσως τις γενοκτονικές προθέσεις του κράτους του Ισραήλ απέναντι στον άμαχο πληθυσμό της Γάζας. Είναι απογοητευτικό αυτό που συμβαίνει, γιατί φανερώνει το μέγεθος της ανηθικότητας, του σαδισμού και της απανθρωπιάς των ημερών μας, ενώ παράλληλα αποδεικνύει την απόλυτη κατάρρευση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου.

Εκεί νομίζω πως έρχεται ο ακτιβισμός. Πιστεύω στη συλλογική προσπάθεια και νιώθω ότι κανείς δεν πρέπει να μένει αμέτοχος και αδιάφορος. Η δική μου αντίσταση — πέρα από τον ακτιβισμό — είναι να σας χαρίζω όμορφα τραγούδια, υπηρετώντας με αίσθημα ευθύνης το τραγούδι του τόπου μου.

Το νέο σου single «Μες στο Πλήθος», σε συνεργασία με τον MC Yinka, συνδυάζει ρυθμικά στοιχεία και διαφορετικούς μουσικούς κόσμους. Τι σας οδήγησε σε αυτή τη σύμπραξη και πώς βιώνεις αυτή τη μουσική συνάντηση;

Αυτή τη σύμπραξη τη λάτρεψα και χάρηκα κάθε λεπτό της δημιουργίας του τραγουδιού και της συνεργασίας με όλους τους συντελεστές. Απολαμβάνω κυριολεκτικά κάθε στοιχείο που μας χάρισε ο MC Yinka: τον στίχο του, την εικόνα του, την ενέργειά του. Ήταν καρμικό, νομίζω, να συναντηθούμε και να τραγουδήσουμε μαζί αυτό το τραγούδι.

Η τελευταία μας δουλειά συνδυάζει πολλά μουσικά ύφη, με το balkan στοιχείο ίσως να υπερισχύει. Προσωπικά λατρεύω τα μουσικά παντρέματα κι ευτυχώς έχω κοντά μου ανθρώπους όπως ο παραγωγός και μαέστρος μου, Παύλος Καλτουρουμίδης, που φροντίζουν να μετατρέπουν το μουσικό μου όραμα σε πραγματικότητα.

Είναι απογοητευτικό αυτό που συμβαίνει, γιατί φανερώνει το μέγεθος της ανηθικότητας, του σαδισμού και της απανθρωπιάς των ημερών μας, ενώ παράλληλα αποδεικνύει την απόλυτη κατάρρευση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου.

Το single σου «Κορνίζα», που είχε κυκλοφορήσει το 2021, θίγει κοινωνικά ζητήματα όπως οι γυναικοκτονίες, ενώ και ο τίτλος «Μες στο Πλήθος» υπονοεί μια σχέση με την κοινωνία. Ποιο είναι το μήνυμα που θέλεις να φτάσει στο κοινό μέσω της μουσικής σου;

Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η «Κορνίζα» οπτικοποιήθηκε με θέμα τις γυναικοκτονίες. Ο στίχος του τραγουδιού δεν παραπέμπει απαραίτητα εκεί. Εγώ, όμως, εκείνη την περίοδο είχα ανάγκη να μιλήσω για αυτό το φαινόμενο που είχε πάρει διαστάσεις επιδημίας. Έτσι, ορμώμενη από μια στροφή του τραγουδιού («ν’ αράξω είπες σε μια γη να βγάλω κάπου ρίζα / λες κι έχεις δει ποτέ πουλί να μπαίνει σε κορνίζα») αποφάσισα να γυριστεί το βίντεο με αυτό το θέμα.

Γενικότερα, αυτό που επιδιώκω να πετύχω με τη μουσική μου είναι να αγγίξω την πιο ευαίσθητη χορδή των ανθρώπων… Να τους φέρω σε επαφή με το πιο αγνό, καθαρό, ρομαντικό κομμάτι του εαυτού τους. Γιατί, σε πείσμα των καιρών, εγώ ακόμα πιστεύω στην ομορφιά της ανθρώπινης ψυχής.

Ποια είναι τα σχέδιά σου για το άμεσο μέλλον; Ποιο είναι το όραμά σου για το πώς η τέχνη και η εθελοντική δράση μπορούν να συμβάλουν στην κοινωνική αλλαγή;

Τα άμεσα επαγγελματικά σχέδια περιλαμβάνουν την έκδοση ενός EP με τρία τραγούδια — δυτικότροπες μελωδίες με αέρα παριζιάνικο. Κατά τα άλλα, ο αγώνας συνεχίζεται σε όλα τα μέτωπα: στην εργασία, στην οικογένεια, στη συντροφικότητα, στον εθελοντισμό, στην τέχνη. Και είναι σίγουρο πως η τέχνη καλλιεργεί το «μαζί». Και πως, με τον εθελοντισμό, το «μαζί» μεγεθύνεται και δυναμώνει.

Κι ένα ισχυρό «μαζί» είναι άτρωτο, διεκδικεί, επιμένει και στο τέλος ικανοποιεί το αίτημά του για κοινωνική αλλαγή. Και όπως έλεγε ο σπουδαίος, παγκόσμιος Καζαντζάκης: «Όχι ο Θεός θα μας σώσει. Εμείς θα σώσουμε τον Θεό. Πολεμώντας, δημιουργώντας, μετουσιώνοντας την ύλη σε πνεύμα».

Aυτό που επιδιώκω να πετύχω με τη μουσική μου είναι να αγγίξω την πιο ευαίσθητη χορδή των ανθρώπων… Να τους φέρω σε επαφή με το πιο αγνό, καθαρό, ρομαντικό κομμάτι του εαυτού τους.

φωτογραφίες: προσωπικό αρχείο Μαρία Παπαλεοντίου.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below