Μια λαμπερή ηθοποιός, ένα σενάριο που μαγνητίζει, ένα φανταστικό soundtrack… και στο τιμόνι ένας cult σκηνοθέτης, κάθε ταινία του οποίου αναμένεται με τόση ανυπομονησία όσο και ενθουσιασμό. Για να γιορτάσουμε την επανασύνδεσή μας με την έβδομη τέχνη και να βάλουμε επιτέλους τέλος στις πολιτισμικές διαφωνίες χρειαζόμασταν μια XXL κυκλοφορία, μια ταινία που θα έσπαγε την οθόνη: το «Annette» του Λεός Καράξ (στην Ελλάδα στις 2 Σεπτεμβρίου)  με το πεντάστερο καστ του, με πρώτους και καλύτερους την απόλυτη Γαλλίδα σταρ Μαριόν Κοτιγιάρ και το πιο ξεχωριστό ταλέντο του Χόλιγουντ, τον ακατάβλητο Άνταμ Ντράιβερ.

Ένα λαμπερό κινηματογραφικό ζευγάρι που κλήθηκε να ζωντανέψει αυτό το «μιούζικαλ-δράμα» στα αγγλικά και σχεδόν εξ ολοκλήρου τραγουδώντας, έτσι ώστε να μεταφερθούμε εξαρχής στην καρδιά μίας ερωτικής ιστορίας, τόσο φωτεινής όσο και σκοτεινής, μεταξύ δύο καλλιτεχνών στο απόγειο της φήμης τους: της Αν, μιας εξαίσιας τραγουδίστριας της όπερας, και του Χένρι, ενός κωμικού με αδάμαστο ταλέντο. Από τη γέννηση του πάθους τους μέχρι τη γέννηση του μικρού κοριτσιού τους, της Ανέτ, ενός μυστηριώδους παιδιού με εξαιρετικό πεπρωμένο που θα αλλάξει τη ζωή τους, η ταινία σε σενάριο και μουσική του Σπαρκς σηματοδότησε επίσης τη λαμπερή επιστροφή του 74ου Φεστιβάλ των Καννών που ακυρώθηκε πέρυσι.

Η «Annette» έκανε την παγκόσμια πρώτη της στην πρεμιέρα της διοργάνωσης ταυτόχρονα με την προβολή της στις αίθουσες, συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα. Η Κρουαζέτ δεν θα μπορούσε να ονειρευτεί ένα πιο φανταχτερό κόκκινο χαλί για να επανασυνδεθεί με τη λάμψη και τις μεγάλες μαρκίζες της. Λίγες εβδομάδες προτού ανέβει τα σκαλιά με το κόκκινο χαλί, συναντήσαμε μια πολύ ενθουσιώδη Μαριόν Κοτιγιάρ, πρόθυμη να επανασυνδεθεί με το κοινό και να γιορτάσει την επιστροφή του κινηματογράφου στη ζωή μας.

Συνέντευξη για το Marie Claire: Philomène Piégay Φωτογραφίες: Bruno + Nico Van Mossevelde Επιμέλεια: Anne-Sophie Thomas

Προτού ξεκινήσουν τα γυρίσματα, τι γνώμη είχατε για το σινεμά και την προσωπικότητα του Λεός Καράξ, ενός καλτ σκηνοθέτη στα μάτια πολλών από εμάς;

«Είχα δει όλες τις ταινίες του. Την εποχή που γύριζε τους “Εραστές της γέφυρας” εγώ μάθαινα τη δουλειά. Και ονειρευόμουν τη Ζιλιέτ Μπινός. Φλεγόταν από δημιουργικότητα, ήταν τόσο αφοσιωμένη σε αυτό που έκανε… ήταν το είδος της ηθοποιού που ήθελα να γίνω. Υπήρχαν σκηνές στην ταινία που μου έκαναν μεγάλη εντύπωση. Και μετά υπήρχαν όλες αυτές οι φήμες για τα γυρίσματα, η φλόγα του έργου του Καράξ και το ερώτημα αν θα καταφέρει να ολοκληρώσει την ταινία. Πάντα τον θεωρούσα πολύ μεγάλο καλλιτέχνη. Μου αρέσει επίσης το μυστήριο που τον περιβάλλει. Όσο για το “Holy Motors”, είναι μια από τις πιο όμορφες ταινίες που έχω δει. Το να σου ζητήσει να συνεργαστείτε ένας τέτοιος σκηνοθέτης είναι σαν μια πρόσκληση σε ένα βαθύ, μοναδικό ταξίδι. Είναι ιδιοφυΐα και δεν το λέω αυτό χωρίς να ζυγίζω τα λόγια μου!».

Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας τραγουδάτε. Πώς τα καταφέρατε; 

«Πρέπει να έχω μόνο μία ατάκα που δεν τη λέω τραγουδιστά. Επιπλέον ο χαρακτήρας μου, η Αν, είναι μια σπουδαία τραγουδίστρια όπερας που έχει φτάσει στην κορυφή και υπάρχουν σημεία όπου τραγουδάει επί σκηνής. Υπήρχε, λοιπόν, κάποια πίεση! Πριν δεχτώ το ρόλο, ένιωσα την ανάγκη να δω έναν δάσκαλο τραγουδιού για να μάθω αν πίστευε ότι ήμουν ικανή και αν δεν επρόκειτο να κάνω κάτι τρελό. Δεν φοβόμουν να ξεσκιστώ στη δουλειά, αλλά ήθελα να ανταποκριθώ στις προσδοκίες του Λεό».

«Το να σου ζητήσει να συνεργαστείτε ένας τέτοιος σκηνοθέτης είναι σαν μια πρόσκληση σε ένα βαθύ, μοναδικό ταξίδι. Είναι ιδιοφυΐα και δεν το λέω αυτό χωρίς να ζυγίζω τα λόγια μου!»

Έτσι, πήρατε μαθήματα για να μάθετε να τραγουδάτε όπερα… 

«Δέχτηκα το ρόλο στην ταινία τον Μάιο και είχαμε γυρίσματα τον Αύγουστο. Ήταν προφανές ότι δεν επρόκειτο να γίνω τραγουδίστρια όπερας μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αλλά έκανα πολλή δουλειά, γιατί η φωνή της Αν πρέπει να είναι θεσπέσια… Είναι επίσης η φωνή μου που ακούτε, επειδή έπρεπε να διατηρήσω τη χροιά μου, αναμειγμένη φυσικά με αυτήν μιας τραγουδίστριας της όπερας. Κάτι που χαρακτηρίζει επίσης αυτό το μιούζικαλ είναι ότι ο Λεό ήθελε μόνο ζωντανή μουσική. Συνήθως σε αυτού του είδους τις ταινίες τα τραγούδια ηχογραφούνται στο στούντιο και οι ηθοποιοί τα τραγουδούν playback στο πλατό. Αυτό το live πρόσθεσε άγχος και ταυτόχρονα ήταν πολύ συναρπαστικό. Έπρεπε να βρω τη σωστή ισορροπία μεταξύ του τραγουδιού της τραγουδίστριας, της υποκριτικής και των διαλόγων. Έπρεπε να βρω τρόπο να μεταφέρω όλα τα συναισθήματα του χαρακτήρα ενώ τραγουδάω, μερικές φορές ακόμη και με κάποια σεμνότητα».

 

Κατά τη γνώμη σας, τι διαφοροποιεί την Αν από τους πιο περιθωριακούς χαρακτήρες που έχετε υποδυθεί τα τελευταία χρόνια; Σκέφτεται κανείς τη Στεφανί στο «De rouille et d’os», τη Σάντρα στο «Deux jours, une nuit» ή την Γκαμπριέλ στο «Mal de pierres»…

«Δύσκολη ερώτηση! Ίσως η σκοτεινή πλευρά της Αν, που κρύβεται πίσω από μια τόσο φωτεινή εμφάνιση. Ο χαρακτήρας της Αν είναι απίστευτα πολύπλοκος, εξελίσσεται μέσα από την ερωτική της σχέση με τον Χένρι, έναν stand-up κωμικό που επίσης βρίσκεται σε άνοδο. Φαίνεται γλυκιά, σχεδόν ντροπαλή, αλλά ταυτόχρονα δυνατή και συναισθηματική. Τέτοιοι ρόλοι είναι σπάνιοι και ο Λεό με τροφοδότησε, για παράδειγμα, με συνεντεύξεις της Ρόμι Σνάιντερ, για να καθοδηγήσει το βλέμμα μου με τον ένα ή τον άλλο τρόπο».

Η ταινία θέτει ερωτήματα για το επάγγελμα του καλλιτέχνη, τη σχέση του με το κοινό, την ανάγκη για αναγνώριση στα μάτια των άλλων. Πώς ήχησε αυτό μέσα σας;

«Αυτή η ανάγκη για αναγνώριση είναι μια παθολογία που μοιράζονται τόσοι πολλοί άνθρωποι σε αυτό τον πλανήτη… Μερικές φορές μπορεί να έχεις όλη την αναγνώριση του κόσμου και να μη σου φτάνει. Αυτό μας λέει κάτι για το “εγώ”, και είναι που μου αρέσει ιδιαίτερα στην ταινία: δείχνει ότι το “εγώ” μάς επιτρέπει να φτάσουμε σε μια μορφή ολοκλήρωσης και πως ταυτόχρονα έχει μια σκοτεινή πλευρά που μπορεί επίσης να μας απομακρύνει από τον εαυτό μας και όσους αγαπάμε, μεταμορφώνοντάς μας σε κάτι πολύ καταστροφικό, τερατώδες. Αυτή η ανάγκη για αναγνώριση είναι προφανώς ισχυρή στο επάγγελμά μας. Μου πήρε πολύ καιρό να συνειδητοποιήσω ότι η παθολογική ανάγκη δεν ικανοποιείται ποτέ από την αναγνώριση. Μπορείς να έχεις όλη την αναγνώριση του κόσμου, αλλά πάντα θα υπάρχει κάτι που δεν υποχωρεί αν η αναγνώριση δεν προέρχεται από εσένα τον ίδιο».

«Μου πήρε πολύ καιρό να συνειδητοποιήσω ότι η παθολογική ανάγκη δεν ικανοποιείται ποτέ από την αναγνώριση».

Η ταινία αφορά επίσης τον ανταγωνισμό μεταξύ δύο ανθρώπων που λάμπουν. Όταν μοιραστήκατε τη ζωή σας με τον Γκιγιόμ Κανέ, βρεθήκατε κι εσείς σε αυτή την κατάσταση; 

«Στην ταινία αυτός ο ανταγωνισμός δημιουργεί δυσαρέσκεια, μια κατάσταση που μπορεί να υπάρξει ακόμη και όταν αγαπάς τον άλλον περισσότερο από οτιδήποτε στον κόσμο. Με τον Γκιγιόμ, ευτυχώς, ανταλλάσσουμε ιδέες, μιλάμε για όσα βιώνουμε στη δουλειά μας. Είμαστε πολύ ειλικρινείς μεταξύ μας, δεν υπάρχει χώρος για δυσαρέσκεια ή ζήλια. Αλλά δεν είχαμε να αντιμετωπίσουμε περιόδους κατά τις οποίες ο ένας από εμάς δεν είχε κάποια μορφή αναγνώρισης. Από την άλλη πλευρά, στο παρελθόν είχα σχέση με άντρες που δούλευαν λιγότερο από εμένα, παρόλο που κάναμε το ίδιο επάγγελμα, και δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο οδυνηρό μπορεί να είναι για κάποιον όταν είναι το άτομο που “συνοδεύει” αυτόν που βρίσκεται στο φως. Το συνειδητοποίησα αργότερα. Έκτοτε προσπαθώ να φροντίζω ώστε οι γύρω μου να λαμβάνουν την ίδια προσοχή με εμένα όταν είναι μαζί μου. Μπορεί να είναι ένας αδελφός, μια αδελφή, ένας γονιός…».

 

Ξεκινάτε γυρίσματα στο «Asterix and Obelix The Middle Kingdom», το οποίο σκηνοθετεί ο Κανέ. Γιατί είναι σημαντικό για ένα καλλιτεχνικό ζευγάρι να δουλεύει μαζί; Για να μην απομακρύνεται; 

«Η πρώτη μου αντίδραση θα ήταν να σας πω ότι δεν είναι απαραίτητα σημαντικό, ότι η επιθυμία μας να δουλέψουμε μαζί έρχεται φυσικά. Αλλά όταν το σκέφτομαι, λέω στον εαυτό μου ότι αν ολοκληρωνόμαστε πλήρως κάνοντας τις ταινίες μας μόνοι μας, δεν θα είχαμε αυτή την ανάγκη να συνεργαστούμε. Και αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσα αν έδινε ρόλους που θα μπορούσα να είχα παίξει εγώ σε άλλους. Δεν είμαι σίγουρη ότι θα ένιωθα πολύ καλά! Τον θαυμάζω βαθιά ως σκηνοθέτη, πέρα από το γεγονός ότι είναι ο άνθρωπος που αγαπώ. Με εντυπωσιάζει ο τρόπος που αφηγείται ιστορίες. Αυτή η δουλειά είναι επίσης ένα πάθος και θα ήταν κρίμα να μην το μοιραστεί μαζί μου».

Το «Annette» είναι επίσης η ιστορία ενός εγκλήματος πάθους, που ξυπνά μνήμες κακοποίησης γυναικών. Σε τι βαθμό σας άγγιξε αυτό το θέμα;

«Απεχθάνομαι την έκφραση “έγκλημα πάθους”, ακούγεται σαν δικαιολογία. Ενας βίαιος άνδρας παραμένει προφανώς ένα ανθρώπινο πλάσμα που παλεύει με τον ίδιο του τον εαυτό και δεν καταφέρνει να λύσει το πρόβλημα μέσα του, με αποτέλεσμα την αυτοκαταστροφή του. Αλλά δεν πιστεύω ότι το πάθος μπορεί να είναι μία εξήγηση για την ενδοοικογενειακή βία».

«Η συνάντηση με έναν ρόλο εξακολουθεί να είναι μια ιστορία αγάπης, ακόμα και όταν οι ηρωίδες μου είναι βίαιες ή δυσνόητες. Αλλά αυτή η ιστορία οδηγεί αναπόφευκτα σε χωρισμό. Και ευτυχώς!»

Έχετε μιλήσει συχνά για τη δυσκολία που είχατε να αποχωριστείτε το ρόλο της Πιαφ στην ταινία «Ζωή σαν τριαντάφυλλo». Έχετε μάθει να αποστασιοποιείστε από τους χαρακτήρες σας;

«Η συνάντηση με έναν ρόλο εξακολουθεί να είναι μια ιστορία αγάπης, ακόμα και όταν οι ηρωίδες μου είναι βίαιες ή δυσνόητες. Αλλά αυτή η ιστορία οδηγεί αναπόφευκτα σε χωρισμό. Και ευτυχώς! Έχω επίσης δύο παιδιά, οπότε είναι καθήκον μου να αποστασιοποιούμαι από τους ρόλους. Με έμαθαν, χωρίς να το ξέρω, να κάνω μια μια ήπια αλλά μάλλον γρήγορη ρήξη με τους χαρακτήρες μου».

Πηγαίνετε κατά καιρούς τα παιδιά σας να δουν τις ταινίες σας;

«Δεν τους αρέσει να έρχονται στις ταινίες μου. Υπάρχει ένα περιστατικό με την κόρη μου που με σημάδεψε. Όταν ήταν 2 ετών -την είχα ακόμη στην αγκαλιά μου-, ήρθε μια μέρα μαζί μου σε μια φωτογράφηση. Υπάρχει μια διαφορετική εκδοχή του εαυτού σου όταν έχεις γύρισμα, ακόμη και μεταξύ των λήψεων, δεν είσαι στην ίδια κατάσταση όπως συνήθως. Μου έκανε μια ερώτηση που στην αρχή με έκανε να γελάσω, αλλά στη συνέχεια με προβλημάτισε: “Πού είναι η μαμά;”. Το βρήκα πολύ αποκαλυπτικό. Και πολύ όμορφο. Τα παιδιά αισθάνονται τα πάντα… Και έχουν έναν τόσο ακριβή τρόπο να μας επαναφέρουν στο παρόν. Της εξήγησα ότι η δουλειά μου ήταν να περνάω μέσα από τις ζωές των ανθρώπων και ότι την ίδια στιγμή οι ζωές τους περνούσαν μέσα από μένα. Και ότι αυτός ήταν σίγουρα ο λόγος για τον οποίο ένιωθε ότι ήμουν διαφορετική σε ένα κινηματογραφικό πλατό».

 

Υπάρχουν στυλ υποκριτικής που αγαπάτε και που οι σκηνοθέτες δεν σας προτείνουν αρκετά; 

«Αγαπώ την κωμωδία, αλλά δεν διαπρέπω σε αυτήν. Είναι η ίδια δουλειά και ταυτόχρονα είναι ένα εντελώς διαφορετικό σύμπαν που με ελκύει. Είναι μια επικίνδυνη υπόθεση διότι, ακόμη και αν είναι κλισέ να το λέω, είναι πολύ πιο δύσκολο να κάνεις τους ανθρώπους να γελάσουν παρά να τους συγκινήσεις».

 Υπήρξε μια εποχή που κάνατε πολλές ταινίες, που σας άρεσε να εργάζεστε πολύ. 

«Ήταν ακόμη και μια μορφή βουλιμίας. Υπέροχοι σκηνοθέτες μου προσέφεραν ρόλους. Ήταν δύσκολο να διαλέξω, ήθελα να κάνω τα πάντα. Αλλά μετά ήρθε ο γιος μου, έκανα τέσσερις ή πέντε ταινίες τον πρώτο χρόνο ενώ τον τάιζα, ήταν τρελό τώρα που το σκέφτομαι. Ένιωσα πίεση, έναν εσωτερικό διχασμό που δεν θα ήθελα να ξαναζήσω.

»Συναντήθηκα με τον Λεός Καράξ για την “Annette” όταν ήμουν έγκυος στο μικρότερο παιδί μου. Οι ημερομηνίες των γυρισμάτων του συνέπεσαν με τους πρώτους μήνες της κόρης μου και είπα αμέσως “όχι”. Η ζωή μου φέρθηκε καλά: δύο χρόνια αργότερα δεν είχε ακόμη γυρίσει την ταινία και μπόρεσα να επανέλθω».

Πώς βιώσατε τις στιγμές της αναγκαστικής παύσης που επιβάλλουν οι υγειονομικοί περιορισμοί; 

«Την πρώτη καραντίνα τη βίωσα ως ανακούφιση που έβλεπα όλο τον κόσμο να σταματάει ταυτόχρονα. Βρήκα αυτή την αίσθηση πολύ ευχάριστη. Μου έδωσε επίσης χρόνο για ενδοσκόπηση, η οποία είναι συνήθως δύσκολη λόγω των έντονων ρυθμών».

Όταν σταματά κανείς να δουλεύει δεν υπάρχει μόνο ανακούφιση, υπάρχουν και υπαρξιακά ερωτήματα για τη ζωή. Τι σκέψεις κάνατε; 

«Καλωσορίζω αυτές τις στιγμές ως εμπειρία, ακόμη και αν μερικές φορές είναι αποσταθεροποιητικές. Βλέπω πάντα το ποτήρι μισογεμάτο και θεωρώ τις πιο περίπλοκες περιόδους της ζωής ένα στάδιο στο οποίο μαθαίνω πράγματα για τον εαυτό μου και τους άλλους. Τώρα, αν με ρωτήσετε πώς ζω αυτό το πανδαιμόνιο, εξακολουθώ να αισθάνομαι μεγάλη θλίψη. Θέλω να βλέπω τους ανθρώπους χωρίς μάσκες στο πρόσωπο, θέλω να μπορούμε να αγγίζουμε ο ένας τον άλλον. Δεν αντέχω άλλο! Είμαι πολύ θετικό άτομο αλλά, παρ’ όλα αυτά, όσα συμβαίνουν γύρω μου μπορούν να με ωθήσουν σε μεγάλες περιόδους κατάθλιψης, τα βρίσκω όλα αγχωτικά. Η κόρη μου μόλις ξεκίνησε το σχολείο και στο πρώτο έτος του νηπιαγωγείου βλέπει μόνο ανθρώπους που φορούν μάσκες».

Επιτάχυνε η πανδημία την επιθυμία σας να φύγετε από το Παρίσι; 

«Είχα ήδη φύγει από το Παρίσι. Δεν ήθελα να φύγω, αγαπώ αυτή την πόλη και την ενέργειά της, γεννήθηκα εδώ και νιώθω Παριζιάνα στην ψυχή. Ακόμη και αν ονειρεύομαι ότι οι πόλεις θα μεταμορφωθούν και ότι το ενεργειακό δίκτυο θα γίνει πιο σωστό… Δεν ήθελα να φύγω, απλά συνέβη. Βρήκαμε ένα μέρος που ερωτευτήκαμε κι έτσι μετακομίσαμε».

«Θέλω να βλέπω τους ανθρώπους χωρίς μάσκες στο πρόσωπο, θέλω να μπορούμε να αγγίζουμε ο ένας τον άλλον. Δεν αντέχω άλλο!»

Η υγειονομική κρίση έχει αλλάξει τον τρόπο που βλέπετε τα οικολογικά θέματα; 

«Όχι, γιατί αυτό το κομμάτι της ζωής μου πάντα εξελισσόταν. Πάντα προσπαθούσα να βελτιώνομαι. Και ακόμα μαθαίνω, ακόμα αλλάζω την καθημερινή μου συμπεριφορά, ακόμα εμπνέομαι από ανθρώπους που έχουν κάνει ριζικές αλλαγές. Μερικοί άνθρωποι αγοράζουν ένα κομμάτι γης για να χτίσουν το δικό τους ξύλινο σπίτι, παράγουν τη δική τους ενέργεια. Αυτό το βρίσκω αξιοθαύμαστο. Δεν βλέπω τον εαυτό μου να κάνει μια τόσο ριζική αλλαγή στη ζωή του, αλλά επικροτώ όσους το κάνουν».

Πώς συνεχίζετε να μεταφράζετε τις δεσμεύσεις σας στην καθημερινή ζωή;

«Εν ολίγοις θέλω να έχω επίγνωση του αντίκτυπου που έχω ως καταναλωτής. Σε όλα τα επίπεδα. Και όσο περισσότερο συνδέομαι με τον εαυτό μου, τόσο περισσότερο αισθάνομαι συνδεδεμένη με μια υπέροχη ανθρωπότητα. Με κάνει να αναπτύσσομαι ως γυναίκα και το αίσθημα της βαθιάς σύνδεσης με τους άλλους επηρεάζει αναπόφευκτα τον τρόπο που ζω και καταναλώνω».

Θα μπορούσατε να σκεφτείτε να εγκαταλείψετε την καριέρα σας μια μέρα για να γίνετε υπερασπίστρια των πεποιθήσεών σας με πλήρη απασχόληση, μια άλλη Όντρεϊ Χέπμπορν; 

«Θα εξακολουθούσα να είμαι δημιουργική, αλλά δεν θα μπορούσα να αφιερώσω όλη μου τη ζωή σε έναν αγώνα. Θα έχανα κάτι. Αλλά σήμερα μπορεί κανείς να επινοήσει νέες μορφές αφήγησης, υπερασπιζόμενος ταυτόχρονα σημαντικούς σκοπούς. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει αυτό. Σκέφτομαι το έργο του Cyril Dion για παράδειγμα. Από την πλευρά μου ήμουν συμπαραγωγός ενός ντοκιμαντέρ σε σκηνοθεσία Flore Vasseur, του “Bigger than us” (αναφέρεται στους νέους ακτιβιστές και τον αγώνα τους για την προστασία του περιβάλλοντος, την ελευθερία της έκφρασης, την πρόσβαση στην εκπαίδευση…). Για μένα είναι ένας τρόπος να συμμετέχω σε κάτι δημιουργικό ενώ παράλληλα μοιράζομαι αυτό που με εμπνέει βαθιά στη ζωή».

Mare Claire, Σεπτέμβριος 2021. ΧΤΕΝΙΣΜΑ: Perrine Rougemont/Caren. MΑΚΙΓΙΑΖ: Chanel
par Christophe Danchaud/B Agency.

Το Annette του Λεός Καράξ με τους  Άνταμ Ντράιβερ και Μαριόν Κοτιγιάρ, η πολυσυζητημένη ταινία που άνοιξε το φετινό  φεστιβάλ των Καννών και τιμήθηκε με το Βραβείο Σκηνοθεσίας, θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες στις 2 Σεπτεμβρίου.

Ακούστε το soundtrack της ταινίας εδώ

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below