Το Μικρό καράβι είναι ένα ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο στην Κρήτη. Από αυτά που ανακαλύπτεις τυχαία στις καλοκαιρινές σου διακοπές αν είσαι επισκέπτης ή αποτελεί το αγαπημένο σου μικρό βιβλιοπωλείο αν μένεις μόνιμα στην πόλη των Χανίων. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που ταξιδεύουν από διάφορα σημεία της Ελλάδας έχοντας ως σκοπό να περάσουν το κατώφλι του και να διαλέξουν βιβλία από τα ράφια του ή για να δουν από κοντά το βιβλιοπωλείο που έχουν αγαπήσει μέσα από τις αναρτήσεις του. Βρίσκεται στην περιοχή της Σπλάντζας, στην οδό Δασκαλογιάννη 59. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελεί ένα αξιοθέατο των Χανίων αλλά και του νησιού.

Σε αυτό έχει συμβάλει όχι μόνο η σχέση που έχει αναπτύξει με τους επισκέπτες στο φυσικό κατάστημα αλλά και η μεγάλη κοινότητα που έχει χτίσει μέσα από τα social media. Εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς, μέσα από τις σελίδες στο Facebook και το Instagram, ότι ο διαχειριστής τους δεν είναι απλά βιβλιοφάγος αλλά έχει και συγκεκριμένη άποψη και αισθητική. Αν φανταζόσουν κάποιον γεράκο με γυαλιά, χαμένο πίσω από στοίβες παλιών βιβλίων, θα σε διαψεύσουμε. Το Marie Claire μίλησε με τη γυναίκα που κρύβεται πίσω από τις αναρτήσεις που γίνονται πηγή έμπνευσης και αποσπούν χιλιάδες likes και shares. “Οι σελίδες μας στα social media δεν θα ήταν αυτό που ήταν αν δεν ήμουν εγώ αυτό που είμαι“, μας λέει.

“Η κόρη μου είναι φοιτήτρια στην Αθήνα, στο Πάντειο. Όταν γνωρίζει καινούργια παιδιά και τους λέει ότι είναι Χανιώτισσα και συζητάνε, της λένε ‘έχετε κι ένα πολύ ωραίο βιβλιοπωλείο στα Χανιά που το παρακολουθούμε’. Όταν λέει η Ιωάννα ότι το βιβλιοπωλείο αυτό είναι της μαμάς μου, ενθουσιάζονται… Ή κάθομαι σε άσχετη φάση στο Μοναστηράκι και η παρέα δίπλα μου μιλάει για το ‘Μικρό καράβι’. (Γελάει.) Συμβαίνουν πολλά τέτοια”.

Ήμουν σίγουρη ότι κάνω αυτό ακριβώς που πρέπει.

Η Μαρία Πολυράκη εργάστηκε πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά στην Αθήνα πριν αποφασίσει να επιστρέψει στη γενέτειρά της για να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Στη βιτρίνα του βιβλιοπωλείου μάλιστα έχει την πρώτη γραφομηχανή που είχε στην πρώτη εφημερίδα που δούλεψε. “Ήμουν πολλά χρόνια δυστυχισμένη όσο ήμουν εκτός δημοσιογραφίας. Όταν ασχολήθηκα με τον χώρο του βιβλίου, πριν ανοίξω το δικό μου, άρχισα να ξαναβρίσκω τη χαρά μου. Όταν πια έφτιαξα το δικό μου, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και πριν όλοι εσείς γνωρίζετε για το βιβλιοπωλείο, εγώ ήμουν σίγουρη ότι κάνω αυτό ακριβώς που πρέπει. Ήταν σαν όλα τα κομματάκια του παζλ της ζωής μου να ενώθηκαν και να έδειξαν την εικόνα. Ήταν σαν όλα να έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν”.

Η επιχείρηση είναι μια σύμπραξη με τον αδερφό της, Θοδωρή Πoλυράκη αλλά η διαχείριση των social media είναι δική της υπόθεση. Ο στόχος της, είναι να κάνει όσους περισσότερους ανθρώπους μπορεί να αγαπήσουν το διάβασμα. Αν την ακούσεις να μιλάει, αυτό είναι μονόδρομος.

“Στο πρώτο lockdown η μεγάλη πλειοψηφία των μικρών βιβλιοπωλείων δεν δούλεψε. Ήταν πράγματι κλειστά και σε αυτά, μαζί κι εμείς. Δεν εξυπηρέτησα ούτε φίλους κολλητούς. Τους έλεγα ‘Παιδιά όχι, ας μείνουμε στο σπίτι. Έχετε αδιάβαστα βιβλία, είμαι σίγουρη. Αν ζορίζεστε πάρα πολύ, κάτι θα κάνω’. Αλλά κι ένας-δύο που μου ζήτησαν τις τελευταίες μέρες τους είπα ‘Κάντε υπομονή, ανοίγουμε’. Αυτή τη φορά καταλαβαίνουμε όλοι ότι είναι λίγο πιο δύσκολα τα πράγματα και ότι θα είναι πιο μακριά η περίοδος. Ακόμα κι αν ανοίξουμε λιγάκι μέσα στον Δεκέμβρη, θα ακολουθήσει νέα καραντίνα και ξανά και ξανά. Θα πάει αυτή η ιστορία έως Απρίλιο με Μάιο οπότε κάπως πρέπει να δουλέψουμε”, μου εξηγεί στο τηλέφωνο ένα από τα μεσημέρια της καραντίνας ενώ βρίσκεται στο βιβλιοπωλείο για να εξυπηρετήσει τηλεφωνικά ή διαδικτυακά τους όσους το επιθυμούν. Μια πρακτική που ακολούθησαν όλα τα βιβλιοπωλεία του κόσμου κατά τη διάρκεια των lockdown.

Πρέπει να παραμένουν ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία στην καραντίνα;

Φυσικά και συμφωνώ να παραμένουν ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία διότι στα μικρά βιβλιοπωλεία, από αυτά που ξέρω, είμαστε πάρα πολύ αυστηροί στο πώς μπαίνει κάποιος. Εμείς εδώ στα Χανιά είχαμε κι από τα μέσα Αυγούστου ένα μίνι lockdown οπότε έπρεπε όλοι να κυκλοφορούμε εντός και εκτός με μάσκα. Στο βιβλιοπωλείο δεν έμπαινε κανένας χωρίς μάσκα, κανένας χωρίς απολύμανση χεριών. Βάζαμε λιγότερους. Σε ένα βιβλιοπωλείο 100 τετραγωνικών μέτρων εμείς βάζαμε μέσα την ίδια ώρα πέντε άτομα. Περίμενε κόσμος ουρά απ’ έξω και μάλιστα αγόγγυστα. Να παραμείνουν ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία αφενός γιατί γνωρίζουμε ότι οι συνάδελφοί μας κι εμείς τηρούμε ευλαβικά τα μέτρα προστασίας κι αφετέρου διότι η αγορά του βιβλίου, το χάζεμα σε ένα βιβλιοπωλείο, το να ψάξεις να βρεις, να αφήσεις τον βιβλιοπώλη σου να σου προτείνει σύμφωνα με αυτό που είσαι, με αυτό που διαβάζεις είναι και κάπως ψυχοθεραπεία. Είναι μια τελετουργία.

Η καραντίνα ανέδειξε την αγάπη του κόσμου για το βιβλίο;

Ο κόσμος θέλει βιβλία στην καραντίνα. Η καραντίνα ευνοεί τα βιβλία και το διάβασμα. Είμαστε χαρούμενοι όχι επειδή θα πουλήσουμε αλλά επειδή μέσα σε όλο αυτό το θανατικό, το δυσοίωνο πράγμα και την απόλυτη δυστοπία που δεν περιμέναμε καθόλου ότι θα ζήσουμε, ο κόσμος επιστρέφει στον εαυτό του. Ο καλύτερος τρόπος για να επιστρέψεις στον εαυτό σου, να δεις λιγάκι τι γίνεται, είναι τα βιβλία. Και δεν είναι μόνο η λογοτεχνία. Ο κόσμος ζητάει απαντήσεις και στα άλλα βιβλία. Υπάρχει μια μεγάλη άνοδος του non fiction βιβλίου: οικονομία, πολιτική, φιλοσοφία, ιστορία. Ο κόσμος θέλει απαντήσεις στα μεγάλα ζητήματα, που ταλανίζουν όλους μας τα τελευταία χρόνια, και θεωρεί ότι βρίσκει απαντήσεις μέσα στα βιβλία κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Επίσης, τα παιδικά βιβλία είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι. Η εκπαίδευση των παιδιών μέσα από τις πολύ ωραίες εικονογραφήσεις, τις πάρα πολύ ωραίες ιστορίες. Βιβλίο δεν είναι μόνο ένα πράγμα, είναι δεκάδες διαφορετικά πράγματα.

Η ζήτηση προκύπτει από την εποχή και όσα συμβαίνουν ή παίζει ρόλο και το marketing των μεγάλων εκδοτικών;

Μέσα στην κρίση, 2012 με 2015, άνοιξαν σε όλη την Ελλάδα καμιά 20αρια βιβλιοπωλεία νέας γενιάς. Ανάμεσα σε αυτά είναι και το δικό μας. Είμαστε μικρά, ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία, εξόχως βιβλιοφιλικά. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε ιστορίες να διηγηθούμε για το πόσο αντίθετοι ήταν οι δικοί μας άνθρωποι στην απόφασή μας να ανοίξουμε τα βιβλιοπωλεία. Αποφασίσαμε να ανοίξουμε, εν μέσω κρίσης. από ένα βιβλιοπωλείο σκεπτόμενοι να κάνουμε αυτό που αγαπάμε και ας βγει ένα μεροκάματο. Αυτή ήταν η λογική μας, να είμαστε μέσα στα βιβλία. Έχει, λοιπόν, δημιουργηθεί μια νέα γενιά βιβλιοπωλείων από ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά το βιβλίο, σε βάθος. Και ό,τι δεν ξέρουμε, το μαθαίνουμε μέρα με τη μέρα. Διαβάζουμε πολύ, καθημερινά. Αυτό έχει δημιουργήσει και μια άλλη τάση στις πωλήσεις που δεν είναι του συρμού. Στο δικό μου βιβλιοπωλείο από αυτά που διαφημίζονται δεν πουλάω τίποτα. Και νομίζω ότι ισχύει και για τους υπόλοιπους συναδέλφους μου αυτής της τάξης. Σε εμάς παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η σχέση του βιβλιοπώλη με τους ανθρώπους που μπαίνουν στο βιβλιοπωλείο. Πολύ λίγο μας επηρεάζουν όλα αυτά που κάνουν οι μεγάλοι εκδοτικοί.

Το βιβλίο δεν παίζει με τους κοινούς όρους του marketing. Δεν είναι κάτι που το αγοράζεις, το τοποθετείς κάπου και τελείωσες. Πρέπει να ασχοληθείς μαζί του.

Είμαστε επιχειρήσεις, δεν το κάνουμε για πλάκα, ζούμε από αυτό. Δεν είμαστε βιβλιοθήκες, δεν είμαστε βιβλιοθηκονόμοι. Παρόλα αυτά είναι ένα πολύ ιδιαίτερο αντικείμενο και έχει τους όρους του. Πολλές φορές έρχονται άνθρωποι που ξέρω ότι διαβάζουν και μου ζητούν το τάδε βιβλίο και λέω “παιδιά πάρτε το αλλά δεν είναι για εσάς”. Εμένα δεν με ενδιαφέρει να πουλήσω, με ενδιαφέρει τα βιβλία που φεύγουν από εδώ να διαβάζονται. Εφόσον οι άνθρωποι που επισκέπτονται το βιβλιοπωλείο μού έχουν εμπιστοσύνη, φυσικά θα πουλήσω βιβλία. Είναι μια σχέση εμπιστοσύνης και αγάπης, μια σχέση άλλου τύπου η σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στον βιβλιοπώλη και τους ανθρώπους που έρχονται στο βιβλιοπωλείο του.

Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, έρχονται για διακοπές κάθε χρόνο στα Χανιά, ψωνίζουν χονδρικώς τα βιβλία τους και κατά τη διάρκεια της χρονιάς όταν κάτι θέλουν με συμβουλεύονται. Δεν συμβαίνει μόνο σε εμένα. Επίσης, δεν με ενδιαφέρει καθόλου να συμβουλέψω και να πάνε να το πάρουν το βιβλίο από κάπου αλλού. Όπως δεν με ενδιαφέρει καθόλου να ανεβάσω ένα κομμάτι από τα “Σημειωματάρια” του Αλμπέρ Καμύ και να πουλήσει ο Καμύ σε όλη την Ελλάδα ενώ εγώ θα δώσω δύο κομμάτια.

Θέλω να τους δείξω ότι τα βιβλία περιέχουν μέσα πολύ ομορφιά.

Αυτό που με ενδιαφέρει, έτσι ξεκίνησε και η σελίδα στο facebook αρχικά, είναι να δείξω στους ανθρώπους που δεν διαβάζουν, που δεν έχουν το διάβασμα στην καθημερινότητά τους ότι δεν είναι κάτι φοβερό. Όταν ακούν ας πούμε Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Μάρκες ή Ροθ ή όταν ακούν ποίηση να μη φαντάζονται κάτι τρομερό που δεν το ξέρουν, δεν μπορούν να το αγγίξουν. Θέλω να τους δείξω ότι τα βιβλία περιέχουν μέσα πολύ ομορφιά. Δεν είναι δύσκολα, είναι προσεγγίσιμα από τον καθένα. Αυτό ήθελα και για αυτό ξεκίνησα τη σελίδα. Θεωρώ ότι, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, το έχω καταφέρει. Μου συμβαίνουν, όπως και στους συναδέλφους μου που ασχολούνται με αυτό τον τρόπο με το βιβλίο, πολύ ωραία πράγματα. Βλέπουμε ανθρώπους που ποτέ δεν είχαν διαβάσει ποίηση ξαφνικά να διαβάζουν. Ανθρώπους που διαβάζουν πιο ελαφριά πράγματα ξαφνικά να το προχωράνε γιατί τους βοηθάμε να εξελίξουν το διάβασμά τους.

Πολλές φορές μπαίνουν νεαρά άτομα και δεν ξέρουν πώς να κινηθούν ενώ αν μπουν σε ένα κατάστημα με αθλητικά ή με προϊόντα μακιγιάζ, ξέρουν τα πάντα. Μπαίνουν σε ένα βιβλιοπωλείο και είναι σαν τα χαμένα και τους λέω “Παιδιά, ηρεμήστε. Εδώ είναι αυτό, εδώ είναι εκείνο. Ό,τι θέλετε, με ρωτάτε”.

Υπήρχε στιγμή που είπες ότι δεν έπρεπε να ανοίξεις ένα βιβλιοπωλείο;

Όχι, δεν το είπα ποτέ. Ήξερα από την αρχή ότι ξεκινώ σε μια δύσκολη εποχή, ξεκινώ με ένα δύσκολο αντικείμενο και σε μια περίεργη γειτονιά. Τα Χανιά έχουν μια καλή παράδοση βιβλιοπωλείων αλλά η περιοχή που διάλεξα είναι εκτός κέντρου, είναι στην ανατολική πλευρά της παλιάς πόλης. Με κορόιδευε ο κόσμος. Κι όμως, αυτή η περιοχή τα τελευταία 7 χρόνια -και με εμάς εδώ- έχει αλλάξει. Είναι η πιο εναλλακτική περιοχή της πόλης.

Σε ένα βιβλιοπωλείο συναντάς πολύ συγκινητικούς ανθρώπους.

Ανοίξαμε σε μια δύσκολη περίοδο και ήξερα ότι έχει ένα κομμάτι ρίσκου όμως πίστευα πολύ σε αυτό. Δεν το έχω μετανιώσει δευτερόλεπτο. Ζω μέσα στο όνειρό μου. Σε κανένα επίπεδο δεν το έχω μετανιώσει. Ίσα ίσα, καθημερινά παίρνω πράγματα πέρα από τη γνώση που ούτως ή άλλος παίρνει οποιοσδήποτε θέλει εφόσον ασχολείται  με τα βιβλία. Σε ένα βιβλιοπωλείο συναντάς πολύ συγκινητικούς ανθρώπους. Πολλές συγκινητικές ιστορίες συμβαίνουν και εδώ. Εισπράττουμε πολλή αγάπη κι αυτό μπορώ να το πω με σιγουριά γιατί υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται από όλη την Ελλάδα. Για παράδειγμα, έρχεται μια παρέα στο Ηράκλειο για ένα γάμο, 5-6 άτομα, και κανονίζουν τα εισιτήρια της επιστροφής τους να είναι από Χανιά για να έρθουν στο βιβλιοπωλείο. Αυτό έχει συμβεί πάρα πολλές φορές. Τα καλοκαίρια μπαίνουν παρέες νεαρών ανθρώπων και λένε “αχ, επιτέλους ήρθαμε”. Έρχονται άνθρωποι και φωτογραφίζονται απ’ έξω και λένε “χρόνια περίμενα αυτή τη στιγμή”. Ειδικά τη θερινή περίοδο έχουμε πολύ τέτοιο κόσμο και είναι πολύ συγκινητικό. Συμβαίνουν πάρα πολλά στο “Μικρό καράβι” μας.

Η ιδέα της δημιουργίας του βιβλιοπωλείου υπήρχε πάντα στο μυαλό σου;

Από τότε που έμαθα να διαβάζω, διαβάζω βιβλία non stop. Ό,τι βρεθεί μπροστά μου. Όταν επέστρεψα στα Χανιά, αφήνοντας τη δημοσιογραφία, είπα ότι δεν θα ασχοληθώ με αυτό γιατί είχα κάνει έναν ωραίο κύκλο σε εφημερίδες και περιοδικά στην Αθήνα. Έλεγα ότι, ιδανικά, θα ήθελα να ανοίξω ένα βιβλιοπωλείο. Δεν ήξερα τον χώρο αλλά ήρθαν έτσι τα πράγματα και τελικώς έκανα το δικό μου βιβλιοπωλείο.

Πρέπει να συνδυάσεις λίγο τον λόγιο με τον έμπορο μέσα σου.

Είναι δύσκολη η καθημερινότητα έχοντας ένα βιβλιοπωλείο που κινείται, που έχεις πολλούς τίτλους, που θες να κρατήσεις ψηλά το επίπεδο. Κατ’ αρχάς, έχει πολύ κουβάλημα. Έχει σωματική κούραση αλλά και πνευματική γιατί πρέπει να επιλέξεις. Πρέπει αυτό, πρέπει εκείνο. Πρέπει να συνδυάσεις λίγο τον λόγιο με τον έμπορο μέσα σου και οφείλεις να κρατάς την ισορροπία όταν θες να έχεις ένα βιβλιοπωλείο επιπέδου. Από εκεί και πέρα υπάρχουν τρελές ανθυπολεπτομέρειες που μόνο με τη δουλειά μαθαίνονται.

Είχα δουλέψει, λίγα χρόνια πριν ανοίξω το δικό μου, σε ένα ξενόγλωσσο βιβλιοπωλείο το οποίο από τη στιγμή που πήγα το έστησα σε πολλά κομμάτια του. Χωρίς να ξέρω τη δουλειά, τη μάθαινα μόνη μου. Απέκτησα μια τεχνογνωσία την οποία κατέκτησα μόνη μου. Αν δεν είχα δουλέψει εκεί, δεν νομίζω ότι θα μπορούσα. Δεν είναι κάτι που το αποφασίζεις σήμερα και το κάνεις χωρίς να έχεις ασχοληθεί καθόλου με τον χώρο του βιβλίου.

Οι δυσκολίες είναι πολλές. Είναι επιχείρηση, όπως προείπα, πρέπει “να βγαίνει”. Πρέπει “να βγαίνει” χωρίς συμβιβασμούς γιατί είναι και δύσκολες εποχές. Εγώ δεν θα ήθελα ποτέ να βάλω στη βιτρίνα μου κάτι που δεν θεωρώ λογοτεχνία και μέχρι στιγμής έχω καταφέρει να μην κάνω αυτό το συμβιβασμό. Η βιτρίνα μου έχει ό,τι θα διάβαζα κι εγώ.

Υπάρχει ομάδα υποστήριξης; Χρειάζεται;

Δεν βγαίνει αλλιώς. Είναι πολλά τα ζητήματα που έχεις να αντιμετωπίσεις στην καθημερινότητα. Πολλά και πολύπλοκα. Το βιβλιοπωλείο το έχουμε με τον αδερφό μου. Εγώ είμαι η επικοινωνία κι εκείνος τα λογιστικά. Εγώ είμαι υπουργείο Τύπου κι εκείνος το Οικονομικών. Και οι δύο μοιραζόμαστε όμως το υπουργείο Πολιτισμού. (Γελάει.)

Γιατί δώσατε αυτό το όνομα;

Τα πρώτα χρόνια που κατέβηκα στα Χανιά ασχολήθηκα με το άλλο κομμάτι το σπουδών μου, την Επικοινωνία. Είχα ένα γραφείο επικοινωνίας και για τους πελάτες μου έβρισκα ονόματα, τους έφτιαχνα λογότυπα και τέτοια. Το όνομα, λοιπόν, ήταν δική μου ιδέα. Ήθελα το βιβλιοπωλείο να είναι προσιτό, προσβάσιμο σε όλους. Δεν ήθελα να είναι κάτι βαρύγδουπο. Ήθελα κι από το όνομα ακόμα να περνά αυτό το μήνυμα της χαρούμενης γνώσης, ότι είναι τα πάντα προσιτά. Ότι ένα “Μικρό καράβι” έχουμε, ελάτε να κάνουμε ταξίδια στο χώρο της γνώσης. Αυτή είναι η λογική. Το “Μικρό καράβι” ως όχημα προς καινούργια ταξίδια. Το λογότυπο είναι ένα χάρτινο καραβάκι, πολύ πολύ απλό.

Τι χρόνο σου παίρνει η ενασχόληση με τη σελίδα;

Εξαρτάται. Ασχολούμαι. Όχι πολύ αλλά ασχολούμαι. Το έχω συνεχώς στο μυαλό μου. Θα μπορούσε να γίνει και λίγο πιο οργανωμένα. Συνέχεια το λέω αλλά δεν προλαβαίνω. Χθες πάλι κάτι διάβαζα, μια φράση του τάδε, και είπα θα το σημειώσω σε ένα ευρετήριο για να το βρίσκω αλλά δεν το έχω κάνει μέχρι στιγμής. Κατά ένα περίεργο τρόπο όμως θυμάμαι, έχω μνήμη. Κάτι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην επικαιρότητα και θυμάμαι ότι στο τάδε βιβλίο είχα διαβάσει αυτό. Είναι φυσικό, είναι κάτι που μου συμβαίνει. Θυμάμαι ότι το τάδε βιβλίο μιλάει για αυτό. Επίσης, όλη μου τη ζωή σημειώνω τα βιβλία μου. Με το που θα το ξεφυλλίσω λίγο, το βρίσκω κατευθείαν.

Εμένα ο στόχος μου είναι να ανέβει η αγάπη για το βιβλίο.

Όταν πέθανε ο Γλέζος, έβαλα αμέσως το κείμενο αυτό με τη μάνα του. Όταν η Παναγία των Παρισίων έπιασε φωτιά κατευθείαν έβαλα από την “Παναγία των Παρισίων” του Ουγκώ ένα απόσπασμα και το πήραν όλοι. Δεν με νοιάζει. Το έχω, πάρτε το. Έχω κι άλλα. (Γελάει.) Αυτή είναι η λογική μου. Στη ζωή μπορείς να δεις με πολλούς τρόπους τα πράγματα. Εγώ αποφασίζω να τα δω από τη θετικής τους πλευρά.

Με τιμάει αφενός, ακόμα κι αν γίνεται χωρίς αναφορά στην πηγή. Δεύτερον, εμένα ο στόχος μου είναι να ανέβει η αγάπη για το βιβλίο, η φιλαναγνωσία. Να αρχίσει να διαβάζει ο κόσμος και να αρχίσει να μαθαίνει ότι μέσα στα βιβλία υπάρχουν σπουδαία πράγματα. Αν αυτό συμβεί κι έχω βάλει κι εγώ αυτό το μικρό λιθαράκι που βάζω, όλοι εμείς που ασχολούμαστε με το βιβλίο είμαστε κερδισμένοι. Κερδισμένοι είναι οι συγγραφείς, οι εκδοτικοί, οι βιβλιοθήκες, τα βιβλιοπωλεία. Δεν έχει σημασία ποιος το εισπράττει. Το θέμα είναι να αρχίσουμε να διαβάζουμε όλοι, να μπει στην καθημερινότητά μας. Αυτό επιθυμώ. Δεν επιθυμώ ούτε να το παίξω κάπως ούτε να δείξω κάτι. Ό,τι κάνω σε σχέση με τη σελίδα το κάνω από αγάπη.

Το κοινό χαρακτηριστικό των ανθρώπων που έχουν μικρά βιβλιοπωλεία είναι αυτή η βαθιά αγάπη για το βιβλίο.

Μα είναι και το βασικό συστατικό για να πάει καλά ένα βιβλιοπωλείο. Αν δεν αγαπάς το βιβλίο, αν δε διαβάζεις, αν δεν περνάς ώρες με τα βιβλία καθημερινά, πώς θα μπορέσεις να πείσεις τους άλλους να διαβάσουν; Πώς; Δεν υπάρχει τρόπος.

Το να υπάρχει ένα καλό βιβλιοπωλείο σε μια γειτονιά, σε μια περιοχή, σε μια πόλη ανεβάζει το επίπεδο.

Εγώ όταν επισκέπτομαι μια πόλη είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, αναζητώ πάντα τα βιβλιοπωλεία της. Το τι βιβλιοπωλείο έχει μια περιοχή είναι δηλωτικό, για μένα, του πνευματικού επιπέδου της περιοχής. Αν πάω στα Γιάννενα και δω ένα καταπληκτικό βιβλιοπωλείο, ξέρω ότι στα Γιάννενα διαβάζει ο κόσμος πολύ. Γιατί το να υπάρχει ένα καλό βιβλιοπωλείο σε μια γειτονιά, σε μια περιοχή, σε μια πόλη ανεβάζει το επίπεδο. Δεν είναι αστείο. Όταν στη Φλωρεντία είδα μέτρια βιβλιοπωλεία, είπα κάτι γίνεται εδώ. Μου έκανε εντύπωση. Και δεν σου λέω μια τυχαία πόλη, σου μιλάω για τη Φλωρεντία. Ένα βιβλιοπωλείο πολύ καλό να δω, σε ένα νησί ή σε μια μικρή πόλη, λέω κάτι γίνεται εδώ.

Εμείς στα Χανιά είχαμε το βιβλιοπωλείο “Σχήμα” κι εγώ, από μια φτωχή, μέση οικογένεια που δεν υπήρχε παράδοση διαβάσματος στο σπίτι, έμπαινα 14-15 χρονών και ήμουν σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Το ότι υπήρχε τη δεκαετία του ’80 ένα τέτοιο βιβλιοπωλείο στα Χανιά, έκανε τη δική μου τη γενιά να μάθει να διαβάζει. Είναι σπουδαίο αυτό. Το να υπάρχει σε μια περιοχή ένα καλό βιβλιοπωλείο. Το ότι ένα εξαιρετικό βιβλιοπωλείο όπως είναι οι Πλειάδες στο Παγκράτι υπάρχει και πάει καλά, μου λέει πολλά για τους Παγκρατιώτες. (Γελάει.)

Στη Γερμανία, πριν από 4-5 χρόνια, έκανε μια έρευνα ο σύνδεσμος βιβλιοπωλών και εκδοτών για να δουν γιατί δε πουλάει η υψηλή λογοτεχνία. Ανακάλυψαν ότι ο λόγος που δεν κινούνται αυτά τα βιβλία είναι γιατί δεν υπάρχουν άνθρωποι να τα ξέρουν και να τα προωθήσουν στον κόσμο. Γιατί όταν μπει κάποιος και μου πει θέλω κάτι κλασικό κι εγώ ξέρω μόνο Ντοστογιέφσκι και Τσβάιχ, πολλούς θα τους αφήσω απ’ έξω. Έβαλαν, λοιπόν, ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, τύπου σεμιναρίου, που ουσιαστικά απευθύνεται στους υπαλλήλους των βιβλιοπωλείων ώστε να μπουν στον κόσμο της λογοτεχνίας και να μάθουν βασικά πράγματα.

Να υπάρχει κάποιος να τους δώσει, να τους προτείνει, να εξηγήσει στα πιτσιρίκια που διάβασαν ένα στίχο του Ελύτη που έβαλα εγώ και έρχονται και μου ζητούν Ελύτη ή Καρούζο που είναι δύσκολος, Εμπειρίκο ή Εγγονόπουλο -τους υπερριαλιστές που δεν διαβάζονται εύκολα. Διάβασαν ένα στίχο που ανέβασα κι έρχονται ορεξάτοι για να διαβάσουν τα άπαντα του Καρούζου και λέω “παιδιά, ο Καρούζος δεν είναι έτσι απλό”. Θα διαβάζεις, θα διαβάζεις χρόνια και δεν θα καταλαβαίνεις Χριστό. Και θα ξαναδιαβάζεις, θα ξαναδιαβάζεις και θα σου μείνει ένας στίχος. Δεν είναι η ποίηση κάτι που, άντε πήραμε το βιβλίο και το μάθαμε. Διαβάζεις όλη σου τη ζωή και μετά σου μένει κάτι. Αν σου μείνει. Αν σου μιλήσει και αν και αν…

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below