Δεν χρειάζονται συναρπαστικές ιστορίες και υπερήρωες για να γεννηθεί ένα λογοτεχνικό έργο. Δεν είναι φυσικά καινούρια διαπίστωση, ωστόσο επιβεβαιώνεται για ακόμα μία φορά μέσα από βιβλία όπως η νουβέλα «Πες της» του Χρήστου Οικονόμου, ενός συγγραφέα με τη μαεστρία να αναδεικνύει την ποίηση της καθημερινότητάς μας.

Αυτή την ποίηση διέκρινε και η ηθοποιός Νικολίτσα Ντρίζη, η οποία εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια χαράζει αθόρυβα αλλά με καλλιτεχνική συνέπεια τη διαδρομή της στο θέατρο και στον κινηματογράφο για παράδειγμα στις ταινίες «Μαχαιροβγάλτης» του Γιάννη Οικονομίδη (2009) και «Τρεις μέρες ευτυχίας» του Δημήτρη Αθανίτη (2009, βραβείο α’ γυναικείου ρόλου σε δύο διεθνή φεστιβάλ) και στις θεατρικές παραστάσεις, πιο πρόσφατα, «Underground» (2024) σε διασκευή-σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς, «Η δεξιά τσέπη του ράσου» (2022) του Γιάννη Μακριδάκη σε σκηνοθεσία Ειρήνης Φαναριώτη, «Οι λουόμενες» (2019-2023) σε κείμενο-σκηνοθεσία Κατερίνας Μαυρογεώργη.

Η Νικολίτσα Ντρίζη πίστεψε τόσο στο «Πες της», ώστε αποφάσισε να το διασκευάσει για το θέατρο, με τον Αλέξη Βιδαλάκη να κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του. Και δικαιώθηκε: Η ομώνυμη παράσταση διανύει τη δεύτερη σεζόν της, μετά την επιτυχία της πρώτης, έστω και σε διαφορετικό χώρο: από το Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων (ΚΕΤ) μετακόμισε φέτος στο Θέατρο 104.

Στον μονόλογό της υποδύεται μια κούριερ που περιπλανιέται στη σύγχρονη πόλη. Πηγαίνοντας από τη μία παράδοση στην άλλη, μπαινοβγαίνοντας σε μεζονέτες, σε βίλες και σε πολυκατοικίες, συναντά καλούς και κακούς ανθρώπους, αγενείς και ευγενικούς, βασανισμένους και καλοζωισμένους – κάποιους που φαίνονται έτοιμοι να βάλουν τα κλάματα κι άλλους που μοιάζουν να μην ξέρουν τι θα πει κλάμα. Πολύ συχνά κάθεται δίπλα τους και τους ακούει. Άλλες φορές είναι σαν να αφουγκράζεται την ίδια την πόλη. Αφηγείται, έτσι, ιστορίες που συνθέτουν ένα πολύπλευρο πορτρέτο της σύγχρονης Αθήνας μέσα από τα μάτια μιας εργάτριας της σημερινής οικονομίας του delivery και των εφαρμογών.

Ποιες αλλαγές χρειάστηκε να γίνουν στην παράσταση για να προσαρμοστεί στο μικρότερο θέατρο όπου παρουσιάζεται φέτος; Και πώς βιώνετε, ερμηνευτικά, το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να «γεμίζετε» μόνη έναν μεγάλο χώρο όπως το ΚΕΤ;

«Δεν χρειάστηκε να γίνουν πολλές αλλαγές για τη δεύτερη σεζόν. Έτσι και αλλιώς ούτε στο ΚΕΤ ο χώρος ήταν ιδιαίτερα μεγάλος. Αλλά χρειάστηκε να προσαρμοστώ στη νέα συνθήκη της επαφής με το κοινό: Την άνοιξη του 2025, στο πρώτο ανέβασμα, ήμουν μ’ έναν τρόπο περικυκλωμένη από τους θεατές, συνομιλούσα μαζί τους με το βλέμμα. Τώρα όμως είμαστε ακόμα πιο κοντά – στο Black Box ακούς την παραμικρή ανάσα τους».

Η Νικολίτσα Ντρίζη. Photo: Αναστασία Γιαννάκη

Πώς ανταποκρίθηκε ο Χρήστος Οικονόμου στην αρχική σας πρόταση να διασκευάσετε τη νουβέλα του για το θέατρο; Και τι σάς μετέφερε ο συγγραφέας όταν παρακολούθησε την παράσταση;

«Ανταποκρίθηκε με πολύ μεγάλη γενναιοδωρία και καλοσύνη στον κάλεσμά μου και με μεγάλη ανοιχτωσιά στην ιδέα της διασκευής. Του ζήτησα να δουλέψουμε μαζί τη θεατρική μεταφορά, εκείνος όμως μου επέτρεψε να τη δουλέψω όπως θα ήθελα ώστε να βγει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στη σκηνή. Γεγονός που μού έδωσε μεγάλη ελευθερία αλλά και ευθύνη. Όταν, αργότερα, διάβασε τη διασκευή και η απάντησή του ήταν θετική, χάρηκα πάρα πολύ.

»Όσον αφορά τις προετοιμασίες για την παράσταση, πέρασα από πολλά συναισθήματα μέχρι να ανέβει. Υπήρχε έντονη ανησυχία, αλλά τελικά υπερίσχυσε η βαθιά πίστη ότι όλα θα πήγαιναν καλά, καθώς πλαισιώθηκα από εξαιρετικούς συνεργάτες και φτιάξαμε μια πολύ ωραία ομάδα.

»Όταν ήρθε να παρακολουθήσει την παράσταση, μου έκανε μεγάλη εντύπωση το ότι τη μισή μόνο την άκουγε και την υπόλοιπη την έβλεπε και την άκουγε μαζί. Ήταν μια ιδιαίτερα σημαντική βραδιά για μένα και ίσως η πιο αγχωτική παράσταση που έχω κάνει ποτέ! Αλλά η ανταπόκρισή του υπήρξε απίστευτα συγκινητική. Μου είπε, χαρακτηριστικά, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα ήταν εφικτό κάτι που έγραψε να πάρει τέτοια σκηνική υπόσταση. Οπότε και εγώ και ο Αλέξης Βιδαλάκης νιώθουμε μεγάλη ευγνωμοσύνη απέναντί του για την εμπιστοσύνη του».

«Ζήτησα από τον Χρήστο Οικονόμου να δουλέψουμε μαζί τη θεατρική μεταφορά, εκείνος όμως μου επέτρεψε να τη δουλέψω όπως θα ήθελα ώστε να βγει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στη σκηνή. Γεγονός που μού έδωσε μεγάλη ελευθερία αλλά και ευθύνη».

Ποιον χαρακτήρα από το «Πες της» θα φέρνατε στη ζωή, αν μπορούσατε;

«Νομίζω έναν 80χρονο παλιό ζαχαροπλάστη που έχει μεγάλη αγάπη στα πουλιά και παραγγέλνει εγκυκλοπαίδειες και λευκώματα. Αυτή η αγάπη του είναι η αφορμή η ηρωίδα μας να έρθει σε επαφή μαζί του και έτσι μας αφηγείται τη συνάντησή τους».

Η ηρωίδα σας πώς καταφέρνει να επιβιώσει σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο όπως αυτός των διανομών; Πώς τα βγάζει πέρα όχι μόνο με τα έμφυλα στερεότυπα αλλά και με πιθανούς κινδύνους που αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα μια γυναίκα που παραδίδει πακέτα από πόρτα σε πόρτα;

«Αισθάνομαι ότι η ηρωίδα δεν νιώθει την ανάγκη να επιβιώσει σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο. Θεωρεί δεδομένο ότι είναι ισότιμα τα πράγματα με τους άνδρες συναδέλφους της. Είναι κάτι που θαυμάζω σε αυτήν. Το ότι δεν έχει ίχνος αμφιβολίας την κάνει να κινείται χωρίς δεύτερη σκέψη και της δίνει απίστευτη δύναμη. Νομίζω ότι είναι και ένας τρόπος να αντιμετωπίζουμε τα στερεότυπα που μας κατακλύζουν ακόμα».

Φωτογραφία από την παράσταση «Πες της»

Αυτός ο ρόλος άλλαξε τον τρόπο που βλέπετε επαγγελματίες της πόλης που πολλοί από εμάς, ίσως οι περισσότεροι, δεν προσέχουμε καν; Τι θα χρειαζόταν, πιστεύετε, για να μετατρέψει κάποιος από αυτούς τις εμπειρίες του σε έργο τέχνης (όπως έχουμε δει, για παράδειγμα, να συμβαίνει στην περίπτωση της συγγραφέα του «Maid», Stephanie Land);

«Θεωρώ ότι οι άνθρωποι που κάνουν, ας πούμε, “απλές, καθημερινές” δουλειές –αν και δεν είναι καθόλου απλό το να δουλεύεις σε πόστο όπου έρχεσαι σε επαφή με τόσο πολύ και διαφορετικό κόσμο– είναι σπουδαίοι. Είναι αυτό που λέει η ηρωίδα του Οικονόμου: “Τα μόνα αληθινά είναι αυτά που δεν θα γίνουν ποτέ. Τα μόνα αληθινά είναι αυτά που δεν γεννήθηκαν ποτέ”. Αντιστοίχως, θεωρώ ότι οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες δεν έχουν φανερωθεί· δεν τους ξέρουμε. Πιστεύω ότι σε αυτά τα πόστα κρύβονται άνθρωποι που απορροφούν με έναν πολύ συγκεκριμένο, ευαίσθητο τρόπο τον κόσμο και θα μπορούσαν να το μετατρέψουν σε τέχνη – είτε λέγεται συγγραφή ενός βιβλίου είτε μουσική είτε οτιδήποτε άλλο. Αυτό που χρειάζεται για να το κάνουν είναι μια πολύ βαθιά δική τους ανάγκη. Εξάλλου, πολλοί δημιουργοί που γνωρίζουμε έχουν ξεκινήσει από τέτοιες δουλειές».

«Η ηρωίδα δεν νιώθει την ανάγκη να επιβιώσει σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο. Θεωρεί δεδομένο ότι είναι ισότιμα τα πράγματα με τους άνδρες συναδέλφους της. Είναι κάτι που θαυμάζω σε αυτήν. Το ότι δεν έχει ίχνος αμφιβολίας την κάνει να κινείται χωρίς δεύτερη σκέψη και της δίνει απίστευτη δύναμη. Νομίζω ότι είναι και ένας τρόπος να αντιμετωπίζουμε τα στερεότυπα που μας κατακλύζουν ακόμα».

Στην εποχή των applications, έχει ενταθεί η μοναξιά αυτών των επαγγελματιών αλλά και των πελατών τους, την οποία διαφορετικά θα μπορούσε να απαλύνει έστω και ένα τηλεφώνημα για παραγγελία προϊόντων ή κλήσης ταξί;

«Η μοναξιά είναι για όλους βασικό χαρακτηριστικό της εποχής μας. Δυστυχώς μετά την περίοδο της καραντίνας και την ξαφνική επαφή που αποκτήσαμε όλοι με τα social media μέσα στα σπίτια μας, μεγάλωσε ακόμη περισσότερο αυτή η αίσθηση. Ενώ, μετά, είχαμε την ανάγκη να ξαναβρεθούμε, με έναν τρόπο έγινε μια δεδομένη κατάσταση, νομίζω, στον κόσμο που ζούμε. Αλλά θέλω να είμαι αισιόδοξη και να πιστεύω ότι αυτή η περίοδο βαθιάς μοναξιάς και αποξένωσης θα οδηγήσει σε πιο ουσιαστική επαφή».

«Πιστεύω ότι σε αυτά τα πόστα κρύβονται άνθρωποι που απορροφούν με έναν πολύ συγκεκριμένο, ευαίσθητο τρόπο τον κόσμο και θα μπορούσαν να το μετατρέψουν σε τέχνη – είτε λέγεται συγγραφή ενός βιβλίου είτε μουσική είτε οτιδήποτε άλλο. Αυτό που χρειάζεται για να το κάνουν είναι μια πολύ βαθιά δική τους ανάγκη».

Αν θα έπρεπε να επιλέξετε μια περιοχή της Αθήνας για να αφηγηθείτε τις ιστορίες των κατοίκων της, ποια θα παρουσίαζε για εσάς μεγαλύτερο ενδιαφέρον;

«Θα μου άρεσε να επιλέξω διαφορετικές περιοχές. Σίγουρα τα Εξάρχεια έχουν πάντα ενδιαφέρον, για διαφορετικούς λόγους σε κάθε εποχή και κάθε δεκαετία, αλλά έχουν και μια ποικιλία που δεν βρίσκεις εύκολα σε άλλες γειτονιές. Κάτι ανάλογο, ίσως, συμβαίνει και στην Κυψέλη. Θα μου άρεσε όμως επίσης να διηγηθώ ιστορίες από την Κηφισιά, την Καλλιθέα, το Μαρούσι. Νομίζω ότι κάθε περιοχή έχει το δικό της χρώμα».

Και αν θα έπρεπε να επιλέξετε το επόμενο βιβλίο που θα μεταφέρατε στη σκηνή, από θέση ηθοποιού ή οποιονδήποτε άλλο ρόλο, ποιο θα ήταν;

«Δεν το έχω σκεφτεί, αλλά μπορώ να πω με σιγουριά ότι αγαπάω πάρα πολύ τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Είναι ένας συγγραφέας που θα μου άρεσε πάρα πολύ να δουλέψω και να μπω στον κόσμο του για μια σκηνική μεταφορά».

Photo: Αναστασία Γιαννάκη

Info

Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00, Θέατρο 104, Ευμολπιδών 41, Αθήνα 118 54. Διάρκεια: 70’. Τιμές εισιτηρίων: 15 γενική είσοδος, 12 μειωμένο. Προπώληση: www.more.com

Ο συγγραφέας Χρήστος Οικονόμου θα παρακολουθήσει την παράσταση τη Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου. Μετά το τέλος της θα ακολουθήσει συζήτηση με το κοινό, που θα συντονίσει ο Σπύρος Γιανναράς.

Συντελεστές

Κείμενο: Χρήστος Οικονόμου. Σκηνοθεσία: Αλέξης Βιδαλάκης. Ερμηνεία: Νικολίτσα Ντρίζη. Μουσική: Άννα Παπαϊωάννου (Anna VS June). Φωτισμοί: Νατάσα Πετροπούλου. Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Μακρή. Φωτογραφίες: Στάμος Σέμσης. Φωνή μικρής: Βασιλική Γουρδούπη. Υπεύθυνη επικοινωνίας: Γιώτα Δημητριάδη

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below