Πώς παρουσιάζονται στις σχέσεις των ζευγαριών εξελίξεις οι οποίες συχνά καταλήγουν σε μίσος, απελπισία και αθλιότητα; Σε ποια κατάσταση βρίσκονται ζευγάρια τα οποία αποφασίζουν να ξεκινήσουν την περιπέτεια μιας θεραπείας ζευγαριών;

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέτει το βιβλίο «Συστημική θεραπεία ζευγαριών». Το έργο του Άρνολντ Ρέτσερ, γιατρού με σπουδές στην ψυχολογία και κοινωνιολογία και εξειδίκευση στην ψυχοσωματική ιατρική και ψυχοθεραπεία, δεν απευθύνεται μόνο σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας αλλά σε όλους τους αναγνώστες που επιθυμούν να αναστοχαστούν πάνω στη σχέση τους. Μάλιστα ο συγγραφέας, με το χιούμορ του και τις πλούσιες αναφορές του στον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία, την ποίηση και σε άλλα πεδία της τέχνης και της επιστήμης, κάνει το περιεχόμενό του ακόμα πιο ενδιαφέρον αλλά και κατανοητό σε όποιον δεν έχει ειδικές γνώσεις.

Με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του στα ελληνικά από τις εκδόσεις University Studio Press μιλήσαμε με την επιμελήτρια του βιβλίου, Βιολέτα Καφταντζή, ψυχίατρο, ψυχοθεραπεύτρια, δρ. ψυχιατρικής ΑΠΘ, τ. διευθύντρια του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Δυτικού Τομέα Θεσσαλονίκης, για τον πολύτιμο αυτό οδηγό και γενικά για τις συντροφικές σχέσεις.

Το βιβλίο «Συστημική Θεραπεία Ζευγαριών» μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά για τα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα στη σχέση τους; Ή θεωρείτε απαραίτητη την παρέμβαση ειδικού, συνδυαστικά με την ανάγνωσή του;

«Το βιβλίο δεν υποκαθιστά μια θεραπεία. Προσφέρει όμως ερεθίσματα και ιδέες στους αναγνώστες ώστε να αναστοχαστούν πάνω στη δική τους σχέση, και αυτό να κινητοποιήσει ίσως κάποιες απόπειρες αλλαγών. Ο θεραπευτής μπορεί να προτείνει ότι θα βοηθούσε ίσως μια θεραπεία ζευγαριού, όμως το ζευγάρι και μόνο θα κρίνει την αναγκαιότητα ή μη μιας θεραπείας για τη σχέση του».

Σε ποια κατάσταση βρίσκονται ζευγάρια τα οποία αποφασίζουν να ξεκινήσουν θεραπεία ζευγαριών; Ποια είναι τα πιο κοινά «αγκάθια», από την εμπειρία σας, που πυροδοτούν προβλήματα σε μια σχέση ζευγαριού;

«Οι σχέσεις των ζευγαριών δεν μπορούν να παραμείνουν όπως είναι. Βρίσκονται σε συνεχή μεταμόρφωση, που συμβαίνει κάποιες φορές επιταχυμένα και άλλες αργά, όπως σε όλα τα ζωντανά συστήματα. Τα ζευγάρια βρίσκονται υπό τη συνεχή επίδραση ερεθισμάτων τόσο από το κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο ζωής όσο και από εξελίξεις στο εσωτερικό της σχέσης.

»Όπως επιβεβαιώνει το βιβλίο, στις δυτικού τύπου κοινωνίες υπάρχει δραματική αύξηση του αναμενόμενου ορίου ζωής, δραματική μείωση της γέννησης παιδιών, τα οποία με την ενηλικίωση φεύγουν, επομένως επιμηκύνεται ο χρόνος χωρίς παιδιά στο ζευγάρι πριν και μετά τη δημιουργία οικογένειας, με συνέπειες στη σχέση του ζευγαριού, π.χ., πιεστική αύξηση των προσδοκιών από τη σχέση. Άλλα ερεθίσματα μπορεί να αφορούν τη σεξουαλικότητα, την απιστία, θέματα υψηλών στόχων επιτυχίας και καταξίωσης συγχρόνως και στους δύο συζύγους, θέματα αυτονομίας και ατομικότητας, συγκρούσεις με γονείς και πεθερικά κ.ά. Οι σχέσεις φθάνουν σε όρια πολλές φορές, και το ζευγάρι πρέπει να υπερβεί κάθε φορά το όριο, την κρίση, για να μπορέσει να συνεχίσει.

«Στις δυτικού τύπου κοινωνίες υπάρχει δραματική αύξηση του αναμενόμενου ορίου ζωής, δραματική μείωση της γέννησης παιδιών, τα οποία με την ενηλικίωση φεύγουν, επομένως επιμηκύνεται ο χρόνος χωρίς παιδιά στο ζευγάρι»

»Το ζευγάρι ζητά βοήθεια όταν φτάνει στο όριο, ή ο ένας από τους δυο, όπου αποφασίζουν ότι “η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί έτσι”. Στις περισσότερες θεραπείες ζευγαριών η χρονική στιγμή συνδέεται με μια φάση μεταμόρφωσης ή μετάβασης στον κύκλο ζωής του ζευγαριού. Σύμφωνα με την εμπειρία μου, η φάση γέννησης του πρώτου παιδιού και κυρίως η φάση που τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι εμφανίζουν τα περισσότερα προβλήματα στις σχέσεις των ζευγαριών, αλλά και συμπτώματα στο ένα ή και στους δυο συντρόφους».

«Σύμφωνα με την εμπειρία μου, η φάση γέννησης του πρώτου παιδιού και κυρίως η φάση που τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι εμφανίζουν τα περισσότερα προβλήματα στις σχέσεις των ζευγαριών», λέει η Βιολέτα Καφταντζή, ψυχίατρος και επιμελήτρια του βιβλίου «Συστημική θεραπεία ζευγαριών».

Αρκούν η αγάπη – και η συνεργασία και των δύο με το θεραπευτή – ή συχνά οι ειλικρινείς προθέσεις από όλες τις πλευρές δεν είναι αρκετές για να συνεχιστεί μια σχέση;

«Η αγάπη σίγουρα προσφέρει τη βάση για συνεργασία στη θεραπεία, αλλά κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και η θεραπευτική διαδικασία θα δείξει αν αρκεί ή δεν αρκεί».

Είναι αλήθεια ότι οι γυναίκες είμαστε πιο δεκτικές στο να απευθυνθούμε σε ειδικό ψυχικής υγείας; Τι θα συμβουλεύατε μια γυναίκα που προσπαθεί να πείσει το σύντροφό της να μπει σε θεραπεία ζεύγους αλλά εκείνος είναι επιφυλακτικός, έως και αρνητικός;

«Από την εμπειρία μου, φαίνεται να είναι μεγαλύτερο το ποσοστό γυναικών που απευθύνεται για βοήθεια από αυτό των ανδρών, αν και τα τελευταία χρόνια αυτό το ποσοστό άρχισε να αλλάζει. Υπάρχουν έρευνες όπου παρατηρήθηκε ότι ενώ οι άνδρες έτειναν να βλέπουν τις σχέσεις τους ως εχθρικές ή ανταγωνιστικές, οι γυναίκες τις αντιλαμβάνονταν μέσα σε ένα πλαίσιο σύνδεσης και ότι οι γυναίκες τείνουν να είναι πολύ ευαίσθητες σε οικογενειακούς δεσμούς [Αναφέρονται στο Hoffman, L., 2006, Οικογενειακή θεραπεία, μια προσωπική ιστορία, Μτφ. Γαμβρουλά, Κ., Σαμαρά, Ε., Επμ. Καφταντζή, B., Σειρά «Περί Συστημάτων», Επμ. Καφταντζή, Β. University Studio Press, σ.190]. Κάποτε, στα πρώτα χρόνια της εργασίας μου, μια νοσηλεύτρια, περαστική εκπαιδευόμενη στο ΚΨΥ, έκανε το εξής σχόλιο: “Μια γυναίκα με σύμπτωμα ή με ένα παιδί στο χέρι ανοίγει όλες τις πόρτες”. Η κοινωνικοποίηση της γυναίκας εκ του ασφαλούς σε μία φράση. Όμως σίγουρα έκτοτε η κοινωνικοποίηση της γυναίκας έχει αλλάξει εντυπωσιακά.

»Δεν θα καθοδηγούσα με συμβουλές τι να κάνει μια γυναίκα για να φέρει το σύντροφό της σε θεραπεία. Στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής συζήτησης, με σεβασμό και εμπιστοσύνη στο ότι εκείνη γνωρίζει τον σύντροφό της, θα έθετα ερωτήσεις που θα μπορούσαν ίσως να αναδείξουν δικές της ιδέες διαχείρισης του θέματος».

«Υπάρχουν έρευνες όπου παρατηρήθηκε ότι ενώ οι άνδρες έτειναν να βλέπουν τις σχέσεις τους ως εχθρικές ή ανταγωνιστικές, οι γυναίκες τις αντιλαμβάνονταν μέσα σε ένα πλαίσιο σύνδεσης και ότι οι γυναίκες τείνουν να είναι πολύ ευαίσθητες σε οικογενειακούς δεσμούς».

Παράλληλα, στην εποχή των social media βλέπουμε τα θέματα των σχέσεων να εκλαϊκεύονται, συχνά σε υπεραπλουστευτικό βαθμό, και να διαδίδονται τυποποιημένες συμβουλές, που περισσότερο μπορεί να μας παραπλανήσουν παρά να λειτουργήσουν ως ωφέλιμα ερεθίσματα…

«Τα social media έχουν τη θετική και την αρνητική τους πλευρά. Από τη μια, γνωστοποιούν στο ευρύ κοινό και το ενημερώνουν προσφέροντας χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την ψυχική υγεία, την ψυχοθεραπεία, τις δομές βοήθειας κ.ά. Από την άλλη, κάποιες φορές απλουστεύουν τα θέματα προσφέροντας έτοιμες λύσεις που ίσως ανακουφίζουν προσωρινά, προσπερνώντας όμως τη σημασία του εστιασμού στην ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητα του κάθε ατόμου που αγωνιά για βοήθεια, τη γοητεία της διαχείρισης του απρόβλεπτου, όπως θα συνέβαινε σε ένα πλαίσιο θεραπείας».

«Ο έρωτας ίπταται σε όλη την έκταση του βιβλίου», γράφετε στην εισαγωγή σας. Ωστόσο «οι θεραπείες ζευγαριών αρχίζουν στο σημείο όπου ο έρωτας έχει τελειώσει», σχολιάζει ο Άρνολντ Ρέτσερ στην εναρκτήρια φράση του. Τελικά, ο έρωτας είναι καλός οδηγός όταν επιλέγουμε σύντροφο με την επιθυμία μιας μακροχρόνιας σχέσης;

«Ο έρωτας ίπταται εν είδει επιφυλακής, ώστε να παρέμβει αν χρειαστεί, μέσω της δράσης του θεραπευτή, για να ξαναζωντανέψει το μύθο της απαρχής της σχέσης του ζευγαριού με την ελπίδα να οδηγήσει στην αγάπη και μια νέα αρχή.

»Ο έρωτας δεν είναι οδηγός επιλογής. Όπως αναφέρει και ο συγγραφέας, στο ξεκίνημα με έρωτα δεν υπάρχει καν θέμα επιλογής, αλλά επικρατεί η αίσθηση ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Η επιλογή συνήθως μπαίνει σε διαδικασία κρίσης εκ των υστέρων αν η συνέχεια της σχέσης είναι απογοητευτική και η σχέση δεν φέρνει πλέον ικανοποίηση, οπότε μεταξύ άλλων κατηγορείται και η αρχική επιλογή».

«Ο έρωτας δεν είναι οδηγός επιλογής. Όπως αναφέρει και ο συγγραφέας, στο ξεκίνημα με έρωτα δεν υπάρχει καν θέμα επιλογής, αλλά επικρατεί η αίσθηση ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή».

Κάποιες σχέσεις, με θεραπεία ζευγαριού ή όχι, δεν καταφέρνουν να σωθούν. Ποια είναι η σημαντικότερη συμβουλή που θα δίνατε σε κάποιον που πενθεί το τέλος μιας σχέσης;

«Στη θεραπεία οι άνθρωποι δεν έρχονται μόνο για να σώσουν μια σχέση, καθώς το τέλος μιας σχέσης είναι κάποιες φορές αναπόφευκτο. Θα συνέβαλα στη δημιουργία ενός συζητησιακού πλαισίου μέσα από το οποίο θα μπορούσαν αφενός να εκφραστούν ο πόνος, η λύπη, η απόγνωση, ο θυμός κ.ά., αλλά συγχρόνως να αναδυθούν ελπιδοφόρες ιδέες για την προοπτική του μέλλοντος, όπου τέλος σημαίνει συγχρόνως μια νέα αρχή».

Το έργο του Άρνολντ Ρέτσερ, γιατρού με σπουδές στην ψυχολογία και κοινωνιολογία και εξειδίκευση στην ψυχοσωματική ιατρική και ψυχοθεραπεία, δεν απευθύνεται μόνο σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας αλλά σε όλους τους αναγνώστες που επιθυμούν να αναστοχαστούν πάνω στη σχέση τους.

Τι είναι η συστημική θεραπεία;

Ο Άρνολντ Ρέτσερ υπήρξε ως μέλος αρχικά της πρωτοπόρας ομάδας στη συστημική θεραπεία της Σχολής της Χαϊδελβέργης, αλλά και μετέπειτα, συνέβαλε και συνεχίζει να συμβάλλει στη διάδοση και εξέλιξη της λεγόμενης συστημικής θεραπείας, για την οποία η δρ Καφταντζή μάς λέει τα εξής:

«Η συστημική θεραπεία είναι μια οικολογική προσέγγιση στην ψυχική υγεία που δίνει έμφαση στα μοναδικά χαρακτηριστικά του ατόμου, αλλά συγχρόνως στην πολύπλοκη σχέση και αλληλεπίδραση του ατόμου με το περιβάλλον του. Οι ιδέες των ανθρώπων που διέπουν τις συμπεριφορές θεωρούνται αποτέλεσμα κυκλικών διαδικασιών αλληλεπίδρασης και μια συμπεριφορά, π.χ. ένα σύμπτωμα, αποκτά νόημα μέσα στο πλαίσιο σχέσεων στο οποίο εμφανίζεται.

«Η συστημική θεραπεία δίνει έμφαση στα μοναδικά χαρακτηριστικά του ατόμου, αλλά συγχρόνως στην πολύπλοκη σχέση και αλληλεπίδραση του ατόμου με το περιβάλλον του».

»Η συστημική θεραπεία διαφοροποιεί τον εαυτό της σε σχέση με παραδοσιακές προσεγγίσεις, όπου η ψυχική ασθένεια γίνεται αντιληπτή με όρους γραμμικής αιτιολογίας ως δυσλειτουργία στο εσωτερικό του ατόμου. Αντ’ αυτού ένα πρόβλημα γίνεται αντιληπτό ως τον τρόπο αναγκαίας λειτουργίας σε ένα σύστημα στη συγκεκριμένη χρονική συνθήκη ζωής. Ο παραδοσιακός ρόλος του θεραπευτή που καθοδηγεί με βάση κανονιστικά μοντέλα φυσιολογικότητας και γνωρίζει ως ειδικός πώς πρέπει να είναι οι άνθρωποι τίθεται υπό αμφισβήτηση, ενώ το άτομο που ζητά βοήθεια αναδεικνύεται ως ειδικός στη δική του ζωή. Έτσι, η θεραπεία αντί να καθοδηγεί μεταμορφώνεται σε μια από κοινού διερευνητική διαδικασία, που απευθύνεται στη σοφία και τη δημιουργικότητα των ανθρώπινων συστημάτων, ώστε να αναδυθούν νέες απρόβλεπτες πιθανότητες και μια νέα ιστορία, λιγότερο οδυνηρή και πιο ελπιδοφόρα».

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below