Από τους λίγους πρωταγωνιστές του θεάτρου, της τηλεόρασης και του κινηματογράφου που μπορούν να υπερηφανεύονται για καριέρα σε δύο ηπείρους, ο Γιώργος Καραμίχος προτιμά να μην το κάνει, χρόνια τώρα. Δάσκαλος της υποκριτικής, μπαμπάς, φίλος των ζώων («έχουμε δύο γατούλες και ανυπομονώ να σταθεροποιηθεί κάπου η βάση μου για να πάρω σκύλο, γιατί μου λείπει πάρα πολύ»), μια αληθινή ήρεμη δύναμη στα καλλιτεχνικά πράγματα. Μεγαλώνει όμορφα και κάθε φορά που τον συναντώ ξαφνιάζομαι που παραμένει ένα ωραίο παιδί, όπως όταν τον γνώρισα, πολλά χρόνια πριν. Κάθε φορά τον βάζω να μου διηγηθεί ιστορίες από τη γενέθλια πόλη του τη Βέροια, αλλά και την Κέρκυρα, όπου βρέθηκε για σπουδές. Εκεί ερωτεύτηκε τη θάλασσα και αποφάσισε ότι δεν μπορεί να ζήσει μακριά της. Η ζωή τον ξανάφερε στο νησί 20 χρόνια μετά για τα γυρίσματα της αγγλικής σειράς «Οικογένεια Ντάρελ». Ωστόσο, ένα πολύ διαφορετικό νησί έγινε ο προσωπικός του παράδεισος: η Νίσυρος. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.

Στο άκουσμα και μόνο της λέξης «Βέροια», μου έρχεται μυρωδιά από ροδάκινα στα ρουθούνια. Εσύ τι κουβαλάς από εκεί;
Την ντοπιολαλιά. Μιλάγαμε βλάχικα στο σπίτι και καμιά φορά τα μιλάω ακόμα, συνήθως όταν θέλω να κάνω πλάκα. Είναι κάτι που μοιράζομαι συνήθως με τους γονείς μου.

Πώς μας καθορίζουν τα μέρη που μεγαλώνουμε;
Είναι τα πιο βασικά στη σύνθεση της προσωπικότητάς μας. Εκεί μπαίνουν οι πρώτες βασικές δομές στο χαρακτήρα μας κι αυτές που καθορίζουν τις προκαταλήψεις που μπορεί να έχουμε, αφού εμπιστευόμαστε τους γονείς μας και τους ενήλικες του περιβάλλοντός μας για να μας δείξουν τον κόσμο.

Φαντάζομαι ότι οι σπουδές σου στην Κέρκυρα ήταν ένα πρώτο παράθυρο στον κόσμο.
Ήταν τεράστιο άνοιγμα σε όλους τους τομείς. Για μένα ήταν όλα διαφορετικά, ξεκινώντας από την κουζίνα. Πρώτα απ’ όλα τότε έκανα 13 ώρες να πάω στην Κέρκυρα με το λεωφορείο από τη Βέροια, Κόνιτσα, Γιάννενα, Ηγουμενίτσα και μετά πλοίο. Σήμερα μαζί με το πλοίο, κάνω 4μιση ώρες. Τότε η Κέρκυρα απομονωνόταν το χειμώνα, είχες μία αίσθηση αποξένωσης, η κουζίνα ήταν πολύ διαφορετική… δεν ήταν συνηθισμένη η παλέτα μου σε εκείνες τις σάλτσες. Τώρα έχει εξαιρετικά εστιατόρια το νησί και απίστευτη κουζίνα.

 

Μου κάνει  εντύπωση που πήγες πρώτα στο φαγητό.
Μα είναι πολύ βασικό κομμάτι της ζωής μας. Το πρώτο πράγμα που μας κερδίζει σε έναν τόπο είναι το φαγητό. Αν δεν τρως καλά, δεν μπορείς να περάσεις καλά. Αν η γευστική παλέτα σου δεν είναι ικανοποιημένη, δεν μένεις σε έναν τόπο. Πήγα στην Ταϊλάνδη και μετά πήγαινα πέντε χρόνια σερί γιατί ξετρελάθηκα με το φαγητό. Πήγα στην Κούβα αλλά δεν μου άρεσε η κουζίνα, τα υλικά που χρησιμοποιούν. Μετά από τρεις μέρες εκεί ήμουν άρρωστος. Είναι βασικό να τρως καλά, να αισθάνεσαι πώς είναι υγιεινό και γευστικό αυτό που βάζεις στο σώμα σου.

Με πήγες μία βόλτα στον κόσμο, αλλά ήθελα να σταθούμε στην Κέρκυρα γιατί η μοίρα σε
ξανάφερε εκεί.
Ξεκίνησα από το πρώτο τσάκρα, την κάλυψη των φυσικών αναγκών, τη γεύση, όσα μυρίζεις…Οι μυρωδιές της Κέρκυρας ήταν πρωτόγνωρες για μένα, η υγρασία, η θάλασσα, τα ηλιοβασιλέματα, τα τοπία. Εκεί ερωτεύτηκα τη θάλασσα και τώρα δεν μπορώ να ζήσω μακριά από το νερό. Ήπια και μπόλικο νερό από το Καρδάκι (σ.σ. ο μύθος λέει, ότι εάν κάποιος επισκέπτης πιει νερό από την πηγή, θα μείνει για πάντα στην Κέρκυρα!). Εκεί ήμουν για πρώτη φορά ελεύθερος να δημιουργήσω τις σχέσεις και τις φιλίες που ήθελα, ακόμη και επαγγελματικά. Συνέβησαν και άγριες καταστάσεις, ατυχήματα. Στο τρίτο έτος στη σχολή σκοτώθηκε σε δυστύχημα η κοπελιά μου, έξω από το σπίτι στο Κοντόκαλι, εκεί όπου γύρισα μετά από 21 χρόνια για να κάνω γύρισμα για τους «Ντάρελ». Ήταν σαν να μου έλεγε κάποιος «πρέπει να το λύσεις τώρα αυτό»… Πήρα το πτυχίο μου το 1995 και γύρισα το 2015: ήταν υπέροχη η επιστροφή στην Κέρκυρα…

Προφανώς, τα τελευταία χρόνια σπίτι σου είναι εκεί που είναι η δουλειά σου. Θέλεις να το αλλάξεις αυτό;
Θα ήθελα η βάση μου να είναι στην Ελλάδα για να μεγαλώσει εδώ ο γιος, είναι καλύτερες οι συνθήκες, το φαγητό… Θα ήθελα να έχω ένα σημείο αναφοράς για να δουλεύω στο Λονδίνο και να περνάω κι ένα διάστημα στην Αμερική. Αλλά η Νίσυρος είναι εκεί που είναι η καρδιά μου, εκεί θα ήθελα να είναι η βάση μου. Έχει πάντα την αίσθηση του παραδείσου για μένα, της ελευθερίας, της άνεσης, της ανεκτικότητας. Το διαμορφώνουν οι ντόπιοι αυτό το κλίμα. Έχει πολύ ωραία εστιατόρια, ωραίο φαγητό. Αν θέλεις την ησυχία σου την έχεις, μπορείς να πας σε μια παραλία και να ξεχαστείς κι αν κάνεις κέφι, την επόμενη μέρα είσαι σε πανηγύρι και χορεύεις τρεις μέρες σερί.

Τα γυρίσματα του «Ήλιου» για τον ΑΝΤ1 σε έφεραν στην Καβάλα. Πώς σου φάνηκε η επιστροφή στην ελληνική επαρχία;
Λατρεύω την Ελλάδα και λατρεύω τους ανθρώπους της ελληνικής επαρχίας, μου αρέσει να επικοινωνώ μαζί τους, μεγάλωσα και εκπαιδεύτηκα εκεί, αγαπώ ότι είναι κοντά στη φύση. Θα ήθελα να περάσω πολύ περισσότερο χρόνο στην Καβάλα, να δω τους ανθρώπους και τα μέρη που αγαπώ, να πάω στον Νέστο, στα Άβδηρα, στην Ξάνθη, την Αλεξανδρούπολη. Πήγαμε για γυρίσματα εκεί για ένα μήνα τον Αύγουστο, φύγαμε και μετά δεν καταφέραμε να επιστρέψουμε, λόγω καραντίνας.

Ο αστυνόμος που υποδύεσαι στον «Ήλιο», μήπως είναι πολύ καλός για να είναι αληθινός;
(γέλια) Πολλοί αστυνομικοί που με σταματάνε στο δρόμο μου λένε, «Επιτέλους, μας δικαιώσατε γιατί δεν είναι όλοι οι αστυνομικοί τέτοιοι άνθρωποι». Αλλά κι εμένα μου πήρε πολύ καιρό να συνηθίσω να λέω αστυνόμος κι όχι μπάτσος.

 Από τι υλικά έπλασες τον ήρωά σου, τον Λαϊνά;
Από ένα γνωστό μου αστυνομικό που δουλεύει στις μυστικές υπηρεσίες. Μπορεί να μην υπάρχει στη συμπεριφορά του ρόλου μου η βία ή ειρωνεία που συναντάς σε ορισμένους αστυνομικούς, αλλά αυτό έχει να κάνει με το background του: ο Λαϊνάς είχε πατέρα δάσκαλο, που είχε μπει στη φυλακή για μία περίπτωση αυτοδικίας και δεν συμφώνησε ποτέ με την επιλογή του γιου του να γίνει αστυνομικός. Ο Λαϊνάς όμως θέλησε να εφαρμόσει σε έναν διεφθαρμένο χώρο τη δικαιοσύνη και τις αξίες που του έμαθαν οι γονείς του. Και γι αυτό συγκρούστηκε με διαφθαρμένους αστυνομικούς. Όπως και σε όλους τους τομείς, αλλάζουν τα πράγματα και στην ελληνική αστυνομία. Οι παλιές συνήθειες που διαιωνίζονταν με τα προβλήματα άλυτα, μοιάζουν να τελειώνουν. Υπήρχε σίγουρα το κομμάτι το διεφθαρμένο στην ελληνική αστυνομία, αλλά σήμερα πολύ μεγάλο ποσοστό νέων αστυνομικών πραγματικά θέλουν να κάνουν το καλό. Έχει τελειώσει αυτή η γενιά που υποστήριζε τις ακρότητες.

Θα ‘θελα κι εγώ να το πιστέψω, αλλά ενώ δεν έχει συμβεί ακόμη εμφανώς αυτή η αλλαγή προς το καλύτερο στην ελληνική αστυνομία, τη βλέπουμε να εξαπλώνεται, ακόμη και στο Πανεπιστήμιο.
Κανείς μας δεν μπορεί να το δει αυτό με καλό μάτι. Κι όταν χρειάζεται αστυνομία για να ακολουθήσει ο κόσμος εντολές, τότε το πρόβλημα είναι είτε οι ίδιες οι εντολές, είτε οι άνθρωποι που δεν έχουν μάθει να πειθαρχούν. Στην Ελλάδα ισχύουν και τα δύο.

Τα παιδιά σου μεγάλωσαν πολύ διαφορετικά. Θα πρέπει να είχε ενδιαφέρον να τα παρακολουθείς να αντιδρούν καθώς μεγάλωναν σε διαφορετικό περιβάλλον.  
Η Ρεγγίνα μεγάλωσε στην Αθήνα και τώρα βρίσκεται για σπουδές στην Ολλανδία. Ο μικρός μεγάλωσε στο Λος Άντζελες και τώρα ζει στην Αθήνα και είναι τρίγλωσσος. Όταν γεννήθηκε η Ρεγγίνα, ήμουν 24, όταν γεννήθηκε ο Ντιέγκο-Τζόνι, 40, πολύ πιο ώριμος. Πάντα υπάρχουν δυσκολίες όταν έρχεται ένα παιδί στη ζωή σου, πώς να την κουμαντάρεις και να είσαι και παρών… Τα παιδιά μου μοιάζουν πάρα πολύ μεταξύ τους και ας μην έχουν μεγαλώσει μαζί, κι ας έχουν 16 χρόνια διαφορά ηλικίας, ας πούμε στη σχέση τους με τα ζώα. Πέρα από το ότι τα λατρεύουν, η Ρεγγίνα είναι vegan χρόνια τώρα και στον μικρό, χωρίς να του έχει πει κανείς τίποτα, δεν αρέσει ούτε το κρέας ούτε το ψάρι. Το αγαπημένο του φαγητό είναι τα γεμιστά και ο τραχανάς – έκανε μάλιστα ολόκληρη παρουσίαση στο σχολείο του στην Αμερική!

Μεγαλώνεις έναν φεμινιστή;
Θα ήθελα να μην υπήρχε καν η ανάγκη για τον όρο. Θα ήθελα τα παιδιά να μαθαίνουν το αυτονόητο, ότι οι άνθρωποι είναι άνθρωποι, χωρίς φύλο, χωρίς φυλή, χωρίς χρώμα. Φέρουν μέσα τους το σπόρο της μεγαλύτερης αλλαγής, της μεγαλύτερης δημιουργίας, της μεγαλύτερης σωτηρίας. Δεν ξέρεις ποτέ ποιος θα είναι ο λαμπρός επιστήμονας που θα βρει το φάρμακο για τον καρκίνο, από πού θα προέρχεται, τι γλώσσα θα μιλάει, τι γένους θα είναι. Βλέπεις έναν άνθρωπο τετραπληγικό να είναι ο Νο 1 αστροφυσικός.

Συμφωνούμε απόλυτα, αλλά τα πάντα γύρω μας προτάσσουν ακόμα το αρσενικό, ξεκινώντας από την ίδια τη γραμματική. Αυτά τα μικροπράγματα με κάνουν να αναρωτιέμαι πώς εκπαιδεύει κανείς ένα παιδί στην ισότητα.
Ο γιος μου θα παίξει με παιχνίδια «κοριτσίστικα» και «αγορίστικα», δεν τον έχουμε αποτρέψει ποτέ ούτε η μαμά του ούτε εγώ, δεν του μαθαίνουμε τέτοιους διαχωρισμούς. Πρέπει να είμαστε όλοι λίγο πιο προσεκτικοί. Αν πει κάτι κλισέ όπως «οι γυναίκες δεν το κάνουν αυτό», το συζητάμε, δεν θέλουμε να οδηγηθεί σε οποιουδήποτε είδους κατηγοριοποίηση ή ταμπέλα. Οι ταμπέλες είναι το πρόβλημα. Με όλα αυτά που συζητάμε περί κακοποίησης σήμερα, τα κορίτσια θα μιλήσουν, τα αγόρια θα μιλήσουν; Όχι. Γιατί η Ελλάδα είναι ακόμη πολύ έντονα ομοφοβική.

Ε, βέβαια, ένας άνδρας δεν μπορεί να πέφτει θύμα.
Πολύ πιο εύκολα θα γυρίσει κάποιος και θα πει «τα ήθελε ο κώλος του», «αν είσαι άντρας-άντρας, αυτά δεν συμβαίνουν». Δεν δεχόμαστε εύκολα την ευαισθησία των άλλων. Υπάρχει ένα ζωικό φίλτρο μέσα μας που μας οδηγεί όταν βλέπουμε κάποιον αδύναμο να θέλουμε να τον χτυπήσουμε. Κι αυτό το βλέπεις όταν ένας διάσημος σε όποιο τομέα, κάνει το λάθος: όλοι καραδοκούν.

Με όσα ήρθαν στο φως για κακοποιητικές συμπεριφορές στο ελληνικό θέατρο, θα μιλήσουν οι σιωπηλοί μάρτυρες;
Μαζευτήκαμε πολλοί ηθοποιοί με πρωτοβουλία του Μάριου Αθανασίου και μιλάμε, πάρα πολύ προσεκτικά, γιατί δεν θέλουμε να είμαστε δικαστές. Σημαντικό είναι να δείξουμε ότι είμαστε όλοι μαζί, είμαστε παρόντες, αντιλαμβανόμαστε τη σοβαρότητα της κατάστασης χωρίς να χάσουμε τη χαρά και το φως της δουλειάς μας. Γιατί όλο αυτό δεν έχει να κάνει με την ουσία του επαγγέλματός μας. Έχει να κάνει με κακές συνήθειες ανθρώπων που δεν έχουν μάθει να διαχειρίζονται τη δύναμη και την εξουσία τους και που, αντί να ζητήσουν βοήθεια για να θεραπευτούν από αυτή την αρρώστεια -γιατί αρρώστεια είναι-, προσπαθούν να κάνουν προβολή των δικών τους προβλημάτων στους άλλους. Ο δικός μας ο χώρος είναι κουκιά μετρημένα, είναι πιο εύκολο να φανούν, είναι διάσημοι οι άνθρωποι ή μπορεί να γίνουν. Κάνω έκκληση κι εγώ κι άλλοι ηθοποιοί να επικοινωνήσουν μαζί μας μέσω κοινωνικών δικτύων όσοι δεν έχουν φωνή, από κάθε χώρο, και να χρησιμοποιήσουν τη δική μας φωνή για να ακουστούν.

Διδάσκεις τραγωδία, κωμωδία, Τσέχωφ και Ιστορία Θεάτρου σε μία από τις σημαντικότερες σχολές υποκριτικής στον κόσμο. Πώς χειρίστηκες την εξουσία που είχες στα χέρια σου ως δάσκαλος;
Από το πρώτο μάθημα λέω στους μαθητές μου να μην έχουν ενοχές. Τους λέω πως δεν είμαι εδώ ως δάσκαλος, αλλά ως μεγαλύτερος (από τους περισσότερους, γιατί έχω και μαθητές μεγαλύτερους από μένα), ότι βρίσκομαι μπροστά τους για να μοιραστώ την εμπειρία, την οπτική μου, όσα μου έμαθαν οι προηγούμενοι. Εγώ τους διδάσκω μία τεχνική, μπορεί να την ξεχάσουν, να κρατήσουν τα μισά, να κάνουν τα εντελώς αντίθετα. Τους παροτρύνω να αμφισβητήσουν όσα λέω, να κρατήσουν ό,τι τους κάνει. Θεωρώ ότι έχουμε μία ισότιμη σχέση και στο τέλος κάθε μαθήματος έχω μάθει κάτι από αυτούς, γι’ αυτό και τους ευχαριστώ.

Μου λες ότι υπονομεύεις την όποια εξουσία έχεις ως δάσκαλος…
Είναι σημαντικό να μην αισθάνονται οι μαθητές σου το βάρος της εξουσίας. Τις προάλλες μου τηλεφώνησε ένας μαθητής που τον προετοίμασα για να κλείσει δουλειά σε μία ταινία κι έβαλε τα κλάματα καθώς μοιράστηκε μαζί μου μία εμπειρία με έναν καθηγητή με κακοποιητική συμπεριφορά. Αυτό το παιδί μου είπε κλαίγοντας, «μας κάνεις να ονειρευόμαστε». Τρία χρόνια μετά, αυτός ο μαθητής ήρθε και με ευχαρίστησε και μου είπε πώς παρόλα τα προβλήματα που φανταζόταν ότι ενδεχομένως αντιμετώπιζα ως ξένος, μακριά από τη χώρα μου, «ήσουν τόσο δοτικός με εμάς χωρίς να ζητάς κάτι, πέρα από τη δική μας αυτοβελτίωση». Ήταν πολύ συγκινητικό αυτό που άκουσα, μου δίνει κουράγιο να συνεχίσω τη δική μου εξερεύνηση αλλά να εμπνεύσω όσο μπορώ και σε άλλους με τη δική μου πορεία. Ο δάσκαλός σου πρέπει να έχει χιούμορ και να σε αφήνει να μαθαίνεις από τα λάθη σου. Θυμάμαι τη Λόρα Λέιβα, δασκάλα μου στη Στέλλα Άντλερ όταν πρωτοπήγα στη σχολή. Τη ρωτούσαμε κάτι κι έλεγε, «Δεν ξέρω, ας το δοκιμάσουμε μαζί». Το ίδιο και ο Κένεθ Μπράουν, ένας από τους καλύτερους δασκάλους που είχα στη ζωή μου. Κι έτσι έμαθα να λέω δεν ξέρω, δεν το είχα ακούσει ποτέ. Όταν ήμουν σπουδαστής στην Ελλάδα δεν υπήρχε ελευθερία, έπρεπε να μιμηθείς τους καθηγητές σου, ενώ κάποιοι από αυτούς ήθελαν να έχουν «αυλή». Ευτυχώς στη σχολή του Εθνικού υπήρχαν και καθηγητές όπως η Τιτίκα Νικηφοράκη, ο Ψαράς, ο Κυριακίδης, ο Χρονόπουλος, που σε ωθούσαν να ρισκάρεις. Το πρώτο πράγμα που έμαθα στη σχολή της Στέλλα Άντλερ ήταν ότι δεν έχεις να αποδείξεις τίποτα σε κανέναν, πρέπει να απελευθερωθείς από τον κριτικό νου και να μάθεις να χάνεις. Ενστικτωδώς, ήδη, ως δάσκαλος στη σχολή του Θεάτρου των αλλαγών, ωθούσα τους μαθητές μου να χάσουν την αίσθηση του εαυτού τους και να αφεθούν στο ρόλο. Η κίνηση προς το ρόλο είναι για μένα πιο ενδιαφέρουσα από το να φέρεις το ρόλο στα μέτρα σου.

Φωτ.: Γιώργος Καπλανίδης (This is not another agency)

Ωραία θα ήταν να έχουμε ένα παράρτημα της σχολής της Στέλλα Άντλερ στην Ελλάδα…
Προσπαθώ με σχολές στην Ελλάδα να γίνουν αδερφές σχολές και να ανταλλάσσουμε μαθητές. Πρόσφατα μου πρότεινε ο Λάκης Λαζόπουλος να κάνω ένα σεμινάριο στη δική του σχολή, που μόλις άνοιξε, αλλά τα πάγωσε όλα ο κορωνοϊός. Εξερευνούμε καταστάσεις. Εχω το ελεύθερο από τον διευθυντή της σχολής και εξερευνώ τι πιθανότητες για συνεργασίες έχουμε τόσο εδώ όσο και στις Βρυξέλλες.

Πολλά πάγωσε αυτή η πανδημία. Η παράσταση που ετοιμάζεις με αφορμή τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη;
Η πρεμιέρα του Μακρυγιάννη είναι προγραμματισμένη για τον Νοέμβριο του 2021 και μετά θα ακολουθήσει περιοδεία που θα φτάσει ως τη Γεννάδιο, σε ένα υπέροχο θέατρο μέσα στη σχολή. Αδημονώ για μία πρωτοποριακή δουλειά, τις «Δούλες» του Ζενέ, που επίσης θα έβγαιναν σε περιοδεία. Ευτυχώς, στο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου γράφω μία σειρά με τη φίλη μου Δωροθέα Πασχαλίδου.

Στον «Ήλιο», υποδύεσαι τον πιο συμπαθητικό αστυνόμο της ελληνικής τηλεόρασης. Σε έμαθε κάτι ο Λαϊνάς; Αν έπινες έναν καφέ μαζί του, τι θα τον συμβούλευες;
Να μην πίνει τόσους καφέδες. Να κάνει λίγο πίσω στη σχέση με την κόρη του. Για να διορθώσει τη σχέση τους θα πρέπει να προσπαθήσει να καταλάβει τη μάνα της. Τον θαυμάζω τον Λαϊνά για τα ερωτικά του. Εγώ δεν εμπιστευόμουν τον εαυτό μου. «Δεν ξέρεις εσύ», «θα σε εκμεταλλευτούν», «ποιος ξέρει σε ποια θα πέσεις», λέει η Ελληνίδα μάνα. Στα σπίτια όπου μεγαλώσαμε οι γονείς δεν έχουν απόλυτα ειλικρινή σχέση ακόμη και αν αγαπιούνται. Κι όταν οι γονείς δεν έχουν καλή σχέση χρησιμοποιούν τα παιδιά σαν μάρτυρες μιας αόρατης δίκης. Μεγαλώνοντας νομίζεις ότι κι εσύ θα χρειαστεί με τη σειρά σου να βρίσκεσαι σε μία συνεχή δίκη. Κι αυτό σου στερεί την ελευθερία να αφεθείς. Μ’ αρέσει ο Λαϊνάς που αφήνεται, ακόμη και αν πονάει, τι να γίνει. Αυτό θα έπρεπε να κάνω κι εγώ στην προσωπική μου ζωή, να αφεθώ.

Φωτογραφίες ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΛΑΝΙΔΗΣ (THIS IS NOT ANOTHER AGENCY*)

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΔΗΜΗΤΡΑΒΑΡΒΑΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Grooming: ΣΟΦΙΑ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ (THIS IS NOT ANOTHER AGENCY*)

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below