Η επίσκεψη της Virginia Woolf στην Ελλάδα ήταν η πιο ευχάριστη στιγμή μιας πολύ δύσκολης χρονιάς για εκείνη. Μαζί της ήταν ο σύζυγός της Leonard Woolf και τα αδέρφια Fry, Roger Fry και Margery. Ήταν το δεύτερο ταξίδι που έκανε στη χώρα μας και μάλιστα έμεινε αρκετές μέρες απολαμβάνοντας τον ήλιο και τη θάλασσα.

Στις 19 Απριλίου του 1932 βρισκόταν σε ένα πλοίο που “έσκιζε” τις ελληνικές θάλασσες. Πληροφορία που πρoκύπτει από ένα γράμμα που είχε γράψει εν πλω στην αδερφή της Vanessa Bell. Η παρέα της σπουδαίας συγγραφέα, που τότε ήταν στα 50 της, επισκέφτηκε τον Παρθενώνα -που είχε αλλάξει αρκετά από όταν τον είχε ξαναδεί στα 23 της-, τη μονή Δαφνίου, τον Εθνικό Κήπο και το Σούνιο. Επισκέφτηκαν τους Δελφούς. Πήγαν στην Κόρινθο, στο Ναύπλιο, στις Μυκήνες, το Μυστρά, την Τριπολιτσά κι από κει πίσω ξανά στην Αθήνα.

Από τις ξεχωριστές στιγμές της επίσκεψής της Virginia Woolf στη χώρα μας ήταν η Αίγινα. Και συγκεκριμένα η Αίγινα το Μάη. Ακολουθούν αποσπάσματα από το βιβλίο “Ελλάδα και Μάης” -κυκλοφόρησε το 1996 από τις εκδόσεις Ύψιλον αλλά αυτή τη στιγμή είναι εξαντλημένο- σε μετάφραση της Μαρίας Τσάτσου.

“Πήγαμε στην Αίγινα στις 6 Μαΐου: ο ήλιος και το γαλάζιο διώχνουνε σιγά σιγά την ομίχλη, βρήκαμε με τον Λέναρντ έναν έρημο όρμο που τον έγλειφε το νερό, αχνό και διάφανο – όχι, όχι αχνό- αλλά διάφανο σαν υγρό ζελέ, που απλώνεται και τρέμει πάνω σε πέτρες κι αχιβάδες κι ανεμώνες. Ο Λέναρντ έτρεξε παραπατώντας στις πέτρες και βούτηξε, εγώ πλατσούριζα. Τα γυμνά μου πόδια καίγανε στην άμμο. Τ’ άφησα να καούνε λίγο κι έτσι στεγνώσανε. Αυτή η θάλασσα ήταν παρθένα. Από το Ναό το νησί έμοιαζε με νησί της νότιας θάλασσας, όπου γυμνοί ιθαγενείς μαζεύονται να δουν τα πλοία που φτάνουν. Η Μάρζτερυ – που η ανθρωπιά της όλο και μεγαλώνει, ή ίσως βρίσκει ευκαιρία να εκφραστεί – λυπήθηκε που μας φέρανε τόσα γαϊδούρια και πήραμε μόνο δύο. Και τα κορίτσια πιάνανε τα χέρια μου και λέγανε συνέχεια, Καβάλα, καβάλα, πολλή ζέστη, πολλή ανηφόρα. Κάναμε λοιπόν πως τουρτουρίζαμε – είπαμε ότι καβάλα θα κάνει πολύ κρύο. Και τα παιδάκια κρατούσαν κρίνους και κίτρινα αγριολούλουδα”.

“Ω η βροχή, η βροχή! Αυτό την άλλη μέρα στην Αίγινα. Αυτό το όμορφο μαλακό νησί, με το ηλιοψημένο μονοπάτι, τη θάλασσα, την ακρογιαλιά, τα μικρά ροζ και κίτρινα σπίτια, το θυμάρι, την απότομη λοφοπλαγιά, το Ναό, σκελετώδη, κυρίαρχο, τους κόλπους ξέχειλους από θάλασσα -όλα αυτά δεν ήταν παρά ψύχρα, ομίχλη, βροχή, Αμερικάνοι μαζεμένοι γύρω από έναν κοκαλιάρη καθηγητή και μεις ζαρωμένοι κάτω από ένα πεύκο που άφηνε τη βροχή να περνάει. Αλλά ακόμη κι έτσι, ο Ρότζερ έλεγε ‘Σπουδαίο, σπουδαίο’, ένας ναός από ψαμμόλιθο, καλύτερος από το Σούνιο. Καταπληκτικό το τι μπορεί να κάνει μια μεγαλοφυΐα σε έναν τόσο μικρό χώρο -ιδού οι τέλειες αναλογίες- και η βροχή μας ανάγκασε να κατηφορίσουμε όσο πιο γρήγορα γινόταν για το πλοίο μας. Είχανε πιάσει κόκκινα ψάρια και χταπόδια. Πως; Λοιπόν, ρίχνουνε κρεμμύδια, ψωμί και τα λοιπά στο βυθό και τα ψάρια μαζεύονται, ύστερα ρίχνουνε δυναμίτη και μπαμ! -γίνεται μια έκρηξη, τα ψάρια ανεβαίνουνε στην επιφάνεια ψόφια, και τα καμακώνουνε. Αυτό απαγορεύεται. Αλλά δεν σε βλέπει κανείς εδώ γύρω. Αυτά μας τα είπε ο θερμαστής με το όμορφο ελληνικό χαμόγελο- το χαμόγελο που έχουν οι μουλαράδες και οι ταξιτζήδες. Διότι ο Ρότζερ και η Μάρτζερυ πηγαίνανε καβάλα και προσφέρανε ένα λίαν παράδοξο θέαμα, καθώς ταρακουνιόντουσαν ανηφορίζοντας το λόφο…. Οι άνθρωποι είναι απελπιστικά φτωχοί κι έρχονται και προσφέρουν λουλούδια, και παίρνουν υπολείμματα του φαγητού”.

“Ποτέ δεν είδα τόσα πολλά λουλούδια – στην Αίγινα χτες ολόκληρο το βουνό ήτανε κόκκινο από τα ηλιάνθεμα και τις παπαρούνες – έκοψα μία, αλλά τα πέταλα της είναι σχεδόν μαραμένα. Η θάλασσα μπαίνει παντού – φτάνεις στην κορφή ενός βουνού και να αποκάτω η θάλασσα. Και πέρα μακριά βουνά χιονισμένα, και μικροί κόλποι όπως όταν η Εύα – όχι η Περσεφόνη – λουζόταν στα νερά τους. Ούτε ένα καλύβι, ούτε ένα χαμόσπιτο, ούτε ένα καφενείο. Κρυστάλλινη θάλασσα και πεντακάθαρη άμμος είναι σχεδόν το ομορφότερο πράγμα στον κόσμο – εσύ ξέρεις πόσες φορές το χω πει αυτό -πρόσθεσε και γριές με τα κοφίνια τους…. Αλλά δεν θα ξοδευτώ σε λέξεις. Πρέπει να ‘ρθουμε εδώ του χρόνου οπωσδήποτε…”

Σε μία από τις επιστολές που έστειλε στην Ethel Smith, αναφέρει: “Γιατί δεν μου είπες ποτέ ότι η Ελλάδα είναι όμορφη; Γιατί δεν ανέφερες ποτέ τη θάλασσα και τους λόφους, τις κοιλάδες και τα λουλούδια; Μόνο εγώ έχω μάτια και βλέπω; Έθελ, σου το αναγγέλλω επισήμως: η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα του κόσμου. Ο Μάης είναι η πιο όμορφη εποχή του χρόνου. Ελλάδα και Μάης μαζί!”.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι η πρώτη έκδοση του βιβλίου έγινε το 1984από τον εκδοτικό οίκο “Κρύσταλλο”. Περιλαμβάνει αποσπάσματα από το ημερολόγιό της (Τhe Diary of Virginia Woolf -vol.4: 1931-1935) καθώς και γράμματα που έστειλε από το ξενοδοχείο Ματζέστικ στην Αθήνα, τους Δελφούς και το Ναύπλιο προς την αδερφή της, τον ανιψιό της Quentine Bell, τις φίλες της Ethel Smith και Vita Sackville-West, την Lady Ottoline Morrell  και τον ποιητή και εκδότη John Lehman.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below