Τι σημαίνει να βλέπεις ξανά μια πόλη που νομίζεις πως γνωρίζεις; Τα Plásmata 3, η δράση της Στέγης που επαναλαμβάνεται κάθε δύο χρόνια στο Πεδίον του Άρεως, μεταμορφώνουν τον δημόσιο χώρο σε σκηνή παιχνιδιού, στοχασμού και συνύπαρξης. Με έργα που αγκαλιάζουν το ψηφιακό και το αναλογικό, την καθημερινότητα και το όνειρο, η φετινή έκθεση συνομιλεί με την Αθήνα του σήμερα — όχι για να την περιγράψει, αλλά για να την ρωτήσει. Ποιος είναι ο δημόσιος χρόνος; Πώς περνάμε μέσα από την πόλη χωρίς να τη βλέπουμε; Κι αν σταματούσαμε για λίγο; Η τέχνη γίνεται ρωγμή στον χρόνο, και μας προσκαλεί να σταθούμε. Να δούμε. Να νιώσουμε. Να παίξουμε. Ο Πρόδρομος Τσαβός, Διευθυντής Ψηφιακής Ανάπτυξης και Καινοτομίας στο Ίδρυμα Ωνάση, μας μιλά για τα Plásmata 3, την έκθεση που επιμελείται η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση.
Ares Awakening , Aias Kokkalis (Plasmata 3)
«We’ve met before, haven’t we? » Τα Plásmata 3 συστήνονται στο κοινό με μια φαινομενικά απλή και καθημερινή φράση, βγαλμένη ωστόσο από τον κόσμο του David Lynch και συγκεκριμένα την ταινία του «Lost Highway». Ήταν μία σκέψη που προϋπήρχε ή που ήρθε στο προσκήνιο με το θάνατο του σκηνοθέτη;
Φυσικά υπάρχει ένα «κλείσιμο του ματιού» στον Lynch, στον τίτλο της έκθεσης. Η αγάπη για τον Lynch είναι κάτι τελείως «Αφροδιτήσιο». Δηλαδή, η Αφροδίτη Παναγιωτάκου έχει εμμονή μαζί του εδώ και πολλά χρόνια, με την έννοια ότι αυτή την ατμόσφαιρα που βλέπεις στις ταινίες του Lynch, η Αφροδίτη την κουβαλάει και την κάνει δική της. Αυτό το στοιχείο έχει καθορίσει τις επιλογές μας — τις αισθητικές, τις θεατρικές εδώ και πολλά χρόνια. Φέτος, με το αφιέρωμα στον Lynch, είχαμε τη δυνατότητα να πειραματιστούμε με κάποια πράγματα. Η ατμόσφαιρα που έφτιαξε η Αφροδίτη στη Στέγη λειτούργησε, έγιναν και αφιερώματα στο Stegi Radio και μετά, όταν αρχίσαμε να συζητάμε τα Plásmata 3, όλα κόλλησαν σχεδόν οργανικά. Η αρχική επιμελητική οδηγία που μας έδωσε ήταν αναφορές σε τραγούδια όπως το «Sweet Little Lies», το τραγούδι της Ελένης Δήμου «Προσωπικά» και ο στίχος «Δεν ξέρω αν αυτό που ζω είναι αλήθεια ή παραίσθηση». Όλα αυτά συνδέθηκαν στην έννοια του ανάμεσα και προέκυψε το ερώτημα: μπορούμε να αποδώσουμε αυτή την ατμόσφαιρα του «ενδιάμεσου» και με ποιον τρόπο; Αρχίσαμε να φτιάχνουμε mood boards, πήγαμε ξανά στο Πάρκο, στο Πεδίο του Άρεως, ένα σημείο στο οποίο έχουμε ξαναβρεθεί ήδη δύο φορές. Φέτος, το θέμα μας ήταν αυτή η αγκαλιά — το togetherness. Να είμαστε μαζί. Αυτή η γλυκύτητα. Αυτό αντανακλά η έκθεση.
Η τέχνη πρέπει να αναζητεί διαρκώς καινούργιους τρόπους για να μιλήσει στο κοινό. Αλλά και η καινοτομία χρειάζεται ένα νέο λεξιλόγιο
Πώς επιλέχθηκαν οι καλλιτέχνες και τα έργα; Υπάρχει μια θεματική συνοχή ή πρόκειται περισσότερο για μια «χαρτογράφηση του αλλόκοτου»;
Δουλεύουμε περίπου δύο χρόνια σε αυτόν τον χώρο. Έχουμε κάνει μια σειρά από δράσεις και η έκθεση είναι η κορύφωσή τους -αλλά δεν είναι το τέλος τους. Ξεκινήσαμε δύο χρόνια πριν μια συνεργασία με τον Θωμά Μαλούτα και τον Σταύρο Σπυρέλλη από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, για το κοινωνικό-οικονομικό προφίλ των περιοχών αυτών, που αλλάζουν δραματικά μέρα με τη μέρα. Εξάλλου και μέσα από τη μακροχρόνια συνεργασία μας με τον Θωμά προέκυψε ο τόμος «37 ιστορίες αθηναϊκών πολυκατοικιών» (εκδόσεις Onassis Foundation). Στην έρευνα που κάναμε για τις γειτονιές γύρω από το Πεδίον του Άρεως, ζητήσαμε από τους κατοίκους, εκτός από το να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια, να φτιάξουν χάρτες με το πως φαντάζονται τη γειτονιά τους, κι εκεί ήταν που είδαμε ότι κάθε άνθρωπος βλέπει τον χώρο τελείως υποκειμενικά και διαφορετικά. Είναι κάτι το μαγικό. Μιλήσαμε πάρα πολύ με τον κόσμο. Ταυτόχρονα, αποφασίσαμε ότι θέλαμε όσο το δυνατόν περισσότεροι καλλιτέχνες να προέρχονται από τη γύρω περιοχή και να μπορούν να μας δώσουν ένα κομμάτι από αυτήν μέσα από τα έργα τους. Έχουμε, για παράδειγμα, τον Αία Κόκκαλη από την Κυψέλη ή τον Ανδρέα Αγγελιδάκη και την Κατερίνα Κομιανού από τα Εξάρχεια. Το αναφέρω, όχι γιατί έχει σημασία πού γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν, αλλά γιατί ζουν στη γειτονιά, την ξέρουν και την αγαπούν. Τα έργα τους, που θα δείτε στην έκθεση, μιλούν γι’ αυτό το μέρος βιωματικά. Επίσης, δουλέψαμε πολύ πάνω στην ιδέα ότι το ίδιο το Πεδίον του Άρεως δεν είναι ένας «φυσικός» χώρος που υπήρχε ανέκαθεν, με φυσική χλωρίδα και πανίδα που κάποιος διατήρησε. Είναι ένας τεχνητός χώρος. Ξεκίνησε ως χώρος των Οθωνικού Υππικού, στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1934 μετατράπηκε σε πάρκο, επειδή το επιδίωξε ο Καλλιγάς, ο οποίος ήταν τότε επικεφαλής της «Ανώτατης Πολεοδομικής Επιτροπής» που ως στόχο είχε την προστασία της δημόσιας αισθητικής των Αθηνών. Ο Καλλιγάς, μαζί με τον Πέτρο Ράλλη, υπουργό Συγκοινωνιών στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά, σχεδίασαν και δημιούργησαν το πάρκο. Ένα πάρκο γεμάτο γλυπτά, αφιερωμένα στην Ελληνική Επανάσταση. Ήταν ένας κατασκευασμένος φυσικός τόπος, με κατασκευασμένα γλυπτά, για μια εξίσου κατασκευασμένη χώρα, όπως μας θυμίζει ο Αγγελιδάκης. Γι’ αυτό άλλωστε μία από τις κατηγορίες της έκθεσης είναι η “ψευδοαρχαιολογία”, μια ακόμη λέξη της Αφροδίτης, δηλαδή μια αρχαιολογία που αψηφά την ιεραρχία και που φέρνει το κατασκευασμένο της ιστορίας από το παρασκήνιο στο προσκήνιο.
Slow immediate, “The Wandering Mind: You start to wonder whether it’s a dream”, 2020.
Το Πεδίον του Άρεως δεν είναι ένας ουδέτερος καμβάς. Πώς επηρέασε ο ίδιος ο χώρος –η ιστορία του, το κοινό του– την επιλογή και την τοποθέτηση των έργων;
Επιλέξαμε να προσεγγίσουμε τον χώρο σαν μια μαγική πύλη: μπαίνεις από την Κυψέλη και σε πηγαίνει στα Εξάρχεια· ή από το Γκύζη και φτάνεις στη Νεάπολη. Σαν να κάνεις ένα teleporting. Κι επειδή συνήθως περνάς από το Πεδίο τρέχοντας για να πας κάπου αλλού, εμείς προτείνουμε μια παύση. Γιατί είναι ένας χώρος αναψυχής, αλλά και κάτι βαθύτερο. Αν τον δεις τοπογραφικά και πολεοδομικά, οι ευθείες γραμμές του αντανακλούν τους δρόμους γύρω του: τη Μαυροματέων, την Αλεξάνδρας, την Ευελπίδων. Αλλά ταυτόχρονα, διαθέτει σπείρες, παρτέρια· σε προσκαλεί να χαθείς. Μην ξεχνάμε την δυτικοευρωπαϊκή -να μην πω σχεδόν βιβλική- καταγωγή του πάρκου: η ελικοειδής του πολεοδόμηση έχει ως στόχο να χαθείς σε έναν τεχνητό παράδεισο στο κέντρο της πόλης. Στις προηγούμενες εκθέσεις, σταθήκαμε στις ευθείες. Τώρα εστιάσαμε στις σπείρες, στις έλικες, στα παρτέρια. Ζητάμε από το κοινό να σταματήσει. Να μπει σε έναν χώρο πιο τρυφερό, σαν αγκαλιά. Να χαλαρώσει. Να ακούσει γλυκιά μουσική.
Άποψη του Πεδίου του Άρεως από ψηλά, χαρτογραφεί την έκθεση
Το Πεδίον του Άρεως, ιστορικά, ήταν πάντα χώρος μικτής χρήσης. Δεν ανήκε ποτέ στην «καθαρότητα». Είναι ένα μέρος στο οποίο πάντα συνέβαιναν πολλά: υπήρχαν θέατρα – ο Οικονομίδης παλιά, το θέατρο «Αλίκη», το λαϊκό θέατρο του Μάνου Κατράκη, που απωθήθηκε επί δικτατορίας το ’67. Εκεί κοντά βρίσκονται και οι πρώτες εκκλησίες, οι πρώτοι λατρευτικοί χώροι. Η εκκλησία των Ταξιαρχών είναι ίσως το παλαιότερο κτίσμα της περιοχής. Πιο κάτω, υπάρχει και ένας από του παλαιότερους γυμναστικούς συλλόγους της χώρας, ο “Πανελλήνιος”. Το Πεδίον του Άρεως είναι ο χώρος στον οποίο μπορείς να δεις από την έκθεση βιβλίου, μέχρι το Χριστουγεννάτικο χωριό, είναι χώρος όπου το εμπορικό και το κοινωνικό μπλέκονται με τον δημόσιο χώρο. Μην το ξεχνάμε αυτό. Είναι, λοιπόν, μια γιορτή των κοινών, όπου συγκεντρώνονται όλοι μαζί. Αυτό μας οδήγησε να διαμορφώσουμε την έκθεση με τέτοιο τρόπο, ώστε να ενσωματώνει αυτή τη συλλογική εμπειρία. Μπαίνεις μέσα, αλλά αν περάσεις από τις ευθείες αρτηρίες, μπορεί και να μην προσέξεις το πάρκο. Υπάρχουν όμως τα παρτέρια που σε καλούν να σταματήσεις — κι εκεί σταματάς. Ταυτόχρονα έχει μουσική, φαγητό, performances, κινηματογράφο…
Φέτος υπάρχουν περισσότερες προβολές από κάθε άλλη φορά; Πράγματι. Δύο φορές την εβδομάδα: Τετάρτη και Παρασκευή. Το ενδιαφέρον είναι ότι προβάλλεται και μία μικρού μήκους ταινία, την οποία προλογίζει ο δημιουργός της — και στη συνέχεια μία μεγάλου μήκους, σχετική με το θέμα της πρώτης. Μπορεί να δεις από το Fifth Element μέχρι το My neighbor Totoro. Είναι ένα πρόγραμμα που έχει επιμεληθεί Ελιζαμπέττα Ηλία Γεωργιάδου και αποτυπώνει όλα αυτά που θέλουμε να πούμε, και μέσα από την έκθεση. Όπως και το ραδιοφωνικό πρόγραμμα, το οποίο έχουν επιμεληθεί οι Voltnoi, Quetempo και Άκης Χοντάσης και έχει τα ίδια χαρακτηριστικά.
Θα θέλαμε ο επισκέπτης που βλέπει τα έργα στο Πεδίο του Άρεως να γνωρίζει και ποιοι είναι οι άνθρωποι γύρω του. Και να αποκτήσει και μια άλλη εικόνα για την περιοχή. Μια εικόνα διαφορετική για την επιχειρηματικότητα που συμβαίνει στο πεζοδρόμιο κι όχι στα βιβλία, ζωντανή, ιδίως από μετανάστες δεύτερης γενιάς.
Dionysios, “Διαλογισμός για τον χρόνο”, 2022-2025.
Όλες τις φορές που συναντήθηκα με τα Plásmata, με προσκάλεσαν να συμμετάσχω σε ένα παιχνίδι. Ποιος είναι ο ρόλος της παιδικότητας ή αν προτιμάς της φαντασιακής περιπλάνησης που συνδέεται με την παιδικότητα στην επιμέλεια των Πλασμάτων;
Η έκθεση φέτος είναι φτιαγμένη για να παίξεις. Είναι η έκθεση που έχουμε δουλέψει πιο εσωτερικά από κάθε άλλη φορά. Μας βοήθησαν και άλλες ομάδες στην αρχή, αλλά από εκεί και πέρα, είναι κάτι που δούλεψαν πολύ οι δικοί μας επιμελητές. Και είμαι πολύ περήφανος για αυτό γιατί είναι κάτι που γεννήθηκε από τα σπλάχνα μας. Είναι μια έκθεση πολύ πυκνή (έχει 31 σημεία) και ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά διακριτική. Να σου πω μερικά έργα που έχουν αυτό τον χαρακτήρα. Η Noemi Iglesias Barrios παρουσιάζει το έργο The Falling City, το οποίο εμπνεύστηκε πηγαίνοντας σε εκείνα τα πολύ βαρετά συνέδρια για τις “έξυπνες πόλεις”, όπου όλοι μιλούσαν για το πώς το CCTV μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της εγκληματικότητας, στην αποφυγή ατυχημάτων, στη βελτίωση της κυκλοφορίας. Και η Noemi έλεγε: «ΟΚ, καλό να έχω ένα σύστημα που με προστατεύει από το να πέσω, αλλά …υπάρχει CCTV που με κάνει να ερωτευτώ; Πώς μπορεί μια κάμερα να μας οδηγήσει στην αγάπη;» Στο έργο της, λοιπόν, υπάρχει μια κάμερα που μας βλέπει ως πλήθος. Δεν καταγράφει· αλλά «νιώθει» πόσοι αγκαλιαζόμαστε, πόσοι φιλιόμαστε, πώς κρατιόμαστε από το χέρι. Και ανάλογα, ενεργοποιεί διαφορετικά φωτεινά στοιχεία — γυάλινα φυτά, κρυστάλλινα σχήματα. Υπάρχει το έργο του Simon Moritz Geist, «Hard Times – Soft Sounds»: 22 κοχύλια, παραταγμένα σε μια σπείρα. Μέσα τους έχουν νερό και παράγουν έναν ήχο σαν να πέφτει μια σταγόνα. Νομίζεις ότι είναι ηχείο, αλλά στην πραγματικότητα είναι απλώς το κοχύλι. Στο «The Sanctuary of Dreams» του Pierre-Christophe Gam, οι επισκέπτες μπορούν να καθίσουν και να γράψουν τα όνειρά τους — για το πώς φαντάζονται ότι θα τρώμε, θα ερωτευόμαστε, θα παίζουμε ή θα κοιμόμαστε στο μέλλον. Η Martyna Marciniak παρουσιάζει έναν «ψεύτικο πάπα», που λέει μια αλήθεια. Δείχνει τον Balenciaga Pope και εξηγεί πώς κατασκευάζεις ένα non-fact. (σ.σ. δύο χρόνια πριν μία κατασκευασμένη ΑΙ φωτογραφία του Πάπα Φραγκίσκου τυλιγμένου σε ένα puffer jacket, έμεινε στην ιστορία ως “Balenciaga Pope”). H Μαρία Μαυροπούλου στην ταινία “The Sleight of the Machine”έχει δημιουργήσει έναν ταχυδακτυλουργό — μια σύνθεση από ΑΙ μέσω του Sora της OpenAI. Είναι τόσο ρεαλιστικό που καταλαβαίνεις πως είναι ψεύτικο μόνο όταν προσέξεις τα δάχτυλά του. Υπάρχει το Punkthenon των Κάλλας, ένας Παρθενώνας απέναντι από το Stegi.radio φτιαγμένος από κομμάτια πεζοδρομίων από διαδηλώσεις που έχει την πλάτη του στην Πλατεία Εξαρχείων και τοποθετείται στον χώρο που είχε το Εθνικό Λαϊκό Θέατρο ο Μάνος Κατράκης πριν τον διώξει η δικτατορία από εκεί. Είναι ο John Fitzgeral και ο Godfrey Reggio που μας καλούν να δούμε μια ζωή εκτός ισορροπίας μέσα σε μια προβολή πάνω σε έναν τοίχο ατμού.
Manousos Manousakis_Neighbors (Plasmata 3)
Είναι αυτό ένα είδος πρόκλησης για την αντίληψη που έχουμε για την τέχνη — το να περνάς από έναν χώρο και να μην είσαι σίγουρος αν αυτό που βλέπεις είναι έργο τέχνης ή κάτι τυχαίο;
Το «δεν ξέρεις τι είναι» είναι από μόνο του αποτέλεσμα δουλειάς. Προσπαθούμε να γκρεμίσουμε, αποδομήσουμε τα τείχη που υπάρχουν ανάμεσα στον θεατή και την τέχνη. Γιατί η τέχνη είναι κάτι που πρέπει να ανήκει σε όλους. Όταν όμως βάζεις τα έργα μέσα σε μια γκαλερί, μέσα σε μια Στέγη — όσο υπέροχη κι αν είναι η Στέγη — υπάρχει πάντα μια δυσκολία. Ο άλλος διστάζει να περάσει το κατώφλι. Σου λέει: «εδώ είναι ιερατείο, δεν μπορώ να μπω, είναι για τους μυημένους». Άρα λοιπόν, πρέπει να «βεβηλώσεις» το ίδιο σου το ιερατείο, για να το μεταμορφώσεις. Να το ανοίξεις.
Όλη αυτή η προσπάθεια συγκροτεί με έναν τρόπο ένα νέο λεξιλόγιο για την τέχνη;
Είναι μια συνειδητή χειρονομία προς αυτή την κατεύθυνση: να ξεφύγουμε από την αυτοαναφορικότητα και τον καθωσπρεπισμό. Να βάλουμε καινούριες λέξεις. Να αναζητήσουμε άλλους τρόπους να δούμε την τέχνη. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτό προσπαθεί να κάνει η Αφροδίτη Παναγιωτάκου όλα αυτά τα χρόνια -και ειδικά τα τελευταία πέντε- στη Στέγη. Βλέπεις μια ξεκάθαρη προσπάθεια να αλλάξει το λεξιλόγιο με το οποίο μιλάμε για την τέχνη. Γι’ αυτό κάνουμε και τα takeovers· γι’ αυτό υπάρχουν τόσες δράσεις για τον δημόσιο χώρο, για τον κινηματογράφο, την μουσική αλλά και residencies με το AiR και πρωτοβουλίες όπως το ΟΝΧ για την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα στον πολιτισμό. Η τέχνη πρέπει να αναζητεί διαρκώς καινούργιους τρόπους για να μιλήσει στο κοινό. Αλλά και η καινοτομία χρειάζεται ένα νέο λεξιλόγιο. Δεν μπορεί να είμαστε στον κόσμο μας και να μιλάμε για τις «Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες» λες και είμαστε στη Γάνδη ή στο Παρίσι χωρίς να βλέπουμε το τι γίνεται δίπλα μας. Η δουλειά που έχουμε κάνει με περισσότερες από 50 επιχειρήσεις γύρω από το Πεδίον του Άρεως μαζί με την Αναστασία Μαυρογιάννη και τον Ηρακλή Παπαθεοδώρου είναι ακριβώς σε αυτήν την λογική. Πιστεύω ότι το Ίδρυμα Ωνάση που έχει το ίδιο Διοικητικό Συμβούλιο και για τις επιχειρήσεις και για το κοινωφελές του κομμάτι και ασχολείται με την ίδια φροντίδα και με τα δύο είναι, και ιδίως ο πρόεδρός του ο κος Αντώνης Παπαδημητρίου που είναι ένας άνθρωπος με πραγματικά σφαιρική γνώση των πραγμάτων, είναι σε θέση να γκρεμίσει τα τείχη που χωρίζουν τους δύο αυτούς κόσμους. Η δική μου ενασχόληση με το θέμα αυτό στα Πλάσματα ξεκινάει από μια προσωπική εμπειρία: Διδάσκω στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο θέματα ρύθμισης Τεχνητής Νοημοσύνης. Και μιλάμε business models και για τύπους επιχειρήσεων που ελάχιστα αφορούν τον μέσο άνθρωπο. Και βγαίνω από το ΟΠΑ και βλέπω τα μαγαζιά απέναντι: Κομμωτήρια, νυχάδικα, μικρές επιχειρήσεις δεύτερης γενιάς μεταναστών. Παρατηρώ ότι έχουν καινούργιες ιδέες, καινούργιο τρόπο να μιλήσουν στο κοινό τους και να προσφέρουν τις υπηρεσίες και τα προϊόντα τους. Τι σημαίνει να έχεις ένα μαγαζί που κάνει μαλλιά νύχια και ταυτόχρονα είναι ένα μπακάλικο και τράπεζα, όπως είναι πολλά Αφρικάνικα ή Ασιατικά μαγαζιά; Έχει μια βαθιά γνώση και εξυπνάδα όλο αυτό. Υπάρχει λοιπόν επιχειρηματικότητα, και καινοτομία που δεν είναι «κοστουμαρισμένη». Είναι η καινοτομία που συμβαίνει στο πεζοδρόμιο. Αυτό θελήσαμε να το πιάσουμε με μια σειρά από σεμινάρια και εργαστήρια, για το πώς μπορεί κανείς να έχει ψηφιακή παρουσία με μηδενική γνώση προγραμματισμού. Πώς να φτιάξεις ένα website, πώς να οργανώσεις το λογισμικό της αποθήκης σου, το πρόγραμμα διαχείρισης των τραπεζιών σου εάν είσαι καφέ ή εστιατόριο, τις προμήθειές σου. Ακόμα και το να γράψεις κώδικα σήμερα μπορείς να το κάνεις με τεχνητή νοημοσύνη. Υπάρχουν εργαλεία. Δεν χρειάζεται να ξέρεις κάτι. Γράφεις όπως μιλάς. Αρκεί να μάθεις πώς να μιλάς στο μηχάνημα — σε φυσική γλώσσα. Αυτό το κομμάτι θελήσαμε να το δουλέψουμε μαζί με τους ανθρώπους αυτούς. Να τους γνωρίσουμε, και να μάθουμε από αυτούς. Θα θέλαμε ο επισκέπτης που βλέπει τα έργα στο Πεδίο του Άρεως να γνωρίζει και ποιοι είναι οι άνθρωποι γύρω του. Και να αποκτήσει και μια άλλη εικόνα για την περιοχή. Μια εικόνα διαφορετική για την επιχειρηματικότητα που συμβαίνει στο πεζοδρόμιο κι όχι στα βιβλία, ζωντανή, ιδίως από μετανάστες δεύτερης γενιάς.Πιστεύω πως είναι ένα από τα πιο δυναμικά κομμάτια της κοινωνίας μας. Κάνουν φοβερά πράγματα. Βρίσκει κανείς τις 50 επιχειρήσεις με τις οποίες δουλεύουμε σκανάροντας την εφαρμογή μας στους χάρτες μέσα στο Πεδίο. Δουλεύουμε μαζί τους εδώ και περίπου έξι-επτά μήνες — έναν χρόνο αν βάλεις μέσα και τη χαρτογράφηση. Είναι κι αυτό ένα μέρος από τα «πλάσματα» που υπάρχουν γύρω μας. Και δείχνει πώς η έκθεση αυτή δεν είναι απλώς μία έκθεση.
Ο Πρόδρομος Τσαβός, Διευθυντής Ψηφιακής Ανάπτυξης και Καινοτομίας στο Ίδρυμα Ωνάση
Κάτι άλλο που αγγίζει πολύ τον πυρήνα της σκέψης των Πλασμάτων, είναι η σχέση — ή καλύτερα, η ένταση — ανάμεσα στο ψηφιακό και στο αναλογικό. Συμφωνείς;
Απολύτως. Και φέτος είναι πιο καθαρό από ποτέ. Φέτος είναι, κατά τη γνώμη μου, η πιο “αναλογική” έκθεση που έχουμε κάνει. Και γι’ αυτό, την ίδια στιγμή, είναι και η πιο βαθιά “ψηφιακή”.
Πώς το εννοείς αυτό;
Αν μπεις σήμερα σε ένα δωμάτιο και κοιτάξεις γύρω σου, όλο και περισσότερες ψηφιακές συσκευές είναι αόρατες. Όσο ωριμάζει μια τεχνολογία, τόσο «χάνεται» από το οπτικό μας πεδίο. Δεν σημαίνει όμως πως δεν είναι παρούσα. Υπάρχει μέσα στον τρόπο με τον οποίο είναι κατασκευασμένα τα πάντα. Ελάχιστα πράγματα πλέον φτιάχνονται χωρίς τη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών. Μπορεί να περιέχουν σένσορες, να παρακολουθούν, να καταγράφουν, να ανταποκρίνονται. Η λέξη «αυτοκίνητο» σήμερα δεν σημαίνει το ίδιο πράγμα με αυτό που σήμαινε κάποτε. Το «αυτοκίνητο» του ’80 δεν είναι το ίδιο με αυτό που εννοούμε σήμερα. Η λέξη «τηλέφωνο», για παράδειγμα, σημαίνει πια κάτι εντελώς διαφορετικό. Για τον πατέρα μου, ήταν μια συσκευή με καλώδιο, κολλημένη στον τοίχο. Μιλούσες και αυτό ήταν όλο. Σήμερα όμως, το τηλέφωνο είναι η φωτογραφική μου μηχανή, τα social media, το AI μου, ο συνοδοιπόρος μου. Και όλα αυτά — η τεχνολογία, ειδικά η τεχνητή νοημοσύνη — είναι παντού. Με την καλή και την κακή έννοια, είναι σαν τα μικροπλαστικά. Δεν τα βλέπεις, αλλά υπάρχουν. Άρα, όταν μιλάμε σήμερα για τεχνολογία, το τελευταίο που χρειάζεται είναι μια τεράστια οθόνη να φωνάζει «κοίτα με». Τα έργα που θα δούμε στο Πεδίο ασχολούνται πολύ με αυτό — έμμεσα, σε δεύτερο επίπεδο. Αυτό που με ενδιαφέρει — κι εδώ μιλώ ως πιο «ακαδημαϊκός» θεατής — είναι ότι υπάρχει μια παράθεση διαφορετικών μέσων, που δείχνει την γενεαλογία του μέσου χωρίς να γίνεται διδακτική. Από το θέατρο σκιών, όπως στο έργο του William Kentridge, με το back-projection που θυμίζει καραγκιόζη, μέχρι παλιά media art: η Κατερίνα Κομιανού δουλεύει με φιλμ super 8, και το προβάλλει τελείως αναλογικά, χωρίς κανένα edit, πάνω σε διαφορετικές επιφάνειες.
Efi Gousi, Tectonic Riders, Plasmara 3
Στο παρελθόν είχαμε συνωστισμό μπροστά από κάποια έργα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το «Φαρμακείο». Μπορείς να κάνεις κάποια πρόβλεψη φέτος για τα έργα μπροστά από τα οποία ίσως δούμε να σχηματίζονται ουρές;
Δεν ξέρω, είναι πολλά, αλλά ελπίζω να δούμε κόσμο χωρίς να χρειαστεί να ανησυχήσουμε. Πάντως, υπάρχει ένα παλαβό έργο που δεν το έχουμε αναφέρει ακόμα των Jiabao Li, Matt McCorkle και Botao ‘Amber’ Hu, τρεις καλλιτέχνες και απίθανοι επιστήμονες από τη Νέα Υόρκη, από το Onassis ONX Studio . Κρατούν μια μάσκα που περιέχει ένα iPhone. Φοράς τη μάσκα και γίνεσαι… νυχτερίδα! Ο ήχος που χτυπά κάτω αποτυπώνεται οπτικά. Τον βλέπεις σαν κύμα, μπροστά στο σιντριβάνι. Έχει έξι headsets, Θα γίνει χαμός. Έπειτα στο έργο του DIONYSIOS, Διαλογισμός για τον χρόνο, υπάρχει ένα Datsun. Πιστεύω ότι θα πηδάνε όλοι πάνω του! Είμαι πολύ περίεργος να δω και τα παιδάκια τι θα κάνουν με τις πουφοκολώνες του Αγγελιδάκη. Όταν τις στήναμε, βλέπαμε διάφορους τύπους να έχουν αράξει πάνω τους, να πίνουν καφέ, να χαλαρώνουν. Μου άρεσε πάρα πολύ αυτό. Πιστεύω και το έργο του Pierre Christophe Gam θα έχει τέτοια διάθεση. Είναι ένα έργο χαλάρωσης. Θέλεις να μπεις μέσα, να καθίσεις, να χαθείς. Προσπαθούμε, βέβαια, να βρούμε τρόπους να μη δημιουργηθεί ξανά συνωστισμός.
Επειδή τα Plásmata 3 είναι, ή μπορούν να γίνουν, ένας καθρέφτης της σημερινής Αθήνας, έχει ενδιαφέρον να σκεφτούμε: ποια είναι η πιο βαθιά ερώτηση που θέτουν στην πόλη;
Νομίζω πως τα Plásmata 3 δείχνουν την Αθήνα που όλοι ξέρουμε, αλλά δεν σταματάμε ποτέ για να την κοιτάξουμε. Είναι η πόλη που, επειδή είναι τόσο οικεία, την αγνοούμε. Όταν τελικά σταματήσεις, σου αποκαλύπτεται ως κάτι σχεδόν ανοίκειο — σαν να την βλέπεις για πρώτη φορά. Όσο για το ερώτημα που θέτουν, νομίζω πως, όπως και σε προηγούμενες εκθέσεις έτσι κι εδώ, το ερώτημα είναι πάντα το ίδιο — απλώς κάθε φορά απαντιέται διαφορετικά. Το ερώτημα είναι: ο δημόσιος χώρος είναι δημόσιος χρόνος. Τι σημαίνει αυτό; Δηλαδή, πώς ζεις τον χρόνο μέσα στον δημόσιο χώρο; Πώς ζεις τον χρόνο μέσα στην πόλη; Μπορείς να τον μεταμορφώσεις; Μπορείς, έστω και για λίγο, να βιώσεις την ομορφιά — με τη βοήθεια της τέχνης, που σε οδηγεί εκεί; Τα Plásmata 3 σου λένε: «Κάτσε λίγο. Σταμάτα — όχι με βία, όχι απότομα — απλώς ήρεμα. Στάσου για λίγο». Είναι σαν να δημιουργείται μια ρωγμή, που σου επιτρέπει να σταματήσεις και να δεις αυτό που δεν έβλεπες, να δεις την ομορφιά που είναι δίπλα σου. Και στο Πεδίο του Άρεως, αυτό είναι πραγματικά αισθητό. Είναι αδιανόητα όμορφο — και είναι και οι θέες που έχεις προς τις γειτονιές γύρω-γύρω. Ξαφνικά, αλλά χωρίς βία, βλέπεις τις γειτονιές, σου αποκαλύπτονται και σου κλείνουν το μάτι.
Τα πλάσματα κρύβονται μέσα σε παρτέρια, αχνοφαίνονται πίσω από θάμνους, ξεπροβάλλουν σε τοίχους και ζωντανεύουν απρόσμενα στα ξέφωτα του πάρκου.
Ανακαλύψτε τα από την Τρίτη, 27 Μαΐου και για 20 μέρες, στο Πεδίον του Άρεως.