Εικονογράφηση: Anna Schoenborn
Κανένα story, κανένα location, κανένα ψηφιακό ίχνος. H εκλεπτυσμένη ικανοποίηση ότι αυτή εδώ η στιγμή είναι ολόδική μας αντανακλά μια παντοτινή, αδιαμφισβήτητη αλήθεια: οι θησαυροί όταν μοιράζονται εδώ κι εκεί παύουν να είναι θησαυροί.
Στην εποχή του ψηφιακού κορεσμού και της πνευματικής υπερδιέγερσης, ολοένα περισσότεροι αναζητούν μια αίσθηση ξεκούρασης και ελευθερίας από τα δεσμά των social media: το JOMO (Joy Of Missing Out) -ευθεία απάντηση στο FOMO (Fear Of Missing Out) του προηγούμενου καιρού- δεν είναι νέο concept, αλλά μοιάζει η μοναδική απάντηση τώρα που η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Αυτό που κάποτε ονομάζαμε δια κοπές, δηλαδή αναστολή της κανονικότητας και της εργασίας, έχει μετατραπεί σε πάρεργο με φόντο ονειρικά τοπία. Δεν ταξιδεύουμε (μόνο) για να ξεκουραστούμε – ταξιδεύουμε για να δείξουμε ότι ξεκουραζόμαστε, ότι διασκεδάζουμε, ότι ρουφάμε το μεδούλι της ζωής. Και στην πιο σκοτεινή εκδοχή του, ταξιδεύουμε για να μας φθονούν. Το JOMO είναι το συνειδητοποιημένο συναίσθημα ότι τα δύο αυτά είναι ασυμβίβαστα: δεν μπορείς να ξεκουράζεσαι και να «δουλεύεις» για το όποιο -μικρό ή μεγάλο- κοινό σου ταυτόχρονα. Δεν μπορείς να συνδεθείς με τη φύση αν είσαι μονίμως συνδεδεμένος με τους απομακρυσμένους άλλους. Και δεν μπορείς να βρεις τον εαυτό σου εάν όλοι ξέρουν πού βρίσκεσαι.
Δεν ταξιδεύουμε (μόνο) για να ξεκουραστούμε – ταξιδεύουμε για να δείξουμε ότι ξεκουραζόμαστε, ότι διασκεδάζουμε, ότι ρουφάμε το μεδούλι της ζωής. Και στην πιο σκοτεινή εκδοχή του, ταξιδεύουμε για να μας φθονούν.
No signal για τις ελίτ
Το ερώτημα είναι εάν αυτά τα ευεργετικά συναισθήματα της απόσυρσης, της απομόνωσης και της ανεμελιάς -αντίδοτο στην πρόσκαιρη ικανοποίηση που χαρίζει ένα ακόμη like- θα καταφέρουν να βρουν απήχηση στις μάζες, επαναφέροντάς μας στις εργοστασιακές μας ρυθμίσεις, στην προ social media εποχή.
Προς το παρόν, μοιάζει να είναι ένα κοινό μυστικό για μια μικρή κάστα πεφωτισμένων. Οι offline διακοπές είναι ένα νέο προνόμιο για τους λίγους που συνειδητοποιούν ότι η υπερσύνδεση βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία.
Το «Eremito» στην Ούμπρια αυτοπροσδιορίζεται ως «σύγχρονο μοναστήρι» που εστιάζει στο #slowlife και στη σιωπή (#silence) προκειμένου να «αποκοπούμε από τον ψηφιακό θόρυβο» (αυτή ακριβώς είναι η περιγραφή του -πού αλλού;- στο Instagram).
Το «Villa Stéphanie» στο Μπάντεν Μπάντεν είναι ένα κέντρο ευεξίας που χρεώνει περίπου 800 ευρώ τη βραδιά για να χαρίσει μια ολιστική εμπειρία στους εκλεκτούς επισκέπτες με το πάτημα ενός κουμπιού: δίπλα στο κρεβάτι υπάρχει ένας ασημένιος διακόπτης που «ρίχνει» αυτόματα όλο το σήμα χάρη σε μια έξυπνη χάλκινη εγκατάσταση στους τοίχους.
Οι «Unplugged» είναι μια σειρά από απομονωμένες καμπίνες σε φυσικά τοπία του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ισπανίας όπου κατά την άφιξή τους οι επισκέπτες παραδίδουν τα κινητά τους, τα οποία κλειδώνονται σε κουτιά, και τους παρέχεται ένα παλιό Nokia για επείγουσες κλήσεις. Ο ιδιοκτήτης τους, Hector Hughes, είπε στο BBC πώς προέκυψε η ιδέα το 2019. «Ήμουν σε οριακό σημείο», είπε, «και πήγα σε έναν βουδιστικό ναό στα Ιμαλάια. Εμεινα χωρίς το τηλέφωνό μου για 10 ημέρες. Δεν είχα ξανακάνει τέτοιο διάλειμμα». Γύρισε πίσω, παραιτήθηκε από τη δουλειά του και ξεκίνησε αυτή την τουριστική επιχείρηση τεχνολογικής αποχής.
Οι «Unplugged» είναι μια σειρά από απομονωμένες καμπίνες σε φυσικά τοπία του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ισπανίας όπου κατά την άφιξή τους οι επισκέπτες παραδίδουν τα κινητά τους, τα οποία κλειδώνονται σε κουτιά, και τους παρέχεται ένα παλιό Nokia για επείγουσες κλήσεις.
Στον τελευταίο κύκλο του «White Lotus», το wellness resort στην Ταϊλάνδη λειτουργεί ως άριστο κοινωνικό σχόλιο για το πού βρισκόμαστε σήμερα: είναι ένας exclusive τόπος «πνευματικής κάθαρσης» για την εύπορη Δύση, αλλά παρότι το μέρος ενθαρρύνει το digital detox, οι ήρωες εξακολουθούν να κυκλοφορούν με τα κινητά στο χέρι και να περιφέρουν τις Δυτικές νευρώσεις τους στο εξωτικό περιβάλλον. Ενδεικτικά της τάσης είναι τα αποτελέσματα της έκθεσης Unpack ’25, που έδειξε ότι το 63% των ταξιδιωτών σχεδιάζει ταξίδια σε εναλλακτικούς προορισμούς, μακριά από τα συνήθη hotspots, ενώ η Hilton, από την πλευρά της, σημειώνει ότι το 74% των επισκεπτών της το 2024 αναζητούσε εμπειρίες «ήρεμες, αυθεντικές, χωρίς συνωστισμό».
Για πρώτη φορά, μετά από χρόνια και χρόνια υπερσύνδεσης, το «εκτός κάλυψης» γίνεται προσδοκία αντί για εφιάλτης, ωστόσο εύκολα διακρίνει κανείς τη λεπτή ειρωνεία: το να μην ανοίξεις το κινητό σου στις διακοπές είναι δωρεάν, ωστόσο χρειαζόμαστε να οργανώσουμε, να πλανάρουμε και να πληρώσουμε για να μείνουμε εκτός. Το offline είναι πολυτέλεια όχι επειδή είναι ακριβό ή σπάνιο, αλλά επειδή είναι πολύ δύσκολο.
Εθισμένοι στη φωτογένεια
1/3 των ταξιδιωτών δηλώνει πως νιώθει ότι δεν έκανε πραγματικές διακοπές αν δεν τις ποστάρει στα social media. Το 97% των Gen Z ταξιδιωτών ανεβάζει περιεχόμενο real time από τα ταξίδια. Το 40% των Millennials επιλέγει ταξιδιωτικό προορισμό βάσει του πόσο «instagrammable» είναι. Ολα τα παραπάνω στοιχεία που προκύπτουν από έρευνα της Expedia του 2023 δείχνουν ότι οι τουριστικές μας εμπειρίες και επιθυμίες είναι καρτ ποστάλ φτιαγμένες απο pixels.
Ούσα κι εγώ η ίδια θύμα αλλά και θύτης του φαινομένου, καθώς πέρασα σχεδόν ολόκληρη την προηγούμενη δεκαετία σκρολάροντας ηδονοβλεπτικά, σημειώνοντας προορισμούς με γνώμονα το πόσο φωτογενείς είναι και «ταΐζοντας», με τη σειρά μου, το «θηρίο» που λέγεται Instagram με αποσπάσματα από τις διακοπές μου, είμαι σε θέση πια να επιβεβαιώσω ότι: 1) Πρέπει να περιμένεις πολλή ώρα για να αδειάσουν από ανθρώπους τα γραφικά σοκάκια στα νησιά ώστε να πετύχεις την τέλεια λήψη. 2) Στη Φοντάνα Ντι Τρέβι σχηματίζονται καθημερινά ουρές από δεσποινίδες που περιμένουν στωικά να έρθει η σειρά τους και να βγάλουν μια «τουρίστες-free» φωτογραφία. 3) Οι καρδούλες από αφρόγαλα στους καπουτσίνο έρχονται συνήθως μόνο αν τις ζητήσεις – αλλά φέρνουν πάντα πολλές καρδούλες στο Instagram.
1/3 των ταξιδιωτών δηλώνει πως νιώθει ότι δεν έκανε πραγματικές διακοπές αν δεν τις ποστάρει στα social media. Το 97% των Gen Z ταξιδιωτών ανεβάζει περιεχόμενο real time από τα ταξίδια. Το 40% των Millennials επιλέγει ταξιδιωτικό προορισμό βάσει του πόσο «instagrammable» είναι.
Είναι όλο μια άβολη κατασκευή. Τόσο άβολη όσο το να έχεις ξαπλώσει χωρίς πετσέτα στα βράχια του Σαρακήνικου στη Μήλο, να πονάς και να γδέρνεσαι, αλλά να προσπαθείς να πείσεις ότι εκείνη τη στιγμή διαβάζεις τον Κούντερα που κρατάς στο χέρι. Η απόλυτη επικράτηση του φαίνεσθαι επάνω στο -αβάσταχτα ελαφρύ- είναι.
Η Natacha de Mahieu, φωτογράφος και κοινωνιολόγος, αποτύπωσε την πραγματικότητα με οδυνηρή σαφήνεια: στην έκθεσή της «Το Θέατρο της Αυθεντικότητας» κατέγραψε τουρίστες να ποζάρουν ημίγυμνοι σε παγωμένα βουνά για μια «χαλαρή» φωτογραφία και άλλους να στήνουν «αυθόρμητους» εναγκαλιασμούς με φόντο τα αερόστατα της Καππαδοκίας.
Αλλά η ματαιοδοξία και οι κίβδηλες εμπειρίες είναι το πιο ανώδυνο σκέλος του προβλήματος:
Γόνδολες έχουν αναποδογυρίσει στη Βενετία επειδή τουρίστες αρνήθηκαν να σταματήσουν να βγάζουν όρθιοι φωτογραφίες, άλλοι έχουν σκοτωθεί σε ειδυλλιακούς γκρεμούς προσπαθώντας να απαθανατίσουν την τέλεια selfie, ενώ καθημερινά συλλαμβάνονται άνθρωποι επειδή επιχειρούν φωτογραφικές απρέπειες μπροστά στο Μάτσου Πίτσου, στις Πυραμίδες της Γκίζας, στο Μνημείο του Ολοκαυτώματος και σε άλλα παγκόσμια πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία.
Γόνδολες έχουν αναποδογυρίσει στη Βενετία επειδή τουρίστες αρνήθηκαν να σταματήσουν να βγάζουν όρθιοι φωτογραφίες, άλλοι έχουν σκοτωθεί σε ειδυλλιακούς γκρεμούς προσπαθώντας να απαθανατίσουν την τέλεια selfie, ενώ καθημερινά συλλαμβάνονται άνθρωποι επειδή επιχειρούν φωτογραφικές απρέπειες.
Εργασία αναψυχής
Η ειρωνεία είναι ότι το να πείσεις ότι ξεκουράζεσαι είναι μια πολύ κουραστική διαδικασία όχι μόνο σωματικά -αφού συχνά απαιτείται περπάτημα και σκαρφάλωμα για να εξασφαλίσεις το τέλειο σποτ-, αλλά κυρίως ψυχικά. Έρχεται μια στιγμή που δεν αντέχεις άλλο να απομακρύνεις πλαστικά μπουκάλια για να βγει αισθητικά άρτια η «ανέμελη» στιγμή στην ταβερνούλα, όπου συνειδητοποιείς ότι αντιμετωπίζεις τον ήλιο ως φωτιστικό και τους φίλους σου ως κομπάρσους. Οι διακοπές μοιάζουν με εργασία αναψυχής και όλοι εμείς με digital nomads που δουλεύουμε από παντού όχι για κάποιο αφεντικό, αλλά για τη δημόσια εικόνα μας που μας διαφεντεύει.
Κι αν το slow travelling είναι η απάντηση στην κόπωση των επιμελώς ατημέλητων διακοπών, το JOMO είναι μια πράξη ανυπακοής, μια αστική αντίδραση στην υπερπληροφόρηση, αλλά και μια στρατηγική επιβίωσης του νευρικού συστήματος.
Κι αν το slow travelling είναι η απάντηση στην κόπωση των επιμελώς ατημέλητων διακοπών, το JOMO είναι μια πράξη ανυπακοής, μια αστική αντίδραση στην υπερπληροφόρηση, αλλά και μια στρατηγική επιβίωσης του νευρικού συστήματος.
Δεν απαρνιόμαστε το ψηφιακό. Το παύουμε προσωρινά. Το στέλνουμε διακοπές.
Είναι εξέγερση και επιβολή μαζί – εξέγερση ενάντια στο μαζικό φαινόμενο και επιβολή εξουσίας επάνω στους δικούς μας, ανεπιθύμητους πια, εθισμούς.
Οπότε, η φετινή to do λίστα των διακοπών ας περιλαμβάνει μόνο ένα πράγμα: μια στιγμή απόλυτης εσωτερικής πληρότητας, ιδανικά δίπλα στη θάλασσα, με φόντο ένα ηλιοβασίλεμα, από αυτές που μαζεύουν όλα τα likes του κόσμου. Κανείς δεν θα ξέρει πως είμαστε εκεί, αλλά εμείς θα είμαστε πιο εκεί από ποτέ.