Ο Έτορε είναι ένας έφηβος σαν όλους τους άλλους, από μια συνηθισμένη οικογένεια. Θα μπορούσε να είναι το δικό μας παιδί. Όταν φεύγει όμως από τα προάστια του Μιλάνου για να γραφτεί σε ένα μεγάλο λύκειο του κέντρου της πόλης, καθώς δυσκολεύεται να βρει τη δική του κοινότητα φίλων, απορροφάται από μια νεοφασιστική ομάδα και βρίσκεται στον δρόμο του πολιτικού εξτρεμισμού. Οδηγείται, βήμα βήμα, στο αναπόφευκτο και τραγικό φινάλε του μυθιστορήματος όπου πρωταγωνιστεί, «Η λάθος πλευρά» (εκδ. Διόπτρα).
Η παραπάνω ιστορία, που αφηγείται ο Davide Coppo, μου θύμισε την τηλεοπτική σειρά-φαινόμενο του Netflix «Adolescence», καθώς επιβεβαιώνει πως η ρητορική του μίσους και της βίας δεν στοχεύει μόνο συγκεκριμένα παιδιά (όπως εκείνα που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικά περιβάλλοντα): πως, στην πραγματικότητα, κανένας δεν είναι στο απυρόβλητο.
Μάλιστα σε αυτή την αφήγηση, που συνδυάζει τον καθηλωτικό ρυθμό με την εσωτερικότητα και την ειλικρίνεια, ο Ιταλός συγγραφέας και δημοσιογράφος έχει ενσωματώσει κάτι από τη δική του εφηβεία στην Ακροδεξιά. Λίγο πριν να επισκεφτεί το φετινό Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων (25-29/06) ο Coppo μίλησε στο Marie Claire Greece για την εμπειρία από το παρελθόν του, τη σύγχρονη άνοδο της Ακροδεξιάς σε ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και το πώς αυτή επηρεάζει τις σχέσεις των φύλων.
Πόση μυθοπλασία και πόσα αληθινά γεγονότα περιλαμβάνει «Η λάθος πλευρά»;
«Είναι κυρίως μυθοπλασία, αλλά η ψυχολογία του πρωταγωνιστή και τα συναισθήματά του βασίζονται κυρίως σε αληθινές εμπειρίες. Οι λόγοι για τους οποίους προσεγγίζει τη νεοφασιστική ομάδα αντικατοπτρίζουν, σε μεγάλο βαθμό, δικές μου σκέψεις από το παρελθόν [στην Ακροδεξιά]».
Τι κινητοποιεί, λοιπόν, τον Έτορε να ενταχθεί σε μια ακροδεξιά ομάδα;
«Νιώθει πολύ μόνος: δεν γνωρίζει τη θέση του στο σχολείο, στην κοινωνία, στον κόσμο. Αισθάνεται αποκλεισμένος από τους συνομηλίκους του. Κάτι που συμβαίνει σε πολλούς εφήβους. Και ξαφνικά, τυχαία, γνωρίζει κάποιους που θέλουν να τον υποδεχτούν στην ομάδα τους, που τον προσκαλούν στις συναντήσεις τους. Επομένως ο βασικός λόγος είναι ότι κατά κάποιον τρόπο ερωτεύεται αυτή την ομάδα, τη βλέπει σαν οικογένεια. Μετά ανακαλύπτει την ιδεολογία της».

Γιατί αποφασίσατε να γράψετε τώρα αυτή την ιστορία;
«Την είχα κρατήσει για χρόνια κλειδωμένη σε ένα ντουλάπι. Δεν ήθελα να τη θυμάμαι. Φοβόμουν και ντρεπόμουν κάπως. Μέχρι που άρχισα να βλέπω στις ειδήσεις, το 2021-2022, πολλές ομάδες όπως εκείνη που είχα γνωρίσει, να συγκεντρώνουν δύναμη στην Ευρώπη, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και σε άλλες χώρες, όπως στη Γαλλία, στη Γερμανία, και αποφάσισα ότι είχε έρθει η στιγμή να αναμετρηθώ με εκείνο το παρελθόν γράφοντας ένα βιβλίο. Αποφάσισα να είναι μυθιστόρημα γιατί ήθελα να αφηγηθώ πιο ακραία γεγονότα από εκείνα που είχα ζήσει πραγματικά».
Ως συγγραφέας αλλά και δημοσιογράφος, ποια κοινά διακρίνετε ανάμεσα στις ακροδεξιές ομάδες του παρελθόντος και τις σύγχρονες; Και τι έχει αλλάξει;
«Δεν θεωρώ ότι έχουν αλλάξει πραγματικά. Απλά είχαν την υπομονή να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για εκείνες, που ήρθε. Και πολλοί δεν τις φοβούνται πλέον. Αντιθέτως: Αυτό που άλλαξε πραγματικά, στην Ιταλία, στη Γερμανία, στη Γαλλία, είναι πως δεν αντιμετωπίζονται πλέον σαν ταμπού. Ότι σήμερα εκφράζονται ανοιχτά. Στην εποχή όπου διαδραματίζεται το βιβλίο, στις αρχές των 00s, ο λόγος τους θα αποτελούσε σκάνδαλο, σήμερα όμως θεωρείται κανονικότητα. Αλλά ο τρόπος δράσης τους, η βία τους, δεν έχει αλλάξει. Απλά, περίμεναν κρυμμένες για πολλά χρόνια, να έρθει η στιγμή να βγουν στην επιφάνεια».
Σύμφωνα με μελέτες, σήμερα κυρίως οι άντρες γίνονται πιο συντηρητικοί -με κάποιους να φτάνουν έως την Ακροδεξιά- με αποτέλεσμα να διευρύνεται το ιδεολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων. Ποια είναι η άποψή σας γι’ αυτό;
«Ζούμε μια ιδιαίτερα περίπλοκη συνθήκη, όπου αντιμετωπίζουμε ένα σοβαρό πρόβλημα με τους άντρες: ένα μεγάλο ποσοστό τους δεν δέχονται το γεγονός ότι οι γυναίκες κερδίζουν μεγαλύτερη ελευθερία, ισότητα, ακόμα και βασικά δικαιώματα. Και αντιδρούν βίαια. Αυτός πιστεύω ότι είναι ο λόγος που πολλοί άντρες γίνονται πιο συντηρητικοί, από τον φόβο ότι χάνουν μακραίωνα προνόμια».
«Ζούμε μια ιδιαίτερα περίπλοκη συνθήκη, όπου αντιμετωπίζουμε ένα σοβαρό πρόβλημα με τους άντρες: ένα μεγάλο ποσοστό τους δεν δέχονται το γεγονός ότι οι γυναίκες κερδίζουν μεγαλύτερη ελευθερία, ισότητα, ακόμα και βασικά δικαιώματα. Και αντιδρούν βίαια. Αυτός πιστεύω ότι είναι ο λόγος που πολλοί άντρες γίνονται πιο συντηρητικοί, από τον φόβο ότι χάνουν μακραίωνα προνόμια».
Οι γονείς του Έτορε τι θα μπορούσαν να είχαν κάνει διαφορετικά για να τον προστατεύσουν από την Ακροδεξιά;
«Θα μπορούσαν να είναι περισσότερο εκεί γι’ αυτόν. Βλέπουμε ότι δεν κάνουν καμία ουσιαστική συζήτηση μαζί του. Από την άλλη, είναι δύσκολο να παρακολουθείς να συμβαίνει κάτι τέτοιο στον γιο ή την κόρη σου και να βρεις τον σωστό τρόπο να παρεμβείς, εκτός αν η παρέμβασή σου είναι ιδιαίτερα δραστική».
Τι θα συμβουλεύατε έναν γονιό που ανησυχεί για το παιδί του;
«Να το ακούει και να του μιλάει με υπομονή και καλοσύνη. Να μην αντιδρά επιθετικά, γιατί έτσι το παιδί μπορεί να ορθώσει ένα τείχος απέναντί του».