Συνήθως, όταν ένα βιβλίο γίνεται best seller μεταφέρεται στον κινηματογράφο ή την τηλεόραση ως ταινία ή σειρά.
Όμως, με τη σειρά «Μαύροι Πίνακες» τα πράγματα έγιναν ανάποδα. Μετά την τηλεοπτική επιτυχία που κέρδισε κοινό και κριτικούς, οι «Μαύροι Πίνακες» μεταφέρονται στο χαρτί, καταφέρνοντας να διατηρήσουν τη ζωντάνια, την ποιητική βαρύτητα και το υπαρξιακό βάθος που χαρακτήρισαν το τηλεοπτικό έργο.
Η ιστορία του βιβλίου, όπως και εκείνη της σειράς, εκτυλίσσεται στο χωριό Λέυκες, οι κάτοικοι του οποίου γίνονται μάρτυρες σοβαρών εγκλημάτων, που ταράζουν την ηρεμία του τόπου. Σε έναν αγώνα ενάντια στον χρόνο, θα καταφέρουν οι κάτοικοι του χωριού να βρουν ισορροπίες, να αναγνωρίσουν τα βαθύτερα συναίσθήματά τους και να κρατήσουν κρυφά τα βαθιά μυστικά τους;
Η Σοφία Καζαντζιάν, σεναριογράφος, ηθοποιός και δημιουργός μάς μίλησε για το σκοτεινό αλλά λυτρωτικό ταξίδι πίσω από την ιστορία, για την ελευθερία της γραφής, τη συνδημιουργία με τον Μάριο Ιορδάνου, την καλλιτεχνική ευθύνη του να αφηγείσαι όσα δεν μπορούν να ειπωθούν και φωτίζει τις αποχρώσεις των χαρακτήρων, τις σιωπές της κοινωνίας και την ανάγκη για αλήθεια, ακόμα κι αν αυτή βρίσκεται στο πιο σκοτεινό σημείο του πίνακα.
«Μαύροι Πίνακες»: Πώς γεννήθηκε η αρχική ιδέα και ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που σας ώθησε να αφηγηθείτε την ιστορία;
Οι Μαύροι Πίνακες του Φρανθίσκο Γκόγια δημιουργήθηκαν ως αντανάκλαση του τρόπου που ο Γκόγια έβλεπε τον κόσμο και αυτό είναι και η ιστορία μας. Η αντανάκλαση του τρόπου που εμείς αντιλαμβανόμαστε την ανθρώπινη φύση. Και επειδή στη μέχρι τώρα καλλιτεχνική μας πορεία με τον Μάριο Ιορδάνου αυτό κάνουμε – αποκωδικοποιούμε την ανθρώπινη φύση μέσα από την τέχνη – επιλέξαμε να κάνουμε το ίδιο και εδώ. Ένα σενάριο – και τώρα ένα βιβλίο – όπου το έγκλημα θα αποκωδικοποιείται μέσα από την τέχνη, την ποίηση και τη φιλοσοφία.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση όταν μεταφέρατε την ιστορία από την εικόνα στον γραπτό λόγο;
Όταν ξέρεις τι θέλεις να πεις, βρίσκεις τον τρόπο να το πεις με όποια μορφή και αν επιλέξεις. Η κινηματογραφική και η λογοτεχνική γραφή είναι πολύ διαφορετικές πράγματι, αλλά η πλημμύρα που έχουμε μέσα μας είναι η ίδια. Το βιβλίο μας έδωσε την ευκαιρία να πούμε όσα δεν έχουν ειπωθεί. Να βυθιστούμε περισσότερο στην ψυχή και τα κίνητρα των ηρώων, αποκαλύπτοντας στοιχεία που στον αφαιρετικό τρόπο της κάμερας δεν μπορούσαν να ειπωθούν.
Στη σειρά είδαμε την ιστορία στον ρυθμό που υπαγόρευε η τηλεόραση. Τι διαφορετικό μπορούμε να ανακαλύψουμε στο βιβλίο;
Η ψυχογραφία των ηρώων είναι πολύ έντονη. Υπάρχουν λεπτομέρειες για τη ζωή τους και ένας εξομολογητικός χαρακτήρας που τους αποκαλύπτει στα μάτια του αναγνώστη. Επίσης, το βιβλίο είναι γεμάτο με αποσυμβολισμούς και αποκωδικοποιήσεις, με επιπλέον πληροφορίες για τους χαρακτήρες και όσα συμβαίνουν.
Η γραφή στο βιβλίο μοιάζει πολύ προσωπική και είναι πολύ ζωντανή. Πόσο διαφορετικό είναι ένα βιβλίο από ένα σενάριο και ποιο απαιτεί περισσότερη ενέργεια ή σκέψη, ώστε να αποτυπωθούν ακριβώς τα όσα θέλετε το κοινό να λάβει;
Αυτός ήταν και ο στόχος μας και χαίρομαι πολύ που το λες. Να έχει αυτόν τον προσωπικό τόνο. Να είναι μία προσωπική εξομολόγηση των ηρώων μας, διατηρώντας ταυτόχρονα τη ζωντάνια και τον κινηματογραφικό ρυθμό, το ρεαλισμό αλλά και την ποιητικότητα της σειράς. Στο σενάριο έχεις πάντα την αγωνία ως δημιουργός για το πώς θα ζωντανέψει αυτό που εσύ οραματίστηκες. Εμείς ήμασταν τυχεροί χάρη στους εξαιρετικούς συντελεστές της σειράς.
Στο βιβλίο την εικόνα καλείται να τη δημιουργήσει ο αναγνώστης και αυτό είναι επίσης μαγικό. Για εμάς, η γραφή γενικότερα σε όποια μορφή της είναι απελευθερωτική. Ο Μικελάντζελο έλεγε “είδα έναν άγγελο στο μάρμαρμο, το σμίλεψα και τον απελεύθερωσα”. Αυτό είναι και ο δολοφόνος των Μαύρων Πινάκων. Ένας σκοτεινός άγγελος που έπρεπε να απελευθερωθεί.
Οι χαρακτήρες είναι σκοτεινοί, ανθρώπινοι και ίσως τραγικοί. Υπάρχουν στοιχεία της δικής σας ζωής μέσα τους;
Ό,τι γράφουμε είναι ο καθρέφτης μας. Ο δικός μου και του Μάριου Ιορδάνου. Οι ήρωές μας είναι οι αποχρώσεις του τρόπου που εμείς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και τη ζωή. Όταν η Ιόλη λέει “όλα τα χρώματα, όσο όμορφα κι αν είναι, οδηγούν στον μαύρο”, όταν ο Άρης μιλάει για το κατηγορώ του Γκόγια στην κοινωνία που σιωπά, όταν ο νιτσεϊκός μας δολοφόνος λέει “αγαπώ αυτόν που η καρδιά του προκαλεί την κατάβασή του” ή η Έλλη πως αυτός ο μύθος του να βρεις τον εαυτό σου είναι ψέμα, γιατί τον εαυτό σου τον επινοείς… έρχονται ουσιαστικά να βάλουν σε λόγια και εικόνα όσα εμείς πρεσβεύουμε. Κάθε έργο τέχνης είναι μία εξομολόγηση. Αυτό είναι οι Μαύροι Πίνακες: μία εξομολόγηση.
Πόσο εύκολο ήταν να αποτυπωθεί η ψυχολογία της βίας, της σιωπής και της ενοχής στο χαρτί;
Όλα είναι δύσκολα μέχρι να γίνουν εύκολα. Ο μόνος τρόπος είναι να γράψεις. Δεν υπάρχει έμπνευση ουρανοκατέβατη. Έμπνευση είναι όσα συμβαίνουν γύρω σου και κυρίως μέσα σου. Αν έχεις δίψα να τα πεις θα τα πεις. Η γραφή είναι ένας τρόπος να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Είναι επανάσταση.
Οι Μαύροι Πίνακες θίγουν ζητήματα κοινωνικά και υπαρξιακά με σκληρότητα αλλά και τρυφερότητα. Πώς εξισορροπούνται αυτά τα δύο;
Οι άνθρωποι είμαστε πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Εμείς, ως ηθοποιοί, ψάχνουμε πάντα όλα τα επίπεδα των ρόλων κι αυτό έχει επηρεάσει και τη γραφή μας. Ένας δολοφόνος μπορεί να λατρεύει ταυτόχρονα τον σκύλο του και ένα αθώο κορίτσι μπορεί να μεταμορφωθεί τελικά στις πληγές του, στο τραύμα του και να ξεχάσει ποια ήταν. Ο Νίκος στα πρώτα επεισόδια/κεφάλαια είναι ο πατέρας που θέλεις να αγκαλιάσεις και αυτό όλο δεν αλλάζει μετά. Απλώς αποκαλύπτονται και άλλες πτυχές του. Εμείς δεν φοβόμαστε να σκάψουμε βαθιά στους ήρωες, γιατί το ίδιο κάνουμε και με τον εαυτό μας. Και αυτό πέρασε πιστεύω σε μεγάλο βαθμό στη σειρά. Αυτή η αντίφαση… αυτά τα αντικρουόμενα αισθήματα των θεατών συναντήθηκαν τελικά στο πρόσωπο του δολοφόνου και στον διχασμό που αισθάνθηκαν στο φινάλε.
Κάθε έργο τέχνης είναι μία εξομολόγηση. Αυτό είναι οι Μαύροι Πίνακες: μία εξομολόγηση.
Είναι έτοιμο το ελληνικό κοινό για τόσο «σκοτεινές» αφηγήσεις;
Ο άνθρωπος που δεν φοβάται να δει το τέρας μέσα του, δεν φοβάται να το δει και έξω από αυτό. Αυτή η ψευδαίσθηση των χαρούμενων χωρίς λόγο και αιτία ανθρώπων που η ευτυχία τους είναι το πολυτελές εστιατόριο, η φιλτραρισμένη ομορφιά και το χρήμα είναι ο λήθαργος. Η τέχνη είναι για εκείνους που θέλουν να αφυπνιστούν. Δεν υπάρχει φως χωρίς σκοτάδι.
Έχετε μια διαδρομή που ξεκινά από το θέατρο και τον χορό, περνά από τον κινηματογράφο και φτάνει σήμερα στη συγγραφή και το σενάριο, με συνεργασίες με καταξιωμένους καλλιτέχνες. Ποιο θεωρείτε πως είναι το νήμα που ενώνει όλη αυτή την πορεία;
Όλα είναι πτυχές της προσωπικής μου διαδρομής ως άνθρωπος. Κάθε βήμα, κάθε πτώση, κάθε επιλογή συνθέτουν τον τρόπο που προσπαθώ να εξελίσσομαι καθημερινά. Που προσπαθώ να κατακτήσω την προσωπική μου ελευθερία. Πέταξα πολύ γρήγορα από πάνω μου τα βαρίδια του πρέπει και των κοινωνικών επιταγών και αποφάσισα η ίδια από νωρίς ποια θέλω να είμαι. Όπως λέμε και στο βιογραφικό μας με τον Μάριο στην αρχή του βιβλίου “είμαστε η ιδέα του εαυτού μας και αυτή η ιδέα κάποτε θα σβήσει. Μέχρι τότε”. Όλο το νόημα είναι σε αυτό το “μέχρι τότε”.
Συνεργάζεστε με τον Μάριο Ιορδάνου, ο οποίος σας συντροφεύει και στη ζωή. Πώς συνδυάζετε τις καλλιτεχνικές σας απόψεις και ποια είναι η δυναμική της συνεργασίας σας;
Ο Μάριος είναι κάτι πάνω και πέρα από σύντροφος και συνδημιουργός. Είναι ο αέρας στα φτερά που είχα κλειστά. Ο άνθρωπος που επιλέγεις να πορευτείς πρέπει να σε βοηθάει να σπάσεις τις αλυσίδες σου. Να σε βοηθάει να απαλλαγείς από ό,τι σε βαραίνει, για να μπορέσεις να πετάξεις. Επιλέγουμε ο ένας τον άλλον κάθε μέρα από την αρχή και συζητάμε για όλα και σε προσωπικό επίπεδο αλλά και δημιουργικό. Ουσιαστικά γράφουμε και όταν δεν γράφουμε. Συζητάμε τόσο για τις ιστορίες μας, που τελικά το χαρτί ή το πληκτρολόγιο είναι απλώς το τελευταίο, αναπόφευκτο βήμα.
Ως γυναίκα δημιουργός, νιώσατε ποτέ ότι έπρεπε να αγωνιστείτε περισσότερο για να ακουστεί η φωνή σας;
Δεν επικεντρώνομαι στον τρόπο που με βλέπουν οι άλλοι και αυτό πιστεύω δε με έχει αφήσει να επηρεαστώ από συμπεριφορές δηλωτικές του τρόπου που αντιμετωπίζεται μία γυναίκα που έχει φωνή. Γιατί ναι. Λέμε ότι ο κόσμος προχωράει κι όμως είμαστε ανέτοιμοι να δεχθούμε έναν κόσμο όπου κάθε άνθρωπος θα υπάρχει όπως ακριβώς επιλέγει εκείνος. Έχουμε άποψη για όλους γιατί αποφεύγουμε να δομήσουμε άποψη για τον εαυτό μας. Εγώ είμαι αυτή που πιστεύω ότι είμαι και είμαι ένας άνθρωπος ανεξάρτητα από φύλο, εθνικότητα και πιστεύω, που κάνει το πέρασμά του από αυτόν τον κόσμο με τον τρόπο που έχει διαλέξει. Ο κόσμος δεν αλλάζει. Μπορείς μόνο να αλλάξεις εσύ τη θέση σου σε αυτόν.
Υπάρχει κάποια στιγμή, είτε κατά τη συγγραφή είτε στα γυρίσματα της σειράς, που τη θυμάστε πιο έντονα από άλλες;
Η τελευταία σεκάνς στη σειρά ήταν κατά τη συγγραφή της κάτι επώδυνο και λυτρωτικό μαζί. Εγώ δεν μπορούσα να σταματήσω τα δάκρυά μου που έτρεχαν πιο γρήγορα απ’ ό,τι τα δάχτυλα στο πληκτρολόγιο. Και το ίδιο ένιωσα και όταν γυρίζαμε αυτή τη σκηνή και όταν τη μεταφέραμε στο βιβλίο.
Λέμε ότι ο κόσμος προχωράει κι όμως είμαστε ανέτοιμοι να δεχθούμε έναν κόσμο όπου κάθε άνθρωπος θα υπάρχει όπως ακριβώς επιλέγει εκείνος.
Ποια βιβλία ή ποιοι δημιουργοί έχουν επηρεάσει περισσότερο τη δική σας γραφή;
Νίτσε, Κάφκα, Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός και όλοι οι καταραμένοι ποιητές από τον Μπωντλαίρ έως τον Καρυωτάκη.
Υπάρχει κάποια συνέχεια για τους Μαύρους Πίνακες ή ετοιμάζετε ήδη κάτι νέο;
Για τη συνέχεια των Μαύρων Πινάκων δεν γνωρίζω ακόμα. Αυτό που σίγουρα είναι στον έλεγχό μου είναι να συνεχίσω να δημιουργώ. Γράφουμε ασταμάτητα και είμαστε έτοιμοι για το επόμενο βήμα.
Τι εύχεστε να κρατήσει ο αναγνώστης όταν διαβάσει το βιβλίο;
Οτιδήποτε ακουμπήσει την ψυχή του. Κάθε κομμάτι στο οποίο βλέπει τον εαυτό του. Και μία ουσιαστική ματιά στο έργο αυτών των σπουδαίων δημιουργών: του Γκόγια, του Μπωντλαίρ, του Μακιαβέλι, του Γκαίτε.
Το βιβλίο «Μαύροι Πίνακες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος.