Η πρώτη φορά που άκουσα το όνομα του Θοδωρή Καλλιφατίδη δεν ήταν στην Ελλάδα αλλά από μια Ισπανίδα φίλη και βιβλιοφάγο η οποία δήλωνε ενθουσιασμένη με τη γραφή του πολυβραβευμένου συγγραφέα από τους Μολάους Λακωνίας (Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος, Βραβείο Σουηδικής Ακαδημίας, Βραβείο Τιμής της Στοκχόλμης, Ελληνικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, Χρυσό Μετάλλιο του Κύκλου των Καλών Τεχνών της Μαδρίτης κ.ά.) που πλέον ζει μόνιμα στη Σουηδία και για τον οποίο ο Νομπελίστας Μάριο Βάργκας Λιόσα έχει γράψει: «Έχει την ικανότητα να αφηγείται μια ιστορία με φυσικότητα, δηλαδή σαν να έχει εκτυλιχθεί αβίαστα, χωρίς να ασφυκτιά μέσα στον ψυχολογικό κατακλυσμό ενός ανθρώπου που στην πραγματικότητα αγωνίζεται να επιβιώσει».

Ήταν λοιπόν ένα είδος δικαίωσης για την Τιμάνδρα, την εταίρα της αρχαιότητας και ερωμένη του Αλκιβιάδη, το γεγονός ότι αυτός ο λογοτέχνης αποφάσισε να τη ζωντανέψει με την πένα του, μπολιάζοντας τα πραγματικά γεγονότα με φαντασία, στο ομώνυμο μυθιστόρημα. Ένα κείμενο που η Χρύσα Καψούλη ξεχώρισε καθώς, όπως σημειώνει η ίδια, «θίγει με μοναδικό τρόπο ζητήματα όπως η ελευθερία, το νόημα της ζωής, η αλήθεια, ο έρωτας, ο πόλεμος, ο χρόνος, η ουσία, εντέλει, της ίδιας της ζωής, μέσα απ’ τα μάτια μιας γυναίκας η οποία διαπερνά τα όρια της εποχής της», και αποφάσισε να ανεβάσει στη θεατρική σκηνή του ΕΛΕΡ, με τις Δήμητρα Χατούπη, Νάνα Παπαδάκη και Βάλια Παπαχρήστου να ενσαρκώνουν την Τιμάνδρα σε διαφορετικές φάσεις της ζωής της.

Μέσα από τις αφηγήσεις της ξετυλίγεται ο πρώτος εμφύλιος σπαραγμός των Ελλήνων, η συναναστροφή της με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και φυσικά ο έρωτάς της με τον αντισυμβατικό Αλκιβιάδη, τον «ευφυή Αθηναίο στρατηγό που αγαπήθηκε αλλά και μισήθηκε ταυτόχρονα όσο ποτέ κανείς άλλος στην ιστορία» κατά τη σκηνοθέτιδα. Κομβικά ιστορικά γεγονότα, συγκρούσεις, απώλειες και προδοσίες την οδηγούν στην αφιλόξενη γη της Φρυγίας, καθώς τη δημοκρατία του Περικλή διαδέχεται η τυραννία και η Τιμάνδρα καλείται να αντιμετωπίσει τη μοίρα και τον ίδιο της τον εαυτό.

Μέσα από τις αφηγήσεις της Τιμάνδρας ξετυλίγεται ο πρώτος εμφύλιος σπαραγμός των Ελλήνων, η συναναστροφή της με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και φυσικά ο έρωτάς της με τον αντισυμβατικό Αλκιβιάδη, τον «ευφυή Αθηναίο στρατηγό που αγαπήθηκε αλλά και μισήθηκε ταυτόχρονα όσο ποτέ κανείς άλλος στην ιστορία».

Η Τιμάνδρα ήταν υπαρκτό πρόσωπο; Πού αρχίζουν και πού τελειώνουν τα πραγματικά γεγονότα στην παράσταση; 

«Η Τιμάνδρα ήταν όντως ένα υπαρκτό πρόσωπο με αρκετές ιστορικές αναφορές σε αυτήν. Ήταν μια από τις πιο διάσημες εταίρες της αρχαιότητας, αν και εμείς ως σπουδαιότερη γνωρίζουμε την Ασπασία, ίσως λόγω του Περικλή περισσότερο. Μέσα στο έργο εναλλάσσονται η πραγματικότητα, η φιλοσοφία, η ιστορία, αλλά και η μυθοπλασία. Κι αυτό ίσως είναι που το κάνει τόσο σημαντικό: Δεν μαγεύει μόνο η αφήγηση των αληθινών γεγονότων αλλά και η δυνατότητα που μας προσφέρει ο συγγραφέας να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία μας για να δημιουργήσουμε την δική μας εικόνα της Τιμάνδρας και της εποχής της, μέσα από τις λεπτομέρειες που μας δίνει ο ίδιος. Κι αυτό γίνεται τόσο έντεχνα και με τόση μαστοριά, που μερικές φορές τα όρια γίνονται δυσδιάκριτα».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Κατερίνα Τζιγκοτζίδου

Το γεγονός ότι τοποθετείτε την Τιμάνδρα σε τρεις διαφορετικές φάσεις της ζωής της υπαγορεύτηκε κατά κάποιον τρόπο από το αρχικό κείμενο του Καλλιφατίδη ή αποτελεί δική σας δραματουργική παρέμβαση; Υπάρχει κάποιο αόρατο νήμα που συνδέει τις ερμηνείες των τριών ηθοποιών;

«Από την πρώτη κιόλας επαφή μου με το κείμενο του Καλλιφατίδη διέκρινα κατά κάποιον τρόπο τρία γυναικεία πρόσωπα. Η πρώτη γυναίκα (Δήμητρα Χατούπη) φέρει μια αμεσότητα, κάτι το οικείο. Η δεύτερη (Νάνα Παπαδάκη), μια φιλοσοφική σκέψη και αναζήτηση. Η τρίτη (Βάλια Παπαχρήστου), το ερωτικό στοιχείο και μια ψυχική και σωματική απελευθέρωση. Γι’ αυτόν τον λόγο θα έλεγα ότι δεν έχει να κάνει τόσο με τις διαφορετικές φάσεις της ζωής της Τιμάνδρας αλλά με τις διαφορετικές υποστάσεις του ίδιου προσώπου.

»Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η ίδια η αφήγηση της Τιμάνδρας γιατί δεν είναι γραμμική αλλά περισσότερο κυκλική. Εξάλλου και η ζωή μας κύκλους κάνει. Ακόμη κι όταν κοιτάμε στο παρελθόν οι μνήμες και οι εικόνες που μας έρχονται στο μυαλό εναλλάσσονται συνεχώς χωρίς να ακολουθούν κάποια ιδιαίτερη χρονολογική σειρά. Και σαν αόρατο νήμα, το οποίο συνδέει και τις τρεις υποστάσεις του ίδιου προσώπου, εμφανίζεται ο Αλκιβιάδης. Ο φιλόδοξος και αμφιλεγόμενος Αθηναίος στρατηγός που τόσο αγάπησε η Τιμάνδρα».

«Από την πρώτη κιόλας επαφή μου με το κείμενο του Καλλιφατίδη διέκρινα κατά κάποιον τρόπο τρία γυναικεία πρόσωπα. Η πρώτη γυναίκα (Δήμητρα Χατούπη) φέρει μια αμεσότητα, κάτι το οικείο. Η δεύτερη (Νάνα Παπαδάκη), μια φιλοσοφική σκέψη και αναζήτηση. Η τρίτη (Βάλια Παπαχρήστου), το ερωτικό στοιχείο και μια ψυχική και σωματική απελευθέρωση».

Είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι σε διαφορετικές ηλικίες; Σε κάθε περίπτωση, πιστεύετε σε κάποιο εσωτερικό θεμέλιο που παραμένει αμετάβλητο σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας;

«Σίγουρα είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι σε διαφορετικές ηλικίες. Όχι μόνο φυσιολογικά, αλλά και νοητικά και πνευματικά. Και σε αυτό παίζουν ρόλο οι εμπειρίες μας, οι προτεραιότητές μας αλλά και οι ανάγκες μας που προσδιορίζουν τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας. Από την άλλη πιστεύω ότι κάποια στοιχεία της ανθρώπινης φύσης παραμένουν σταθερά σε όλες τις ηλικίες. Όπως η ασταμάτητη αναζήτηση του νοήματος της ζωής και η προσπάθεια για αυτογνωσία και προσωπική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, του Σωκρατικού “Γνώθι σαυτόν” που κάνει το άτομο να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση».

«Από την πρώτη κιόλας επαφή μου με το κείμενο του Καλλιφατίδη διέκρινα κατά κάποιον τρόπο τρία γυναικεία πρόσωπα. Η πρώτη γυναίκα (Δήμητρα Χατούπη) φέρει μια αμεσότητα, κάτι το οικείο. Η δεύτερη (Νάνα Παπαδάκη), μια φιλοσοφική σκέψη και αναζήτηση. Η τρίτη (Βάλια Παπαχρήστου), το ερωτικό στοιχείο και μια ψυχική και σωματική απελευθέρωση» λέει η Χρύσα Καψούλη (photo: Κατερίνα Τζιγκοτζίδου).

Ως «μια κοινωνία ανδροκρατούμενη, που δεν διαφέρει και τόσο πολύ από τη σύγχρονη όπου ζούμε» περιγράφετε στο σκηνοθετικό σημείωμά σας την κοινωνία στην οποία ζει η Τιμάνδρα. Ποια είναι τα πιο χαρακτηριστικά κοινά της με το σήμερα;

«Όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε το αντίθετο, η κοινωνία που ζούμε ήταν και συνεχίζει να είναι βαθιά πατριαρχική. Αν και οι γυναίκες έχουμε κατακτήσει και κατοχυρώσει θεμελιώδη δικαιώματα τα τελευταία χρόνια, μέσα από συνεχείς αγώνες φυσικά, ο ρόλος μας αμφισβητείται και περιορίζεται σταθερά σε διάφορους τομείς. Σε συνδυασμό με την αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος των γυναικών και των γυναικοκτονιών, η κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτική. Δεν θα σταθώ τόσο στο γεγονός ότι οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες ή για τον περιορισμένο αριθμό γυναικών σε θέσεις ευθύνης γιατί η ανθρώπινη ύπαρξη έχει περισσότερη σημασία. Το “Καμία μόνη” από σύνθημα θα πρέπει να γίνει στάση ζωής και να ενσωματωθεί στην παιδεία και στην κοινωνία μας».

«Δεν θα σταθώ τόσο στο γεγονός ότι οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες ή για τον περιορισμένο αριθμό γυναικών σε θέσεις ευθύνης γιατί η ανθρώπινη ύπαρξη έχει περισσότερη σημασία. Το “Καμία μόνη” από σύνθημα θα πρέπει να γίνει στάση ζωής και να ενσωματωθεί στην παιδεία και στην κοινωνία μας».

Οι εταίρες αποτέλεσαν, κατά κάποιον τρόπο, τις αφανείς ηρωίδες της αρχαιότητας; Εκείνες που είχαν αναλάβει, ίσως, έναν από τους λίγους ρόλους μέσα από τους οποίους μια γυναίκα μπορούσε τότε να ασκήσει κάποια εξουσία;

«Πολλές φορές ο όρος “εταίρα” είναι εύκολα παρεξηγήσιμος. Πρέπει όμως να έχουμε στο μυαλό μας ότι στην αρχαιότητα οι εταίρες δεν πρόσφεραν μόνο ερωτική συντροφιά αλλά κάτι παραπάνω. Ήταν γυναίκες με υψηλή μόρφωση, μεγάλο προνόμιο για την τότε εποχή, οι οποίες ασκούσαν έμμεσα επιρροή όχι μόνο σε πολιτικό αλλά και σε καλλιτεχνικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι συναναστρέφονταν διάσημους ποιητές, καλλιτέχνες, φιλοσόφους και πολιτικούς. Με τον τρόπο τους επηρέαζαν τους άντρες σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Κατερίνα Τζιγκοτζίδου

Ήρθατε σε επαφή προσωπικά με τον συγγραφέα όταν αποφασίσατε να ανεβάσετε το βιβλίο του; Αν ναι, πώς ανταποκρίθηκε σε αυτό;

«Τόσο η επαφή με τον συγγραφέα όσο και η υλοποίηση της παράστασης της “Τιμάνδρας” ανήκουν στην προσπάθεια της Νάνας Παπαδάκη. Εγώ φυσικά γνώριζα το έργο του συγγραφέα, αλλά όχι τον ίδιο σε προσωπικό επίπεδο. Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω για ακόμη μια φορά τον Θοδωρή Καλλιφατίδη που όχι μόνο μας εμπιστεύτηκε αυτό το θαυμάσιο έργο αλλά και υπήρξε τρομερά υποστηρικτικός ακόμη και από τη Σουηδία. Θα έλεγα ότι όταν ένας συγγραφέας μας εμπιστεύεται το έργο του, δημιουργείται κάποιο είδος συγγένειας μαζί του. Υπάρχει ένα δέσιμο και χτίζεται μια σχέση η οποία είναι μοναδική. Και αυτό εμένα προσωπικά με κάνει να αισθάνομαι ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη ώστε το αποτέλεσμα να είναι όσο πιο άρτιο γίνεται».

Το εξώφυλλο του βιβλίου

Δείτε το trailer:

 

Info

«Τιμάνδρα», Θέατρο ΕΛΕΡ-Ελένη Ερήμου, Φρυνίχου 10, Πλάκα (Σταθμός μετρό: Ακρόπολη). Παραστάσεις: Παρασκευή, Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.00. Έως 26/05/24. Διάρκεια: 90’.

Πληροφορίες-Κρατήσεις: Τηλ.: 211 7353928. Τιμές εισιτηρίων: 15€ κανονικό, 10€ μειωμένο, φοιτητικό, ανέργων, άνω των 65, ατέλεια. Ομαδικές κρατήσεις: 8€ στο τηλ. 6972084659
Προπώληση: Ticketservices.gr

Ταυτότητα παράστασης

Συγγραφέας: Θοδωρής Καλλιφατίδης. Δραματουργία: Χρύσα Καψούλη, Γιάννης Τσαπαρέγκας. Σκηνοθεσία: Χρύσα Καψούλη. Σκηνικά – Κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου. Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Αγιαννίτης. Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου. Βοηθός Σκηνοθέτη/ Μουσική επιμέλεια: Κατερίνα Κέντρου. Φωτογραφίες/Βίντεο: Κατερίνα Τζιγκοτζίδου. Γραφιστική επιμέλεια: Άρης Σομπότης. Επικοινωνία: Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας (Cont Act). Διεύθυνση Παραγωγής: Γιάννης Γκουντάρας. Οργάνωση και Εκτέλεση Παραγωγής: Γιώργος Ζορμπάς. Παραγωγή: Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρία Μαλντορόρ. Πρωταγωνιστούν: Δήμητρα Χατούπη, Νάνα Παπαδάκη, Βάλια Παπαχρήστου

Η παράσταση επιχορηγείται απ’ το Υπουργείο Πολιτισμού και πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών.

*Η παράσταση περιέχει σκηνές γυμνού.

**Θερμότατες ευχαριστίες στην Ελένη Καραΐνδρου, στη Χρύσα Παπαϊωάννου, στον Τηλέμαχο Μούσα και στον Αλέξανδρο Σάουκ.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below