Από τη Δανάη Χριστοπούλου

Γεννήθηκα cringe. Το σώμα μου ήταν πάντα το λάθος σχήμα (τόσο κατά μήκος όσο και κατά πλάτος), τα ρούχα μου πάντα πολύ χρωματιστά, το γούστο μου στη μουσική και τα βιβλία πάντα περίεργο. Ακόμα χειρότερα, ήμουν πάντα πολύ Κριός για να κάτσω ήσυχη στη γωνίτσα μου ώστε να με (κατα)κρίνει όσο το δυνατόν λιγότερος κόσμος. Αλλά πάλι, γεννήθηκα προτού τα social media γίνουν επέκταση των δακτύλων μας. Για μερικά χρόνια, περίπου μέχρι το Λύκειο, μπορούσαμε πραγματικά να χορεύουμε σαν να μη μας βλέπει κανείς. ΟΚ, μας έβλεπαν οι συμμαθητές μας στην πενταήμερη και, ΟΚ, μας (κατ)έκριναν. Αλλά δεν μας βιντεοσκοπούσαν.

Social media: Η γέννηση του cringe

Ο όρος «cringe» άρχισε να πρωτοχρησιμοποιείται στα φόρα του ακόμα νεοσύστατου Ιντερνετ τη δεκαετία του 2000. Καθώς αρκετοί millennials πλέον ήταν ενήλικοι και τα social media άρχισαν από fringe φαινόμενο να γίνονται μέρος της καθημερινότητας, η ιδέα της «γελοιοποίησης» online πήρε νέες διαστάσεις. Από τους στίχους των τραγουδιών που ποστάραμε στο MySpace (και αργότερα στον τοίχο μας στο Facebook) μέχρι τις κακοφωτισμένες φωτογραφίες του μεσημεριανού μας γεύματος, οι ζωές μας απέκτησαν μια αυξημένη ορατότητα για την οποία κανείς δεν μας είχε προειδοποιήσει πως θα ήταν ταυτόχρονα εθιστική και σε βάθος χρόνου προβληματική. Η κάθε μας σκέψη και δραστηριότητα, από τις πιο ρηξικέλευθες μέχρι τις πιο μπανάλ, μπορούσε πλέον να «μοιραστεί» με δεκάδες, εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες αγνώστους στο Ιντερνετ. Ξαφνικά, όχι μόνο μας έβλεπαν όλοι να χορεύουμε, αλλά μπορούσαν και να εκφράσουν την άποψή τους για το χορό μας. Και δεν ξέρω αν έχετε περάσει χρόνο με ανθρώπους στο Ιντερνετ, αλλά οι απόψεις τους σπάνια είναι βουτηγμένες στης καλοσύνης το γάλα. Συνήθως στάζουν βιτριόλι.

Πολλά έχουν αλλάξει από τότε, καθώς η γενιά μας ήταν η τελευταία που μεγάλωσε offline. H Gen Z (γεννηθείσα από το 1997 έως το 2012) ξέρει πολύ καλά πώς είναι να ενηλικιώνεσαι κάτω από το μεγεθυντικό φακό του Ιντερνετ προσέχοντας την κάθε σου κίνηση μην τυχόν και κατακριθεί – ή, ακόμα χειρότερα, αναδημοσιευτεί σε site όπως το Reddit, που το 2012 ξεκίνησε την ιστοσελίδα r/cringe, όπου μπορούσες να κολυμπήσεις ελεύθερα σε ωκεανούς ετεροντροπής βλέποντας τις cringe στιγμές των άλλων και παίρνοντας μέρος στον όχλο που τις κορόιδευε.

Αλλά, παραδόξως, το millennial cringe έχει πλέον κάνει comeback ως κάτι cult και νοσταλγικό. Indie μουσική, σέπια φίλτρα, χιπστερικά κουρέματα και φράντζες είναι μόνο μερικά από τα πολιτισμικά λείψανα που μπορεί να βρει κανείς στο σημερινό TikTok μέσα από hashtags όπως #2010snostalgia, τα οποία μετράνε χιλιάδες βίντεο και εκατοντάδες χιλιάδες likes. Και πέρα από τη στυλιστική της διάσταση (μια χίπστερ φράντζα ουδείς εμίσησε), αυτή η νοσταλγία είναι κυρίως για μια εποχή που πολλοί χρήστες του Ιντερνετ δεν πρόλαβαν να ζήσουν, εξ ου και ωραιοποιούν. Μια εποχή χωρίς το διαρκές ψυχολογικό φίμωτρο της αίσθησης πως όλοι μας κοιτάζουν, μας κρίνουν, μας κάνουν share και repost. Μια εποχή απροκάλυπτης ειλικρίνειας η οποία, εκτός κι αν καταρρεύσει ο ψηφιακός πολιτισμός, μάλλον δεν θα επιστρέψει ποτέ.

freepik

Πώς ο COVID μάς έκανε όλους λίγο πιο επιρρεπείς στο cringe

Σύμφωνα με ψυχολόγους στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, τα χρόνια της πανδημίας αύξησαν το κοινωνικό μας άγχος καθώς χάσαμε την πρόσωπο-με-πρόσωπο επαφή κατά το lockdown και η χρήση remote μέσων επικοινωνίας, διασκέδασης και σύνδεσης μας έκανε όλους πιο αβέβαιους και φοβισμένους. Παράλληλα, πολλοί από εμάς είχαμε περισσότερο χρόνο στα χέρια μας που μας επέτρεψε να εξερευνήσουμε ενδιαφέροντα (γκουχ, ψωμί με προζύμι, γκουχ) τα οποία μπορεί να μη θεωρούνταν ακριβώς της μόδας. Και μετά την επιστροφή μας στον «πραγματικό κόσμο», όλες μας οι ιδιορρυθμίες και ιδιαιτερότητες ήρθαν πάλι στο οnline προσκήνιο.

Η αυξανόμενη χρήση των social media κατά τη διάρκεια της πανδημίας επιδείνωσε το πρόβλημα. Ρεπορτάζ του The Atlantic βρήκε πως η υπερέκθεσή μας στα κανάλια κοινωνικής δικτύωσης μας έκανε να αποκτήσουμε μια υπερευαισθησία για τη συμπεριφορά των άλλων: μπορούμε να μυριστούμε και να ξεθάψουμε ακόμα και τα πιο μικρά ελαττώματα, να τα μοιραστούμε και να τα μεγαλοποιήσουμε. Εχουμε γίνει πλέον connoisseurs, ίσως και λάτρεις, του cringe. Στο Διαδίκτυο, άλλωστε, οι δυνατότητες να γίνεις cringe είναι απεριόριστες: οι selfies είναι cringe, τα live στο TikTok είναι cringe (ειδικά αν δεν έχουν πολύ κόσμο να παρακολουθεί το live, τι ντροπή!), η ανάρτηση γρήγορων και αφιλτράριστων stories είναι cringe… Λαμβάνουμε ένα διαρκές, άμεσο feedback με κάθε μας ανάρτηση, συχνά με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα, ένταση και όγκο απ’ ό,τι θα λαμβάναμε πρόσωπο με πρόσωπο. Οι αλγόριθμοι του σήμερα είναι επίτηδες διχαστικοί και εστιάζουν στην κοινωνική πόλωση μετατρέποντας την αντίδραση του κόσμου στις cringe στιγμές μας από ένα απλό γέλιο σε ένα άγριο bullying που μας κάνει να θέλουμε να κρυφτούμε στο κοντινότερο δάσος. Οχι τυχαία, φετινή δημοσκόπηση του BBC βρήκε πως το 1/3 των social media χρηστών παγκοσμίως ποστάρει λιγότερο απ’ ό,τι πέρυσι – ειδικά όσοι είναι μέλη της Gen Z.
cringe, Ο ΕΧΘΡΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΒΕΛΤΙΩΣΗΣ

Πλέον το κριτζάρισμα ως αίσθημα είναι αντιστρόφως ανάλογο με το κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να κρύβουμε τον πραγματικό μας εαυτό και να τροποποιούμε τη συμπεριφορά μας. Να γινόμαστε ανασταλτικοί, να αυτολογοκρινόμαστε, να βλέπουμε τον εαυτό μας σαν να τον κοιτάμε απέξω. Όχι τυχαία, το «σύνδρομο του πρωταγωνιστή» (main character syndrome), η ανάγκη μας δηλαδή να ζούμε ως το επίκεντρο της προσοχής στα social media και εκτός, έχει αρχίσει να γίνεται ολοένα πιο συχνό τα τελευταία χρόνια, με ειδικούς στην κλινική του Κλίβελαντ να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: δεν είναι ακριβώς ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, αλλά έχει πολλά κοινά στοιχεία. Αφενός κινδυνεύουμε να χάσουμε την όποια συμπάθειά μας για τις ζωές και τα προβλήματα των άλλων.

Αφετέρου κινδυνεύουμε να κάνουμε τη διαρκή αυτοεπιτήρηση και ανάγκη για προσοχή το baseline μας. Και αυτή η διαρκής αυτοεπιτήρηση μπορεί να σαμποτάρει κάθε προσπάθεια αυτοβελτίωσης. Όταν αφήνουμε το φόβο του cringe να μας εμποδίζει από το να κάνουμε πράγματα, τα οποία ίσως δοκιμάζουμε για πρώτη φορά και δεν είμαστε ακόμα αρκετά καλοί, ο μόνος που βλάπτουμε είναι ο εαυτός μας. Αν αυτολογοκρινόμαστε διαρκώς, δεν θα δοκιμάσουμε ποτέ ένα νέο fitness routine που μπορεί να μας κάνει καλό, δεν θα εκφέρουμε ποτέ άποψη στα εβδομαδιαία team meetings, δεν θα φορέσουμε ποτέ εκείνο το φόρεμα που μας κάνει χαρούμενες, δεν θα στείλουμε ποτέ εκείνο το μήνυμα στο φλερτ μας, δεν θα μάθουμε ποτέ να μιλάμε καλά σουηδικά γιατί ντρεπόμαστε για την προφορά μας (ΟΚ, αυτό το τελευταίο ίσως είναι μόνο δικό μου πρόβλημα).

Το πιο τραγικό απ’ όλα είναι πως αυτολογοκρινόμαστε για το τίποτα. Σύμφωνα με το American Psychological Association, πιο σύνηθες είναι να υπερβάλλουμε ως το κατά πόσο πραγματικά είμαστε το επίκεντρο της προσοχής: το λεγόμενο «spotlight effect» μιλάει για την τάση μας να υπερτιμάμε το πόσο χώρο καταλαμβάνουμε στις σκέψεις των συνανθρώπων μας. Η πραγματικότητα είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας δεν μας δίνουν και τόση σημασία. Ακόμα και σε στιγμές όπου τα φώτα της δημοσιότητας είναι κυριολεκτικά πάνω μας, όπως κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας ή μιας παρουσίασης, το μεγαλύτερο μέρος του κοινού είναι επικεντρωμένο στη δική του ζωή και τις δικές του ανησυχίες, και όχι στο να ξεψαχνίζει την κάθε μας πρόταση για πιθανά λάθη. Είμαστε πάντα οι πιο σκληροί κριτές μας.

Πώς να αγκαλιάσουμε τον cringe εαυτό μας

Ευτυχώς, όσο μεγαλώνουμε τα πράγματα γίνονται κάπως πιο εύκολα. Έρευνες στη Μεγάλη Βρετανία βρήκαν ότι μας νοιάζει ολοένα λιγότερο τι σκέφτονται οι άλλοι για μας με την πάροδο του χρόνου, και εκεί γύρω στα 46 αρχίζει να μη μας νοιάζει καθόλου (πέντε χρόνια μού μένουν, πού θα πάει). Αλλά καλό θα ήταν να μη χρειάζεται να περιμένουμε μέχρι να φτάσουμε στην πρώιμη μέση ηλικία για να απαλλαχτούμε από αυτό το βάρος της κοινωνικής κριτικής.

Στο βιβλίο της Good Awkward: How to Embrace the Embarrassing and Celebrate the Cringe to Become The Bravest You, η TEDx ομιλήτρια και executive coach Χένα Πράιορ εξηγεί ότι το αίσθημα του cringe, η κοινωνική αμηχανία και ντροπή, δεν είναι αδυναμία, αλλά συχνά μπορεί να γίνει καταλύτης για αυθεντικότερες ανθρώπινες σχέσεις. Το να ξέρουμε πώς να πλοηγούμαστε στις άβολες στιγμές της ζωής και να αγκαλιάζουμε την αμηχανία που προκύπτει μπορεί να μας ωθήσει να ξεπεράσουμε τα όρια που έχουμε θέσει στον εαυτό μας. «Αν θέλουμε να αναπτυχθούμε και να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, τότε καλούμαστε να μάθουμε να αγκαλιάζουμε αυτές τις στιγμές, όχι να τις αποφεύγουμε εντελώς», λέει η Πράιορ.

Αν πιάνετε τον εαυτό σας να αλλάζει τις επιλογές που κάνει εξαιτίας του τι μπορεί να σκεφτούν οι άλλοι, σταματήστε και αναρωτηθείτε τι είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί. Εδώ που τα λέμε, αν πρόκειται για κάτι που δεν κάνει κακό σε κανέναν και είναι λίγο πολύ κοινωνικά αποδεκτό, απλώς ενοχλητικό και κοροϊδεύσιμο (καραόκε, stand-up comedy, κάποιο απ’ αυτά τα TikTok challenges με τους περίεργους χορούς), πάρτε μια βαθιά ανάσα και κάντε το! Θα διαπιστώσετε ότι το να βγείτε στην αντίπερα όχθη ζωντανοί είναι πολύ αναζωογονητικό. Θα έρθετε πιο κοντά στον εαυτό σας και τις επιθυμίες σας. Ισως και να κάνετε νέους φίλους.

Η καταπολέμηση του cringe ξεκινά με μικρές πράξεις αντίστασης, με το να αρνηθούμε να υποκύψουμε σε αυτή τη φωνή μέσα μας που μας λέει να κάτσουμε ήσυχοι και να μικρύνουμε τον εαυτό μας, μεταφορικά ή και κυριολεκτικά. Με το να θυμόμαστε πως οτιδήποτε έχει τη δυνατότητα να μας φέρει χαρά κινδυνεύει επίσης να γίνει cringe: ένα φιλί, ένας χορός, ένα ραντεβού, ένα νέο χόμπι, ένα ταξίδι (ή μετανάστευση) σε μια νέα χώρα όπου δεν μιλάμε τη γλώσσα, η πρώτη μας μέρα σε μια νέα δουλειά. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για μας, αλλά για όλους τους ανθρώπους γύρω μας. Πόσο θλιβερός θα ήταν ο κόσμος αν κανείς μας δεν χόρευε σαν να μην τον βλέπουν;

Εικονογράφηση: Μαριάννα Βήτου

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below