Εάν έχετε πρόσφατα πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στο εξωτερικό, αναζητώντας δημοφιλείς προορισμούς για να απολαύσετε τον καφέ ή το φαγητό σας, είναι πολύ πιθανό να έχετε συναντήσει προτάσεις που αφορούν σε καφετέριες και εστιατόρια που φέρουν την ονομασία κάποιας πολύ δημοφιλούς εταιρίας ρούχων και κοσμημάτων, η οποία συνήθως εμπίπτει στην πολύ ακριβή – πολυτελή πλευρά.

Με απλά λόγια, οι πολυτελείς μάρκες μόδας εισέρχονται ολοένα και περισσότερο στον κόσμο της φιλοξενίας και του τουρισμού, ανοίγοντας καφετέριες και εστιατόρια. Από τον Dior μέχρι τον Ralph Lauren και την Tiffany & Co, αυτές οι εμβληματικές μάρκες μετατρέπουν το καθημερινό φαγητό σε πολυτελή εμπειρία.

Πώς μπορούμε όμως να εξηγήσουμε αυτήν την τάση;

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη GRAZIA Middle East (@grazia_me)

Ο στόχος του εκάστοτε brand που πραγματοποιεί μία τέτοια επιχειρηματική κίνηση, εκτός από τη διαφήμιση, είναι να προσφέρει στον καταναλωτή, μία συνολική εμπειρία. Να τον μυήσει δηλαδή στον κόσμο και στη φιλοσοφία του label της εταιρίας και να τον εντάξει στον αισθητικό κόσμο του με έναν διαφορετικό τρόπο – περισσότερο απτό και αισθητηριακό.

Για παράδειγμα, όταν επισκέπτεστε μία καφετέρια του οίκου Louis Vuitton, δεν φοράτε ή δεν βλέπετε απλώς τα ρούχα και τα αξεσουάρ του οίκου, αλλά πίνετε και τον καφέ του. Όλα στον χώρο, είναι προσανατολισμένα στη φιλοσοφία της ετικέτας μόδας, από τη διακόσμηση, την αρχιτεκτονική, το στήσιμο στο τραπέζι, τα σερβίτσια και φυσικά, οι επιλογές στον καφέ και στο φαγητό, όλα είναι εμποτισμένα με την οπτική γλώσσα της μάρκας. Έτσι, μία συνηθισμένη δραστηριότητα, όπως είναι ένας καφές και ένα φαγητό, μετατρέπεται σε μία εντυπωσιακή εμπειρία.

Η στρατηγική προσέγγιση των social media

Ωστόσο, ο βασικότερος λόγος δημιουργίας ενός τέτοιου χώρου, είναι η δημιουργία περιεχομένου. Συνήθως, αυτά τα μαγαζιά, αποτελούν πολύ φωτογενείς προορισμούς που προσελκύουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών, με σκοπό να βγάλουν αναμνηστικές φωτογραφίες τις οποίες μπορούν να μοιραστούν με τους διαδικτυακούς τους φίλους. Τα fashion café είναι φτιαγμένα για το Instagram. Και φυσικά, κάθε φωτογραφία ενός καφέ με την επιγραφή της Dior, για παράδειγμα, γίνεται δωρεάν διαφήμιση για το brand και προσελκύει όλο και περισσότερους επισκέπτες – καταναλωτές.

Πρόκειται για μία άριστα σχεδιασμένη στρατηγική. Αυτό που την κάνει πολύ επιτυχημένη, είναι η εύκολη προσβασιμότητα από την οποία χαρακτηρίζεται. Μία τσάντα αξίας 3.000 ή και παραπάνω ευρώ, μπορεί να μην είναι προσιτή για τους περισσότερους εκεί έξω, όμως ένας καφές αξίας 10 ή 15 ευρώ, είναι πολύ πιο εύκολα προσβάσιμος. Σίγουρα πρόκειται για έναν καφέ αρκετά ακριβό σε σχέση με τις τιμές που υπάρχουν στην αγορά, αλλά τι περιμένατε από έναν πολυτελή οίκο μόδας; Σίγουρα όχι να πουλάει τον καφέ του σε οποιαδήποτε τιμή κάτω των 10 ευρώ. Και φυσικά, ακόμα μία έξυπνη κίνηση των εταιριών είναι πως συνήθως τοποθετούν τα καφέ αυτά, είτε μέσα είτε δίπλα στο κανονικό κατάστημα, καθιστώντας τα ιδανικό σημείο για cross-selling. Μία επίσκεψη για έναν απλό καφέ, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε μία απρόσμενη αγορά.

Τελικά, αυτά τα fashion café – restaurant, δεν είναι μόνο εντυπωσιακοί χώροι για καφέ και φαγητό, αλλά στην πραγματικότητα είναι στρατηγικά εργαλεία οικοδόμησης επωνυμίας. Βοηθούν στη διαφήμιση, στην απήχηση αλλά και στην εδραίωση του brand ως τρόπου ζωής.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below