Ινδή, κάτω των τριάντα ετών, γυναίκα. Κριτής στα Διεθνή Βραβεία Emmy®, στη λίστα του Forbes Under 30 media, τιμημένη δις με το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας. Η δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ Manisha Ganguly, σήμερα ανταποκρίτρια ερευνών στον Guardian με επίκεντρο τις διεθνείς συγκρούσεις και τους αντιφρονούντες, καταρρίπτει τα στερεότυπα σαν τουβλάκια του ντόμινο.

Λίγο πριν από τη συμμετοχή της στο Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας 2023 από το iMEdD, στις 28-30 Σεπτεμβρίου στην Πειραιώς 260, μίλησε για την τρομακτική έμφυλη βία στην πατρίδα της, τις απειλές θανάτου που έχει αντιμετωπίσει σχεδόν από παιδί, τις διακρίσεις που έχει βιώσει, αλλά και για το μέλλον της δημοσιογραφίας στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης.

Η δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ Manisha Ganguly, σήμερα ανταποκρίτρια ερευνών στον Guardian με επίκεντρο τις διεθνείς συγκρούσεις και τους αντιφρονούντες, καταρρίπτει τα στερεότυπα σαν τουβλάκια του ντόμινο.

Αφετηρία της διαδρομής της: μια πρωτοφανής υπόθεση βιασμού 

«Υπήρξαν δύο σημαντικές στιγμές που συνειδητοποίησα ότι ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Η πρώτη ήταν όταν κέρδισα σε έναν εθνικό διαγωνισμό στην Ινδία ενώ πήγαινα ακόμα γυμνάσιο, οπότε είχα την ευκαιρία να κάνω πρακτική άσκηση στην εφημερίδα “The Times of India”.

»H δεύτερη ήταν μετά τη διαβόητη υπόθεση βιασμού στο Δελχί: Μια γυναίκα και ο σύντροφός της επέστρεφαν το βράδυ με το λεωφορείο. Ο οδηγός, με συνένοχους μερικούς ακόμα άντρες, ξυλοκόπησαν το σύντροφό της, βίασαν ομαδικά τη γυναίκα και τη χτύπησαν, σε σημείο που κατέστρεψαν τα εσωτερικά όργανά της – ουσιαστικά αχρηστεύτηκε το έντερό της. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου βιασμού ήταν ότι συνέβη σε ένα λεωφορείο που διέσχιζε την πρωτεύουσα, οπότε δεν άφηνε το περιθώριο για τις συνήθεις ερωτήσεις-victim blaming, στις οποίες τα ινδικά μίντια έχουν μακρά παράδοση: Γιατί φορούσε αυτά τα ρούχα; Γιατί ήταν έξω το βράδυ; Γιατί δεν τη συνόδευε κανένας; Στη θέση της θα μπορούσε να βρίσκεται οποιαδήποτε γυναίκα. Όλες οι Ινδές σε κάποια φάση της ζωής μας έχουμε πάρει το λεωφορείο. Αλλά η αντίδραση της κυβέρνησης, αντί να προσπαθήσει να κάνει τους δρόμους πιο ασφαλείς για τις γυναίκες, ήταν να τις παρακινήσει να μένουν κλεισμένες στο σπίτι.

»Στην Ινδία έχουμε αυστηρή νομοθεσία για το βιασμό. Σε αντίθεση με άλλα αδικήματα, κάποιος θεωρείται ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Κι όμως τα ποσοστά καταδικασθέντων βιαστών είναι πολύ χαμηλά, γιατί πολλές περιπτώσεις βιασμού στην Ινδία καταλήγουν σε φόνο. Επιπλέον, υπάρχει η κουλτούρα της σιωπής, λόγω της αδράνειας γύρω από την έμφυλη βία στην Ινδία, λόγω του γεγονότος ότι οι περισσότεροι άντρες κακοποιητές είναι σύζυγοι ή μέλη της οικογένειας (ενδοοικογενειακή βία) και λόγω της νοοτροπίας του victim blaming».

«Στην Ινδία υπάρχει η κουλτούρα της σιωπής, λόγω της αδράνειας γύρω από την έμφυλη βία στην Ινδία, λόγω του γεγονότος ότι οι περισσότεροι άντρες κακοποιητές είναι σύζυγοι ή μέλη της οικογένειας (ενδοοικογενειακή βία) και λόγω της νοοτροπίας του victim blaming».

Το κίνημα του #metoo δεν έφτασε στην Ινδία;

«Υπήρξαν κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις #metoo, αλλά όχι στο επίπεδο που το είδαμε να συμβαίνει στο Χόλιγουντ. Το βασικό όμως πρόβλημα στην Ινδία είναι ότι οι άντρες διατηρούν ακόμα την οικονομική εξουσία, ελέγχουν τις περισσότερες βιομηχανίες της χώρας, οπότε ακόμα και οι γυναίκες που είναι ριζοσπάστριες και φεμινίστριες και δυνατές δεν έχουν τη δύναμη να γίνουν φορείς αλλαγής. Αυτό το έζησα κι εγώ ως δημοσιογράφος: “Ναι, φυσικά και θα θεωρήσεις ότι η Ινδία είναι γεμάτη βιαστές, αφού είσαι φεμινίστρια”. Αλλά αυτό δείχνουν στατιστικές του 2018, ότι η Ινδία είναι πιο επικίνδυνη από τη Συρία και ότι, τουλάχιστον πριν από την άνοδο των Ταλιμπάν στην εξουσία, ήταν πιο επικίνδυνη ακόμα και από το Αφγανιστάν. Επίσης έχει τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών στις γυναίκες».

«Στατιστικές του 2018 δείχνουν ότι η Ινδία είναι πιο επικίνδυνη από τη Συρία και ότι, τουλάχιστον πριν από την άνοδο των Ταλιμπάν στην εξουσία, ήταν πιο επικίνδυνη ακόμα και από το Αφγανιστάν. Επίσης έχει τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών στις γυναίκες».

Το φοιτητικό μέσο που πυροδότησε μια επανάσταση

«Μετά το βιασμό στο Δελχί άρχισα να ασχολούμαι με ό,τι θα μάθαινα αργότερα ότι αποκαλείται ερευνητική δημοσιογραφία και συγκεκριμένα με τα γυναικεία δικαιώματα, την αδικία, τη σεξουαλική κακοποίηση. Αυτό συνέβη το 2012, όταν ακόμα πήγαινα σχολείο, και τότε άρχισαν να δέχομαι απειλές ότι θα με βιάσουν ή ότι θα με σκοτώσουν. Αργότερα, ως φοιτήτρια πλέον, συνειδητοποίησα πως ό,τι συνέβαινε στους δρόμους και στις δημόσιες συγκοινωνίες συνέβαινε και στην πανεπιστημιούπολη, επηρεάζοντας σχεδόν κάθε γυναίκα με την οποία μιλούσα. Τότε αποφάσισα να δημιουργήσω ένα διαδικτυακό περιοδικό [Eyezine] αποκλειστικά για να καταγγέλλουμε σεξουαλικά αδικήματα, τα οποία είχαν κανονικοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι εφημερίδες δεν έγραφαν τίποτα παρά μόνο αν επρόκειτο για ομαδικούς βιασμούς. Ελλείψει πόρων, ζήτησα από τους φίλους μου να συνεισφέρουν ως ρεπόρτερ. Το αποτέλεσμα ήταν να μπούμε σε έναν κρυμμένο, υπόγειο κόσμο, όπου σχεδόν κάθε γυναίκα είχε ένα περιστατικό να καταγγείλει αλλά δεν ήξερε πού να το καταγγείλει γιατί η αστυνομία δεν θα έκανε τίποτα.

«Αποφάσισα να δημιουργήσω ένα διαδικτυακό περιοδικό αποκλειστικά για να καταγγέλλουμε σεξουαλικά αδικήματα, τα οποία είχαν κανονικοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι εφημερίδες δεν έγραφαν τίποτα παρά μόνο αν επρόκειτο για ομαδικούς βιασμούς».

»Σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο στη γενέτειρά μου, την Καλκούτα, συνέβη ένα περιστατικό βιασμού που έγινε πολύ γνωστό. Αλλά το πανεπιστήμιο προσπάθησε να το καλύψει σε κάποιο βαθμό ή τουλάχιστον δεν επέτρεπε στους φοιτητές να το αναδείξουν όπως θα έπρεπε. Τότε οι φοιτητές έκαναν κατάληψη, που κατέληξε στην έφοδο της αστυνομίας, κατόπιν κρατικής εντολής. Περίπου 80 άτομα συνελήφθησαν και πολλά βρέθηκαν στο νοσοκομείο – έντεκα από αυτά στην εντατική, με σοβαρούς τραυματισμούς, αλλά οι εθνικές εφημερίδες δεν έγραψαν τίποτα. Η αστυνομία κατέστρεψε τις κάμερες των δημοσιογράφων που βρέθηκαν εκεί για να καλύψουν το γεγονός, αλλά δεν ασχολήθηκε μαζί μας, που επίσης ήμασταν στο πεδίο – μας έβλεπαν απλά σαν φοιτητές. Ανεβάσαμε τα γεγονότα στο site και το επόμενο βράδυ πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους ζητώντας δικαιοσύνη, η πόλη σχεδόν νέκρωσε. Το περιοδικό που είχα φτιάξει με τους φίλους μου, στο παιδικό μου δωμάτιο, είχε εξελιχθεί σε ένα μέσο στο οποίο στρεφόταν ο κόσμος για ενημέρωση. Τότε συνειδητοποίησα ότι αυτό θέλω να κάνω για την υπόλοιπη ζωή μου. Απεχθάνομαι τους ψεύτες και τους νταήδες και σε αυτούς ακριβώς αντιστέκεται η ερευνητική δημοσιογραφία».

«Ανεβάσαμε τα γεγονότα στο site και το επόμενο βράδυ πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους ζητώντας δικαιοσύνη. Το περιοδικό που είχα φτιάξει με τους φίλους μου, στο παιδικό μου δωμάτιο, είχε εξελιχθεί σε ένα μέσο στο οποίο στρεφόταν ο κόσμος για ενημέρωση».

Αλλαγή έδρας: από την Ινδία στη Βρετανία

«Συνεχίζοντας να καλύπτουμε γυναικεία ζητήματα επεκταθήκαμε, φυσικά, και σε περιοχές “ευαίσθητες” για τη Ινδία, όπως το Κασμίρ. Τότε αρχίσαμε να δεχόμαστε καταγγελίες, σε ομοσπονδιακό και κρατικό επίπεδο. Επιπλέον, δεν είχαμε τους απαραίτητους πόρους για να συνεχίσουμε να ασκούμε ερευνητική δημοσιογραφία, η οποία είναι εξαιρετικά χρονοβόρα και κοστοβόρα. Αυτά τα δύο, σε συνδυασμό με το εχθρικό περιβάλλον για μια γυναίκα ερευνήτρια δημοσιογράφο στην Ινδία, δεν μου επέτρεψαν να φαντάζομαι το μέλλον μου εκεί. Η πλήρης υποτροφία που πήρα από το Πανεπιστήμιο του Westminster έγινε η ιδανική ευκαιρία να έρθω στην Ευρώπη. Χρειάστηκε ωστόσο να απομακρυνθώ από τα γυναικεία ζητήματα γιατί οι αντιδράσεις στην Ινδία με είχαν τραυματίσει ψυχικά και με είχαν οδηγήσει στο burnout».

«Χρειάστηκε να απομακρυνθώ από τα γυναικεία ζητήματα γιατί οι αντιδράσεις στην Ινδία με είχαν τραυματίσει ψυχικά και με είχαν οδηγήσει στο burnout».

Manisha εναντίον στερεοτύπων

«Οι βασικότερες δυσκολίες μου στην Ινδία αφορούσαν τη θεματολογία μου. Στη Βρετανία, όμως, ήταν φυλετικές. Ήμουν η μοναδική γυναίκα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα στο γραφείο, στην ομάδα, στα γυρίσματα. Θυμάμαι στο πρώτο μου ντοκιμαντέρ, για τα εγκλήματα πολέμου στη Λιβύη, ο χειριστής της κάμερας που είχαμε προσλάβει για μια συνέντευξη, βλέποντας ότι ήμουν η νεότερη στην ομάδα, με πλησίασε και μου ζήτησε έναν καφέ. Μετά υπάρχουν, βέβαια, και περιστατικά μικροεπιθετικότητας. Τα πρώτα χρόνια της διαδρομής μου σε δύο ανδροκρατούμενα πεδία, της ερευνητικής δημοσιογραφίας και του ντοκιμαντέρ, δεν υπήρχε καμία άλλη όπως εγώ. Στα ομαδικά πρότζεκτ, ειδικότερα, μπορεί να κάνεις το μεγαλύτερο όγκο της έρευνας αλλά να εισπράξει άλλος τα εύσημα.

«Οι βασικότερες δυσκολίες μου στην Ινδία αφορούσαν τη θεματολογία μου. Στη Βρετανία, όμως, ήταν φυλετικές. Ήμουν η μοναδική γυναίκα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα στο γραφείο, στην ομάδα, στα γυρίσματα».

»Όσον αφορά το ρατσισμό που έζησα, αν είσαι γυναίκα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα από την Ινδία και έχεις εργαστεί ως δημοσιογράφος στην Ινδία, περιμένουν από εσένα να ασχολείσαι αποκλειστικά με θέματα της Ινδίας. Αλλά αυτό ακριβώς είχα αποφασίσει εγώ να μη συνεχίσω να κάνω, όταν στράφηκα σε ρεπορτάζ για εγκλήματα πολέμου στη Μέση Ανατολή, τη Βόρειο Αφρική και τη Ρωσία και, αργότερα, για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα. Αν είσαι λευκός, ειδικά άντρας, μπορείς απλά να πας στο Ιράκ ή τη Συρία, να μιλήσεις με μερικούς ντόπιους με έναν διερμηνέα, να κάνεις το θέμα σου και να πάρεις εσύ όλα τα εύσημα. Αλλά αν είσαι γυναίκα, θεωρούν δεδομένο ότι θα παραμείνεις στη δική σου περιοχή, ότι δεν μπορείς να γράφεις για όπλα, όπως έκανα εγώ στο BBC, ή να κάνεις έρευνα ανοιχτού κώδικα. Φυσικά από την αρχή της διαδρομής μου έχουμε ζήσει ριζικές αλλαγές στη δημοσιογραφία, πλέον γίνονται πολλές συζητήσεις για τη συμπερίληψη και τη διαφορετικότητα, αλλά αυτά τα προβλήματα είναι συστημικά και επιβιώνουν ακόμα με κάποιον τρόπο».

«Αν είσαι γυναίκα, θεωρούν δεδομένο ότι θα παραμείνεις στη δική σου περιοχή, ότι δεν μπορείς να γράφεις για όπλα, όπως έκανα εγώ στο BBC, ή να κάνεις έρευνα ανοιχτού κώδικα».

Τι είναι όμως η έρευνα ανοιχτού κώδικα;

«Στην ερευνητική δημοσιογραφία έχουμε δύο δεξαμενές πληροφοριών: τις κλειστές, με πληροφορίες που δεν διατίθενται δημόσια αλλά μπορεί να βρεις στην επικοινωνία σου με άλλους ανθρώπους ή σε μη δημόσια έγγραφα. Και τις ανοιχτές, όπου όλες οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες στο κοινό, κι αυτό συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό χάρη στο Ίντερνετ και στην έκρηξη της πληροφορίας του. Η έρευνα ανοιχτού κώδικα συνίσταται στο να βρίσκεις τα στοιχεία που χρειάζεσαι αλλά κρύβονται σε κοινή θέα. Την έχουν επιτρέψει οι ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνολογία μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια.

»Ανοιχτές δεξαμενές πληροφοριών είναι, για παράδειγμα, τα social media αλλά και οι εικόνες που μας έρχονται από δορυφόρους, επιτρέποντάς μας πλέον να διεξάγουμε αναλύσεις σχετικά με πολεμικές συγκρούσεις με έναν πολύ πιο κλινικό, μεθοδικό τρόπο ώστε να βασιζόμαστε λιγότερο στον ανθρώπινο παράγοντα. Μετά υπάρχουν οι ανοιχτές διαδικτυακές συνομιλίες και τα έγγραφα που έχουν ανεβεί στο διαδίκτυο. Χάρη στις τεχνικές που χρησιμοποιώ ξέρω πού και τι να αναζητήσω, αλλά προσπαθώ να συνδυάζω την έρευνα ανοιχτού κώδικα με τον ανθρώπινο παράγοντα, και για τη διασταύρωση των πληροφοριών και, κυρίως, γιατί ο ανθρώπινος παράγοντας επιτρέπει στο κοινό να ταυτιστεί με ένα ρεπορτάζ και να εμπλακεί συναισθηματικά με αυτό».

«Προσπαθώ να συνδυάζω την έρευνα ανοιχτού κώδικα με τον ανθρώπινο παράγοντα, και για τη διασταύρωση των πληροφοριών και, κυρίως, γιατί ο ανθρώπινος παράγοντας επιτρέπει στο κοινό να ταυτιστεί με ένα ρεπορτάζ και να εμπλακεί συναισθηματικά με αυτό».

Η εποχή κυριαρχίας της τεχνητής νοημοσύνης δεν ήρθε (ακόμα;)

«Στην ερευνητική δημοσιογραφία δεν υπάρχουν προδιαγεγραμμένες διαδρομές που μπορείς να ακολουθήσεις για να βρεις ένα θέμα ή να το διαχειριστείς ή να λύσεις ένα πρόβλημα. Συχνά βασίζεται στις νοητικές λειτουργίες και την εμπειρική γνώση του δημοσιογράφου. Επιπλέον, οι αλγόριθμοι μπορούν να δουλέψουν μόνο με πληροφορίες που είναι ήδη διαθέσιμες, ενώ μεγάλο μέρος της ερευνητικής δημοσιογραφίας συνίσταται στο να εντοπίζεις τις πληροφορίες. Επίσης η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να αποδείξει ένα γεγονός που ξέρουμε ότι συνέβη ούτε να συσχετίσει δύο φαινομενικά ασύνδετα γεγονότα προτείνοντας, ενδεχομένως, μια καινοτομία. Αυτά τα κάνει ο δημοσιογράφος.

»Αλλά υπάρχει και το θεμελιώδες πρόβλημα της εμπιστοσύνης. Ζούμε σε μια εποχή παραπληροφόρησης, παραπλάνησης και fake news, όπου η εμπιστοσύνη – απέναντι στην πολιτική, τον δημόσιο βίο, τα media – έχει χαθεί. Κάποιος λοιπόν είναι πιθανότερο να εμπιστευτεί έναν δημοσιογράφο που έχει αφιερώσει μήνες, σε κάποιες περιπτώσεις και χρόνια, διερευνώντας ένα θέμα σε σημείο να γίνει expert και φέρνοντάς το στο φως, παρά ένα μηχάνημα».

«Ζούμε σε μια εποχή παραπληροφόρησης, παραπλάνησης και fake news, όπου η εμπιστοσύνη – απέναντι στην πολιτική, τον δημόσιο βίο, τα media – έχει χαθεί. Κάποιος λοιπόν είναι πιθανότερο να εμπιστευτεί έναν δημοσιογράφο παρά ένα μηχάνημα».

Τι μας επιφυλάσσει το άμεσο μέλλον;

«Προβλέπω ότι η ερευνητική δημοσιογραφία θα γίνει η βασική πηγή εισοδήματος για τα περισσότερα ειδησεογραφικά μέσα, καθώς η καθημερινή ειδησεογραφία καθαυτή, όπως έχουμε ήδη δει, προσφέρεται για outsourcing και δεν φέρνει πλέον καινούριο κοινό στα μέσα. Για να αποκτήσει ένα μέσο μοναδικούς χρήστες και να τους κρατήσει και για να τους παρακινήσει να καταβάλουν χρήματα για τη δημοσιογραφία που ασκεί πρέπει να έχει πρωτογενές και καινοτόμο περιεχόμενο, στον πυρήνα του οποίου βρίσκεται η ερευνητική δημοσιογραφία.

Άλλωστε δεν βλέπω να απαλλασσόμαστε σύντομα από τη διαφθορά και τις δικτατορίες στον κόσμο. Απεναντίας, παρατηρούμε μια ιδιαίτερα ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς σε όλο τον πλανήτη, οπότε προβλέπω ότι θα αυξηθούν οι επιθέσεις εναντίον των δημοσιογράφων. Η άνοδος της ακροδεξιάς, όπως και του λαϊκισμού, σε συνδυασμό με τη διάβρωση και την απώλεια της εμπιστοσύνης ανάμεσα στα media και το κοινό καθιστούν ακόμα πιο σημαντική την ερευνητική δημοσιογραφία – ίσως μάλιστα να την καταστήσουν τη μοναδική μας δίαυλο με την πραγματικότητα».

«Η άνοδος της ακροδεξιάς, όπως και του λαϊκισμού, σε συνδυασμό με τη διάβρωση και την απώλεια της εμπιστοσύνης ανάμεσα στα media και το κοινό καθιστούν ακόμα πιο σημαντική την ερευνητική δημοσιογραφία».

Ποια είναι η πιο δυνατή εμπειρία σου ως δημοσιογράφος;

«Το πρώτο μου ντοκιμαντέρ, που ήταν για τα εγκλήματα πολέμου στη Λιβύη, ήταν μια μακρά και δύσκολη διαδρομή. Άρχισα να μελετώ το οπτικοακουστικό υλικό την εποχή που δούλεψα για λίγο στο CNN. Όταν άρχισα να συνεργάζομαι με το BBC, για μια εντελώς διαφορετική θεματολογία, συνέχισα να το δουλεύω παράλληλα, και ήταν πολύ σκληρό γιατί είχα να κάνω με ιδιαίτερα παραστατικές σκηνές βίας, διαμελισμένων σωμάτων, αποκεφαλισμών, των χειρότερων εγκλημάτων που θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος.

Όταν έφτασα σε ένα σημείο όπου ένιωσα ότι είχα συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία, το επικοινώνησα στο BBC όπου χρειάστηκε να συνεργαστούν δύο διαφορετικές παραγωγές για να συγκεντρωθούν οι απαραίτητοι πόροι προκειμένου να ολοκληρωθεί. Και όταν τελικά επέλεξα τον Αλί ως τον άνθρωπο που θα ήταν ο βασικός χαρακτήρας του ντοκιμαντέρ, συνειδητοποίησα ότι σε μια σκηνή ομαδικού τάφου που είχα παρακολουθήσει, με στοίβες από σώματα πολιτών στη μέση μιας πλατείας, όπου στρατιώτες τούς πατούσαν στο πρόσωπο, σε εκείνο το βουνό πτωμάτων βρισκόταν η μητέρα του Αλί, δύο από τους αδερφούς και δύο από τις αδερφές του, ότι είχε χάσει ολόκληρη την οικογένειά του σε εκείνη τη σφαγή.

«Σε εκείνο το βουνό πτωμάτων βρισκόταν η μητέρα του Αλί, δύο από τους αδερφούς και δύο από τις αδερφές του, ότι είχε χάσει ολόκληρη την οικογένειά του σε εκείνη τη σφαγή».

Και το τρομακτικό ήταν ότι ο Αλί δεν είχε ιδέα. Όταν λοιπόν κατάφερα τελικά να τον εντοπίσω μετά τη σφαγή, χρόνια αργότερα, γιατί κανένας δεν ενδιαφέρεται για τη Λιβύη και τα εγκλήματα πολέμου της, μου είπε ότι είχε μάθει για το θάνατο της οικογένειάς του διαβάζοντας τα ονόματά τους σε μια λίστα στο Facebook, το 2017. Δύο χρόνια αργότερα τού τηλεφώνησα και του είπα: “Ξέρω τι έχει συμβεί στην οικογένειά σου”. Κι αυτό ήταν ό,τι σημαντικότερο για εμένα, να αισθάνομαι ότι μπαίνει μια τελεία, γιατί στις πολεμικές συγκρούσεις τις περισσότερες φορές δεν έχεις ούτε καν αυτό, δεν ξέρεις πού έχουν θαφτεί οι δικοί σου και αν θα βρεις ποτέ τα σώματά τους. Δεν το είχα προσχεδιάσει, απλά συνέβη, αλλά νιώθω ότι μόνο και μόνο για αυτό άξιζε να ζήσω το τραύμα του να διατρέχω όλο εκείνο το βίαιο υλικό και να αγωνίζομαι να πείσω κάποιον να πάρει στα σοβαρά την έρευνά μου, να την υποστηρίξει, να την επιμεληθεί και να τη βγάλει στον αέρα».

«Δύο χρόνια αργότερα τού τηλεφώνησα και του είπα: “Ξέρω τι έχει συμβεί στην οικογένειά σου”. Κι αυτό ήταν ό,τι σημαντικότερο για εμένα, να αισθάνομαι ότι μπαίνει μια τελεία, γιατί στις πολεμικές συγκρούσεις τις περισσότερες φορές δεν ξέρεις πού έχουν θαφτεί οι δικοί σου».

Δείτε το βίντεο μιας δημοσιογραφικής έρευνας της Manisha Ganguly:

Περισσότερα για τη Manisha Ganguly

Είναι βραβευμένη δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ που έχει διακριθεί για το πρωτοποριακό της έργο στις έρευνες ανοικτού κώδικα (OSI) με στόχο την αποκάλυψη εγκλημάτων πολέμου. Τα ντοκιμαντέρ της για το BBC World Service, που διερευνούν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, τη Ρωσία και την Κίνα, έχουν αποσπάσει πλήθος διεθνών βραβείων και έχουν μεταδοθεί σε ένα ευρύ κοινό που ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια τηλεθεατές. Εναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος στην OSI, την τεχνητή νοημοσύνη, την αυτοματοποίηση και το μέλλον της ερευνητικής δημοσιογραφίας με χρηματοδότηση από το Πανεπιστήμιο του Westminster.

Τα ντοκιμαντέρ της για το BBC World Service, που διερευνούν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, τη Ρωσία και την Κίνα, έχουν αποσπάσει πλήθος διεθνών βραβείων και έχουν μεταδοθεί σε ένα ευρύ κοινό που ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια τηλεθεατές.

Περισσότερα για το Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας 2023 από το iMEdD

Πάνω από 100 διακεκριμένοι επαγγελματίες του χώρου της δημοσιογραφίας θα μοιραστούν γνώσεις, εμπειρίες, προβληματισμούς και λύσεις, μέσα από μια πληθώρα πάνελ, workshops και ομιλιών.

H κάλυψη της κλιματικής κρίσης, του μεταναστευτικού, της διαφθοράς και του πολέμου, η ελευθερία του Τύπου σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη, οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης, η δημοσιογραφία δεδομένων, καθώς και η ανεξαρτησία των ΜΜΕ μέσα από σύγχρονα μοντέλα συνεργασιών και καινοτόμα σχήματα βιωσιμότητας είναι μόλις μερικά από τα θέματα που θα συζητηθούν, εκφράζοντας την προσδοκία κοινού και ομιλητών για ένα υγιές περιβάλλον ενημέρωσης.

Πάνω από 100 διακεκριμένοι επαγγελματίες του χώρου της δημοσιογραφίας θα μοιραστούν γνώσεις, εμπειρίες, προβληματισμούς και λύσεις, μέσα από μια πληθώρα πάνελ, workshops και ομιλιών.

Όσοι και όσες βρεθούν στο Forum, στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο του Media Village, θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν από κοντά οργανισμούς όπως οι Committee to Protect Journalists (CPJ), European Data Journalism Network (EDJNet), European Press Prize, Global Investigative Journalism Network (GIJN), Mediterranean Institute for Investigative Reporting (MIIR), Organized Crime and Corruption Reporting Project (OCCRP), Solomon και World Press Photo (WPP).

Το πρόγραμμα συμπληρώνουν προβολές ντοκιμαντέρ, εκθέσεις φωτογραφίας, το πρωτότυπο format του «Live Journalism», καθώς και το European Press Prize Community Event 2023, που εξελίσσεται και φέτος στο πλαίσιο του Forum.

Σημειώνεται ότι την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου, στις 19:00, μία ημέρα πριν την επίσημη έναρξη του Forum, θα πραγματοποιηθούν οι Διαλόγοι του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) με θέμα «Τηλεθεατές ή Πολίτες».

Info

Δείτε εδώ σε ποιες δράσεις του Forum συμμετέχει η Manisha Ganguly. Περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας 2023 από το iMEdD: forum.imedd.org Περισσότερες πληροφορίες για τη Manisha Ganguly θα βρείτε στο manishaganguly.com

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below