Από τη Σοφία Μανδηλαρά
«Τέλος καλό όλα καλά, σαν γιατρικό ήρθες ξανά, τέλος καλό όλα καλά, τώρα ας χαθεί η μοναξιά» λένε οι στίχοι.
Χρειάζεται η μοναξιά μας γιατρικό; Και αν ναι, ποιες μορφές μπορεί να πάρει και πού τοποθετούνται τα όρια; Μπορεί μια πανέξυπνη μηχανή να υποκαταστήσει, έστω ανακουφιστικά ή προσωρινά, την ανθρώπινη επικοινωνία; Πριν βιαστείτε να απαντήσετε αρνητικά, αναλογιστείτε πόση ώρα σκρολάρετε στο κινητό τα βράδια προτού κοιμηθείτε. Λοιπόν;
Ο αλγόριθμος μάς γνωρίζει καλά, όσο προσεκτικές κι αν είμαστε – μάλιστα οι περισσότερες δεν είμαστε. Ξέρει τις συνήθειές μας και τις τοποθεσίες μας. Ποια τραγούδια μας αρέσουν, πού θα θέλαμε να πάμε διακοπές και πόσα χρήματα είμαστε διατεθειμένες να ξοδέψουμε σε ένα όμορφο φόρεμα.
Χάρη στην τεράστια υπολογιστική του δύναμη, μπορεί να προβλέψει την επόμενη κίνησή μας με εξαιρετικά υψηλό βαθμό ακρίβειας. Πέφτει έξω; Φυσικά. Όμως αναγνωρίζει πότε είμαστε ή νιώθουμε μόνες. Ξέρει πόσο μας δυσκολεύει η μοναξιά και πού να μας ωθήσει ώστε να την αποφύγουμε. Αυτό είναι δεδομένο, όπως ότι όταν πεινάμε εμφανίζονται διαφημίσεις πίτσας ή ότι όταν εμφανίζονται διαφημίσεις πίτσας, πεινάμε. Είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι.
Οι διεθνείς τεχνολογικοί κολοσσοί, μετά την πρόσφατη έκρηξη της Τεχνητής Νοημοσύνης, η οποία μόνο σε πολύ μικρό βαθμό έχει φτάσει προς το παρόν στην Ελλάδα, επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν «την επιδημία της μοναξιάς».
Η επιδημία της μοναξιάς
Ο όρος εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1970 και, πλέον, οι περισσότεροι ψυχίατροι όταν τον ακούν ανατριχιάζουν. Ωστόσο, χάρη σε πολιτικούς και δημοσιογράφους, στον δημόσιο διάλογο κυριαρχεί. Να το πούμε απλά: οι εταιρείες τεχνολογίας θέλουν να βγάλουν λεφτά από τους ανθρώπους που είναι μόνοι ή που είναι μοναχικοί. Στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών ήδη κυκλοφορούν μοντέλα Α.Ι. ως ψηφιακοί σύντροφοι που επιδιώκουν να θεραπεύσουν το κενό.
«Η μοναξιά δεν είναι πρόβλημα. Η μοναξιά, επίσης, δεν είναι σύμπτωμα», λέει με απόλυτη βεβαιότητα ο ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής Γιάννης Θωμόπουλος, αναπληρωτής διευθυντής του ψυχιατρικού τμήματος του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών.
Η μοναξιά είναι αίσθημα. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα περισσότερα άτομα την περιγράφουν ως εξής: «Μου λείπει ένας άνθρωπος όταν γυρίζω σπίτι, δεν έχω κάποιον να μιλήσω». Αυτή η -ενδεχομένως- δυσάρεστη κατάσταση, όμως, δεν μας καθιστά ούτε ασθενείς, ούτε ανεπαρκείς.
Η μετατόπιση της μοναξιάς από τη σφαίρα των αισθημάτων στη σφαίρα των προβλημάτων μεταφέρει στο άτομο την ευθύνη της επίλυσής του. Για να νιώθεις μόνη κάτι δεν πάει καλά. Άρα, κάτι πρέπει να κάνεις. Και καλύτερα να το κάνεις χρησιμοποιώντας τον υπολογιστή σου. Θα μπορούσε να μοιάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας αν δεν είχαν ήδη αξιοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση τα sex apps, οι εφαρμογές dating, ακόμα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ιδιο «πρόβλημα», ίδια quick fixes, ίδιες εταιρείες.
Πιο καλή η μοναξιά από σένα που δε φτάνω…
Παρόλο που στην Ελλάδα ακόμα δεν μας έχει σαρώσει ο τυφώνας των συντρόφων Α.Ι. -η συντροφικότητα μπορεί να είναι φιλική παρεμπιπτόντως-, υπάρχει το ChatGPT, στο οποίο όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουν για να συζητήσουν τα προβλήματα και τις σκέψεις τους. Το ομολογούν χωρίς να αντιλαμβάνονται το ρίσκο που παίρνουν. Οι απαντήσεις του είναι απολύτως αληθοφανείς, εξάλλου είναι τέλεια εκπαιδευμένο ώστε να προσομοιάζει την ανθρώπινη ομιλία. Με έναν τεράστιο αστερίσκο.
«Κρύβει το πιο σημαντικό: το πλαίσιο μιας σχέσης και τους κανόνες της. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν θα σε κάνει ποτέ να αισθανθείς δυσάρεστα γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν όρια. Είναι ένα προϊόν. Δεν θα σε απορρίψει το προϊόν ώστε να αναζητήσεις άλλες μεθόδους προσέγγισης, να κινητοποιήσεις άλλες ικανότητες. Αν δε θες αυτό το προϊόν, μπορείς να το αλλάξεις με κάποιο άλλο. Αντιθέτως, ποια ανθρώπινη σχέση μπορεί να ικανοποιήσει όλα τα χατίρια; Καμία. Απο-εκπαιδευόμαστε από το να φτιάχνουμε σχέσεις», υπογραμμίζει ο κ. Θωμόπουλος.
Ωστόσο, το αίσθημα της μοναξιάς προσωρινά απομακρύνεται, το κόλπο πιάνει, και αυτό είναι μια μικρή νίκη για το άτομο που αντανακλάται στην οθόνη του υπολογιστή. «Φυσικά. Εκείνη τη στιγμή που ικανοποιεί την ανάγκη του βγαίνει κερδισμένο», αλλά μετά έρχεται ο… λογαριασμός. Γιατί «όσο δεν χτίζει πραγματικές επαφές, θα χρειάζεται και θα χρησιμοποιεί ακόμα περισσότερο το προϊόν, με αποτέλεσμα να αποσύρεται ακόμα περισσότερο από την πραγματικότητα», επισημαίνει ο κ. Θωμόπουλος. Πρόκειται, δηλαδή, για φαύλο κύκλο.
Τα μοντέλα γλωσσικής προσομοίωσης –όπως είναι ο ακριβής ορισμός τους και όχι μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης- είναι εργοστασιακά ρυθμισμένα να επιβεβαιώνουν το άτομο. Με τέτοιον τρόπο μάλιστα, που η κολακεία να περνάει απαρατήρητη. Όταν συζητάει κάποιος με ένα μοντέλο Α.Ι., μιλάει με ένα μηχάνημα που υπακούει στις εντολές των προγραμματιστών του. Μιλάει, επίσης, με την αντανάκλαση του εαυτού του, όπως ο Νάρκισσος που ερωτεύτηκε το είδωλό του στο νερό της πηγής. Εισάγεται σε μια φαντασίωση χωρίς καν να έχει επίγνωση.
Η ανθρώπινη επικοινωνία ενέχει το ρίσκο της απόρριψης. Η επικοινωνία με την Τεχνητή Νοημοσύνη όχι. Από τη μία «το άτομο χάνει το κίνητρό του να προσπαθήσει να δομήσει μια πραγματική επαφή, αφού ικανοποιείται προσωρινά» και από την άλλη «στον πραγματικό κόσμο δεν λειτουργούν έτσι οι ανθρώπινες σχέσεις», δηλαδή, «αν κάποιος φοβάται την απόρριψη, ακόμα κι αν βρει μια ανακούφιση μέσα από τέτοια προϊόντα, ο φόβος θα συνεχίσει να είναι υπαρκτός». Αυτή είναι η διαφορά και το τίμημα ανάμεσα στην ικανοποίηση του αισθήματος έλλειψης και τη δημιουργία δεσμών.
Είναι επικίνδυνος αυτός ο μηρυκασμός;
«Στον βαθμό που κάποιος αποκόπτεται από την πραγματικότητα», εξηγεί ο κ. Θωμόπουλος, προσθέτοντας όμως ότι «οι απαιτήσεις ζωής υπάρχουν στον πραγματικό κόσμο, όχι στη φαντασίωση», οπότε το ρίσκο είναι, ακόμα τουλάχιστον, περιορισμένο. Για παράδειγμα, η δουλειά, το σχολείο προϋποθέτουν την επαφή με ανθρώπους.
Επιπλέον, η δαιμονοποίηση της μοναξιάς είναι αδιέξοδη γιατί απεμπολούμε ένα πολύτιμο εργαλείο. «Μπορεί κάποιος να χρειάζεται να μείνει εκτός του θορύβου της επικοινωνίας ώστε να σκεφτεί ή να κάνει κάτι διαφορετικό, να ζήσει διαφορετικά. Δεν έχουμε διαρκώς ανάγκη να είμαστε συνδεδεμένοι με ανθρώπους», τονίζει ο κ. Θωμόπουλος. Δεν είμαστε προβληματικοί επειδή είμαστε ή νιώθουμε μόνοι και μόνες. Δεν πάσχουμε στο πλαίσιο κάποιας επιδημίας. Και ο αλγόριθμος ούτε αντιμετωπίζει τη μοναξιά, ούτε τη γιατρεύει. Μας δίνει ένα σπρώξιμο και μας πετάει στην αποφυγή με αντιπερισπασμούς.
Είναι η μοναξιά βαρύ φορτίο, μόνη τη σηκώνω εγώ για δύο
Η πηγή του φόβου απέναντι στο αίσθημα της μοναξιάς και της θεώρησης της μοναξιάς ως επιδημίας είναι κοινή. Πιο απλά -δίχως ίχνος επίκρισης-, στο ίδιο πηγάδι ποτίζεται εκείνη που τρέμει την κατάρα να σταθεί μόνη και ο πολιτικός που κουνάει το δάχτυλο στις γυναίκες που δεν παντρεύονται να κάνουν παιδιά.
Στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό «το άτομο είναι το κέντρο του σύμπαντος. Η μοναξιά συνιστά αποτυχία γιατί το άτομο είναι -και οφείλει να είναι- παντοδύναμο. Άρα, γιατί αισθάνεται μόνο; Όμως, ταυτόχρονα, υπάρχει η απαίτηση να είναι μόνο, αλλιώς δεν είναι παντοδύναμο. Εκχωρεί κυριαρχία και αναιρεί το κέντρο του σύμπαντος».
Είμαστε σε λαβύρινθο. Ζητείται Αριάδνη. Στοπ.
Εντέλει, όταν ένας άνθρωπος μπαίνει στο σπίτι και νιώθει μόνος, δεν έχει κάποιον να μιλήσει και αυτό θέλει να το αλλάξει, τι μπορεί να κάνει;
Κατ’ αρχάς, να αναζητήσει την κοινότητα. «Εχει μετατοπιστεί η κοινωνία αυτή τη στιγμή. Παλαιότερα, όταν κάποιος αποσυρόταν, τον αναζητούσε η κοινότητά του πρώτα απ’ όλα. Εχει χαθεί η έννοια του “ανήκω κάπου”, είτε αυτό είναι η οικογένεια, είτε μια γειτονιά, είτε μια μεγαλύτερη παρέα, μια ομάδα, μια οργάνωση. Όταν τοποθετούμε το άτομο στο κέντρο του σύμπαντος, δεν αφήνουμε το περιθώριο να υπάρχει κάτι άλλο δίπλα του. Αυτό είναι η ουσία του ατομικισμού».
Συνεπώς, το πρώτο βήμα είναι να βγούμε από το κέντρο στην περιφέρεια, να ψηλαφίσουμε τον κύκλο μας. Χωρίς να κουβαλάμε την ενοχή ότι φταίμε εμείς που ο κύκλος έχει χαλαρώσει. It is what it is.
Κατά δεύτερον, «η άρνηση του συναισθήματος της μοναξιάς, ακόμα και της θλίψης, δεν θα βοηθήσει το άτομο να αναρωτηθεί γιατί δυσκολεύεται», αναφέρει ο κ. Θωμόπουλος. «Να σκεφτεί “γιατί στεναχωριέμαι; Γιατί ξέρω πως είμαι μόνος ή μόνη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Τι επιλογές έχω;”. Οχι κατηγορώντας τον εαυτό μου, όχι για να θεραπεύσω τον εαυτό μου, αλλά για να αλλάξω μια κατάσταση με τη βοήθεια ενός άλλου ανθρώπου, όχι ενός προϊόντος».
Εν κατακλείδι, κάθε παράθυρο διαλόγου με ένα μοντέλο Α.Ι. επιδέχεται περαιτέρω παραμετροποίηση. Μπορεί δηλαδή να γίνει ένα ρούχο ραμμένο στα ατομικά μας μέτρα. Όσο σαφέστερες εντολές του δίνουμε τόσο πιο πιστά εξυπηρετεί τον στόχο μας. Πρόκειται για ένα περίπλοκο αλλά πολύτιμο, εξαιρετικό εργαλείο. Κυριολεκτικά σπουδαίο εργαλείο. Χρειάζεται όμως εκ μέρους μας η σοφία του στόχου. Όπως δεν θα αναλύαμε με τον κάβουρα πώς θα επιδιορθώσουμε τον νιπτήρα, έτσι δεν πρέπει να περιμένουμε από το ChatGPT να μας κάνει να χαμογελάμε.