«Κουράστηκα να γίνεται το καθετί αφορμή για καβγά». «Αλλη απιστία δεν σηκώνω». «Εχουμε να κάνουμε έρωτα δύο χρόνια, γιατί να μένουμε μαζί;». «Γνώρισα τον άνδρα της ζωής μου. Θέλω να ξυπνάω δίπλα του κάθε πρωί».

Οι γυναίκες του περίγυρού μας, εμείς, οι φίλες μας, οι μαμάδες μας, παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους και διαλύουν τους γάμους που δεν τις ικανοποιούν. Αυτό φαίνεται ακόμα και από τους αριθμούς. Ερευνα της Αμερικανικής Κοινωνιολογικής Εταιρείας δείχνει ότι το 70% των διαζυγίων κινείται με πρωτοβουλία των γυναικών. Στοιχεία για την Ελλάδα δεν υπάρχουν, όμως η δικηγόρος Φένυ Μπούζα, σύμβουλος Οικογενειακού Δικαίου, μας λέει πως πράγματι και στη χώρα μας τα περισσότερα διαζύγια ξεκινούν από γυναίκες. Μάλιστα, οι αριθμοί έχουν εκτοξευτεί μετά την καραντίνα και εν μέσω πανδημίας. «Φαίνεται ότι οι γυναίκες σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος του εγκλεισμού στο σπίτι. Είχαν περισσότερες υποχρεώσεις και λιγότερες διεξόδους. Οι έρευνες δείχνουν ότι στο διάστημα που ακολούθησε αυξήθηκαν τα ποσοστά της απιστίας από μέρους τους. Γενικά, η ιστορία με τον κορωνοϊό τις έχει παρακινήσει να συνειδητοποιήσουν τι είναι αυτό που θέλουν, γιατί πραγματικά μένουν σε ένα γάμο και αν προτιμούν να είναι μόνες τους ή με κάποιον άλλο σύντροφο».

Οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να νιώσουν ότι ο γάμος εμποδίζει την εξέλιξή τους. Ενώ κανένας άνδρας δεν αρνήθηκε μια δουλειά ή δεν απορρίφθηκε από ένα interview εξαιτίας της οικογενειακής του κατάστασης, για εμάς ισχύουν διαφορετικά κριτήρια. Αλλά δεν είναι μόνο η καριέρα. Είναι και οι ευκαιρίες για διασκέδαση, οι δυνατότητες για προσωπική ζωή, οι επιλογές για πνευματική ανάπτυξη.

Η αλήθεια είναι ότι οι γυναίκες σήμερα εργάζονται περισσότερο από ποτέ. Στοιχεία του 2019 από το Αμερικανικό Γραφείο Εργασίας δείχνουν ότι αποτελούμε περισσότερο από το μισό της εργατικής δύναμης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι υποχρεώσεις μας στο σπίτι έχουν μειωθεί. Οι μετρήσεις επιμένουν ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να επωμίζονται το μεγαλύτερο μέρος του νοικοκυριού ακόμα και όταν εργάζονται όσο και οι σύζυγοί τους. Αυτό το χάσμα στον καταμερισμό της οικιακής εργασίας μπορεί να κάνει μια σύζυγο να καταρρεύσει από τα βάρη. Συγχρόνως είναι και ο λόγος που ο άνδρας θα προτιμήσει να μην αλλάξει τίποτα στον γάμο, να διαιωνιστεί η ίδια τάξη πραγμάτων ώστε να μη χάσει το προνόμιο σε μια στρωμένη καθημερινότητα. «Αν εκείνη βγάζει περισσότερα χρήματα και επιπλέον πρέπει να κάνει και περισσότερη δουλειά στο σπίτι από εκείνον, τότε τι νόημα έχει να μένουν μαζί;» λέει η οικογενειακή θεραπεύτρια Ανίτα Τσιπάλα, συγγραφέας του First Comes Us: The Busy Couple’s Guide to Lasting Love.

«Εξαιρώντας τα περιστατικά κακοποίησης, η κυριότερη αιτία που κάνει τις γυναίκες να ζητούν διαζύγιο στην Ελλάδα είναι η κακή κατάσταση των οικονομικών του συζύγου», μας λέει η δικηγόρος Φένυ Μπούζα. «Μια γυναίκα που έχει την οικονομική άνεση να χρηματοδοτεί τη ζωή της δεν συμβιβάζεται με έναν γάμο που θα πρέπει να τον συντηρεί η ίδια οικονομικά. Ειδικά από την εποχή της κρίσης, όταν πολλοί άνδρες έχασαν τις δουλειές ή τις περιουσίες τους, οι σύζυγοί τους προχώρησαν σε λύση του γάμου».

Μετά τα οικονομικά, η επόμενη πιο συχνή αιτία που μια γυναίκα ζητά διαζύγιο είναι η παρουσία τρίτου προσώπου. Ο τρίτος λόγος είναι η αποξένωση και η έλλειψη σεξ. «Και στις δύο περιπτώσεις ευθύνεται η έλλειψη επικοινωνίας του ζευγαριού», εξηγεί η κυρία Μπούζα. «Οταν ένας σύντροφος μένει ακάλυπτος συναισθηματικά, το πιο πιθανό είναι να στραφεί σε μια σχέση εκτός γάμου. Αλλες φορές η απομάκρυνση των δύο συζύγων δεν οδηγεί σε απιστία, μπορεί όμως να σημαίνει αδιαφορία και έλλειψη σεξ. Οι γυναίκες είναι οι πρώτες που ζητούν να φύγουν από μια τέτοια σχέση. Οι άνδρες μπορεί να βολευτούν και να μείνουν εκεί επ’ αόριστον. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι πολύ σημαντικός ο οικονομικός παράγοντας. Για να ζητήσει κάποια διαζύγιο, νιώθει οικονομικά ανεξάρτητη. Αν δεν έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει τον εαυτό της, τότε παραμένει στη σχέση, είτε είναι ερωτευμένη με ένα άλλο πρόσωπο, είτε γνωρίζει ότι την απατούν».

Εκείνο που βαραίνει τις γυναίκες, πέρα από τις οικιακές υποχρεώσεις, είναι ο ρόλος της συναισθηματικής τροφοδοσίας της σχέσης. Αυτό που νοείται ως «έλλειψη επικοινωνίας» φαίνεται πως είναι αποκλειστικά δική μας ευθύνη. Παραδοσιακά, τα αγόρια δεν ανατρέφονται έτσι ώστε να επικοινωνούν τα συναισθήματά τους και κατά συνέπεια όταν μεγαλώσουν η υποχρέωση αυτή βαρύνει τις συντρόφους τους. «Πολλοί σύζυγοι βασίζονται στις γυναίκες τους για συναισθηματική υποστήριξη. Είναι ένα προνόμιο που δεν θέλουν να χάσουν και γι’ αυτό παραμένουν στη σχέση. Οι γυναίκες αντίθετα δεν εξαρτώνται συναισθηματικά. Αποφασίζουν να βγουν από το γάμο για να βρουν αλλού την επικοινωνία», σημειώνουν στο βιβλίο Making Marriage Work: Avoiding the Pitfalls and Achieving Success οι καθηγητές Ψυχολογίας Πασκάλε και Πριμαβέρα. «Σε έναν ετερόφυλο γάμο, οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να συναισθανθούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο σύζυγός τους, να διαβάσουν τη σκέψη του όταν είναι αγχωμένος και να προσφέρουν βοήθεια χωρίς να τους ζητηθεί. Οι σύζυγοι, από την άλλη, συνήθως ενδιαφέρονται λιγότερο γι’ αυτού του είδους την επικοινωνία και δεν μπορούν να ταυτιστούν με την ανάγκη για υποστήριξη. Δεν είναι μόνο ότι εμείς είμαστε πιο αποφασισμένες. Είναι και ότι εκείνοι είναι πιο απρόθυμοι να κάνουν αλλαγές. Το μοντέλο του συζύγουπου μένει σ’ ένα γάμο ενώ απατάει τη συμβία του μπορεί να διαρκέσει για όλη του τη ζωή. Ακόμα κι αν γνωρίσει τον αληθινό έρωτα, οι πιθανότητες λένε ότι και πάλι θα επιστρέψει στη σπηλιά του. Αν όμως μια γυναίκα βρει αυτό που πάντα έψαχνε στο πρόσωπο ενός άλλου άνδρα, ο γάμος της έχει τελειώσει. Με την προϋπόθεση ότι μπορεί να στηρίξει τον εαυτό της οικονομικά, θα οργανώσει την έξοδό της έτσι ώστε να μπορεί να ξυπνάει κάθε πρωί δίπλα σε αυτόν που αγαπά. Η ύπαρξη παιδιών θα σταθεί εμπόδιο στην πορεία της; «Τα παιδιά δεν είναι ρυθμιστικός παράγοντας στηναπόφαση μιας γυναίκας για διαζύγιο», μας λέει η Φένυ Μπούζα. «Οι γυναίκες γνωρίζουν ότι κατά κανόνα θα τα κρατήσουν κοντά τους και στη συνέχεια θα οριστούν οι υποχρεώσεις του πατέρα. Ωστόσο για τους άνδρες, τα παιδιά είναι ένας σοβαρός λόγος να μείνουν στο γάμο. Ξέρουν ότι αν φύγουν από το σπίτι, δεν θα μπορούν να μοιράζονται μαζί τους την καθημερινότητα».

 

Silver split

Το «γκρι διαζύγιο» ή «silver split», το διαζύγιο μετά τα 50, βρίσκεται επίσης σε άνοδο, με τους αριθμούς να έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με το 1990, τουλάχιστον στην Αμερική. Στην Αγγλία η αύξηση των περιπτώσεων θεωρείται υπεύθυνη για τη συνολική εκτίναξη των διαζυγίων. Στην Ιαπωνία ονομάζεται «σύνδρομο του συνταξιούχου συζύγου» και περιγράφει την κατάσταση που δημιουργείται όταν ο άνδρας που έλειπε διαρκώς από το σπίτι για να δουλεύει επί πολλά χρόνια επιστρέφει όταν πάρει σύνταξη, αλλά η σχέση με τη σύντροφο έχει παγώσει και το ζευγάρι οδηγείται σε χωρισμό. Οι αριθμοί δείχνουν ότι το 66% των «γκρίζων διαζυγίων» και πάλι ξεκινάει από τις γυναίκες, με πιθανές αιτίες της εξέλιξης αυτής τη διάδοση του Viagra, που έκανε τους άντρες να τις απατούν, και την ολοένα πιο εύρωστη οικονομική κατάσταση των γυναικών.

Η ψυχοθεραπεύτρια Αμπι Ρόντμαν, συγγραφέας του βιβλίου From Bitter to Better, έκανε μια έρευνα σε γυναίκες που είχαν πάρει την πρωτοβουλία να χωρίσουν από μακροχρόνιους γάμους. Η πρώτη ψυχολογική αιτία διαζυγίου στην οποία συμφώνησε το 53% ήταν η συναισθηματική κακοποίηση. Ετσι ονομάζεται η συστηματική χειραγώγηση του άλλου ανθρώπου μέσα από προσβολές, bullying και κακοπροαίρετη κριτική με σκοπό να του πάρουν τον έλεγχο της σχέσης και της ζωής του. Οι συναισθηματικά κακοποιητικοί σύντροφοι το πετυχαίνουν κάνοντας τους συζύγους τους να νιώθουν ανεπαρκείς, χαζοί, ένοχοι ή άσχημοι. Ο,τι κι αν κάνει το θύμα, όσα κιλά κι αν χάσει, όσα φαγητά κι αν μαγειρέψει, δεν μπορεί με τίποτα να κερδίσει την εύνοια του κακοποιητικού συντρόφου.

«Οι σοφές, συνειδητοποιημένες γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνά μου δεν διαφέρουν από μένα, από εσάς, από την κόρη σας, τη μανικιουρίστα, τη γιατρό ή την αγαπημένη σας ηθοποιό. Οι συναισθηματικά κακοποιημένες γυναίκες δεν είναι αδύναμες ή χαζές. Σχεδόν όλοι γινόμαστε θύματα κάποια στιγμή στη ζωή μας. Δεν είναι ντροπή, ούτε λάθος να δουλεύουμε σκληρά για να σώσουμε το γάμο μας. Είναι όμως προβληματικό όταν χάνεται ο αυτοσεβασμός στο βωμό της διάσωσης της σχέσης. Η αλλαγή δεν μπορεί να γίνει αν δεν συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει. Τα θύματα της συναισθηματικής κακοποίησης μπορούν να βρουν το δρόμο για να επιστρέψουν στην υγεία και στην αγάπη του εαυτού τους. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι γυναίκες ξεκαθαρίζουν ότι δεν θα δεχτούν να θυσιάσουν την αυτοεκτίμησή τους για να παραμείνουν σε ένα γάμο».

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below