Οι Φλερύ Μεροζί ήταν μακριά από το Παρίσι, περίπου μία ώρα με το τρένο. Αφού όμως επιβιβάστηκε στον πλησιέστερο σταθμό, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε ταξί για να τη μεταφέρει ώς εκεί. Αναγκάστηκε να περπατήσει στην ερημιά, για περίπου μισή ώρα.

Όταν έφτασε τελικά στις φυλακές, «άρχισα σιγά σιγά να μπαίνω στα άδυτα», όπως αφηγείται σήμερα η Εύα Νικολαΐδου στο Marie Claire. Αφού την υποδέχτηκαν οι μοναχές που φρουρούσαν τις κρατούμενες και ανέλαβαν να την ξεναγήσουν στο εσωτερικό του ιδρύματος, «κάθε πόρτα που άνοιγε νόμιζα ότι ήταν και ένα μικρό Χίλτον: έβλεπα γυμναστήρια, κομμωτήρια, αίθουσες θεάτρου, κινηματογράφου».

Αυτή είναι μια από τις εμπειρίες του παρελθόντος, από τις πρώτες μιας έρευνας ζωής σε σωφρονιστικά ιδρύματα, που μοιράζεται η δημοσιογράφος και συγγραφέας στο νέο βιβλίο της, «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χθες και σήμερα» (εκδ. Κάκτος): μια έκδοση μοναδική για τα δεδομένα της ελληνικής βιβλιογραφίας, αφού το υλικό της καλύπτει μια περίοδο σχεδόν πενήντα χρόνων, από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70 μέχρι σήμερα, από διαφορετικές φυλακές της Γαλλίας, της Δανίας, της Ελλάδας, και συνδυάζει τις συνεντεύξεις με επαγγελματίες του σωφρονιστικού συστήματος με μαρτυρίες από τις ίδιες τις φυλακισμένες.

Αφού την υποδέχτηκαν οι μοναχές που φρουρούσαν τις κρατούμενες και ανέλαβαν να την ξεναγήσουν στο εσωτερικό του ιδρύματος, «κάθε πόρτα που άνοιγε νόμιζα ότι ήταν και ένα μικρό Χίλτον: έβλεπα γυμναστήρια, κομμωτήρια, αίθουσες θεάτρου, κινηματογράφου».

Φοιτήτρια τότε στη Γαλλία, η Εύα Νικολαΐδου είχε επιλέξει τις φυλακές ως ένα από τα θέματα των σπουδαστικών εργασιών της, μαζί με την πορνεία (που τροφοδότησε ένα ακόμα πρόσφατο βιβλίο από τις εκδόσεις Κάκτος, «Στα σπίτια της αμαρτίας. Χθες και σήμερα»). «Άλλοι φοιτητές ασχολήθηκαν με τη μόδα, άλλοι με την τέχνη», θυμάται. Εκείνη όμως είχε αρχίσει ήδη να στέλνει ανταποκρίσεις στην Ελλάδα, στο περιοδικό Πάνθεον, και «η πρώτη μου έρευνα ήταν για τα ορφανοτροφεία». Είχε λοιπόν μια εικόνα «των ανθρώπων που είναι οι ανοιχτές πληγές μιας κοινωνίας». Που ζουν στις παρυφές της.

Πώς όμως κατάφερε στις απαρχές της καριέρας της και μάλιστα σε μια ξένη χώρα να εξασφαλίσει την άδεια του γαλλικού Υπουργείου Δικαιοσύνης να διασχίσει το κατώφλι των φυλακών; «Υπήρξαν δυσκολίες», παραδέχεται. Βοήθησε το ότι ήταν ήδη εν ενεργεία δημοσιογράφος αλλά «δεν υπήρχε περίπτωση να προβάλω κάτι σε γαλλικές εφημερίδες για να δημιουργηθεί ανταγωνισμός». Επιπλέον, μάλλον «κέρδισα την εμπιστοσύνη τους, που είναι το άλφα και το ωμέγα στις σχέσεις».

Ώρα ξεκούρασης και κουβέντας στον κήπο των φυλακών Φλερύ-Μεροζί. Φωτογραφία από το βιβλίο «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χτες και σήμερα» της Εύας Νικολαΐδου, εκδ. Κάκτος.

Αν οι φυλακές Φλερύ Μεροζύ ήταν «για πιο ελαφριά αδικήματα και μικρές ποινές», το δεύτερο γαλλικό σωφρονιστικό ίδρυμα που επισκέφτηκε, στην πόλη Ρεν, «είχε μόνο βαρυποινίτισσες και ισοβίτισσες». Μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα, στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, η έρευνα που είχε κάνει στη Γαλλία αναγνωρίστηκε και επιβραβεύτηκε. Σκέφτηκε, λοιπόν, «αφού είχα τη μαγιά, τη βάση», να τη συνεχίσει στη χώρα μας. «Και έπεσα στα βαθιά νερά».

Αν οι φυλακές Φλερύ Μεροζύ ήταν «για πιο ελαφριά αδικήματα και μικρές ποινές», το δεύτερο γαλλικό σωφρονιστικό ίδρυμα που επισκέφτηκε, στην πόλη Ρεν, «είχε μόνο βαρυποινίτισσες και ισοβίτισσες».

Με την υποστήριξη της εφημερίδας Το Βήμα της Κυριακής, με την οποία είχε αρχίσει συνεργασία, «ζήτησα από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Γ. Σταμάτη, να μου δώσει άδεια για να επισκεφτώ τις φυλακές». Προβάλλοντας τη δουλειά της στη Γαλλία, τόνισε ότι θα την ενδιέφερε να συγκρίνει το σύστημά της με το ελληνικό και έτσι, για ακόμα μία φορά, άνοιξαν κλειδαμπαρωμένες πόρτες.

Η επίσκεψή της στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού συνέπεσε με μια εξέγερση των κρατουμένων. «Εδώ μέσα ζούμε σαν τα ζώα» έγραφε ένα πανό που είχαν υψώσει. Το ρεπορτάζ της στο κυριακάτικο Βήμα προκάλεσε τέτοια αίσθηση, ώστε η βουλευτής του ΚΟΔΗΣΟ Βιργινία Τσουδερού έκανε επερώτηση στη Βουλή για τις συνθήκες διαβίωσης των φυλακισμένων.

Η συγγραφέας-δημοσιογράφος Εύα Νικολαΐδου.

Σαράντα χρόνια αργότερα, το 2022, έπιασε ξανά το νήμα εκείνης της έρευνας. Αυτή τη φορά επισκέφτηκε και τον Ελαιώνα Θηβών, όπου διαπίστωσε πως ο διευθυντής των φυλακών, Γεώργιος Μακρής, «έχει κάνει σπουδαίο έργο. Οι κρατούμενες στη Θήβα πολύ δύσκολα θα εκφράσουν παράπονο για τις συνθήκες διαβίωσης και την αντιμετώπισή τους. Ο καιρός περνάει δύσκολα σε ένα κελί, αλλά στη Θήβα οι γυναίκες έχουν καθημερινή απασχόληση –άλλες ασχολούνται με αγροτικές εργασίες, άλλες ως βιβλιοθηκάριοι– και νιώθουν χρήσιμες. Ο σκοπός μιας φυλακής είναι να σε κάνει καλύτερο, όχι να σε εκδικηθεί. Και όταν τα συστήματα, πολλές φορές, λειτουργούν εκδικητικά, το αποτέλεσμα είναι αρνητικό: βγαίνεις χειρότερος».

«Οι κρατούμενες στη Θήβα πολύ δύσκολα θα εκφράσουν παράπονο και για τις συνθήκες διαβίωσης και για την αντιμετώπισή τους. Ο καιρός περνάει δύσκολα σε ένα κελί, αλλά στη Θήβα οι γυναίκες έχουν καθημερινή απασχόληση –άλλες ασχολούνται με αγροτικές εργασίες, άλλες ως βιβλιοθηκάριοι– και νιώθουν χρήσιμες».

Και στις πρόσφατες επισκέψεις της στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού συνάντησε στο ανθρώπινο δυναμικό «καλή διάθεση, ευγένεια ψυχής. Η διευθύντρια, Τριανταφύλλη Κωνσταντοπούλου, προσπαθεί να έχει ανθρώπινη προσέγγιση. Αλλά εκεί οι συνθήκες θέλουν ακόμα πάρα πολλή δουλειά. Μπορώ να πω ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά από τη δεκαετία του ‘80. Σκέψου ότι δεν υπάρχει καν μαγειρείο: παίρνουν φαγητό από τις ανδρικές φυλακές, που είναι απέναντι. Εδώ και χρόνια ακούω ότι θα χτίσουν νέα κτίρια για αυτές τις φυλακές και θα φύγουν εκτός Αθηνών».

Στις ελληνικές φυλακές, ωστόσο, παρατήρησε ένα πλεονέκτημα συγκριτικά με τις γαλλικές: μεγαλύτερη ζεστασιά και εγγύτητα στις σχέσεις μεταξύ των κρατουμένων. «Στις φυλακές της Γαλλίας δεν υπήρχε η ελευθερία και η άνεση που έχουν οι φυλακισμένες εδώ, όπου συζητάνε μεταξύ τους και δημιουργούνται φιλίες, παρέες. Εδώ τις βλέπεις να κάθονται, έξι-εφτά μαζί στα κελιά, και να πίνουν καφέ».

Δύο φίλες κρατούμενες στο κελί τους. Κορυδαλλός. Φωτογραφία από το βιβλίο «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χτες και σήμερα» της Εύας Νικολαΐδου, εκδ. Κάκτος.

Κάποιες φιλίες που γεννιούνται μέσα από τα σίδερα εξελίσσονται σε μακροχρόνιες σχέσεις. Ας πούμε, σε κουμπαριές: «Οι μάνες που έχουν και τα παιδιά τους στη φυλακή έχουν πάντα μια ιδιαίτερη μεταχείριση. Οι άλλες κρατούμενες τις βοηθάνε. Μερικές από αυτές γίνονται νονές: βαφτίζουν το παιδί μέσα στη φυλακή. Υπάρχει εκκλησία για όποιον θέλει να κάνει ένα μυστήριο».

«Οι μάνες που έχουν και τα παιδιά τους στη φυλακή έχουν πάντα μια ιδιαίτερη μεταχείριση. Οι άλλες κρατούμενες τις βοηθάνε. Μερικές από αυτές γίνονται νονές: βαφτίζουν το παιδί μέσα στη φυλακή. Υπάρχει εκκλησία, για όποιον θέλει να κάνει ένα μυστήριο».

Παρ’ όλα αυτά, οι κρατούμενες που είναι και μητέρες έχουν μια ακόμα σημαντική δυσκολία. Μετά τα πρώτα χρόνια του παιδιού τους στη φυλακή, ίσως αναγκαστούν να το παραχωρήσουν σε δομές – τουλάχιστον όσες μετά την καταδίκη τους βιώνουν την απόρριψη από την οικογένειά τους. Οι οποίες δεν είναι λίγες, σύμφωνα με την κ. Νικολαΐδου. «Υπάρχουν μητέρες που δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για τις φυλακισμένες κόρες τους». Σε πολλές περιπτώσεις επομένως πληρώνει και το παιδί το τίμημα, αφού παππούδες, θείοι και άλλα συγγενικά πρόσωπα αρνούνται να αναλάβουν την ανατροφή του. Σε κάθε περίπτωση, είναι «μεγάλη τιμωρία» για μια φυλακισμένη μητέρα να γνωρίζει ότι «δεν μπορεί να δει το παιδί της να εξελίσσεται. Αλλά μετά λέει η άλλη, ας πούμε, πλευρά: και γιατί δεν το σκέφτηκες όταν έκανες αυτή την πράξη;».

Κελί επιμελώς στολισμένο από την κρατούμενη που ζει σε αυτό. Κορυδαλλός. Φωτογραφία από το βιβλίο «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χτες και σήμερα» της Εύας Νικολαΐδου, εκδ. Κάκτος.

Και τι απαντούν αυτές;

«Ότι ήταν μια παρόρμηση. Ότι ήμουν σε βρασμό ψυχής. Ότι δεν είχα τα λογικά μου».

Στις ανώνυμες μαρτυρίες που έχει συγκεντρώσει η συγγραφέας και δημοσιογράφος στο βιβλίο συναντάμε γυναίκες από κάθε κοινωνικοοικονομικό στρώμα και ηλικία, που έχουν καταδικαστεί για διάφορα αδικήματα. Για οικονομικά εγκλήματα και υπεξαιρέσεις, ληστείες, αλλά και ανθρωποκτονίες.

Η Μυρτώ Κ., που καταδικάστηκε για ηθική αυτουργία για ανθρωποκτονία του πρώην συντρόφου της κόρης της, λέει στο βιβλίο: «Είχα πολύ καλό δικηγόρο. Όλοι οι άνθρωποι στην ομάδα του έμειναν ενεοί εντελώς, άφωνοι. Εγώ έχω τελειώσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικές Επιστήμες. Πήγα μετά στο Οικονομικό της Νομικής. Δούλεψα στην Τράπεζα Ελλάδος για πάρα πολλά χρόνια και μετά δούλεψα –για να καταλάβετε πώς είναι τα πράγματα– σε έναν όμιλο επιχειρήσεων, τον καιρό που ήταν το χρηματιστήριο, το ’90, εκείνες τις εποχές. 

Η Μυρτώ Κ., που έχει καταδικαστεί για ηθική αυτουργία για ανθρωποκτονία του πρώην συντρόφου της κόρης της, λέει στο βιβλίο: «Είχα πολύ καλό δικηγόρο. Όλοι οι άνθρωποι στην ομάδα του έμειναν ενεοί εντελώς, άφωνοι. Εγώ έχω τελειώσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικές Επιστήμες. Πήγα μετά στο Οικονομικό της Νομικής. Δούλεψα στην Τράπεζα Ελλάδος για πάρα πολλά χρόνια».

»Ήμασταν μια ευτυχισμένη οικογένεια. Και ένας άνθρωπος ο άντρας μου που ήταν θαυμάσιος για την κοινωνία. Συνεισέφερε στην κοινωνία. Έδινε πόνο και αίμα ως εκπαιδευτικός, δεν ήταν ένας αδιάφορος άνθρωπος σε μια καρέκλα. Πίστευε πάρα πολύ ότι οι μανάδες και οι δάσκαλοι θα αλλάξουν την κοινωνία. Σας τα λέω με πόνο ψυχής, σας τα λέω ψύχραιμα».

Η κ. Νικολαΐδου είναι πεπεισμένη ότι όλοι είμαστε εν δυνάμει παράνομοι. «Η ζωή είναι τόσο απρόβλεπτη. Κάθε μέρα που ξημερώνει δεν ξέρεις τι μπορεί να σου προκύψει. Όχι κάθε μέρα: κάθε λεπτό». Στις συνεντεύξεις της έχει προσπαθήσει, και συνεχίζει να προσπαθεί, να πηγαίνει χωρίς στερεότυπα. Σε όλες τις κρατούμενες που συνάντησε, συγκεκριμένα, «είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, είχα πάντα ελαφρυντικά στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Λέω, αυτή σκότωσε τον άντρα της. Ποια βιώματα μπορεί να κουβαλάει;».

Ο μικρός Πέτρος Χρυσοβαλάντης που γεννήθηκε και βαφτίστηκε μέσα στις φυλακές πίνει το γάλα του. Κορυδαλλός. Φωτογραφία από το βιβλίο «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χτες και σήμερα» της Εύας Νικολαΐδου, εκδ. Κάκτος.

Μια ακόμα ξεχωριστή μαρτυρία του βιβλίου προέρχεται από τη Μαριάνθη Π., η οποία ισχυρίζεται ότι ήταν για πολλά χρόνια παντρεμένη προτού διαπιστώσει ότι ο σύζυγός της ήταν μπλεγμένος σε παράνομα κυκλώματα. Ότι ήταν εξαιτίας αυτής της άγνοιας που βρέθηκε να κατηγορείται και, τελικά, να καταδικάζεται για τη δολοφονία του κουμπάρου τους μετά την εξαφάνισή του. Το πτώμα δεν βρέθηκε ποτέ.

Η Μαριάνθη Π. ισχυρίζεται ότι ήταν για πολλά χρόνια παντρεμένη προτού διαπιστώσει ότι ο σύζυγός της ήταν μπλεγμένος σε παράνομα κυκλώματα. Ότι ήταν εξαιτίας αυτής της άγνοιας που βρέθηκε να κατηγορείται και, τελικά, να καταδικάζεται για τη δολοφονία του κουμπάρου τους μετά την εξαφάνισή του. Το πτώμα δεν βρέθηκε ποτέ.

Στην αρχή η κ. Νικολαΐδου αναρωτήθηκε γιατί η Μαριάνθη δεν χώριζε από εκείνον τον άνθρωπο, που ουσιαστικά τής ήταν άγνωστος. Αλλά σε μια έρευνα για το παρελθόν της «βρήκα ότι δεν είχε γνωρίσει ποτέ τη μάνα ούτε την αδερφή της. Πού να ακουμπήσει, αφού ήταν μόνη στη ζωή;». Η συγγραφέας και δημοσιογράφος θεωρεί καθοριστικό για την εξέλιξή μας το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουμε. Ακόμα λοιπόν κι όταν ακούει για ένα φρικτό έγκλημα, πάντα σκέφτεται «πόσο θα ήθελα να γνωρίσω την οικογένεια της γυναίκας που το έκανε».

Η άνοιξη στις φυλακές. Πόρτα κελιού από το γυναικείο τμήμα των φυλακών Κορυδαλλού. Φωτογραφία από το βιβλίο «Φυλακές. Γυναίκες πίσω από τα σίδερα. Χτες και σήμερα» της Εύας Νικολαΐδου, εκδ. Κάκτος.

Ποια είναι τα πιο κοινά αιτήματα που σας μετέφεραν οι κρατούμενες;

«Οι περισσότερες θέλουν να αυξηθούν οι ημέρες των αδειών τους. Να έχουν δηλαδή τον χρόνο να είναι κοντά στην οικογένειά τους και να ζήσουν λίγο πιο ελεύθερα. Να έχουν μία εβδομάδα, όχι ένα Σαββατοκύριακο. Η άδειά τους να περιλαμβάνει και εργάσιμες μέρες, για να δουν δικηγόρους, να τακτοποιήσουν υποθέσεις. Άλλα αιτήματα είναι ο σωφρονιστικός διαχωρισμός: πολλές φορές γυναίκες που έχουν καταδικαστεί για ληστεία αναγκάζονται να είναι σε έναν θάλαμο με τοξικομανείς. Είναι δύσκολη η συνύπαρξη. Αλλά τι σημαίνει αυτό; Αύξηση της χωρητικότητας, των κελιών, των θαλάμων. Γιατί οι κρατούμενοι πληθαίνουν, αλλά τα κελιά μειώνονται».

Η πιο ριζική αλλαγή βέβαια θα ήταν «να κλείσουν οι φυλακές», καταλήγει η συγγραφέας. «Να υπάρχει άλλος τρόπος σωφρονισμού. Αλλά, σε ποια κοινωνία;».

Το εξώφυλλο του βιβλίου

Για τη συγγραφέα

Η Εύα Νικολαΐδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1954. Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα και στο College of Journalism στο Λονδίνο, καθώς και κοινωνιολογία στο Mary Ward Center (Tutorial University). Παρακολούθησε στη Σορβόννη το Τμήμα Πολιτισμού και ακολούθως έκανε ένα stage στην εφημερίδα Le Monde. Το 1985, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, τελείωσε στο Centre Formation du Journalisme το Τμήμα Τηλεόρασης. Παρακολούθησε μαθήματα ρωσικής γλώσσας, καθώς και μαθήματα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως ακροάτρια.

Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το γυναικείο περιοδικό Πάνθεον και συνέχισε στα περιοδικά Ταχυδρόμος, Ένα, Γυναίκα, Bazaar και στις εφημερίδες Κυριακάτικο Βήμα, Έθνος, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, περιοδικό Αν της Απογευματινής, Πρώτη, Εφημερίδα των Συντακτών κ.ά. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων.

Μέσα από την πολύχρονη καριέρα της είχε την ευκαιρία να συναντήσει και να συνομιλήσει με προσωπικότητες διεθνούς κύρους, όπως οι Ίντιρα Γκάντι, Έντουαρντ Κένεντι, Γιασέρ Αραφάτ, Νίλντε Γιότι, αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος, Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, Μάικ Δουκάκης, Σιμόν Βέιλ και πολλοί άλλοι.

Στην ΕΡΤ εργάστηκε περίπου 35 χρόνια. Από το 1990 έως το 2013 εργαζόταν στη Διεύθυνση Διεθνών Τηλεοπτικών Εκπομπών. Επί 20 χρόνια ήταν αρχισυντάκτρια της πολιτιστικής εκπομπής «9+1 Μούσες», η οποία πρόβαλλε τα σημαντικότερα πολιτιστικά γεγονότα της χώρας μας. Μετά από 40 χρόνια καριέρας συνταξιοδοτήθηκε από την ΕΡΤ. Γι’ αυτή τη διαδρομή της βραβεύτηκε το 2019 από το Ίδρυμα Μπότση.

Την Κυριακή 22 Ιουνίου κυκλοφορεί, στο Marie Claire Ιουλίου, μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης με την Εύα Νικολαΐδου.

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below