Στην ταινία Ο έρωτας γράφεται, η Άννα (Έλλη Τρίγγου) και ο Μιχάλης (Γιάννης Ποιμενίδης) συναντιούνται τυχαία, για να ανακαλύψουν ότι καμιά φορά ο έρωτας και η ζωή βρίσκουν τον δρόμο τους εκεί που δεν το περιμένεις.

Τι γίνεται όταν δύο άνθρωποι που από μόνοι τους δυσκολεύονται να βάλουν τη ζωή τους σε τάξη, πρέπει ξαφνικά να γράψουν ένα βιβλίο μαζί; Η Άννα, μια ανερχόμενη συγγραφέας που παλεύει να ολοκληρώσει το πρώτο της βιβλίο, συναντά τον Μιχάλη, έναν ιδεαλιστή δικηγόρο που ξέρει να χειρίζεται καλά τις λέξεις.Όσο οι σελίδες του βιβλίου γεμίζουν, η φαντασία αρχίζει να μπλέκεται με την πραγματικότητα και να διαμορφώνει μία νέα, δική τους ιστορία. Ακολουθήστε τους σε ένα απολαυστικό ταξίδι γεμάτο παρεμβατικούς φίλους, οικογενειακές ανατροπές και πολύ χιούμορ. Γιατί μερικές φορές τον έρωτα δεν μπορείς να τον προβλέψεις, αρκεί μόνο να τον αφήσεις να γραφτει.

Η Έλλη Τρίγγου και ο Γιάννης Ποιμενίδης μάς μιλούν για τους χαρακτήρες που υποδύονται, τη σημασία της βοήθειας, της φαντασίας και της ελευθερίας, αλλά και για τη χαρά μιας συνεργασίας που γεννήθηκε αβίαστα και άφησε πίσω της μια τρυφερή, feel-good ιστορία.

Τι σας κέρδισε στους χαρακτήρες σας και πώς τους πλησιάσατε;

Έλλη Τρίγγου: «Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Η Άννα έχει πολλά αδιέξοδα. Έχει μια προσκόλληση στο παρελθόν που την εμποδίζει να προχωρήσει. Έχει ανασφάλειες. Φοβάται να ρισκάρει και να βρεθεί σε περιοχές που δεν νιώθει ασφάλεια. Με κέρδισε το ότι δεν είναι τέλειος άνθρωπος, όπως δεν πιστεύω ότι υπάρχει και κάποιος άνθρωπος που τα έχει όλα λυμένα».

Γιάννης Ποιμενίδης: «Ο Μιχάλης, ως άνθρωπος είναι αρκετά ευέλικτος. Μπορεί να αντιληφθεί, μέσα στη σοβαρή δομή που έχει στο μυαλό του για το πώς θέλει να κυλήσει η ζωή του, πώς θέλει να κάνει τα πράγματα, ότι οφείλει να γίνει λίγο πιο ρευστός, πιο χαλαρός ακόμη πιο ευέλικτος για να τον οδηγήσει ο έρωτας στο σωστό δρόμο».

Υπήρξε κάτι που σας δυσκόλεψε στους ρόλους σας; Βρήκατε κοινά στοιχεία με τον εαυτό σας εκτός ταινίας;

ΕΤ: «Δεν με δυσκόλεψε κάτι. Διασκέδασα πάρα πολύ μαζί της. Ήταν απολαυστική η παρέα μας και νομίζω πάντα στην αφήγηση μιας ιστορίας αυτοί είναι οι χαρακτήρες που έχουν αδιέξοδα, δυσκολίες και αναζητήσεις, έχουν το περισσότερο ενδιαφέρον. Δεν ξέρω αν υπάρχει ποτέ κάποιος χαρακτήρας πέρα από τα παραμύθια που τα έχει όλα στη θέση τους και τακτοποιημένα. Πάντα συναντάς πράγματα από τον εαυτό σου στους χαρακτήρες. Άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερα. Κι εγώ έχω βρεθεί, για παράδειγμα, σε στιγμή να είμαι κολλημένη σε μια κατάσταση και να δυσκολεύομαι να προχωρήσω όπως και εκείνη. Οπότε, ναι, υπάρχουν κοινά στοιχεία».

ΓΠ: «Συνήθως αυτό που κάνω όταν έρχεται στη δική σου ευθύνη ένας ρόλος είναι να παίρνω ως δεδομένο ότι είναι κάτι εντελώς μακριά από εμένα. Ότι είναι κάτι που απέχει έτη φωτός και πρέπει να το παρατηρήσω από μία απόσταση, να το προσεγγίσω, να ψάξω να βρω ποια είναι τα κοινά σημεία. Έπειτα από αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με αυτή τη δουλειά, συνειδητοποιώ ότι όλοι οι χαρακτήρες είναι κομμάτι του ίδιου υφάσματος. Ότι όλα πηγάζουν από εσένα και όλα συνήθως μοιάζουν μεταξύ τους. Θα βρεις κοινά σημεία ακόμα και με έναν άνθρωπο που νιώθεις ότι είσαι τελείως μακριά με το χαρακτήρα του και δεν έχεις τίποτα κοινό.

Βέβαια, ένας ηθοποιός έχει δύο περιβάλλοντα εργασίας για να αντλήσει έμπνευση: το ένα είναι η φαντασία του και το άλλο είναι η ζωή του. Αυτά τα δύο μπορεί να χρησιμοποιήσει είτε στο σανίδι είτε στην κάμερα είτε μπροστά σε κοινό. Οπότε συνήθως γίνεται ένας συνδυασμός των δύο και έρχεται μία ισορροπία που απαιτείται για να εφαρμόσει στον ρόλο του. Γιατί οι χαρακτήρες είναι μεν χαρακτήρες που τους έχει γράψει ένας άνθρωπος αλλά έχει χρησιμοποιήσει τη φαντασία του για να το κάνει. Μπορεί να έχει στοιχεία και της πραγματικότητας, άλλα μέρος της φαντασίας του για να γράψει ένα σενάριο απαιτείται.

Επομένως είναι βοηθητικό αρκετά, σε περίπτωση που οι εμπειρίες σου δεν είναι συγγενείς με τον χαρακτήρα που καλείσαι να υποδυθείς, να χρησιμοποιήσεις τη φαντασία σου για να καλύψεις το “χαμένο” έδαφος. Στη συγκεκριμένη κατάσταση ήταν τόσο αληθινό το σενάριο και αυτά που βιώνουν οι χαρακτήρες που δεν χρειάστηκε και πολύ κόπο να κάνει η φαντασία μου για να αντιληφθώ τα μεγέθη και τις εντάσεις».

Δεν ξέρω αν υπάρχει ποτέ κάποιος χαρακτήρας πέρα από τα παραμύθια που τα έχει όλα στη θέση τους και τακτοποιημένα. Πάντα συναντάς πράγματα από τον εαυτό σου στους χαρακτήρες.

Η σχέση που ξεκινούν οι δύο πρωταγωνιστές πώς εξελίσσεται; Ο ένας εκ των δύο έχει ήδη δεσμό, σωστά;

ΕΤ: «Εκείνη δυσκολευόταν έτσι και αλλιώς. Έπειτα προέκυψαν κάποια άλλα πρακτικά προβλήματα με το μαγαζί του πατέρα της, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης ενός βιβλιοπωλείου και λόγω χρεών κινδυνεύει να το χάσει, άρα εκείνη πιέζεται πια να ολοκληρώσει τη συγγραφή του δικού της βιβλίου για να μπορέσει να βοηθήσει τον πατέρα της. Και τότε εμφανίζεται ο Μιχάλης, σαν από μηχανής θεός και της προτείνει να γράψουν παρέα. Αυτό είναι κάτι που βρίσκω πολύ όμορφο, γιατί πολλές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με αδιέξοδες καταστάσεις στη ζωή και απλά χρειάζεται να ζητήσουμε βοήθεια. Αλλά αυτό είναι και αυτό κάτι το οποίο δεν το μαθαίνουμε. Μαθαίνουμε ότι πρέπει να είμαστε δυνατοί για να μπορούμε να τα καταφέρουμε όλα μόνοι μας- ειδικά η σύγχρονη γυναίκα. Οπότε το να δεχτεί τη βοήθεια του Μιχάλη της κάνει καλό σε πολλά επίπεδα».

ΓΠ: «Ναι, ο Μιχάλης έχει μία σχέση, η οποία τον απασχολεί τελευταία και από την οποία δεν είναι απόλυτα ευχαριστημένος. Κάπως καταπιέζει κομμάτια του, τη δημιουργικότητά του, την ελευθερία του, τα θέλω του και τον ίδιο του τον εαυτό.

Είναι ένα καθαρά πραγματικό, ρεαλιστικό σενάριο το οποίο έχει την εξής ιδιαιτερότητα: η αφορμή που φέρνει αυτούς τους δύο χαρακτήρες κοντά, τον Μιχάλη και την Άννα, είναι ότι πρέπει να σώσουν το βιβλιοπωλείο του πατέρα της Άννας, που τον υποδύεται ο κ. Ορκόπουλος, γράφουν μαζί ένα βιβλίο, έτσι ώστε από τα κέρδη να ενισχύσουν το βιβλιοπωλείο.

Οπότε μέσα στην αληθινή ιστορία εμείς γινόμαστε μάρτυρες και μιας φαντασιακής ιστορίας που στήνουν οι δύο αυτοί οι χαρακτήρες με το μυαλό τους μέσα στο έργο και ουσιαστικά είναι σαν να βλέπουμε ένα παραμύθι μέσα στη ταινία και ακολουθούμε και το δικό του νήμα. Αυτός ο κόσμος είναι σχεδιασμένος από τον καλλιτέχνη Β και έχει γίνει μια εξαιρετική δουλειά, με τη βοήθεια του σχεδίου και της τεχνολογίας, που έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον θεατή».

Η ταινία, λοιπόν, ενσωματώνει animated στοιχεία. Πώς ήταν η εμπειρία να παίζετε σε μια ιστορία που «ανοίγεται» και σε έναν εικαστικό κόσμο;

ΕΤ:«Ήταν πολύ ενδιαφέρον. Το κάναμε σε Green Screen, ήταν πολύ ωραία τα γυρίσματα. Οι καλλιτέχνες και συνεργάτες που επεξεργάστηκαν αυτά τα υλικά έκαναν πολύ καλή δουλειά. Έχει γίνει κάτι πολύ όμορφο και θα το δείτε».

ΓΠ: «Ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον γιατί είναι η πρώτη φορά που δουλεύω σε τέτοια έκταση σε green screen. Εδώ μπαίνει σε μεγάλο βαθμό η φαντασία που λέγαμε πριν. Ο ηθοποιός οφείλει να συμπεριφερθεί σαν να υπάρχουν πραγματικά τα αντικείμενα για τα οποία μιλά εκείνη τη στιγμή ή η συνθήκη που υπηρετεί. Μπορεί θεωρητικά να βρέχει, να έχει χιόνι, οπότε πρέπει να συμπεριφερθούμε με βάση αυτή τη συνθήκη. Ο αυτοσχεδιασμός είναι κομμάτι της υποκριτικής και από παιδί συνήθως πάντα παίζεις με ψεύτικους χαρακτήρες και φανταστικούς φίλους, εχθρούς, ζώα».

Πώς καταφέρατε ώστε οι «αφηγήσεις» των ηρώων σας, που μοιάζουν τόσο διαφορετικοί, να «συναντηθούν» και να τις αποδώσετε με τόση φυσικότητα;

ΕΤ: «Σε αυτό βοήθησε πάρα πολύ και ο σκηνοθέτης μας, ο Βασίλειος Μυριανθόπουλος, ο οποίος είχε επωμιστεί και το σενάριο, και τη σκηνοθεσία. Ήξερε πάρα πολύ καλά τους χαρακτήρες, ήξερε πάρα πολύ καλά σε κάθε σκηνή τι ακριβώς θέλει να εκμαιεύσει από εμάς, τι θέλει να γίνει, τι θέλει να πετύχει. Και επειδή είναι και ηθοποιός, ασχολείται και με τον χορό, ασχολείται και με την κίνηση, είχε πάντα έναν πολύ όμορφο και πολύ βοηθητικό τρόπο να μας μεταφέρει την πληροφορία, δηλαδή τι χρειαζόταν από εμάς. Οπότε θεωρώ ότι η ματιά του έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα».

ΓΠ: «Διαπιστώνω και εγώ πολύ συχνά ότι συνήθως τα διαφορετικά έλκονται πιο έντονα από οτιδήποτε άλλο. Νιώθω ότι στη ζωή θα έπληττα με ένα χαρακτήρα που θα ήταν πολύ κοινός με τα δικά μου χαρακτηριστικά. Συνήθως και στους φίλους μου και στις σχέσεις μου στη ζωή ψάχνω, υποσυνείδητα, ανθρώπους που είναι εντελώς διαφορετικοί.

Έχει περισσότερο ενδιαφέρον για μένα ένας άνθρωπος που είναι πραγματικά άγνωστος και που θα μου πάρει χρόνο να τον εξερευνήσω, να τον ανακαλύψω και το απολαμβάνω αυτό. Όπως παίρνω στα χέρια μου ένα νέο βιβλίο, ας πούμε, που δεν το έχω διαβάσει. Άλλη ευχαρίστηση θα μου δώσει το βιβλίο που ξέρω τι να περιμένω και το αγαπώ και με έχει συντροφεύσει πολλές φορές στη ζωή μου ή μια ταινία ή μια ωραία μουσική και άλλη το ολοκαίνουριο. Είναι το οικείο και το άγνωστο. Και τα δύο όμορφα, το καθένα με το δικό του τρόπο».

Ο ηθοποιός οφείλει να συμπεριφερθεί σαν να υπάρχουν πραγματικά τα αντικείμενα για τα οποία μιλά εκείνη τη στιγμή ή η συνθήκη που υπηρετεί.

Συνεργαστήκατε με έναν παραγωγό που έχει τιμηθεί με BAFTA και Όσκαρ. Πώς επηρέασε η παρουσία και η εμπειρία του Gareth Ellis-Unwin την ατμόσφαιρα στο σετ και τι ήταν αυτό που σας εντυπωσίασε περισσότερο από τον τρόπο που δουλεύει;

ΕΤ: «Ο Gary ήταν εξαιρετικός συνεργάτης. Ήταν πάντα παρόν μαζί με όλους μας, ίσως και πρώτος από όλους. Πάντα πρόθυμος να βοηθήσει, να εμψυχώσει. Έκανε πολύ ωραίο χιούμορ, επειδή δεν γνωρίζει και τα ελληνικά. Ήταν μια ήρεμη δύναμη στο σετ. Μας ξεκαθάρισε από την αρχή ότι οτιδήποτε προκύψει, το αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί, μοιραζόμαστε, επικοινωνούμε. Σε έκανε να νιώθεις ασφάλεια και ήξερες πως ό,τι και να συμβεί, έχεις την υποστήριξη που χρειάζεται για το οτιδήποτε προκύψει».

ΓΠ: «Το συγκλονιστικό με αυτόν τον άνθρωπο είναι ενώ έχει κάνει τόσες δουλειές και έχει βραβευθεί για πολλές από αυτές, είναι απόλυτα οργανωμένος, ξέρει ακριβώς τι χρειάζεται το γύρισμα, ξέρει ακριβώς τι πρέπει να γίνει και ήρθε και μοίρασε την εμπειρία του και τη γνώση του με απόλυτη ταπεινότητα και οικειότητα. Απ’ τις πρώτες στιγμές δεν δημιούργησε καμία απόσταση και αυτό εγώ το εκτίμησα βαθύτατα. Νιώθω ότι αυτός ο άνθρωπος είναι μόνο κέρδος για τον ελληνικό κινηματογράφο. Και στο πώς αντιμετωπίζει τη δουλειά, αλλά και πώς αντιμετωπίζει τους ανθρώπους και τους συνεργάτες του. Νομίζω αυτό τον ανεβάζει ακόμη πιο ψηλά στην κρίση μου και στα μάτια μου».

Ποια είναι τα κριτήρια για μια συνεργασία σας και γιατί τελικά λέτε το «ναι» σε μια πρόταση;

ΕΤ: «Νομίζω πως ασφάλεια ζητάω. Νιώθω ότι οι άνθρωποι ανθίζουν όταν είναι σε περιβάλλον ασφάλειας. Όταν είναι σε περιβάλλον αβεβαιότητας ή όταν μπαίνουν σε κατάσταση κινδύνου παύουν να είναι δημιουργικοί και ελεύθεροι. Οπότε νομίζω ότι αυτό ζητάω από τους συνεργάτες μου κυρίως. Ένα περιβάλλον ασφάλειας, ένα περιβάλλον σεβασμού και φροντίδας και τότε μπορώ κι εγώ να τους χαρίσω το καλύτερο που έχω».

ΓΠ: «Το κριτήριο στις συνεργασίες μου συνήθως είναι το ένστικτό μου, όπως είναι και το κριτήριο στη ζωή μου γενικότερα. Όσο μεγαλώνω χαίρομαι πάρα πολύ που είμαι σε θέση να το εμπιστεύομαι και να με οδηγεί σε σωστά μονοπάτια και σωστούς δρόμους. Οι φορές, νομίζω, που δεν το ακούω είναι που με έχουν οδηγήσει σε αποτελέσματα που ίσως δεν μου άρεσαν. Βέβαια και τα λάθη μας είναι απαραίτητα για να μάθουμε, αλλά ναι, συνήθως προσεγγίζω με το ένστικτό τις δουλειές, τις συνεργασίες και τις κοινωνικές και φιλικές μου σχέσεις σε αυτή τη ζωή.

Στην προκειμένη, με το που αντιλήφθηκα ότι σε αυτήν την ταινία έχουν συγκεντρωθεί πολλοί άνθρωποι που έχουν όρεξη, πολλή αγάπη για να κάνουν ελληνικό κινηματογράφο και να φέρουν κόσμο στις αίθουσες εμένα αυτό με συγκίνησε βαθύτατα και ήθελα πραγματικά να είμαι μέρος του. Όταν, μάλιστα, έμαθα ότι ο δημιουργός ήταν ο Βασίλης Μυριανθόπουλος και γενικά διάβασα ποιοι είναι οι συντελεστές -η Έλλη που τη γνωρίζω χρόνια και έχουμε μια εξαιρετική επικοινωνία μεταξύ μας- μου βγήκε αβίαστα να δουλέψουμε μαζί και ήρθε όλο πολύ ομαλά. Το ευχαριστηθήκαμε. Πέρασα φανταστικά στα γυρίσματα αυτής της ταινίας και οφείλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους, όσοι δούλεψαν για αυτό το σκοπό».

Νιώθω ότι οι άνθρωποι ανθίζουν όταν είναι σε περιβάλλον ασφάλειας. Όταν είναι σε περιβάλλον αβεβαιότητας ή όταν μπαίνουν σε κατάσταση κινδύνου παύουν να είναι δημιουργικοί και ελεύθεροι

Στην προσωπική σας ζωή κρατάτε έναν πολύ διακριτικό χαρακτήρα. Τι σημαίνει για εσάς «σωστή σχέση» και πώς καταφέρνετε να διατηρείτε την προσωπική σας ζωή ιδιωτική στην εποχή των social media και της υπερέκθεσης;

ΕΤ: «Δεν κάνω κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια, να σας πω την αλήθεια. Δεν είναι ότι έχω βρει μια φόρμουλα και την εφαρμόζω. Συγκεκριμένα, πραγματικά νιώθω ότι δεν αφορά κανέναν η προσωπική μου ζωή. Είμαι καλλιτέχνης, επικοινωνώ μέσα από τις δουλειά μου. Όλο το υπόλοιπο, θεωρώ ότι δεν ενδιαφέρει τον κόσμο. Πιστεύω πως οι άνθρωποι ασχολούνται με ό, τι τους πουν ότι είναι σοβαρό. Άμα τους πουν ότι είναι σημαντικό να ασχολούνται με την προσωπική ζωή του καθενός, αυτό θα κάνουν. Άμα τους πούνε ότι είναι σημαντικό να ασχολούνται με την κατεστραμμένη μας οικονομία, θα ασχολούνται με την κατεστραμμένη μας οικονομία. Ό,τι ταΐσεις τους ανθρώπους αυτό θα φάνε. Προσωπικά, θεωρώ πολύ σημαντικό να υπάρχει κριτική σκέψη απέναντι στα πράγματα. Για μένα, το να ασχοληθεί κάποιος με την προσωπική μου ζωή, το βρίσκω εκπληκτικό. Επομένως, δεν γίνεται κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια. Απλώς δεν επενδύω σ’ αυτό καθόλου και το λαμβάνουν αυτό οι άνθρωποι, το σέβονται και τους ευχαριστώ».

ΓΠ: «Αρχικά στο κομμάτι των social, νομίζω, ο καθένας ανεβάζει αυτό που κρίνει ο ίδιος ότι μπορεί να μοιραστεί με τους άλλους, οπότε κι εγώ έτσι με τη σειρά μου επιλέγω τα κομμάτια που νιώθω ότι έχει νόημα να μοιραστώ με τους ανθρώπους που είμαστε στο Instagram παρέα. Προτιμώ, η προσωπική μου ζωή να παραμένει προσωπική. Την απολαμβάνω περισσότερο έτσι κι αυτό συνέβαινε και παλαιότερα, πριν ακολουθήσω αυτόν τον κλάδο, όσο προσωπική ζωή μπορεί να είχα πριν από τα 18, γιατί μπήκα και πολύ νωρίς στη τηλεόραση. Και πάλι δεν είμαι από τους χαρακτήρες που μου αρέσει να συζητάω αρκετά είτε για τα προσωπικά μου είτε για κομμάτια δικά μου. Μου αρέσει περισσότερο να ακούω ιστορίες και εμπειρίες. Αλλά όσον αφορά στο κομμάτι το προσωπικό κρίνω ότι είναι καλύτερα, για μένα, να βιώνω έτσι ζωή μου. Την απολαμβάνω πολύ περισσότερο».

Οι χαρακτήρες που υποδύεστε φαίνεται να δίνουν δεύτερες ευκαιρίες  στη ζωή τους. Εσείς;

ΕΤ: «Βασικά η Άννα μένει κολλημένη σε κάτι που έχει πάψει να υπάρχει. Δυσκολεύεται να απεμπλακεί από μια παρελθοντική ιστορία που δεν υπάρχει πια. Ίσως με αυτή την έννοια να δίνει δεύτερες ευκαιρίες, αλλά αυτό δεν το βρίσκω ιδιαίτερα υγιές. Όταν αντιλαμβάνομαι ότι κάτι δεν λειτουργεί, ειδικότερα όσο περνάνε τα χρόνια, προσπαθώ να απεμπλακώ. Να ελευθερώσω τον εαυτό μου και τους άλλους ανθρώπους, γιατί αλλιώς δεν προχωράμε, μένουμε στάσιμοι. Μένουμε σε λιμνάζοντα νεράκι και επαναλαμβάνουμε μοτίβα. Είναι χάσιμο χρόνου. Και ο χρόνος είναι πολύτιμος. Δεν είναι αυτονόητο το ότι ζούμε, το ότι έχουμε υγεία, το ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε όλα τα προνόμια του δυτικού κόσμου, όπως τα ξέρουμε, οπότε είναι καλό να έχουμε πολύ ψηλά το δώρο της ζωής».

ΓΠ: «Ο Μιχάλης δίνει δεύτερες ευκαιρίες και ξεκινά από τον εαυτό του. Αυτό πιστεύω ότι είναι ένα κλειδί. Συνήθως ο τρόπος που φερόμαστε στον εαυτό μας έχει να κάνει πολύ με τον τρόπο που φερόμαστε στους γύρω μας. Γιατί, ναι, διαπιστώνω και εγώ ότι τις φορές που είμαι πιο ανοιχτός και ακούω τους γύρω μου περισσότερο καταφέρνω να περάσω κι εγώ πιο όμορφα και να μάθω πράγματα. Έχανα πολλά παριστάνοντας ότι γνωρίζω τα πάντα – χωρίς να γνωρίζω τίποτα. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι είναι πολύ πιο απλό να ρωτήσεις τον δίπλα σου “ποιος είναι αυτός ο καλλιτέχνης που μιλάς με τόσο θαυμασμό;”. Μπορεί να σου πει δύο-τρία πράγματα που θα τα μάθεις και θα σε βοηθήσουν πολύ πιο εύκολα».

Πιστεύω πως οι άνθρωποι ασχολούνται με ό, τι τους πουν ότι είναι σοβαρό. Ό,τι τους ταΐσεις αυτό θα φάνε.

Υπάρχει κάτι από το ρόλο σας ως Άννα που σας έκανε να δείτε τη ζωή διαφορετικά- ίσως πιο αισιόδοξα;

ΕΤ: «Ούτως ή άλλως έχω επιλέξει στη ζωή μου, πλέον, να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Η Άννα έχει πολύ ενδιαφέρον γιατί όταν καταφέρνει τελικά να ξεκινήσει το γράψιμο με τη βοήθεια του Μιχάλη δημιουργούν κάποιους χαρακτήρες, τα άβατάρ τους, και οι χαρακτήρες που δημιουργούν είναι ουσιαστικά αυτό που θα ήθελαν και οι ίδιοι να είναι αν δεν είχαν όλα αυτά τα μπλοκαρίσματα και τους φόβους, τις πεποιθήσεις και τις διαστρεβλώσεις. Οπότε το αβατάρ της Άννας είναι τελικά αυτό που θα ήθελε για τον εαυτό της. Είναι ένα πλάσμα ελεύθερο, φωτεινό, εξωστρεφές, γενναίο, τολμηρό και βρίσκει τον δρόμο της».

Ποιο ήταν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο στον Μιχάλη;

«Είναι αρκετά λογικός, καθώς και λόγω σπουδών και επαγγέλματος -είναι δικηγόρος – κινείται βάσει δικαιοσύνης και, γενικότερα, βασίζεται σε ένα αίσθημα δικαίου που τον χαρακτηρίζει και μάχεται για αυτό. Ταυτόχρονα είναι και ιδεαλιστής. Υποστηρίζει ομάδες που, θεωρητικά και πρακτικά, στην κοινωνία είναι πιο αδύναμες ή δεν έχουν τόσα μέσα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Οπότε όλο αυτό τον κάνει και ρομαντικό. Την ίδια στιγμή είναι και καταφερτζής. Βρίσκει πάντα έναν τρόπο να τα βγάλει στην καθημερινότητα και να ανταπεξέλθει σε όλα με χαμόγελο. Όλα αυτά ενισχύονται τη στιγμή που θα ερωτευτεί. Έχει αφήσει λίγο τη μοίρα από τα χέρια του και έχει παραδοθεί στην τύχη. Εξαιτίας του έρωτα αποφασίζει να αναλάβει λίγο τα ινία».

Οι δεύτερες ευκαιρίες είναι χάσιμο χρόνου. Και ο χρόνος είναι πολύτιμος.

Υπήρξε κάποια σκηνή με τους τηλεοπτικούς γονείς σας, Παύλο Ορκόπουλο και Λένα Ουζουνίδου, που να θυμάστε περισσότερο;

«Σε όλες τις οικογένειες υπάρχουν και οι παθογένειες και τα όμορφα πράγματα. Δεν είναι όλα άσπρα ή μαύρα. Έχουν δυο πλευρές. Στο σενάριο έχουμε μια πάρα πολύ ωραία σκηνή που είμαστε με την κινηματογραφική μαμά και τον κινηματογραφικό μπαμπά μου στο νοσοκομείο. Παρουσιάζεται ένα θέμα υγείας σε εκείνονξ και εμείς έχουμε πάει να τον δούμε. Επειδή έχει μια δυσκολία στην ομιλία του, προσπαθούμε να καταλάβουμε τι έχει συμβεί ακριβώς, τι θέλει να μας πει, τι είναι αυτό που μας ζητάει και όλο αυτό γίνεται με ένα πολύ τρυφερό και γλυκό τρόπο. Είναι αυτοί οι τρεις άνθρωποι που προσπαθούν να επικοινωνήσουν και να καταλάβουν τι χρειάζεται να γίνει. Είναι μια πολύ γλυκιά και ανθρώπινη σκηνή».

Πολύ στενή είναι η σχέση του Μιχάλη με τον Πάνο είναι ο καλύτερός του φίλος. Είναι, τελικά, η ανδρική φιλία τόσο ιερή όσο ισχυρίζονται;

ΓΠ: «Στο κομμάτι της ταινίας ο Πάνος είναι ο πιο κοντινός άνθρωπος του Μιχάλη. Τον υποδύεται ο Γιώργος Γεροντιδάκης με τον οποίο είμαστε πολλοί φίλοι και στη ζωή εδώ και πολλά χρόνια. Γνωριζόμαστε από παιδιά, οπότε ήταν πολύ ωραία αυτή η οικειότητα που είχα με τον Γιώργο στο γύρισμα. Τα αστεία μας, ο χαβαλές μας. Βγήκε αρκετά αβίαστα, αλλά σαν όρο στη φιλία δεν μπορώ να βάλω “αντρική ή γυναικεία”, γιατί έχω βιώσει στα χρόνια που ζω ισχυρούς φιλικούς δεσμούς και με άνδρες και με γυναίκες. Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει ανδρική και γυναικεία φιλία για εμένα. Η φιλική σχέση, πιστεύω, δημιουργείται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που δεν έχουν κάποιο απώτερο σκοπό ή κίνητρο παρά μόνο να ευχαριστιούνται ο ένας την παρέα του άλλου, να βοηθούν με όποιο τρόπο μπορούν και να υποστηρίζουν τον άνθρωπο που επιλέγουν να έχουν ως φίλο τους».

Τι συναίσθημα σας άφησε η συγκεκριμένη ταινία; 

ΕΤ: «Θα θυμάμαι την αγάπη της Άννας για ζωή. Την παρουσία της σε όλα. Θέλω να πω ότι ήταν μια πολύ, πολύ όμορφη συνεργασία. Νιώθω πολύ ευγνώμων που συνάντησα όλους αυτούς τους ανθρώπους. Κάποιοι είναι φίλοι. Ο Γιάννης ο Ποιμενίδης, για παράδειγμα, που υποδύεται τον Μιχάλη, είναι εξαιρετικό πλάσμα. Τον ξανασυνάντησα έπειτα από καιρό. Όλοι οι συνεργάτες είναι πολύ αξιόλογοι. Είναι μια πολύ ωραία feel-good ταινία».

ΓΠ: «Ένιωσα ευγνωμοσύνη. Ένιωσα πάρα πολύ τυχερός που συμμετείχα σε κάτι τέτοιο. Τυχερός που γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους και με εμπιστεύτηκαν».

Τι περιμένετε να κερδίσει ο κόσμος;

ET: «Νιώθω ότι είναι μια καλή στιγμή για αυτήν την ταινία, μέσα σε τόσο σκοτάδι που υπάρχει παντού γύρω μας. Είναι μια γλυκιά, τρυφερή, ρομαντική κομεντί που κάνει πραγματικά καλό στην ψυχή. Εύχομαι να την αγαπήσουν οι άνθρωποι όπως την αγαπήσαμε κι εμείς, γιατί πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη τέτοιες δουλειές. Χρειάζεται λίγο φως και λίγο χρώμα που η ταινία τα προσφέρει απλόχερα.

Επίσης είναι πολύ σημαντικό το να στηρίζουμε τον ελληνικό κινηματογράφο, ο οποίος είναι πολύπαθος. Δεν στηρίζεται από την πολιτεία με τον τρόπο που του αρμόζει. Γι’ αυτό και έχει δημιουργηθεί και η πρωτοβουλία “Σινεμά στην Ελλάδα ορατότης μηδέν”. Προσπαθούν οι κινηματογραφιστές να δηλώσουν παρόντες, ότι είναι εδώ και είναι σημαντικό αυτό, καθώς αυτό που κάνουμε έχει αξία, έχουμε δύναμη. Ακούστε μας. Οπότε αυτό που μπορούν να κάνουν οι θεατές για να ενισχύσουν αυτή την προσπάθεια είναι να παρακολουθούν ελληνικό σινεμά. Υπάρχουν υπέροχες ελληνικές ταινίες τώρα βγήκε η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, ας πούμε, που έχει πολύ καλή απήχηση. Γενικότερα να στηρίζουμε το ελληνικό σινεμά».

ΓΠ: «Θα ήθελα να του αφήσει αυτή τη γλύκα του έρωτα. Την προσμονή γι’ αυτό που ψάχνεις και τελικά έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις». 

Η ταινία «Ο Έρωτας γράφεται» κυκλοφορεί στους κινηματογράφους στις 25 Δεκεμβρίου.

Πληροφορίες ταινίας:

Σενάριο : Βασίλης Μυριανθόπουλος  & Κων/να Γιαχαλή
Σκηνοθεσία : Βασίλης Μυριανθόπουλος

Παίζουν: Γιούλη Τσαγκαράκη, Έλλη Τρίγγου, Γιάννης Ποιμενίδης, Ελίνα Μάλαμα, Γιώργος Γεροντιδάκης, Ελένη Ουζουνίδου, Δανάη Λουκάκη, Κώστας Κάππας, Μόσχα Χατζηευσταθίου, Μαρία Αλιφέρη, Παύλος Ορκόπουλο

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below