Εδώ και λίγες ώρες τον γύρο του διαδικτύου κάνει η είδηση της γέννησης ενός μωρού στη μέση της Μεσογείου, όπου εντοπίστηκε η μητέρα του μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια του.

Στο tweet που μοιράστηκε στον επίσημο λογαριασμό των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, διαβάζουμε πως η Fatima το πρωί της Τετάρτης, 7 Δεκεμβρίου έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι, τον μικρό Ali. Τη γυναίκα εντόπισε το πλοίο διάσωσης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Geo Barents, μαζί με άλλους 90 ανθρώπους, ανάμεσά τους τα υπόλοιπα τρία παιδιά της και μία ακόμη εγκυμονούσα.

Χρειάστηκαν 7 ώρες για να γεννηθεί ο Ali στην ιατρική κλινική του Geo Barents. Παρά το χαρμόσυνο γεγονός, η κατάστασή της μητέρας του είναι πλέον κρίσιμη και χρειάζεται άμεση και εξειδικευμένη ιατρική φροντίδα. Η γυναίκα αντιμετώπισε το επικίνδυνο πέρασμα, φοβούμενη για τα παιδιά της που ταξίδευαν μαζί της. Το δύσκολο ταξίδι, οι σκληρές συνθήκες, το υπερβολικό άγχος & η αφυδάτωση επίσπευσαν τον τοκετό της Fatima, ο οποίος ξεκίνησε γύρω στις 4 τα ξημερώματα στις 7 Δεκεμβρίου.

Διαβάστε εδώ όσα είχει πει η Διευθύντρια του ελληνικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, κα. Χριστίνα Ψαρρά, τόσο για το τι θα μπορούσε να γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη βοήθεια των προσφύγων όσο και για το πώς βιώνουν την κατάσταση γυναίκες και παιδιά.

Σε επικοινωνία που είχαμε με το ελληνικό τμήμα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και την κα. Κυριακή Μαργαρίτη, από το Γραφείο Τύπου του οργανισμού, μάθαμε πως το μικρό αγόρι βρίσκεται ακόμη στο πλοίο διάσωσης, το οποίο εδώ και δύο ημέρες προσπαθεί να «πιάσει» λιμάνι, ώστε να μπορέσει να αγκυροβολήσει και εν συνεχεία να παρασχεθεί στους 255 ανθρώπους που βρίσκονται πάνω του η απαραίτητη βοήθεια.

Η κα. Μαργαρίτη τόνισε πως η κατάσταση με την υποδοχή των προσφύγων δεν έχει αλλάξει, καθώς οι κρατικοί μηχανισμοί παραμένουν αδιανόητα αργοί και οι κυβερνήσεις άκαμπτες στις απάνθρωπες πολιτικές τους. «Η ομάδα διάσωσής έχει μεγάλη δυσκολία στο να βρει λιμάνι στη Μεσόγειο. Υπάρχουν τεράστιες καθυστερήσεις. Η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί και οι πολιτικές δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ανθρώπων. Η διαχείριση της όλης κατάστασης δεν είναι εύκολη».

Η ίδια ευχήθηκε οι 255 επιβαίνοντες που βρίσκονται στο πλοίο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και πλέουν στο μέσο της Μεσογείου να μην ταλαιπωρηθούν, όσο εκείνοι που περίμεναν δέκα ολόκληρες ημέρες τον περασμένο Νοέμβριο ώσπου να καταφέρουν να αγκυροβολήσουν στο λιμάνι της Κατάνια στις 8 του μήνα. Μάλιστα, οι ιταλικές αρχές επέτρεψαν αρχικά την αποβίβαση μόνο των 357 ατόμων από τους 572 επιβαίνοντες στο πλοίο.

Μετά την επιλεκτική αποβίβαση, η ψυχολογική και σωματική κατάσταση ορισμένων από τους εναπομείναντες ανθρώπους επιδεινώθηκε δραματικά. Ένας επιζών απομακρύνθηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας της 6ης προς την 7η Νοεμβρίου λόγω έντονων κοιλιακών πόνων και άλλοι επιζώντες παρουσίασαν σημάδια άγχους και είχαν κρίσεις πανικού.

Οι αληθινές ιστορίες των επιβαινόντων που συγκλονίζουν

Ο Youssouf* ήταν ένας από τους 214 ανθρώπους που χρειάστηκε να παραμείνουν στο πλοίο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Το απόγευμα της 7ης Νοεμβρίου, μαζί με άλλους δύο επιζώντες, πήρε την απεγνωσμένη απόφαση να πηδήξει από το πλοίο στο νερό, για να φτάσει στην αποβάθρα του λιμανιού.

Ο ίδιος, πατέρας τεσσάρων παιδιών, δήλωσε για την απόφαση να φύγει από τη χώρα του και να διασχίσει βουνά και θάλασσες, ώστε να βρεθεί σε ασφαλές έδαφος:

«Μετά από μέρες και μέρες σε αυτό το σκάφος [Geo Barents] άρχισα να τρελαίνομαι. Είχα την αίσθηση ότι το σώμα μου και τα όνειρά μου διαλύονταν. Είμαι ευγνώμων για όλη τη βοήθεια που είχα στο πλοίο, αλλά δεν άντεχα άλλο αυτή την κατάσταση», είπε σε μέλος του προσωπικού των Γιατρών Χωρίς Σύνορα που τον βοήθησε στην αποβάθρα, μπροστά από το Geo Barents.

«Έφυγα από τη βόρεια Συρία για να προσφέρω μια ασφαλή ζωή στην οικογένειά μου. Έχω τέσσερις κόρες που έχω αφήσει πίσω, ελπίζοντας ότι θα μπορέσουν να έρθουν μαζί μου στην Ευρώπη, σε ένα ασφαλές μέρος, σύντομα. Η νεότερη είναι μόλις έξι ετών. Έχουν δει βόμβες να πέφτουν στην πόλη μας τα τελευταία χρόνια και τώρα δεν μπορούν να πάνε σχολείο λόγω της ανασφάλειας που υπάρχει στην περιοχή. Ένοπλες ομάδες βρίσκονται παντού, απαγάγουν ανθρώπους για λύτρα. Η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο και φοβάμαι για τη ζωή τους κάθε μέρα. Θέλω απλώς να βρω ένα μέρος όπου θα μπορούν να είναι απαλλαγμένοι από φόβο και να αισθάνονται ασφαλείς. Αυτό είναι το όνειρό μου και δεν θα αφήσω κανέναν να μου το πάρει».

Ο Akhtar*, ένας 21χρονος νεαρός από το Μπανγκλαντές, είπε στο προσωπικό των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ότι έφυγε από τη χώρα του πριν από σχεδόν δύο χρόνια. Το ταξίδι του τον έφερε πρώτα στη Συρία, τη Λιβύη και τελικά στη Μεσόγειο Θάλασσα, όπου διακινδύνευσε τη ζωή του σε μια υπερπλήρη ξύλινη βάρκα.

«Δεν είχα ιδέα πόσο δύσκολο θα ήταν αυτό το ταξίδι. Έμεινα στη Λιβύη για πάνω από ένα χρόνο, ζώντας σε έναν καταυλισμό με ανθρώπους από διάφορες χώρες. Ήμασταν εννέα άτομα που κοιμόμασταν σε ένα δωμάτιο δέκα τετραγωνικών με μόνο μία τουαλέτα για πάνω από 200 ή 300 άτομα. Η αστυνομία έφτασε εκεί που μέναμε, συνέλαβε πολλούς από εμάς και με πήγε στη φυλακή. Μου έδωσαν ένα τηλέφωνο μετά από λίγες μέρες και μου είπαν να καλέσω την οικογένειά μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μητέρα μου να ουρλιάζει στο τηλέφωνο καθώς οι φρουροί απειλούσαν να μου κόψουν το χέρι με ένα μαχαίρι κατά τη διάρκεια της βιντεοσκόπησης. Η οικογένειά μου έστειλε τελικά τα μόνα χρήματα που είχε για να με απελευθερώσουν. Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που προκάλεσα όλον αυτόν τον πόνο στη μητέρα μου. Δεν έχω νέα από την οικογένειά μου από τότε. Δεν ξέρουν αν πνίγηκα στη θάλασσα. Θέλω απλώς να τους τηλεφωνήσω και να τους πω ότι επιβίωσα», εξήγησε ο Akhtar.

*Τα ονόματα έχουν αλλάξει για λόγους ασφαλείας.

Κεντρική φωτογραφία: Twitter @MSF Sea

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below