Εικονογράφηση: Μαριάννα Βήτου

Όταν ήμουν 19 ετών, ήμουν απόλυτα σίγουρη για τη ζωή, το σύμπαν και τα πάντα. Αν με ρωτούσατε τότε, πίστευα πως ήξερα ό,τι χρειαζόταν να ξέρω, και δεν είχα καμία αμφιβολία για το πώς θα διαμορφωνόταν η ζωή μου στο μέλλον. Δύο δεκαετίες μετά, μία εκ των οποίων την πέρασα σε διάφορα θρανία μελετώντας ό,τι μπορούσα να πιάσω στα χέρια μου από Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού μέχρι βίντεο, μοντάζ και ταφικά έθιμα των Βίκινγκ, το μόνο που ξέρω είναι ότι ποτέ δεν θα ξέρω αρκετά. Και ότι το να έχω αμφιβολίες δεν είναι καθόλου κακό.

Αντίθετα, είναι σωτήριο.

Κανείς, όσο Κριός και σίγουρος κι αν είναι, δεν γνωρίζει τα πάντα. Για την ακρίβεια, η σιγουριά που νιώθουμε για τις γνώσεις μας είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογη με το πόσο πραγματικά εξπέρ είμαστε σε κάποιον τομέα: το λεγόμενο φαινόμενο Dunning-Kruger. Σύμφωνα με τους ψυχολόγους David Dunning και Justin Kruger και έρευνές τους στο τέλος του 20ού αιώνα, άτομα με ελάχιστες γνώσεις ή δεξιότητες σε έναν τομέα συχνά υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους και έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση. Μια ματιά στον πορτοκαλί πρόεδρο της Αμερικής και όλους τους ανίδεους συκοφάντες «ειδικούς» γύρω του αρκεί για να δούμε το εν λόγω φαινόμενο σε μια από τις πιο εξτρίμ -και ζημιογόνες για τον πλανήτη και τις ζωές όλων μας- εκδοχές του. Αλλά και σε πιο νορμάλ, καθημερινές συνθήκες, το να μπορούμε να αναγνωρίσουμε τους περιορισμούς μας, να είμαστε δεκτικοί στην ιδέα ότι ακόμα και οι πιο βαθιά εδραιωμένες πεποιθήσεις μας μπορεί κάποια στιγμή να αποδειχθούν λάθος είναι μεγάλο ατού σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα πιο πολωμένος και σίγουρος για τις απόψεις του. Την τελευταία δεκαετία, μάλιστα, οι ψυχολόγοι άρχισαν να αποκαλούν αυτό το χαρακτηριστικό «πνευματική ταπεινότητα».

Η ιδέα φυσικά δεν είναι καινούρια. Από το «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα» του Σωκράτη (ΟΚ, του Πλάτωνα) μέχρι το «Δεν είναι σοφό να είσαι σίγουρος για τη σοφία κάποιου» του Μαχάτμα Γκάντι, φιλόσοφοι και πεφωτισμένοι πνευματικοί δάσκαλοι πλέκουν τα εγκώμια της πνευματικής ταπεινότητας εδώ και χιλιετίες. Αλλά εν έτει 2025, φαίνεται να χρειάζεται όλο και περισσότερο.

Σύμφωνα με τους ψυχολόγους David Dunning και Justin Kruger και έρευνές τους στο τέλος του 20ού αιώνα, άτομα με ελάχιστες γνώσεις ή δεξιότητες σε έναν τομέα συχνά υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους και έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση.

Γιατί μάς είναι τόσο δύσκολο να αλλάξουμε γνώμη

Κάποτε πιστεύαμε πως η έκθεσή μας στο Ίντερνετ και η εύκολη πρόσβαση σε τόση γνώση που πλέον έχουμε στ’ ακροδάχτυλά μας θα μας έκανε πιο σοφούς, πιο ανοιχτούς σε αντίθετες απόψεις. Δεν ξέρω αν το έχετε παρατηρήσει τελευταία, αλλά μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Οι άνθρωποι επιμένουν, μη σας πω και ταμπουρώνονται στις απόψεις τους, ακόμα και όταν έρχονται αντιμέτωποι με νέα στοιχεία και δεδομένα που τους βγάζουν λάθος. (Ας μην τα ξαναλέμε για τον πορτοκαλί πρόεδρο των κάποτε Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και τον δογματισμό των ψηφοφόρων του, ακόμα και όταν βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια το πώς οι πολιτικές του αποφάσεις θα χειροτερέψουν τη ζωή τους.)

Αυτό συμβαίνει γιατί η πνευματική ταπεινότητα δεν είναι κάτι που μας έρχεται φυσικά. Μελέτες του Harvard Business Review δείχνουν πως όταν διαφωνούμε με κάποιον και νιώθουμε πως κερδίσαμε τη διαφωνία, ο εγκέφαλός μας πλημμυρίζει με αδρεναλίνη και ντοπαμίνη, κάνοντάς μας να νιώθουμε ανίκητοι – κάπως σαν τον 19χρονο εαυτό μου. Αποψάρα ανίκατε μάχαν.

Εννοείται πως θέλουμε να ξαναζήσουμε αυτή την αίσθηση όσο πιο συχνά γίνεται.

Έρευνα της ψυχολόγου Τρισεύγενης Παπακωνσταντίνου για το Ινστιτούτο Alan Turing δείχνει ότι ακόμα και όταν συναντάμε νέες πληροφορίες που αποδεικνύουν πως κάνουμε λάθος, ο εγκέφαλός μας δεν παίρνει το μήνυμα. Είμαστε γενικά πιο πρόθυμοι να αποδεχτούμε τα νέα δεδομένα αν ταιριάζουν με τις ήδη υπάρχουσες πεποιθήσεις μας και επιβεβαιώνουν την κοσμοθεωρία μας – και να τα αγνοήσουμε με συνοπτικές διαδικασίες αν όχι. «Είμαστε επίσης ιδιαίτερα ανθεκτικοί στην αλλαγή πεποιθήσεων που αμφισβητούν την αυτοεικόνα μας και εκείνων που συνδέονται με τμήματα της ταυτότητάς μας. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται ένα φαινόμενο γνωστό ως προκατάληψη επιβεβαίωσης (confirmation bias)», λέει η ψυχολόγος.

Έρευνα της ψυχολόγου Τρισεύγενης Παπακωνσταντίνου για το Ινστιτούτο Alan Turing δείχνει ότι ακόμα και όταν συναντάμε νέες πληροφορίες που αποδεικνύουν πως κάνουμε λάθος, ο εγκέφαλός μας δεν παίρνει το μήνυμα.

Τι κάνουμε λοιπόν όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με αντικρουόμενες πληροφορίες; Αντί να αλλάξουμε γνώμη, δημιουργούμε «βοηθητικές υποθέσεις» για να υποστηρίξουμε τις υπάρχουσες πεποιθήσεις μας. Και κάπως έτσι καταλήγουμε να πιστεύουμε πως η κλιματική αλλαγή είναι fake news, ότι τα εμβόλια είναι μια συνωμοσία των φαρμακοβιομηχανιών για να μας αλλάξουν το mRNA, και πως η γη είναι στην πραγματικότητα επίπεδη και η NASA μάς λέει ψέματα.

Ή, σε πιο προσωπικό επίπεδο, ότι ένας αποδεδειγμένα άπιστος παρτενέρ μάς αγαπάει και μπορεί να αλλάξει και δεν θα το ξανακάνει και τέλος πάντων δεν το εννοούσε. Μμμ… Σίγουρα.

Η σημασία της πνευματικής ταπεινότητας

Όμως όσο δύσκολη κι αν είναι η απόκτηση της πνευματικής ταπεινότητας, τόσο έρευνες δείχνουν ότι αξίζει τον κόπο. Αν και δεν μας κάνει άμεσα πιο έξυπνους, το να έχουμε ανοιχτό μυαλό βοηθάει τόσο εμάς όσο και τους γύρω μας να μάθουμε περισσότερα: έρευνες του National Center for Biotechnology Information στην Αμερική δείχνουν ότι οι μαθητές φαίνονταν πιο διατεθειμένοι να συμμετέχουν στο μάθημα όταν οι καθηγητές τους επιδείκνυαν πνευματική ταπεινότητα (δεν συμπεριφέρονταν δηλαδή σαν ξερόλες). Όταν δεν παραμένουμε «κολλημένοι» στις απόψεις μας και σε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, μπορούμε να έρθουμε πιο κοντά με τους άλλους και να βελτιώσουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Σε μια μελέτη του Πανεπιστημίου Pepperdine, η ψυχολόγος Krumrei Mancuso και οι συνεργάτες της διαπίστωσαν ότι οι πιο διανοητικά ταπεινοί άνθρωποι είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν χαρακτηριστικά όπως η ενσυναίσθηση και η προθυμία να ακούσουμε τους άλλους. Η πνευματική ταπεινότητα συνδέεται επίσης με αυξημένη στοχαστική σκέψη και περιέργεια, και μεγαλύτερες πιθανότητες να εξετάζουμε προσεκτικά τις πληροφορίες που συναντάμε, αποφεύγοντας να πέσουμε θύματα παραπληροφόρησης και θεωριών συνωμοσίας.

Σε μια μελέτη του Πανεπιστημίου Pepperdine, η ψυχολόγος Krumrei Mancuso και οι συνεργάτες της διαπίστωσαν ότι οι πιο διανοητικά ταπεινοί άνθρωποι είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν χαρακτηριστικά όπως η ενσυναίσθηση και η προθυμία να ακούσουμε τους άλλους.

Προσεγγίζοντας κάθε νέα κατάσταση στη ζωή μας με ανοιχτό μυαλό, όντας έτοιμοι να παραδεχτούμε ότι μπορεί και να κάνουμε λάθος, μας κάνει γενικά πιο ικανούς και ευέλικτους – τόσο ψυχολογικά όσο και κοινωνικά. Έρευνες του British Psychological Society δείχνουν πως η πνευματική ταπεινότητα μας βοηθά να επιλέγουμε το σωστό μονοπάτι όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ποικιλία καθημερινών προκλήσεων. Ο κόσμος δεν είναι απλός ή στατικός: η αβεβαιότητα και η αλλαγή είναι κομμάτια της ζωής. Οσοι είναι πρόθυμοι να επανεξετάσουν ακόμη και τις πιο core πεποιθήσεις τους όταν έρχονται αντιμέτωποι με αυτή την αβεβαιότητα, τείνουν να μην αμύνονται υπερβολικά όταν αμφισβητείται η κοσμοθεωρία τους και να μπορούν να χτίζουν σχέσεις συνεργασίας και μάθησης με τους ανθρώπους γύρω τους. Αυτό οδηγεί σε εξομάλυνση των διαφορών και συνδέεται με καλύτερη διάθεση και αίσθηση εγγύτητας ακόμη και μετά από διαπροσωπικές συγκρούσεις. Μπορεί, σε απλά ελληνικά, να σώσει σχέσεις.

Πνευματική ταπεινότητα Vs ταπεινό χαμομηλάκι

Το να είμαστε πνευματικά ταπεινοί και ανοιχτοί στον διάλογο δεν σημαίνει ότι δεν ξέρουμε τι μας γίνεται, ή ότι δεν πιστεύουμε σε τίποτα με αρκετό σθένος. Ούτε σημαίνει πως δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια και ότι όλα είναι σχετικά. Δεν πρέπει να μπερδεύουμε την ταπεινότητα με την έλλειψη αυτοπεποίθησης, ούτε με το να είμαστε pushover. Αντίθετα, το να παραδεχτούμε ότι κάναμε λάθος ή ότι δεν τα ξέρουμε όλα μάς κάνει να φαινόμαστε πιο ικανοί – όχι λιγότερο. Από την άλλη, όσο σημαντικό χαρακτηριστικό κι αν είναι η πνευματική ταπεινότητα, πολλές φορές μπορεί να χρειαστεί να την κρατήσουμε για τον εαυτό μας. Είναι πιθανό να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες δεν θέλετε να εκφράσετε αβεβαιότητα σχετικά με τις γνώσεις σας, όπως π.χ. σε ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον όπου κρίνεστε για το πόσο σίγουροι δείχνετε. Και σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να μην έχετε και την πολυτέλεια του χρόνου να κάνετε second guess τον εαυτό σας. Δεν είναι κακό να είναι κανείς Κριός. Αρκεί να ξέρουμε πως έχουμε πάντα τη δυνατότητα (ακόμα κι αν μερικές φορές φαντάζει σαν προνόμιο) να αλλάξουμε γνώμη.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below