Κάθε χρόνο, στο πρώτο πρωινό του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων, ο διευθυντής του, Ματθαίος Φραντζεσκάκης, ανεβαίνει στην ταράτσα του Πνευματικού Κέντρου Χανίων και φωτογραφίζει την αυλή, καθώς γεμίζει με παιδιά που έχουν έρθει για προβολές και εργαστήρια. «Είναι για μένα μια από τις πιο μαγικές στιγμές» μάς λέει μετά την ολοκλήρωση της φετινής, 13ης διοργάνωσης και ενώ έχει ξεκινήσει ήδη με την ομάδα του (Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης) τις δράσεις που τρέχουν όλο τον χρόνο.

Αυτή η προσωπική συνήθεια του κ. Φραντζεσκάκη, μια παράκαμψη στην τυπική διαδρομή «σκηνή-ομιλία-χαιρετισμοί-φωτογράφιση με επισήμους», έχει την παιδικότητα μιας σύντομης και ανώδυνης σκανδαλιάς, ίσως απόρροια ή μια από τις εξηγήσεις της μακροχρόνιας αφοσίωσής του στα εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά προγράμματα που προϋπάρχουν του φεστιβάλ: εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια βάζουν τον κινηματογράφο στα σχολεία όλων των βαθμίδων και ανοίγουν τον δρόμο για την επόμενη γενιά θεατών με κριτική σκέψη αλλά και κινηματογραφιστών.

Από εργαστήριο του φεστιβάλ.

Κάποια παιδιά, πράγματι, γυρίζουν τις δικές τους ταινίες – μάλιστα από τις 25 που προβλήθηκαν φέτος στο φεστιβάλ, «δύο-τρεις έγιναν σε νηπιαγωγεία. Συνεργαζόμαστε μέχρι και με σχολεία δεύτερης ευκαιρίας» εξηγεί ο κ. Φραντζεσκάκης. Τα καλοκαίρια «αυτό κουμπώνει με ένα θερινό campus, με 30 εφήβους και έφηβες από όλη την Ελλάδα, όπου για δέκα μέρες κάνουμε ντοκιμαντέρ για τον πολιτισμό, την παράδοση και τη διατροφή της Κρήτης.

Από τις 25 ταινίες που προβλήθηκαν φέτος στο φεστιβάλ, «δύο-τρεις έγιναν σε νηπιαγωγεία. Συνεργαζόμαστε μέχρι και με σχολεία δεύτερης ευκαιρίας».

»Κατά τη γνώμη μου, αυτό το campus είναι μια απάντηση στην ερώτηση για το ποια είναι η Κρήτη. Δεν είναι ό,τι παίζει, αυτές τις μέρες, τα μεσημέρια στην τηλεόραση» λέει, έχοντας πρόσφατα τα γεγονότα της βεντέτας στα Βορίζια αλλά και του ταξιδιού του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου «βαρέθηκα να ακούω το στερεότυπο “όλοι οι βοσκοί είναι εγκληματίες”. Όχι. Οι βοσκοί και οι άνθρωποι που έχουν περάσει τη ζωή τους στη φύση, στη γη, συνήθως μοχθούν και παλεύουν στην καθημερινότητα. Είναι σεμνοί, ταπεινοί και φιλόξενοι. Αλλά πολύ πιο δύσκολα θα κάνει κάποιος ρεπορτάζ για έναν βοσκό με κανονική ζωή, που βόσκει πρόβατα και φτιάχνει γάλα, από έναν άλλο, ο οποίος θα πάρει ένα όπλο και θα σκοτώσει».

Ο Ματθαίος Φραντζεσκάκης, διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων.

Επισημαίνει βέβαια ότι είναι ευθύνη της Πολιτείας να αντιμετωπίσει την παραβατικότητα. Αλλά η Κρήτη στην οποία εστιάζει το φεστιβάλ με τις εκπαιδευτικές δράσεις του δεν ενδιαφέρει τα σκανδαλοθηρικά ρεπορτάζ. Ο κ. Φραντζεσκάκης πήγε πρόσφατα στα Ανώγεια, για τα γυρίσματα μιας ταινίας για τις μαντινάδες, συνεργασία ενός σχολείου του χωριού με σχολείο της Σούδας. «Μίλησαν και ένας-δύο μαντιναδολόγοι, αλλά κυρίως μίλησαν παιδιά τα οποία παίζουν μουσική, φτιάχνουν μαντινάδες και εκφράζονται μέσα από αυτές». Συζητάμε και για τα παιδιά στα Βορίζια, ένα χωριό με πολλές πολύτεκνες οικογένειες, με «φαινόμενα μεγάλης εγκατάλειψης των παιδιών, όπου πρέπει να αποφασίσουμε όλοι μας ότι εκεί πρέπει να μιλήσεις στα παιδιά και να τα αγκαλιάσεις».

Στα Βορίζια, ένα χωριό με πολλές πολύτεκνες οικογένειες, παρατηρούμε «φαινόμενα μεγάλης εγκατάλειψης των παιδιών, όπου πρέπει να αποφασίσουμε όλοι μας ότι εκεί πρέπει να μιλήσεις στα παιδιά και να τα αγκαλιάσεις».

Αν κάποιος λάβει την κατάλληλη υποστήριξη και ενθάρρυνση πάντως, η Κρήτη αποτελεί αστείρευτη πηγή έμπνευσης για καλλιτεχνική δημιουργία. Στα Χανιά, στην Παλιά Πόλη και το Ενετικό Λιμάνι, που εξερευνούμε στις ημέρες του φεστιβάλ, παρά τα πλήθη τουριστικών μαγαζιών και επισκεπτών από όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα όταν αγκυροβολεί κρουαζιερόπλοιο, ο υπερτουρισμός δεν έχει σβήσει τα σημάδια της ιστορίας.

Λιγότερο γνωστή όμως είναι η ιστορία του κινηματογράφου στην περιοχή. Στο βιβλίο του Λευτέρη Λαμπράκη «Από τα Χανιά στη Χολλυγούνδη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πυξίδα της Πόλης και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων, διαβάζουμε ότι η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στον ελλαδικό χώρο εγκαταστάθηκε στην Κρήτη, λίγο μετά την ανακάλυψη του κινηματογράφου από τους αδερφούς Λιμιέρ: το 1900 στο Ρέθυμνο, από τον επιχειρηματία Χαράλαμπο Σπανδάγο.

Άποψη του Ενετικού Λιμανιού των Χανίων.

Το καλοκαίρι του 1911 ο Σπανδάγος μετέφερε το Ιδαίον Άντρο, όπως ονομάστηκε ο κινηματογράφος του, στα Χανιά, τότε πρωτεύουσα της Κρήτης, που σύμφωνα με το βιβλίο εμφάνιζε «πρώιμη αστικοποίηση» και όπου το κοσμοπολίτικο τμήμα του πληθυσμού ήταν ανοιχτό στους «νεωτερισμούς της Δύσης». Ο θερινός κινηματογράφος που άνοιξε ο πρωτοπόρος τότε επιχειρηματίας στον Δημοτικό Κήπο, και που λειτουργεί έως σήμερα (Cine Κήπος), θα διεκδικήσει λόγω μακροβιότητας μια θέση στα Ρεκόρ Γκίνες, όπως μας λέει ο κ. Φραντζεσκάκης.

Η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στον ελλαδικό χώρο εγκαταστάθηκε στην Κρήτη, λίγο μετά την ανακάλυψη του κινηματογράφου από τους αδερφούς Λιμιέρ: το 1900, στο Ρέθυμνο, από τον Χαράλαμπο Σπανδάγο.

Ο κινηματογράφος εξελίχθηκε σε βασικό μέσο ψυχαγωγίας των Χανιωτών και σε ανθηρή βιομηχανία, σε σημείο το 1929 η εφημερίδα Κήρυξ να συγκρίνει (έστω και με μια, κάποια δόση υπερβολής) την πόλη με τη «Χολλυγούνδη» (Χόλιγουντ): «Τα Χανιά μας εζήλευσαν δόξαν Μιλάνου διά το Μουσικόν του Θέατρον “Σκάλα” και δόξα Χολλυγούνδης διά το Κινηματογραφικόν της εργοστάσιον διά της ανεγέρσεως και εδώ ουχί μιας Σκάλας αλλά τριών Σκαλακίων διά της ιδρύσεως τριών θεάτρων συγχρόνως και ενός κινηματογραφικού εργοστασίου προς κατασκευήν ταινιών εγχωρίου παραγωγής με σκηνοθέτην τον Χαρίλαον του Ιδαίου Άντρου, του οποίου το πρώτον έργον το Πανόραμα των Χανίων προβάλλεται τας ημέρας ταύτας».

Παλιά κινηματογραφική μηχανή στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων.

Το 1934 η ίδια εφημερίδα πρόβαλε μια ακόμα τοπική πρωτιά, της δημιουργίας κινηματογράφου σε σχολείο με τη διαμεσολάβηση του Ελευθερίου Βενιζέλου: συγκεκριμένα, στο Ιστορικό Γυμνάσιο Χανίων, που λειτουργεί έως σήμερα ως 1ο Γυμνάσιο, «στο κέντρο της πόλης, δίπλα στο Βενιζέλειο Ωδείο όπου κάναμε φέτος προβολές» όπως εξηγεί ο κ. Φραντζεσκάκης. Μια ακόμα χρονιά-σταθμός υπήρξε το 1962, έτος ίδρυσης της Κινηματογραφικής Λέσχης Χανίων που, προσθέτει ο ίδιος, «γνώρισε μεγάλη έκρηξη μετά τη Χούντα, όταν επέστρεψαν στα Χανιά άνθρωποι που πολλοί ήταν και μέσα στο Πολυτεχνείο. Τότε οι κινηματογραφικές λέσχες ήταν ο βασικός τρόπος για να δει κάποιος σύγχρονο και ποιοτικό κινηματογράφο. Τα Χανιά είχαν μια από τις πιο δυνατές λέσχες στην Ελλάδα, που άφησε μια γενιά με κινηματογραφική καλλιέργεια».

Η Κινηματογραφική Λέσχη Χανίων «γνώρισε μεγάλη έκρηξη μετά τη Χούντα, όταν επέστρεψαν στα Χανιά άνθρωποι που πολλοί ήταν και μέσα στο Πολυτεχνείο. Ήταν μια από τις πιο δυνατές στην Ελλάδα και άφησε μια γενιά με κινηματογραφική καλλιέργεια».

Το φεστιβάλ προσκαλεί τα παιδιά να αναζητήσουν τα ίχνη του παρελθόντος με τα εκπαιδευτικά προγράμματά του: «Προσπαθούμε απ’ τη μια να τα μυήσουμε σε κινηματογραφικούς κώδικες και απ’ την άλλη να τα φέρουμε κοντά σε θέματα πολιτισμού, παράδοσης, ιστορίας της Κρήτης – που δεν διδάσκονται στο σχολείο. Δεν διδάσκεται, ας πούμε, το ποιον τιμά και γιατί το άγαλμα που βλέπουν κάθε πρωί, όταν μπαίνουν στο σχολείο. Εμείς τους προτείνουμε: ελάτε να παίξουμε, να ψάξουμε ποιος είναι και να το κάνετε μια ταινία».

Στιγμιότυπο του φετινού φεστιβάλ.

Φυσικά και οι παλαιότερες γενιές Χανιωτών είναι πολύτιμοι φορείς μνήμης. Έτσι, η ομάδα του φεστιβάλ τρέχει από το 2008 «ένα από τα πρώτα προγράμματα προφορικής ιστορίας της χώρας». Έχει ξεκινήσει μάλιστα μια συνεργασία με το Δημοτικό Γηροκομείο, η οποία πλέον γίνεται σταθερή: «Θα πηγαίνουμε και θα καταγράφουμε ιστορίες από τους ηλικιωμένους».

«Προσπαθούμε απ’ τη μια να μυήσουμε τα παιδιά σε κινηματογραφικούς κώδικες και απ’ την άλλη να τα φέρουμε κοντά σε θέματα πολιτισμού, παράδοσης, ιστορίας της Κρήτης – που δεν διδάσκονται στο σχολείο. Δεν διδάσκεται, ας πούμε, το ποιον τιμά και γιατί το άγαλμα που βλέπουν κάθε πρωί, όταν μπαίνουν στο σχολείο».

Στην τελευταία ημέρα του φεστιβάλ φέτος, ένα ηλιόλουστο σαββατιάτικο πρωινό, κάποιοι από τους καλεσμένους του πήγαν στο Δημοτικό Γηροκομείο και πέρασαν εκεί τέσσερις ώρες, «αντί να πιούν, ας πούμε, έναν καφέ στο ωραίο λιμάνι των Χανίων. Παρακολούθησαν με τους ηλικιωμένους το “Έρωτας στα χρόνια της γιαγιάς μου [ντοκιμαντέρ μικρού μήκους της Ζωής Σταυρίδη-Μιχαλοπούλου με αφηγήσεις ηλικιωμένων γυναικών για τον έρωτα, το οποίο μάλιστα στο φετινό φεστιβάλ τιμήθηκε με το Βραβείο Κοινού]. Υπήρχε μια πολύ όμορφη ατμόσφαιρα, υπήρχε ταύτιση, συστολή, ντροπή, αλλά κάποιοι ξεδιπλώθηκαν και άρχισαν συζήτηση».

Θεατές ψηφίζουν για τα Βραβεία Κοινού του φετινού φεστιβάλ.

Σε μία από τις φωτογραφίες από το Γηροκομείο, μια νέα γυναίκα αγκαλιάζει τρυφερά μια ένοικο της δομής. Αυτή η εικόνα αποτυπώνει τη στάση του φεστιβάλ απέναντι στους, συχνά παραγκωνισμένους και απομονωμένους, ηλικιωμένους. Όπως σε κάθε διοργάνωση έτσι και σε αυτήν οι νέοι αποτελούν μεγάλο μέρος της κινητήριας δύναμής της, ως θεατές, δημιουργοί, εργαζόμενοι, εθελοντές. Ωστόσο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων συμμετέχουν ουσιαστικά όλες οι ηλικίες. Στη φετινή τελετή λήξης, οι –148 φέτος– εθελοντές τιμώνται στο πρόσωπο της παλαιότερης και πιστότερης από αυτούς, Αργυρώς Φόρτη.

Στην τελευταία ημέρα του φεστιβάλ φέτος, ένα ηλιόλουστο σαββατιάτικο πρωινό, κάποιοι από τους καλεσμένους του πήγαν στο Δημοτικό Γηροκομείο και πέρασαν εκεί τέσσερις ώρες, «αντί να πιούν, ας πούμε, έναν καφέ στο ωραίο λιμάνι των Χανίων. Παρακολούθησαν με τους ηλικιωμένους το “Έρωτας στα χρόνια της γιαγιάς μου”».

Άλλοι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας δίνουν το «παρών» μέσα από τη μεγάλη οθόνη. Όχι μόνο οι γιαγιάδες που μιλούν για τον έρωτα στο ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε και στο Γηροκομείο, αλλά και υπεραιωνόβιοι καρβουνιάρηδες από την Ικαρία («Οι καρβουνιάρηδες της Ικαρίας», Μάνος Αρβανιτάκης), ακόμα και οι παππούδες που κάνουν τη δική τους, παιχνιδιάρικη επανάσταση κατά του υπερτουρισμού στην ταινία μυθοπλασίας μικρού μήκους «Το δόντι και ο βράχος» σε σκηνοθεσία Κωστή Αλεβίζου (Βραβείο Ταινίας Μυθοπλασίας Μικρού Μήκους Ελληνικό).

Στην άλλη άκρη της διαδρομής της ζωής συναντάμε την εγγενή παιδική ευαισθησία που δεν κάνει διακρίσεις σε ανθρώπους του περιθωρίου («Η μέρα που γίναμε ήρωες», Σελήνη Παπαγεωργίου), την πληγωμένη ψυχή ενός παιδιού που αναζητά αγάπη και αποδοχή («Miss Dress», Πάνος Μπόρας) ή που βρίσκεται στο επίκεντρο της διαμάχης γενεών με διαφορετικές πολιτισμικές και θρησκευτικές καταβολές («Chop Chop!», Ievgen Koshyn).

Η παλαιότερη και πιστότερη εθελόντρια του φεστιβάλ, Αργυρώ Φόρτη. Στο πρόσωπό της τιμήθηκαν όλοι οι εθελοντές στη φετινή τελετή λήξης.

Αν όμως η ζωή διαγράφει έναν κύκλο, η παιδική και η τρίτη ηλικία είναι πιο κοντά από όσο ίσως νομίζουμε. Ειδικά όταν μοιράζεται την αγάπη για τον κινηματογράφο. Ζητάω από τον κ. Φραντζεσκάκη να ξεχωρίσει δύο στιγμές από τα 13 χρόνια του φεστιβάλ. Θυμάται αμέσως μια προβολή σε σχολική αίθουσα, μιας ταινίας «που έδειχνε ένα παιδί το οποίο δυσκολευόταν στο σχολείο αλλά κατάφερε να ξεπεράσει αυτή τη δυσκολία και να κάνει το επόμενο βήμα. Όπως τελείωνε, ένας μαθητής πέμπτης, έκτης δημοτικού γύρισε και είπε, πολύ αυθόρμητα, στην κυρία του: έτσι θα γίνω κι εγώ».

Μια ταινία «έδειχνε ένα παιδί το οποίο δυσκολευόταν στο σχολείο αλλά κατάφερε να ξεπεράσει αυτή τη δυσκολία και να κάνει το επόμενο βήμα. Όπως τελείωνε, ένας μαθητής πέμπτης, έκτης δημοτικού γύρισε και είπε, πολύ αυθόρμητα, στην κυρία του: έτσι θα γίνω κι εγώ».

Και μετά θυμάται αμέσως μια από τις προβολές που έχουν καθιερώσει για τα ΚΑΠΗ και το Γηροκομείο. «Όταν τελείωσε, ήρθε ένας παππούς περίπου 80 χρονών, τον οποίο ήξερα κιόλας, και μου είπε: ξέρεις, το ‘φερε έτσι η ζωή που είναι η πρώτη φορά που βλέπω ταινία σε μεγάλη οθόνη. Πολύ όμορφα και πολύ αθώα.

»Τέτοιες μικρές ψηφίδες, νομίζω, δίνουν δύναμη για να πας παρακάτω».

Στιγμιότυπο από τη φετινή προβολή στο Δημοτικό Γηροκομείο.

Για το 13ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Χανίων

Οι δώδεκα μέρες του (15-26/10) ήταν μια γιορτή για την 7η τέχνη αλλά και για την πόλη, καθώς προβλήθηκαν 334 ταινίες από όλο τον κόσμο, πραγματοποιήθηκαν δεκάδες masterclasses, ενώ κάθε πρωί χιλιάδες παιδιά είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον κόσμο του κινηματογράφου, ως θεατές αλλά και δημιουργοί.

Σημαντικές προσωπικότητες του κινηματογράφου, ανερχόμενοι και νέοι δημιουργοί, μοιράστηκαν ταινίες, ιστορίες, συναισθήματα και στιγμές με το κινηματογραφόφιλο κοινό, που κάθε βράδυ γέμιζε τις αίθουσες προβολών και ψήφιζε τις αγαπημένες του ταινίες. Για πρώτη φορά φέτος θεσπίστηκαν και διαγωνιστικά βραβεία επιτροπών, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων.

Η μεγάλη γιορτή κορυφώθηκε με την τελετή λήξης, το μεσημέρι της Κυριακής 26 Οκτωβρίου 2025 στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων, και την ανακοίνωση των βραβείων του φεστιβάλ.

Το Πνευματικό Κέντρο Χανίων.

Ανάμεσα στα τιμώμενα πρόσωπα της φετινής διοργάνωσης ήταν οι σκηνοθέτες Εμίρ Κοστουρίτσα, Παντελής Βούλγαρης, Λευτέρης Χαρωνίτης και Θοδωρής Παπαδουλάκης – με τον τελευταίο μάλιστα να έχει επιλέξει ως σταθερή έδρα της καλλιτεχνικής δημιουργίας του τα Χανιά.

Το φεστιβάλ πλαισιώθηκε από πλήθος παράλληλων δράσεων σε ολόκληρη την πόλη αλλά και εκτός, όπως εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, πάρτι και συναυλίες.

Ο Εμίρ Κοστουρίτσα στο φετινό φεστιβάλ.

Info

chaniafilmfestival.com

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below