Υπήρξε μια όχι και τόσο μακρινή εποχή που ένα αναμμένο τσιγάρο στο χέρι ήταν σύμβολο γοητείας, επανάστασης, μαγκιάς (και όχι αυτοταπείνωσης). Στις εφηβικές παρέες αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της τελετής μύησης στην ενηλικίωση, που μπορεί να ξεκινούσε πολύ νωρίς, ήδη από τα 12 και 13 χρόνια, στις ντουμανιασμένες τουαλέτες των σχολείων.

Ως γνήσιο τέκνο εκείνης της εποχής, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Παύλος Μεθενίτης χρησιμοποιεί το τσιγάρο ως σύμβολο της νιότης του. Το μετατρέπει σε συνδετικό κρίκο στην πρώτη του συλλογή διηγημάτων, «Τσιγαμάκι» (εκδ. Εύμαρος), και σε αλληγορία για όλες τις απολαύσεις της ζωής που αφήνουμε πίσω μας, για λόγους υγείας ή απλά επειδή κατέβηκαν σε κάποια αποβάθρα ενώ εμείς έχουμε εγκλωβιστεί στην ταχεία του χρόνου και τις αποχαιρετάμε μελαγχολικά από το παράθυρο.

Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Παύλος Μεθενίτης χρησιμοποιεί το τσιγάρο ως σύμβολο της νιότης του. Το μετατρέπει σε συνδετικό κρίκο στην πρώτη του συλλογή διηγημάτων, «Τσιγαμάκι» (εκδ. Εύμαρος), και σε αλληγορία για όλες τις απολαύσεις της ζωής που αφήνουμε πίσω μας.

Για κάποιες από αυτές τις απολαύσεις καταφύγαμε σε υποκατάστατα, σε συμβιβασμούς, ακόμα κι αν κλωτσούν μέσα μας γιατί «εγώ γενίτσαρος δεν γίνομαι» σύμφωνα με τον συγγραφέα. Τα υποκατάστατα είναι όμως εξ ορισμού κατώτερα, ειδικά αν έχουμε συνδέσει για πάντα στο μυαλό μας το original με τη χημική έκρηξη της νιότης και τα τριπάκια της.

Ευτυχώς υπάρχει πάντα η λογοτεχνία, να μας βοηθάει να τα βγάζουμε πέρα με τη διακοπή του καπνίσματος, με το σκέτο με ολίγη της μέσης ηλικίας, με τις απώλειές μας, με τα υπαρξιακά μας, με τα γαμώτο της κοινωνικής και κάθε αδικίας, με ό,τι απασχολεί τον καθένα μας. Σε αυτή τη λογοτεχνία ανήκει και το «Τσιγαμάκι», που ακόμα και το φαρμάκι γλυκαίνει με το χιούμορ και την ειλικρίνειά του και που θα έπρεπε να συνταγογραφείται για όποιον προσπαθεί να κόψει το τσιγάρο – και γενικά να τα βγάλει πέρα με τη ζωή.

Στις 25 ιστορίες του Παύλου Μεθενίτη παρελαύνουν οι φίλοι του, οι γονείς του, η γιαγιά του, το αίσθημά του, o γιος του, ο διοικητής του στο στρατό, ο λυκειάρχης του κι οι συνάδελφοί του. Όλες είναι βγαλμένες από τη ζωή (του), όπως λένε, την πραγματική και τη φανταστική. Και κάθε αναγνώστης σίγουρα θα βρει πολλά σημεία ταύτισης, ακόμα και αν δεν υπήρξε ποτέ καπνιστής, ακόμα και αν δεν έζησε τα ένδοξα 80s, στα συναισθήματα και τις σκέψεις που χτίζουν πολυεπίπεδα το γοητευτικό και ολοκληρωμένο storytelling.

Για τον Παύλο Μεθενίτη

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962. Από το 1990 συνεργάζεται με περιοδικά, εφημερίδες, ιστοσελίδες, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ως αρθρογράφος, ελεύθερος ρεπόρτερ, κινηματογραφικός και τηλεοπτικός συντάκτης, κειμενογράφος, ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός.

Από το 2019 αρθογραφεί στην Εφημερίδα των Συντακτών, και από το 2024 υπογράφει το εβδομαδιαίο ραδιοφωνικό χρονογράφημα «Ραδιογράφημα», καθώς και τα «Σφηνάκια», τα καθημερινά ένθετα ετυμολογικής φαντασίας, στον Αθήνα 9.84.

Το 2012 κέρδισε, μαζί με τον σκηνοθέτη, το Βραβείο Σεναρίου στις «Νύχτες Πρεμιέρας» για την ταινία μικρού μήκους «Παγόβουνο».

Το 2012 κέρδισε, μαζί με τον σκηνοθέτη, το Βραβείο Σεναρίου στις «Νύχτες Πρεμιέρας» για την ταινία μικρού μήκους «Παγόβουνο».

Ένα διήγημά του έχει λάβει το Πρώτο Βραβείο στο διαγωνισμό «Αντώνης Σαμαράκης». Το 2019 έλαβε τιμητικό έπαινο σε λογοτεχνικό διαγωνισμό της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.

Από τις εκδόσεις Καστανιώτη έχουν εκδοθεί τέσσερα μυθιστορήματά του: «Η Συνέντευξη», «Η Μαμά», «Aμανίτα Μουσκάρια» και «Ο Άλλος». Το «Αμανίτα Μουσκάρια» έχει εκδοθεί και ως γκράφικ νόβελ, με σχέδια του Θανάση Πέτρου, από τις εκδόσεις Γνώση.

Το τελευταίο του μυθιστόρημα, το «Άδειο Άλογο», κυκλοφόρησε το 2020 από τις εκδόσεις Εύμαρος, ενώ ο ίδιος οίκος εξέδωσε φέτος τη συλλογή διηγημάτων «Τσιγαμάκι».

Είναι παντρεμένος με τη δημοσιογράφο Ευάννα Βενάρδου, και έχει ένα γιο.

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below