Όταν ο Ισραηλινός συγγραφέας Eshkol Nevo έλαβε ένα e-mail από τον αγαπημένο του σκηνοθέτη, Nanni MorettiΑγαπημένο μου ημερολόγιο», «To Δωμάτιο του Γιου μου»), στην αρχή θεώρησε ότι κάποιος του έκανε φάρσα. Σύμφωνα με το ηλεκτρονικό μήνυμα, ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα Ιταλός είχε διαβάσει το βιβλίο του, «Τα Τρία Πατώματα», και αναρωτιόταν αν θα του επέτρεπε να το μεταφέρει στον κινηματογράφο.

«Νόμιζα ότι ήταν ένας ψεύτικος Nanni Moretti», θυμάται σήμερα ο λογοτέχνης. «Οπότε ζήτησα, επιφυλακτικά, να μοιραστεί μαζί μου το καλλιτεχνικό του όραμα. Ως απάντηση, έλαβα ένα λεπτομερές κείμενο που εξηγούσε ότι η ταινία θα γυριζόταν στη Ρώμη και ότι κάποια κομμάτια του βιβλίου θα συμπυκνώνονταν. Η πλοκή θα μεταφερόταν από το Ισραήλ στην Ευρώπη, αλλά ο σκηνοθέτης μού υποσχέθηκε ότι η μεταφορά δεν θα πρόδιδε την ουσία του μυθιστορήματος».

Όταν ο Ισραηλινός συγγραφέας Eshkol Nevo έλαβε ένα e-mail από τον αγαπημένο του σκηνοθέτη, Nanni Moretti («Αγαπημένο μου ημερολόγιο», «To Δωμάτιο του Γιου μου»), στην αρχή θεώρησε ότι κάποιους του έκανε φάρσα.

Από αυτή την παράξενη πρώτη επαφή γεννήθηκε τελικά η ομώνυμη ταινία (Tre Pianni ο αυθεντικός τίτλος), που αφηγείται τις ιστορίες τριών οικογενειών, οι οποίες ζουν στους τρεις ορόφους του ίδιου κτιρίου σε μια πολυτελή συνοικία της Ρώμης. Μέσα σε μία δεκαετία, η ζωή αναγκάζει τους πρωταγωνιστές να έρθουν αντιμέτωποι με συγκρούσεις που επηρεάζουν τις σχέσεις μεταξύ αδελφών, γονιών, παιδιών και συζύγων.

Το μυθιστόρημα γράφτηκε πριν από την πανδημία και τα γυρίσματα της ταινίας ολοκληρώθηκαν προτού «οι λέξεις απομόνωση και lockdown γίνουν καθημερινές», σχολιάζει ο Nevo. Ωστόσο η προβολή στο Φεστιβάλ των Καννών, που συνοδεύτηκε από ένα χειροκρότημα 11 λεπτών σύμφωνα με σχετικό βίντεο, πραγματοποιήθηκε την πιο κατάλληλη εποχή, όταν οι θεατές, κουβαλώντας πλέον μέσα τους την εμπειρία της καραντίνας, θα ήταν ακόμα ευκολότερο να ταυτιστούν με τους ήρωες του φιλμ, που ζουν απομονωμένοι από την έννοια της κοινότητας, σύμφωνα με τον Nanni Moretti. Γιατί όπως επισημαίνει ο βραβευμένος σκηνοθέτης της: «Η ταινία είναι μία πρόσκληση να ανοιχτούμε στον έξω κόσμο που γεμίζει τους δρόμους πέρα από τους τοίχους του σπιτιού μας. Είναι στο χέρι μας να μην κλεινόμαστε μέσα σε αυτούς τους τρεις ορόφους».

Η προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ των Καννών πραγματοποιήθηκε την πιο κατάλληλη εποχή, όταν οι θεατές, κουβαλώντας πλέον μέσα τους την εμπειρία της καραντίνας, θα ήταν ακόμα ευκολότερο να ταυτιστούν με τους ήρωες του φιλμ, που ζουν απομονωμένοι από την έννοια της κοινότητας

Ο ρόλος της Monica είναι από τους πλέον αξιομνημόνευτους, όχι μόνο της ταινίας αλλά ολόκληρης της φετινής κινηματογραφικής σεζόν. Με ήρεμη δύναμη, η Alba Rohrwacher σκιαγραφεί ερμηνευτικά τις λεπτές αποχρώσεις της προσωπικότητας μιας νέας μητέρας που, στοιχειωμένη από την ψυχική ασθένεια της δικής της μαμάς, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, τη λογική και την τρέλα. Με αφορμή την επικείμενη πρεμιέρα της ταινίας «Τα Τρία Πατώματα» στις ελληνικές αίθουσες, μιλήσαμε με την ηθοποιό, ιταλικής και γερμανικής καταγωγής, αδερφή της σκηνοθέτιδος Alice Rohrwacher – με την οποία μάλιστα έχει συνεργαστεί, μεταξύ άλλων, στην ταινία «Ευτυχισμένος Λάζαρος» (2018) – για τη γυναικεία δύναμη και τη μαγεία του κινηματογράφου την οποία μπορείς να ανακαλύψεις ακόμα και μέσα σε μια κουζίνα στην ιταλική επαρχία.

Πώς προέκυψε ο ρόλος της «Monica» στα «Τρία Πατώματα»; Είχατε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν με τον Nanni Moretti;

«Είχα δουλέψει ξανά με τον Nanni πριν από χρόνια, στην ταινία “Caos Calmo” (Ήρεμο Χάος). Είχα ένα μικρό ρόλο, υποδυόμουν τη γραμματέα του. Ήθελα πολύ να ξανασυνεργαστώ μαζί του και είμαι εξαιρετικά ευτυχής που με αναζήτησε για την ταινία “Tre Piani” (Τα Τρία Πατώματα)».

Πώς προσεγγίσατε ερμηνευτικά τον περίπλοκο και ταυτόχρονα ευάλωτο χαρακτήρα της Monica;

«Μου άρεσε πολύ ο ρόλος. Η μοναξιά που νιώθει η ηρωίδα με συγκίνησε. Ήταν πολύ έντονος και πολύπλοκος ρόλος. Έπρεπε να βρω ένα μέτρο για την τρέλα της. Η Monica τρέμει στην ιδέα πως μπορεί να τρελαθεί και εμείς, ώς ένα βαθμό, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν η πραγματικότητά της είναι όντως αληθινή ή ανήκει στη φαντασία της. Αυτή ήταν η πρόκληση. Ο Nanni με καθοδήγησε στην έρευνα, συνεργαστήκαμε ώστε να βρούμε την αυθεντικότητα της Monica και των συναισθημάτων της. Θυμάμαι πολύ έντονα τους μήνες που δουλέψαμε, το να την ενσαρκώσω ήταν μια υπέροχη περιπέτεια».

«Χωρίς φανφάρες και υπερβολές οι γυναίκες είναι η καρδιά της συγκεκριμένης ταινίας. Είναι εκείνες που κατορθώνουν να απελευθερωθούν από καταστάσεις φαινομενικά φυσιολογικές που τελικά τις πνίγουν».

Έχετε κοινά με τη Monica;

«Δεν έχω κάποιο κοινό με τη Monica. Και αυτό είναι που μου άρεσε πολύ. Εγώ της δάνεισα το σώμα και τη φωνή μου, αλλά οι σκέψεις της, η σύγχυσή της και η τρυφερότητά της είναι τα δώρα που μου έκανε εκείνη».

Αρχικά η Monica μοιάζει εγκλωβισμένη σε έναν παραδοσιακά γυναικείο ρόλο, της stay-at-home μαμάς που περιμένει το σύζυγό της να επιστρέψει από μακριά, αλλά μετά συμβαίνει κάτι που την απελευθερώνει, κατά κάποιον τρόπο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιστορία της μεταφέρει κάποιο φεμινιστικό μήνυμα;

«Θεωρώ πως η ταινία είναι μια αφήγηση από την πλευρά των γυναικών. Χωρίς φανφάρες και υπερβολές οι γυναίκες είναι η καρδιά της συγκεκριμένης ταινίας. Είναι εκείνες που κατορθώνουν να απελευθερωθούν από καταστάσεις φαινομενικά φυσιολογικές που τελικά τις πνίγουν. Ναι, ακόμα και η Monica, με τον ευγενικό της τρόπο, κατορθώνει να απελευθερωθεί από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται εγκλωβισμένη να ζει. Ακόμα αν είναι μόνο στη φαντασία της, κατορθώνει να βρει έναν άλλο δρόμο. Το δικό της δρόμο».

«Η Μόνικα τρέμει στην ιδέα πως μπορεί να τρελαθεί και εμείς, ώς ένα βαθμό, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν η πραγματικότητά της είναι όντως αληθινή ή ανήκει στη φαντασία της. Αυτή ήταν η πρόκληση». Στιγμιότυπο από την ταινία «Τα Τρία Πατώματα».

Οι γυναικείοι χαρακτήρες στα «Τρία Πατώματα» αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις που, στο τέλος, καταφέρνουν να ξεπεράσουν – ή τουλάχιστον να συμφιλιωθούν με αυτές. Πιστεύετε ότι οι γυναίκες έχουμε κάποια ιδιαίτερα ψυχικά εργαλεία για να διαχειριστούμε τις δυσκολίες στη ζωή;

«Ναι, είμαι βεβαία για αυτό. Και η ταινία αυτό ακριβώς μας λέει με έναν τρόπο εκλεπτυσμένο».

Μεγαλώσατε στην ιταλική επαρχία. Πώς ήρθατε για πρώτη φορά σε επαφή με τον κινηματογράφο και τι σας προσέλκυσε αρχικά στον κόσμο των ταινιών;

«Για την αδερφή μου κι εμένα ο κινηματογράφος αντιπροσώπευε το φεγγάρι. Ήταν η φανταστική μας απόδραση. Ο μυστικός κόσμος όπου φαντασιώνεσαι πώς θα μπορούσε να είναι το μέλλον.

»Θυμάμαι την πρώτη επίδραση που είχε ο σπουδαίος κινηματογράφος στη ζωή μου. Μια βιντεοκασέτα της ταινίας “1900” του Μπερτολούτσι, που ο πατέρας μου έβλεπε και ξανάβλεπε στην κουζίνα. Ήμουν ακόμη πολύ μικρή για να καταλάβω το βαθύτερο νόημα εκείνων των εικόνων, αλλά ήταν ένα θέαμα που με αναστάτωσε και με άλλαξε για πάντα.

»Έβλεπα εκείνες τις εικόνες ως εκδοχές άλλων κόσμων. Ένιωσα κάτι συγκλονιστικό, που δεν καταλάβαινα τότε γιατί με αφορούσε.

»Φέτος γνώρισα την Dominique Sanda στα γυρίσματα της ταινίας της Laura Bispuri. Ήταν μια ιερή εικόνα χαραγμένη στη μνήμη μου από παιδί. Ένιωσα σαν να συνάντησα μια θεότητα. Μια εξωγήινη οντότητα, από εκείνη την ταινία που είχε σημαδέψει καταλυτικά την εξέλιξή μου.

»Επιπλέον ανέκαθεν αγαπούσα το τσίρκο. Άρχισα λοιπόν να σπουδάζω καλλιτεχνική γυμναστική ελπίζοντας να γίνω ακροβάτης.

»Εκεί, ανάμεσα στις ασκήσεις του σώματος και στο μυστήριο εκείνων των εικόνων, ένιωσα ότι έπρεπε να φτιάξω τη ζωή μου».

«Θυμάμαι την πρώτη επίδραση που είχε ο σπουδαίος κινηματογράφος στη ζωή μου. Μια βιντεοκασέτα της ταινίας “1900” του Μπερτολούτσι, που ο πατέρας μου έβλεπε και ξανάβλεπε στην κουζίνα».

Στραφήκατε στην υποκριτική παρόλο ενώ σπουδάζατε ιατρική. Γιατί πήρατε εκείνη την απόφαση;

«Γιατί κάποια στιγμή συνειδητοποίησα πως αυτά που έκανα ως χόμπι, ενώ σπούδαζα υποκριτική και εργαζόμουν στο θέατρο, ήθελα να γίνουν το κέντρο της ζωής μου.

»Προσπάθησα να γίνω δεκτή στο πειραματικό κέντρο κινηματογράφου, τη μεγάλη ιταλική σχολή του ιταλικού κινηματογράφου. Έπαιρναν μόνο 12 μαθητές, 6 κορίτσια και 6 αγόρια. Όταν με δέχτηκαν, εγκατέλειψα την ιατρική σχολή. Και τελικά τότε ηρέμησα. Είχα βρει κι εγώ το δρόμο μου».

Έχετε συνεργαστεί και με την αδερφή σας, την Alice. Έχει υπάρξει ποτέ ανταγωνισμός μεταξύ σας;

«Όχι, η Alice είναι τα πάντα για εμένα και είμαστε η μία το στήριγμα της άλλης.

»Απολαμβάνω όλα τα καλά που της συμβαίνουν. Τσακωνόμασταν πολύ ως παιδιά, καθώς η μια ήθελε τα ρούχα της άλλης! Αλλά επί της ουσίας μάς ενώνει μια αδιάρρηκτη αγάπη και πλέον έχουμε και κοινές ντουλάπες».

Εκτός από χαρισματική ηθοποιός, είστε και μια στιλάτη γυναίκα. Πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας με τη μόδα;

«Αγαπώ πολύ τη μόδα ως μορφή τέχνης. Συχνά είναι αυτή που μου δίνει ιδέες για να κατανοήσω καλύτερα τους χαρακτήρες που υποδύομαι. Επιπλέον την αγαπώ ως ευκαιρία να απομακρυνθώ από αυτό που είμαι. Γι’ αυτό και δεν φοβάμαι, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια των φωτογραφήσεων, να είμαι στενοχωρημένη, να με απαθανατίσουν εκεί που δεν το περιμένω. Η μόδα έχει αυτή τη δυνατότητα, αγαπώ να την υπηρετώ και να ανακαλύπτω μέσα από αυτήν νέες πτυχές του εαυτού μου».

«Αγαπώ πολύ τη μόδα ως μορφή τέχνης. Συχνά είναι αυτή που μου δίνει ιδέες για να κατανοήσω καλύτερα τους χαρακτήρες που υποδύομαι».

Συμμετέχετε και στο καστ της ταινίας «Η Χαμένη Κόρη», βασισμένης στο μυθιστόρημα της Elena Ferrante. Πώς βιώσατε τη συνεργασία σας με τη Maggie Gyllenhaal, την Olivia Colman, την Dakota Johnson και άλλους εξαιρετικούς ηθοποιούς; Γιατί, πιστεύετε, οι ιστορίες της Elena Ferrante μάς ασκούν τόση γοητεία;

«Η γνωριμία μου με τη Maggie ήταν πολύ όμορφη. Είναι μια ιδιαίτερη γυναίκα, μια μεγάλη καλλιτέχνιδα. Μια σπουδαία σκηνοθέτης. Η δική μου ήταν μια μικρή συμμετοχή, αλλά είμαι ευγνώμων που η Μάγκι με αναζήτησε. Βρήκα ένα περιβάλλον εξαιρετικά ζεστό και ένιωσα σαν να είμαστε μια αδελφότητα. Υπέροχες γυναίκες, όλες συνέχεια στο πλευρό μου. Συνεργάστηκα και με την Jessie Buckley, ένα τεράστιο ταλέντο, και τώρα πια φίλη μου. Το σύμπαν της Elena Ferrante είναι μαγικό και περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους που αγαπώ ειλικρινά».

Info

Τα «Τρία Πατώματα» βγαίνουν στους κινηματογράφους στις 30/06 από τη Feelgood Entertainment.

Συντελεστές

Σενάριο (βασισμένο στο μυθιστόρημα του Eshkol Nevo): Nanni Moretti, Federica Pontremoli, Valia Santella. Σκηνοθεσία: Nanni Moretti. Ηθοποιοί: Anna Bonaiuto, Margherita Buy, Alba Rohrwacher, Riccardo Scamarcio, Adriano Giannini, Nanni Moretti, Elena Lietti, Denise Tantucci, Tommaso Ragno, Alessandro Sperduti, Paolo Graziosi, Stefano Dionisi, Silvia Iorio. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Michele D’ Attanasio. Σχεδιασμός Παραγωγής: Paola Bizzarri. Κοστούμια: Valentina Taviani. Μοντάζ: Clelio Benevento. Μουσική: Franco Piersan.

Δείτε περισσότερα στιγμιότυπα από την ταινία «Τα Τρία Πατώματα»:

«Tre Piani», Nanni Moretti

«Tre Piani», Nanni Moretti
«Tre Piani», Nanni Moretti
«Tre Piani», Nanni Moretti
«Tre Piani», Nanni Moretti

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας «Τα Τρία Πατώματα»:

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below