Ενόψει της αναχρονιστικής πραγματικότητας που διαμορφώθηκε στις αίθουσες του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών μετά την ακύρωση της ιστορικής απόφασης Ρόου εναντίον Γουέιντ, η οποία ανέτρεψε πενήντα χρόνια δεδικασμένου που προστάτευε το συνταγματικό δικαίωμα στην άμβλωση, έχει μεγαλύτερη σημασία από ποτέ να θυμόμαστε τους ανθρώπους που υπερασπίστηκαν την σωματική αυτοδιάθεση και αυτονομία ενάντια σε νομικές και πολιτικές αντιξοότητες, αλλά και τη δημόσια κατακραυγή και το πρόδηλο μίσος που συνδέθηκε με τα ονόματά τους. Μια τέτοια μορφή ήταν η Ann Trow, η παγκοσμίως γνωστή και ως Madame Restell, η οποία έζησε μια ζωή αφιερωμένη στην πραγματοποίηση αμβλώσεων και ελευθέρωσε αμέτρητες γυναίκες τον δέκατο ένατο αιώνα.

Η Ann Trow, η παγκοσμίως γνωστή και ως Madame Restell, έζησε μια ζωή αφιερωμένη στην πραγματοποίηση αμβλώσεων και ελευθέρωσε αμέτρητες γυναίκες τον δέκατο ένατο αιώνα.

Η απαγόρευση των αμβλώσεων στην Νέα Υόρκη νομοθετήθηκε το 1829. Η Μadame Restell, όπως διαβάζουμε και στη βιογραφία της από την Jennifer Wright, ξεκίνησε τις παράνομες ενέργειές της σταδιακά και έχτιζε την καριέρα της βήμα-βήμα. Αρχικά, πωλούσε εμμηναγωγούς στη μορφή χαπιών, σκόνης ή και εισπνεόμενων ουσιών. Η άμβλωση δεν γινόταν με επέμβαση αλλά οι γυναίκες της εποχής οδηγούσαν τους εαυτούς τους σε αποβολή με τα κατάλληλα φάρμακα-δηλητήρια στο πρώτο τρίμηνο. Καθώς δεν υπήρχαν ακόμα τεστ εγκυμοσύνης ήταν πολύ ευκολότερο να την κρύβουν μέχρι να επισκεφθούν τη Madame Restell. Η ιστορία όμως έδειξε ότι η Restell θα κατέληγε να καλύπτει ανάγκες αντισύλληψης, να πραγματοποιεί αμβλώσεις και να λειτουργεί ως μαία για γέννες τέκνων εκτός γάμου.

Η μεγαλύτερη της επιτυχία σε μια εποχή στην οποία η γυναικολογική ιατρική ήταν πολλά βήματα πίσω ήταν το γεγονός ότι δεν έχασε ποτέ ασθενή. Η πραγματικότητα ήταν ότι πρόσβαση στα υλικά που χρησιμοποιούσε η Restell είχαν πολλοί. Αλλά στερούνταν των γνώσεων και των τεχνικών της και έτσι αυτή παρέμενε στη κορυφή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το καθεστώς των αμβλώσεων στη Νέα Υόρκη δεν αντανακλούσε την νομοθετική απαγόρευση. Οι εκτρώσεις πραγματοποιούνταν και αυτό ήταν γεγονός. Όμως, το μεγαλύτερο έγκλημα που διέπραξε η Μadame Restell δεν ήταν αυτό που απαγόρευε ο νόμος. Ήταν το θράσος με το οποίο ζούσε. Η κοινωνία δεν μίσησε τόσο τις αμβλώσεις που πραγματοποίησε όσο την ακλόνητη πίστη της ότι ήταν απαραίτητες. Η διαφήμιση της για «χάπια που επαναφέρουν την έμμηνο ρύση… για όποιο λόγο και αν σταμάτησε» καταδεικνύε όσο τίποτα άλλο την περηφάνεια της.

Η κοινωνία δεν μίσησε τόσο τις αμβλώσεις που πραγματοποίησε όσο την ακλόνητη πίστη της ότι ήταν απαραίτητες.

Λόγω της δημοφιλίας της βρέθηκε στο στόχαστρο της επονομαζόμενης δικαιοσύνης της εποχής. Τον Αύγουστο του 1839, λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία των πρώτων της έντυπων διαφημίσεων, συνελήφθη για πρώτη φορά και ακολούθησε μια δεκαετία μέσα και έξω από τα ποινικά δικαστήρια. Πάντα αθωωνόταν χάρη στη στήριξη των γυναικών που παρουσιάζονταν ως «μάρτυρες» υπεράσπισης. Η ιστορία της πήρε άσχημη τροπή με την κατάθεση μιας γυναίκας ονόματι Μary Applegate. Η Restell ανέλαβε τον τοκετό της καθώς η Applegate έμεινε έγκυος από τον γιο του εργοδότη της. Όμως ο τελευταίος, θέλοντας να λήξει εντελώς το ζήτημα, πλήρωσε για να εξαφανιστεί το νεογέννητο. Την επιλογή αυτή την πλήρωσε η Restell, καθώς η μητέρα την κατηγόρησε για συνωμοσία σε απαγωγή και έτσι η αγαπητή γυναίκα της Νέας Υόρκης μετατράπηκε στη πιο μισητή.

Mετά από ένα διάστημα που εξέλαβε την χείριστη κοινωνική μεταχείριση – μάλιστα απεικονίστηκε σε εφημερίδα ως καρικατούρα δολοφόνου παιδιών- βρήκε την οριστική της ποινική καταδίκη το 1847. Ωστόσο δεν άφησε ούτε αυτό να την εμποδίσει. Μόλις αποφυλακίστηκε συνέχισε τις πρακτικές της σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Μέχρι που ένας κύριος που την επισκεπτόταν τακτικά, καθώς δήλωνε «εντυπωσιασμένος» με τη δουλειά της, την πρόδωσε και εμφανίστηκε για άλλη μια φορά στο κατώφλι της μαζί με την αστυνομία. H Madame Restell ήξερε ότι έφτασε το τέλος αλλά αποφάσισε να θέσει και σε αυτό τους δικούς της όρους. Την επόμενη μέρα βρέθηκε νεκρή στη μπανιέρα της – θεωρείται ότι αυτοκτόνησε. Η αλήθεια ήταν απλή: η Ann Trow κάλυπτε μια ανάγκη που η αμερικανική κοινωνία δεν άντεχε να παραδεχτεί ότι έχει. Ούτε τότε ούτε τώρα.

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below