Και ποιος από εμάς που πρόλαβε να ζήσει την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους δεν θυμάται τη στιγμή που άρχισαν να κυκλοφορούν οι φοβερές εικόνες στις τηλεοράσεις μας, με τους ουρανοξύστες που κατέρρεαν σαν τραπουλόχαρτα, τυλιγμένοι στον καπνό, και ανθρώπους που έπεφταν απελπισμένοι στο κενό; Τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έχουν αποτυπωθεί ανεξίτηλα στη μνήμη μας.

Πώς τα έζησαν όμως οι δημοσιογράφοι που τα κάλυψαν από κοντά, λεπτό προς λεπτό; Είκοσι χρόνια μετά, το αμερικανικό Marie Claire συγκέντρωσε συγκλονιστικές μαρτυρίες από γυναίκες ρεπόρτερ που βρέθηκαν στο Μανχάταν, στο λεγόμενο Σημείο Μηδέν, της απόλυτης κατάρρευσης. Επιλέξαμε μερικά από τα πιο δυνατά σημεία των αφηγήσεών τους, οι οποίες μας μεταφέρουν στον τόπο της τραγωδίας που άλλαξε τη ροή της ανθρώπινης ιστορίας.

Gulnara Samoilova: «Νόμιζα ότι είχα θαφτεί ζωντανή»

Τότε ήταν photo editor για το Associated Press. Μια από τις φωτογραφίες της πήρε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό World Press Photo:

«Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 δεν χρειαζόταν να πάω στη δουλειά πριν από το μεσημέρι και κοιμόμουν σπίτι μέχρι που με ξύπνησαν οι σειρήνες. Ζούσα τέσσερα τετράγωνα από το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, δίπλα σε ένα νοσοκομείο, ένα αστυνομικό τμήμα και έναν πυροσβεστικό σταθμό, έτσι οι σειρήνες δεν σταματούσαν ποτέ. Αναρωτήθηκα, τι συμβαίνει; Ανοίγω την τηλεόραση, νομίζω ότι έβαλα CNN, και βλέπω έναν από τους πύργους να καίγεται. Τότε, βλέπω το δεύτερο αεροπλάνο να πλησιάζει και να χτυπάει τον Νότιο Πύργο. Ταυτόχρονα το άκουσα, γιατί βρισκόμουν πολύ κοντά. Ήταν σουρεαλιστικό. Με έπιασα να αναρωτιέμαι μήπως το αεροπλάνο απλά προσπεράσει το κτίριο. Μετά συνειδητοποίησα πως ήταν σκόπιμο. Σηκώθηκα λοιπόν, ντύθηκα και άρχισα να τρέχω πέρα δώθε στο διαμέρισμα και να αναρωτιέμαι, τι να πάρω μαζί μου; Είχα ένα ψυγείο γεμάτο με φιλμ, τα πέταξα λοιπόν στην τσάντα μου. Θέλω και φλας; Ήταν ένα ανέφελο πρωινό. Και μετά άρχισαν να τρέχω προς το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου.

»Το πιο τρομακτικό και αξιομνημόνευτο ήταν να βλέπω ανθρώπους να πηδούν από τα κτίρια. Δεν μπορούσα ούτε καν να σηκώσω τη φωτογραφική μηχανή μου. Είμαι οπτικός τύπος και φανταζόμουν πώς είναι να βρίσκεσαι στο εσωτερικό τους και πόσο δύσκολο θα ήταν να επιλέξει κάποιος να πηδήξει. Ακριβώς έναν χρόνο νωρίτερα, είχα ανεβεί στο παρατηρητήριο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου να δω πόσο ψηλά ήταν γιατί σκεφτόμουν να κάνω skydiving. Από εκεί, τα αυτοκίνητα ήταν μικρά και οι άνθρωποι ούτε που φαίνονταν. Τρομοκρατήθηκα, άλλαξα γνώμη και δεν έκανα ποτέ skydiving. Φανταζόμουν λοιπόν εκείνους τους ανθρώπους να κοιτούν κάτω, μια σκέψη που με στοίχειωσε για καιρό.

«Το πιο τρομακτικό και αξιομνημόνευτο ήταν να βλέπω ανθρώπους να πηδούν από τα κτίρια. Δεν μπορούσα ούτε καν να σηκώσω τη φωτογραφική μηχανή μου».

»Στεκόμουν στο δρόμο ακριβώς απέναντι από τους πύργους όταν άκουσα έναν θόρυβο και σήκωσα την κάμερά μου. Μέσα από τον φακό μου είδα τον Νότιο Πύργο να καταρρέει. Στην αρχή τράβηξα μια φωτογραφία, μέχρι που κάποιος ούρλιαξε: “Τρέξτε!” και όλοι αρχίσαμε να τρέχουμε. Θυμάμαι να πέφτω και εκείνη ήταν η πρώτη φορά που τρόμαξα πραγματικά, γιατί νόμιζα ότι θα με ποδοπατήσουν.

»Δεν υπήρχε πουθενά να κρυφτείς, έτσι μαζεύτηκα πίσω από ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο. Κοίταξα πίσω μου και είδα εκείνο το τεράστιο σύννεφο να μας πλησιάζει και να μας σκεπάζει όλους. Ήταν πολύ πηχτό και σκοτεινό. Άρχισε να μου κόβεται η ανάσα. Δεν άκουγα τίποτα. Νομίζω ότι ήταν τόσο δυνατός ο θόρυβος από την κατάρρευση του κτιρίου, που έχασα προσωρινά την ακοή μου. Καθώς δεν άκουγα τίποτα, νόμιζα ότι είχα θαφτεί ζωντανή.

«Κοίταξα πίσω μου και είδα εκείνο το τεράστιο σύννεφο να μας πλησιάζει και να μας σκεπάζει όλους. Ήταν πολύ πηχτό και σκοτεινό. Άρχισε να μου κόβεται η ανάσα. Δεν άκουγα τίποτα».

»Φορούσα ένα T-shirt και κάλυψα το πρόσωπό μου για να μην μπει η σκόνη στη μύτη και το στόμα μου. Έκανα κάποιες παράξενες σκέψεις (νομίζω ότι το μυαλό μου προσπαθούσε να με προστατεύσει), του τύπου, αν κάποιος θα δει το σουτιέν μου γιατί είχα σηκώσει την μπλούζα μου. Μετά, όταν άρχισα να βήχω, άκουσα μια φωνή δίπλα μου. Δεν τον έβλεπα, αλλά ήταν άντρας. Μου είπε, “Είσαι καλά;”. Μετά άρχισα να βλέπω ένα φως που αναβόσβηνε από παρκαρισμένα ασθενοφόρα και κάποιες σιλουέτες. Τότε συνειδητοποίησα ότι ήμουν ζωντανή. Άρχισα λοιπόν να ξαναβγάζω φωτογραφίες, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Τράβηξα μια φωτογραφία και τελείωσε το φιλμ, έτσι άλλαξα φιλμ και τους φακούς μου. Έβλεπα τα πάντα μέσα από το κλείστρο, σαν ταινία τρόμου.

»Το τραύμα και το στρες από εκείνη την ημέρα το αντιμετώπισα δύσκολα. Και δεν ήταν μόνο η 11η Σεπτεμβρίου. Ήμουν photo editor για διάφορα πρότζεκτ και για έναν χρόνο έβλεπα ό,τι σχετικό έκαναν οι φωτογράφοι για το γεγονός, για διαγωνισμούς, εκθέσεις και βιβλία. Έχω δει φωτογραφίες που δεν είδε κανένας, και αυτό ήταν ακόμα πιο τραυματικό. Κοιτάζοντάς τις έκλαιγα σχεδόν κάθε μέρα. Υπέφερα από μετατραυματικό στρες για καιρό, πέρασα ακόμα και προσωπικές δοκιμασίες. Χώρισα από τον σύντροφό μου. Παραιτήθηκα, μετά από έναν χρόνο, από το Associated Press. Δεν μπορούσα να το διαχειριστώ άλλο, είχα ξεπεράσει τα όριά μου. Εκ των υστέρων, αν μου δινόταν η ευκαιρία να το κάνω ξανά, νομίζω ότι δεν θα είχα πάει ποτέ στο Σημείο Μηδέν».

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Gulnara Samoilova (@gulnara_nyc)

Ann Curry: «Τα πάντα λευκά, σαν να είχε χιονίσει»

Τότε ήταν ανταποκρίτρια του NBC News:

«Ήταν δύσκολο να μάθεις τι συμβαίνει γιατί το ρεύμα είχε κοπεί σε διάφορα σημεία της πόλης, ιδιαίτερα στο Μανχάταν. Οι τηλεφωνικές γραμμές είχαν μπλοκάρει και δεν υπήρχαν ακόμα social media. Δουλεύαμε με BlackBerries. Αλλά λίγο λίγο, καθώς περνούσε η ώρα, οι πληροφορίες άρχισαν να έρχονται από αυτόπτες μάρτυρες, ανάμεσα σε αυτούς και από μια από τους παραγωγούς μας, που ζούσε κοντά στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και που, απλά, μας περιέγραφε ό,τι έβλεπε – ανθρώπους να τρέχουν, ανθρώπους σκεπασμένους με στάχτη. Ήταν δύσκολο να επικοινωνήσεις με κάποιον που βρισκόταν εκεί, γιατί όλοι ήταν σε κατάσταση σοκ και τρόμου.

»Σήμερα θυμάμαι εκείνη την ημέρα μέσα σε μια θολούρα. Νόμιζα ότι δεν θα τελείωνε ποτέ. Ένιωθα χαμένη, όπως όλοι. Την επόμενη πήγα στο Σημείο Μηδέν και για εβδομάδες έκανα από εκεί ζωντανές ανταποκρίσεις καθημερινά.

»Είχα εκπαιδευτεί να καλύπτω μεγάλες καταστροφές, αλλά ένιωθα νευρικότητα μπροστά στην ιδέα να πάω στο Σημείο Μηδέν, γιατί δεν είχα καλύψει ποτέ κάτι τόσο τρομερό. Από το πρώτο πρωί που έφτασα εκεί παρατήρησα ότι τα πάντα, ιδιαίτερα τα αυτοκίνητα, ήταν καλυμμένα από ένα παχύ στρώμα στάχτης. Κάθε ήχος πνιγόταν. Επικρατούσε μια ανατριχιαστική ησυχία. Οι μόνοι ήχοι που άκουγες προέρχονταν από σειρήνες, που δεν σταματούσαν ποτέ.

«Από το πρώτο πρωί που έφτασα εκεί παρατήρησα ότι τα πάντα, ιδιαίτερα τα αυτοκίνητα, ήταν καλυμμένα από ένα παχύ στρώμα στάχτης. Κάθε ήχος πνιγόταν. Επικρατούσε μια ανατριχιαστική ησυχία».

»Ενώ περπατούσαμε κάτω από το ψιλόβροχο, από το ένα σημείο στο άλλο, ήταν σαν να έμπαινες στο χειμώνα. Τα πάντα ήταν λευκά, σαν να είχε χιονίσει. Μέχρι να φτάσουμε στο Νότιο Πύργο, ξέραμε πια ότι ο απολογισμός των νεκρών θα ήταν μεγάλος. Ξέραμε ότι οι πυροσβέστες που είχαν σπεύσει στους πύργους για να σώσουν ζωές είχαν σκοτωθεί κατά την κατάρρευσή τους. Όταν έφτασα στη γωνία όπου κάποτε έστεκε ο Νότιος Πύργος, είδα μια θάλασσα από πυροσβέστες να αντικρίζουν ένα βουνό από στάχτη και μεταλλικά θραύσματα, ό,τι είχε απομείνει από τον Νότιο Πύργο. Ο μόνος ήχος προερχόταν από τους άντρες που είχαν σχηματίσει μια γραμμή και κουβαλούσαν, χέρι χέρι, κουβάδες με στάχτη, αναζητώντας τυχόν επιζήσαντες θαμμένους κάτω από τα ερείπια.

»Τα παιδιά μου τότε ήταν πολύ μικρά. Ζούσαμε σε ένα διαμέρισμα στο κέντρο, αρκετά κοντά για να μας έρχεται η μυρωδιά από ό,τι συνέβαινε. Υπήρχε μια οσμή από χημικά και από οτιδήποτε άλλο κυκλοφορούσε στον αέρα. Καθημερινά, ενώ επέστρεφα σπίτι μέσα στο σκοτάδι, τα ρούχα μου έζεχναν. Γυρίζοντας λοιπόν σπίτι τα έβγαζα όλα. Χτυπούσα την πόρτα, ζητούσα από τον σύζυγό μου μια σακούλα σκουπιδιών, τα έριχνα όλα μέσα, την τύλιγα και την πετούσα στον κάδο. Μετά έμπαινα μέσα στο διαμέρισμα, σχεδόν πάντα φορώντας μόνο τα εσώρουχά μου, πήγαινα κατευθείαν στο ντους και ξέπλενα τα πάντα από πάνω μου. Μόνο τότε μπορούσα να πάρω αγκαλιά τα παιδιά μου».

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Ann Curry (@anncurry)

Nancy Gibbs: Έγραψε ένα περιοδικό μόνη της σε 24 ώρες

Τότε ήταν senior editor του περιοδικού «TIME». Για τη δουλειά της βραβεύτηκε με το National Magazine Award:

«Βρισκόμουν σπίτι όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Michael Duffy, επικεφαλής των γραφείων του περιοδικού στην Ουάσινγκτον. Το σήκωσα και μου είπε: “Άνοιξε την τηλεόραση”. Ούτε “γεια”, ούτε “καλημέρα”. Αυτό συνέβη γύρω στις 9 το πρωί – όταν ήδη όποιο κανάλι κι αν άνοιγες έβλεπες τους Δίδυμους Πύργους.

»Κανονικά, αν πρέπει να βγάλεις ένα ολόκληρο περιοδικό σε 24 ώρες και όχι σε επτά μέρες, το λογικό είναι να χωρίσεις τη δουλειά. Ένας να γράψει για τη Νέα Υόρκη, ένας άλλος για την επίθεση στο Πεντάγωνο και κάποιος για τις αντιδράσεις των κυβερνητικών υπηρεσιών. Μπορείς απλά να το χωρίσεις σε δέκα άρθρα που δουλεύονται ταυτόχρονα. Απεναντίας, ο προϊστάμενός μου ζήτησε να αφηγηθώ όλη την ιστορία εγώ. “Σκέψου το σαν μια χρονοκάψουλα. Δεν ξέρουμε ποιος το έκανε. Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί, εξαιτίας αυτού, σε πέντε μέρες ή πέντε χρόνια. Απλά, να αφηγηθείς την ιστορία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα”.

»Είχα ανταπόκριση από πάνω από 100 ανθρώπους. Πρέπει να έλαβα γύρω στα 1.000 emails. Ήταν σαν να φτιάχνεις ένα παζλ, όπου κάθε ένας είχε και ένα διαφορετικό κομμάτι.

«Είχα ανταπόκριση από πάνω από 100 ανθρώπους. Πρέπει να έλαβα γύρω στα 1.000 emails. Ήταν σαν να φτιάχνεις ένα παζλ, όπου κάθε ένας είχε και ένα διαφορετικό κομμάτι».

»Ειλικρινά, δεν με θυμάμαι να γράφω. Νιώθω σαν να γράψαμε εκείνο το άρθρο όλοι μαζί. Δεν έγραψα εγώ την πιο δυνατή φράση του, αλλά ο Josh Tyrangiel, που θα γινόταν συντάκτης στο Businessweek και μετά θα πήγαινε στο Vice και στην HBO. Μου έστειλε το εξής: “Σε μια κοινή μέρα, εκτιμάμε τον ηρωισμό γιατί είναι ασυνήθιστος. Στις 11 Σεπτεμβρίου, εκτιμήσαμε τον ηρωισμό γιατί υπήρχε παντού”.

»Ο Jim [Kelly, ο προϊστάμενός της] μου τηλεφώνησε το πρωί της Πέμπτης στις 6 και μου είπε: “Θέλω να ξέρεις ότι ένας ταχυδρόμος μόλις μού έφερε τα τεύχη του περιοδικού. Τα κρατάω στο χέρι μου. Όσα χρόνια κι αν συνεχίσουμε σε αυτή τη δουλειά, νομίζω ότι δεν θα είμαστε πότε ξανά τόσο περήφανοι για κάτι που κάναμε.

»Η βράβευσή μου με το National Magazine Award (στην κατηγορία του μονοθεματικού τεύχους) ήταν γλυκόπικρη. Πρώτον, γιατί είναι ένα άρθρο που εύχεσαι να μην είχες γράψει ποτέ και δεύτερον γιατί είχε την υπογραφή μου. Πήρα τα εύσημα για την εκπληκτική δουλειά που είχαν κάνει πολλοί ακόμα. Νομίζω θα ήταν πιο δίκαιο να είχε απονεμηθεί σε ολόκληρη την ομάδα του Time».

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below