Όταν έχει ζυμωθεί μέσα σου μια ιδέα, μερικές φορές αρκεί ελάχιστος χρόνος για να την κάνεις πραγματικότητα. Αυτό συνέβη με τη Φωτεινή Τίκκου και τη «Μικρή Μουντζούρα», το πρώτο παιδικό βιβλίο όπου η illustrator και κεραμίστρια υπογράφει και την εικονογράφηση και το κείμενο. Το δημιούργησε μέσα σε τρεις ώρες, στο εργαστήριό της στα Εξάρχεια, παραδίδοντας στον εκδοτικό οίκο Ίκαρος ένα έργο που αισθάνεται ως το πιο αντιπροσωπευτικό της καθώς είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό, παρόλο που η Ελληνίδα δημιουργός έχει ήδη μια εντυπωσιακή διαδρομή σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και brands όπως οι Oxford University Press, Penguin Readers, Little Tiger, Callisto Media, Princeton Architectural Press, Marie Claire Magazine, Anthropologie, αλλά και ως freelancer με εκατοντάδες χιλιάδες ακόλουθους στο Instagram και αγοραστές των έργων της από κάθε γωνιά του πλανήτη.

Στο νέο της βιβλίο, μέσα στο γνώριμο πλέον αισθητικό σύμπαν της, γεμάτο με γυναικείες μορφές, γάτες, σκανδιναβικές συνοικίες και μοτίβα της φύσης, έχει χτίσει έναν φανταστικό κόσμο που κατοικείται από πολύχρωμα πλάσματα. Κεντρική ηρωίδα είναι μια μικρή, μαύρη μουντζούρα η οποία νιώθει παράταιρη, μέχρι που διαπιστώνει ότι η διαφορετικότητά της είναι, στην πραγματικότητα, πηγή δύναμης.

«Είναι μια σχεδόν αυτοβιογραφική ιστορία», λέει σήμερα η Φωτεινή Τίκκου στο Marie Claire. «Φτιάχνοντας αυτό το βιβλίο σκεφτόμουν ότι θα ήθελα οι αναγνώστες να ταυτιστούν με τη Μουντζούρα γιατί όλοι έχουμε νιώσει κάποια στιγμή στη ζωή μας όπως αυτή, με την έννοια του “δεν ταιριάζω σε αυτό το πλαίσιο, νιώθω παράταιρη, περίεργη”.

«Φτιάχνοντας αυτό το βιβλίο σκεφτόμουν ότι θα ήθελα οι αναγνώστες να ταυτιστούν με τη Μουντζούρα γιατί όλοι έχουμε νιώσει κάποια στιγμή στη ζωή μας όπως αυτή, με την έννοια του “δεν ταιριάζω σε αυτό το πλαίσιο, νιώθω παράταιρη, περίεργη”».

»Ως παιδί το ένιωθα έντονα αυτό, ήμουν πολύ διαφορετική και ντροπαλή, δυσκολευόμουν να κάνω φιλίες. Θυμάμαι στους πρώτους μήνες του δημοτικού να κάθομαι μόνη σε μια γωνιά του σχολείου και να παρακολουθώ τα άλλα παιδιά, που είχαν την ευκολία να κάνουν φίλους. Όμως όπως και η Μικρή Μουντζούρα, που τελικά συνειδητοποιεί ότι αυτό που έχει είναι μοναδικό, νομίζω ότι το πώς ήμουν τότε έπαιξε τεράστιο ρόλο σε αυτό που έγινα μετά, ακόμα και στο επάγγελμά μου. Επειδή ακριβώς περνούσα πολύ χρόνο μόνη, βρήκα τη ζωγραφική ως στήριγμα, ασχολήθηκα πάρα πολύ με αυτήν και έγινα καλή. Διαφορετικά, δεν ξέρω αν θα είχα γίνει εικονογράφος».

«Όπως και η Μικρή Μουντζούρα, που τελικά συνειδητοποιεί ότι αυτό που έχει είναι μοναδικό, νομίζω ότι το πώς ήμουν ως παιδί έπαιξε τεράστιο ρόλο σε αυτό που έγινα μετά, ακόμα και στο επάγγελμά μου. Επειδή ακριβώς περνούσα πολύ χρόνο μόνη, βρήκα τη ζωγραφική ως στήριγμα», λέει σήμερα η Φωτεινή Τίκκου στο Marie Claire για το πρώτο παιδικό βιβλίο όπου υπογράφει και την εικονογράφηση και το κείμενο.

Ως μητέρα ενός κοριτσιού σήμερα, πώς προσπαθείς να θωρακίσεις το παιδί σου απέναντι στο αίσθημα της απόρριψης και να το βοηθήσεις να αποδεχτεί τον εαυτό του;

«Επειδή και η κόρη μου ήταν, μικρότερη, πολύ ήρεμη και συνεσταλμένη, την ενοχλούσαν η βαβούρα και η ένταση, ένιωθα ότι ήταν ένα διαφορετικό μωρό. Λόγω των δικών μου βιωμάτων δεν ήθελα να περάσει ό,τι εγώ, οπότε ο τρόπος με τον οποίο κινηθήκαμε οι γονείς της ήταν να της δώσουμε αυτοπεποίθηση και τη βεβαιότητα ότι την αγαπάμε και την αποδεχόμαστε όπως είναι.

»Σταδιακά έγινε ένα άλλο παιδί, σούπερ κοινωνικό και λειτουργικό, με αυτοπεποίθηση και δύναμη. Που αποδέχεται ως κάτι θετικό τη διαφορετικότητά του – και το γεγονός ότι είναι Δανή κατά το ήμισυ, δηλαδή ότι βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κουλτούρες. Πιστεύω ότι κάθε παιδί, στο χρόνο του, θα πάρει αυτά που του δίνεις και θα τα εφαρμόσει».

«Πιστεύω ότι κάθε παιδί, στο χρόνο του, θα πάρει αυτά που του δίνεις και θα τα εφαρμόσει».

Πόσο διαφορετική ήταν για εσένα η διαδικασία του πρώτου παιδικού βιβλίου όπου ανέλαβες και το κείμενο και την εικονογράφηση;

«Η μεγάλη διαφορά ήταν προφανώς ότι είχα πλήρη ελευθερία, ένα χαρακτηριστικό όμως που είναι ταυτόχρονα πλεονέκτημα και μειονέκτημα. Από τη μία, μπορούσες να απελευθερωθείς δημιουργικά. Από την άλλη, δεν είχες κάποιον να σε κατευθύνει, να σου λέει, για παράδειγμα, “καλά πάμε” ή “πάμε προς τα εκεί”. Η πληθώρα επιλογών με μπέρδευε, μου έλειπε ένα έξτρα ζευγάρι ματιών για το κείμενο και την εικονογράφηση. Ως αποτέλεσμα, όταν τελείωσα το βιβλίο, ήμουν έτοιμη να πω στον εκδοτικό: “Δώστε μου κι άλλο χρόνο, θα το κάνω από την αρχή”! Βέβαια αυτό το έχω πάντα. Όταν τελειώνω ένα βιβλίο, ποτέ δεν μου αρέσει 100%, πάντα σκέφτομαι ότι κάτι θα μπορούσα να το είχα κάνει διαφορετικά».

Μια από τις προσωπικές σφραγίδες της Φωτεινής Τίκκου είναι να ενσωματώνει, στις εικονογραφήσεις των παιδικών βιβλίων, αναφορές στην τέχνη. Για παράδειγμα, στη «Μικρή Μουντζούρα» μπορεί κάποιος να εντοπίσει έργα των Άντι Γουόρχολ και Γιαγιόι Κουσάμα «κρυμμένα» στις σελίδες. «Αυτό το κάνω τα τελευταία χρόνια στα βιβλία μου» εξηγεί. «Είναι ο δικός μου τρόπος να περάσω στα παιδιά κάποια οπτικά μηνύματα σε σχέση με την κλασική ή τη μοντέρνα τέχνη, για να τα εξοικειώσω με αυτήν μέσα από ένα πλαίσιο που δεν είναι βαρετό. Θέλω να μη φαντάζει η τέχνη σαν κάτι απρόσιτο, μακρινό, ανιαρό, όπως γίνεται πολλές φορές αν, για παράδειγμα, περάσουμε με τα παιδιά τρεις ώρες μέσα σε ένα μουσείο, όπου ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται η τέχνη είναι συχνά κουραστικός ακόμα και για ενήλικες. Δεν χρειάζεται να αποστηθίσεις πληροφορίες όπως ο τίτλος ενός έργου, το όνομα του ζωγράφου ή το έτος δημιουργίας του για να βάλεις την τέχνη στη ζωή σου».

«Θέλω να μη φαντάζει η τέχνη σαν κάτι απρόσιτο, μακρινό, ανιαρό, όπως γίνεται πολλές φορές αν, για παράδειγμα, περάσουμε με τα παιδιά τρεις ώρες μέσα σε ένα μουσείο, όπου ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται η τέχνη είναι συχνά κουραστικός ακόμα και για ενήλικες».

Σκέφτομαι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, που αναμφίβολα δεν έχει ως προτεραιότητα τη μύηση των παιδιών στην τέχνη, και αναρωτιέμαι γιατί η Φωτεινή και ο Δανός σύντροφός της αποφάσισαν, όταν η κόρη τους ήταν τριών ετών, να φύγουν από τη Δανία, όπου ζούσαν έως τότε, και να έρθουν να μείνουν μόνιμα στην Ελλάδα. «Το γεγονός ότι θα στερούσαμε από το παιδί μου το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν το μοναδικό που έφερα βαρέως επιστρέφοντας. Από την άλλη, νομίζω ότι το πιο σημαντικό για ένα παιδί είναι να έχει ευτυχισμένους γονείς, γι’ αυτό και ήρθαμε στην Ελλάδα. Άλλωστε, διατηρούμε πολύ καλή σχέση με τους Δανούς παππούδες και η κόρη μου περνάει αρκετό χρόνο εκεί, οπότε έχουμε καταφέρει να κρατάμε μια ισορροπία ανάμεσα στις δύο χώρες και κουλτούρες».

Η Φωτεινή ήταν είκοσι πέντε ετών όταν ξεκίνησε μια «περιοδεία» στο εξωτερικό, που θα κρατούσε τελικά δέκα χρόνια. «Από μικρή είχα τάσεις φυγής. Η πρώτη μου φορά στο εξωτερικό ήταν όταν πήγα με Erasmus να ζήσω στη Σεβίλλη, στην Ισπανία. Κι αυτό το έκανα τέσσερις φορές στη ζωή μου, να φτιάξω βαλίτσες και να εγκατασταθώ σε διαφορετική πόλη της Ευρώπης. Είχα μεγάλη δίψα να ζήσω διαφορετικά πράγματα, να γνωρίσω άλλες κουλτούρες και ανθρώπους. Να δω τι υπάρχει εκεί έξω».

Την περίοδο που ζούσε στην Κοπεγχάγη, ανακάλυψε και την κεραμική, την οποία αγάπησε εξίσου. Τα τελευταία χρόνια λοιπόν, πέρα από τα illustrations, δημιουργεί και πήλινα αντικείμενα, όπως φλιτζάνια, μπολ, πιάτα και κασπό.

«Από μικρή είχα τάσεις φυγής. Η πρώτη φορά ήταν όταν πήγα, με το Erasmus, να ζήσω στη Σεβίλλη, στην Ισπανία. Κι αυτό το έκανα τέσσερις φορές στη ζωή μου, να φτιάξω βαλίτσες και να πάω να εγκατασταθώ σε μια διαφορετική πόλη της Ευρώπης. Είχα πολύ μεγάλη δίψα να ζήσω διαφορετικά πράγματα, να γνωρίσω άλλες κουλτούρες και ανθρώπους. Να δω τι υπήρχε εκεί έξω»

Τι θα ήθελες να δεις να έρχεται από το εξωτερικό στην Ελλάδα, στο χώρο της εικονογράφησης και της κεραμικής;

«Θα ήθελα να δω περισσότερα δημιουργικά πρότζεκτ από ανθρώπους με ιδέες ατόφιες, ειλικρινείς, όχι με στόχο το εμπορικό ή άλλο κέρδος, γιατί νομίζω ότι μόνο έτσι μπορείς να προχωρήσεις στην τέχνη και την εικονογράφηση και την κεραμική, όταν η ιδέα σου βγαίνει από μια επιθυμία που γίνεται σχεδόν ανάγκη.

«Νομίζω ότι μόνο έτσι μπορείς να προχωρήσεις στην τέχνη και την εικονογράφηση και την κεραμική, όταν η ιδέα σου βγαίνει από μια επιθυμία που γίνεται σχεδόν ανάγκη».

»Επίσης θα ήθελα να δω μεγαλύτερη αναγνώριση στο επάγγελμα του εικονογράφου, να βγει προς τα έξω ότι είναι μια κανονική δουλειά, από την οποία μπορείς να ζήσεις. Πολλές φορές οι άλλοι δεν ξέρουν καν τι είναι, κάποιοι το μπερδεύουν με το επάγγελμα του αγιογράφου!

»Στα κεραμικά, συγκεκριμένα, στην Ελλάδα έχουμε μεγάλη παράδοση, από την κυκλαδίτικη τέχνη και την αρχαιότητα ακόμα, που νιώθω όμως ότι μας κρατάει δέσμιους μιας αισθητικής του παρελθόντος. Θα ήθελα λοιπόν να ξεφύγουμε περισσότερο από τα καλούπια. Για παράδειγμα στη Δανία η προσέγγιση είναι πολύ διαφορετική, τα κεραμικά είναι μίνιμαλ και ντιζαϊνάτα».

Από την εμπειρία σου, υπάρχει τάση επιστροφής στα χειροποίητα κεραμικά; Προσωπικά, τι βρήκες ως δραστηριότητα στην κεραμική που δεν σου προσφέρει η εικονογράφηση;

«Η κεραμική είναι, θα έλεγα, μια πολύ δυνατή τάση, που ξεκίνησε από το εξωτερικό. Νιώθω ότι όσο περνάει ο καιρός, όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν τη διαφορά του χειροποίητου και είναι διατεθειμένοι να διαθέσουν κάτι παραπάνω, γιατί καταλαβαίνουν ότι προέρχεται από έναν δημιουργό που έχει αφήσει το δικό του αποτύπωμα.

»Η κεραμική και η εικονογράφηση έχουν πολλά κοινά, είναι και οι δύο πολύ δημιουργικές. Στο πρακτικό κομμάτι έχουν κάποιες διαφορές. Η διαδικασία του να δουλεύεις με τα χέρια τον πηλό, ουσιαστικά να δουλεύεις με χώμα και νερό, είναι πολύ άμεση και προσφέρει ηρεμία, γαλήνη. Είναι σχεδόν διαλογιστική. Επίσης ο πηλός είναι ένα υλικό με πολύ συγκεκριμένες ιδιότητες και απαιτήσεις, στις οποίες πρέπει να προσαρμοστείς – για παράδειγμα, πρέπει να σεβαστείς το χρόνο που χρειάζεται για να στεγνώσει.

»Επίσης ικανοποιητική είναι η αυτάρκεια που σου δίνει η κεραμική, το ότι δημιουργείς κάτι δικό σου, που μπορείς να χρησιμοποιήσεις ή να δωρίσεις σε έναν αγαπημένο σου».

«Η διαδικασία του να δουλεύεις με τα χέρια τον πηλό, ουσιαστικά να δουλεύεις με χώμα και νερό, είναι πολύ άμεση και προσφέρει ηρεμία, γαλήνη. Είναι σχεδόν διαλογιστική».

Γιατί επέλεξες να δημιουργήσεις το studio σου στα Εξάρχεια;

«Τολμώ να πω ότι έχω γαλουχηθεί στα Εξάρχεια. Μεγάλωσα στην Κυψέλη, αλλά από έφηβη έβγαινα στα Εξάρχεια. Τα αγαπώ, τα έχω μέσα στην καρδιά μου χρόνια τώρα, γιατί είναι για μένα μια μοναδική γειτονιά, με χαρακτηριστικά τα οποία δεν βρίσκω σε όλη την Ελλάδα.

»Τα Εξάρχεια είναι ένα καζάνι, που κάποιες φορές βράζει, όμως αποτελείται από τόσο διαφορετικά συστατικά, τόσο διαφορετικές μορφές κοινωνικών γκρουπ που, συνήθως, συνυπάρχουν. Είναι μια κατσαρόλα δημιουργικότητας. Τα τελευταία χρόνια τα επιλέγουν πάρα πολλοί καλλιτέχνες για να ανοίξουν τα εργαστήρια και τα μαγαζιά τους. Οι περισσότεροι εκδοτικοί επίσης βρίσκονται εδώ. Αυτό το ενδιαφέρον κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό κράμα των Εξαρχείων δεν το βρίσκω σε άλλες γειτονιές.

»Με το που σκέφτηκα ότι θα ήθελα να ανοίξω ένα εργαστήρι, τα Εξάρχεια ήταν η πρώτη μου σκέψη. Εκεί νιώθω άνετα, σαν στο σπίτι μου».

«Τα Εξάρχεια είναι ένα καζάνι, που κάποιες φορές βράζει, όμως αποτελείται από τόσο διαφορετικά συστατικά, τόσο διαφορετικές μορφές κοινωνικών γκρουπ που, συνήθως, συνυπάρχουν. Είναι μια κατσαρόλα δημιουργικότητας».

Σχεδόν τρία χρόνια μετά την πρώτη συνέντευξη που είχες δώσει στο Marie Claire, η γυναικεία φιγούρα συνεχίζει να πρωταγωνιστεί στις εικονογραφήσεις σου. Αν θα έπρεπε να επιλέξεις ένα έργο σου αντιπροσωπευτικό της εποχής του #metoo, ποιο θα ήταν;

«Μου άρεσε αυτό που είχα ανεβάσει στα social media στη Γιορτή της Γυναίκας: γυναικείες φιγούρες και από κάτω την επιγραφή “don’t celebrate us, fight with us”. Προφανώς η θέση της γυναίκας σήμερα είναι σε πολύ καλύτερο σημείο από ό,τι εκατό χρόνια πριν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν τελειώσει οι διεκδικήσεις μας. Στο μεγαλύτερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού, τα γυναικεία δικαιώματα καταπατώνται. Οπότε ήθελα να πω ότι τα λουλούδια και οι γιορτές δεν είναι αρκετά. Αν κάποιος, άντρας ας πούμε, θέλει να είναι αλληλέγγυος, να αγωνιστεί μαζί μας».

Info

www.fotinitikkouillustration.com

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below