Από τη Λίνα Ρόκου, Φωτογράφος: Σπύρος Στεργίου
H Λένα Παπαληγούρα έχει μια αμεσότητα και ειλικρίνεια στον τρόπο με τον οποίο μιλάει, από το πώς τονίζει τις λέξεις μέχρι το πόσο αυθόρμητα θα μοιραστεί τη χαρά της αλλά και τον προβληματισμό της, που θέλεις αμέσως να την κάνεις φίλη. Κάθε φορά λοιπόν που συναντιόμαστε για να μιλήσουμε για όσα καταπιάνεται, αλλά και για όσα ετοιμάζει, ξέρω ότι θα είναι μια ενδιαφέρουσα κουβέντα, όπως αυτή που ακολουθεί με αφορμή την «Αντιγόνη», την οποία μπορείτε να παρακολουθήσετε σε κάποια από τις στάσεις της καλοκαιρινής της περιοδείας.
Είχες μερικούς πολύ γεμάτους μήνες με τις παραστάσεις «Prima Facie» και «Όσα παίρνει ο άνεμος» και μπήκες κατευθείαν στις πρόβες για την «Αντιγόνη». Πώς διαχειρίζεσαι την καθημερινότητά σου;
Ήταν όντως μια πολύ δημιουργική χρονιά. Στην αρχή ήταν πιο εύκολα τα πράγματα γιατί είχα μόνο το μονόλογο «Prima Facie», αλλά πράγματι μετά υπερφορτώθηκε το πρόγραμμα. Νιώθω όμως τυχερή που είχα αυτές τις τόσο ωραίες προτάσεις. Στη δουλειά μας όταν προκύπτουν εξαιρετικά πράγματα δεν μπορείς να πεις «όχι». Νιώθω ευγνωμοσύνη, λοιπόν. Επίσης, ξέρω ότι τον ελεύθερο χρόνο μου θέλω έτσι κι αλλιώς να τον αφιερώνω στα παιδιά μου, να τον μετατρέπω δηλαδή σε ποιοτικό χρόνο μαζί τους, και αυτό είναι κάτι που κάνω με χαρά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μου λείπει η ξεκούραση.
Είσαι η Αντιγόνη του Σοφοκλή όπως τη σκηνοθετεί ο Θέμης Μουμουλίδης. Πρόκειται για μία από τις πιο αγαπημένες στο κοινό τραγωδίες. Γιατί πιστεύεις ότι οι θεατές δεν χάνουν ποτέ την επιθυμία να τη δουν;
Νομίζω ότι από τη μια οι θεατές θέλουν να δουν τη σκηνοθετική προσέγγιση της εκάστοτε παράστασης, από την άλλη όμως πιστεύω ότι είναι τα ίδια τα έργα και η ποίησή τους που παρηγορούν τον θεατή, και αυτή η ιδιότητά τους είναι σημαντικό κίνητρο για να τα δεις και να τα ξαναδείς. Σκέφτομαι ότι το μεγαλείο αυτών των έργων λειτουργεί ως βάλσαμο στην ψυχή. Έτσι, θεωρώ ότι ο θεατής έρχεται για να δει και τη δική σου πρόταση, αλλά και για να θαυμάσει το μεγαλείο του έργου.
«Στη δουλειά μας όταν προκύπτουν εξαιρετικά πράγματα δεν μπορείς να πεις “όχι”. Νιώθω ευγνωμοσύνη, λοιπόν. Επίσης, ξέρω ότι τον ελεύθερο χρόνο μου θέλω έτσι κι αλλιώς να τον αφιερώνω στα παιδιά μου, να τον μετατρέπω δηλαδή σε ποιοτικό χρόνο μαζί τους, και αυτό είναι κάτι που κάνω με χαρά».
Η Αντιγόνη είναι μια ηρωίδα που εμπνέει τους ανθρώπους διαχρονικά;
Ναι, γιατί το πάθος με το οποίο υπερασπίζεται τη φύση του ανθρώπου είναι συγκινητικό. Για μένα η Αντιγόνη είναι η πιο ανθρωπίστρια ηρωίδα. Είναι αφοσιωμένη στο δίκαιο της ανθρώπινης φύσης. Νομίζω ότι ειδικά στην εποχή μας, με όλη αυτή την παραφροσύνη με την τεχνολογία και την τεχνοκρατική επικράτηση, αυτό είναι κάτι που το έχουμε μεγάλη ανάγκη. Είναι ανακουφιστικό ότι μπορούμε να ακουμπάμε σε αυτά τα έργα, που μας υπενθυμίζουν την αξία του ανθρώπου και του δικαίου, καθώς και το αίτημα για δικαιοσύνη. Επίσης, με συγκινεί τρομερά το τελευταίο μέρος της τραγωδίας, όταν αυτή η μεγάλη ηρωίδα μπροστά στον θάνατο εμφανίζει ρωγμές νιώθοντας φόβο και δέος. Αυτό κάνει τις πράξεις της ακόμη πιο μεγαλειώδεις γιατί τονίζει την ανθρώπινη υπόστασή της.
Στην εποχή μας αναζητούμε ανθρώπους που θα μας δείξουν το δρόμο;
Φυσικά, γιατί στην καλύτερη περίπτωση είμαστε Ισμήνες. Και λέω στην καλύτερη περίπτωση γιατί και η Ισμήνη στο έργο κάνει την υπέρβασή της όταν, έστω και αργά, αποφασίζει να σταθεί δίπλα στην αδελφή της. Όταν όμως συναντάς μια Αντιγόνη, ένα υψηλό σύμβολο που σε κάνει να θέλεις να φτάσεις κι εσύ εκεί ψηλά, τότε αυτό είναι τρομερά σημαντικό. Είναι αναγκαίο να θέλουν οι άνθρωποι να φτάσουν κάπου, το πρόβλημα στην εποχή μας είναι ότι δεν υπάρχει καν όραμα. Η Αντιγόνη είναι ένα πρότυπο και το γεγονός ότι έχει ρωγμές την καθιστά ακόμη πιο δυνατό πρότυπο, γιατί δεν είναι μια θεά, είναι μια θνητή, είναι μία από εμάς. Το τελευταίο διάστημα σκέφτομαι πολύ αυτό το κορίτσι από τη Σουηδία, την Γκρέτα Τούνμπεργκ, λόγω της αφοσίωσης και της πίστης της στο σκοπό της. Είναι σπουδαίο ότι ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που τολμούν να κάνουν αυτό που φαίνεται ακατόρθωτο.
«Όταν συναντάς μια Αντιγόνη, ένα υψηλό σύμβολο που σε κάνει να θέλεις να φτάσεις κι εσύ εκεί ψηλά, τότε αυτό είναι τρομερά σημαντικό. Είναι αναγκαίο να θέλουν οι άνθρωποι να φτάσουν κάπου, το πρόβλημα στην εποχή μας είναι ότι δεν υπάρχει καν όραμα».
Έχεις μπροστά σου και μια μεγάλη καλοκαιρινή περιοδεία με την «Αντιγόνη».
Μου αρέσουν οι περιοδείες και με συγκινούν για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, θεωρώ ότι είναι ένα χρέος που έχουμε ως ηθοποιοί γιατί δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι κάποιος μπορεί να έρθει στην Αθήνα να δει μια παράσταση. Μου αρέσει λοιπόν να ταξιδεύω ως κομμάτι της δουλειάς μας και θεωρώ ότι όλοι μας θα έπρεπε να το κάνουμε κάποια στιγμή, αλλά χρειάζεται να φτιαχτεί έτσι το σύστημα ώστε εκ των πραγμάτων κάθε παράσταση που θα ανεβαίνει στην Αθήνα να περιοδεύει και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Μου αρέσει επίσης ότι στις περιοδείες πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ότι απαιτείται μεγάλη προσοχή και προσαρμοστικότητα γιατί κάθε μέρα παίζουμε σε άλλο χώρο, με άλλες συνθήκες. Για μένα το πρώτο ζητούμενο πάντα είναι η παράσταση να μη χαλάσει επειδή τυχόν ο χώρος δεν είναι ιδανικός. Πρέπει να παίζουμε και να παρουσιάζουμε το ίδιο είτε είμαστε στην Επίδαυρο είτε σε ένα άλλο θέατρο που δεν έχει τις συνθήκες της Επιδαύρου. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλά θέατρα ανά την Ελλάδα που θα έπρεπε να είναι φροντισμένα, αλλά δεν είναι. Εμείς όμως οφείλουμε να δίνουμε το 100% του εαυτού μας όπου κι αν παίζουμε. Θεωρώ, επίσης, πολύ σημαντικό ότι όλη η ομάδα ταξιδεύει μαζί, ότι έτσι δενόμαστε, ότι τις ημέρες της περιοδείας όλοι όσοι συμμετέχουν είναι σαν οικογένειά σου. Από τότε που έχω κάνει τους γιους μου πολλές φορές τους παίρνω μαζί μου, και αυτό είναι πολύ ωραίο.
Αλήθεια, πώς τους φαίνεται;
Το έχουν μάθει και τους αρέσει. Είναι κάτι που κάνουν από πολύ μικροί, ειδικά ο δεύτερος, γιατί ο μεγαλύτερος μας ήρθε την περίοδο του κορωνοϊού και εκ των πραγμάτων τότε δεν ταξιδεύαμε. Ο μικρότερος ήρθε μαζί μου στην Επίδαυρο, στην «Ιφιγένεια», όταν τότε ήταν μόλις 1 έτους. Tελειώναμε την πρόβα 3 το πρωί και 6 το πρωί ξυπνούσαμε μαζί με τον Αντώνη. Νομίζω ότι τα παιδιά το παίρνουν όλο αυτό ως δεδομένο, ότι πάει πακέτο με μένα, και αυτή είναι και η πραγματικότητα, της οποίας χαίρονται να αποτελούν κομμάτι.
Πρωταγωνίστησες πριν από τρία χρόνια στη μικρού μήκους ταινία «Airhostess-737», η οποία θριάμβευσε σε φεστιβάλ του εξωτερικού, ενώ και εσύ απέσπασες διεθνή βραβεία για την ερμηνεία σου. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία; Σε έκανε να σκεφτείς μια πορεία στο εξωτερικό;
Ήταν μια μικρού μήκους ταινία που όμως έκανε μια τεράστια πτήση γιατί ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο. Είναι τόσο συγκινητικό ότι ακόμη λαμβάνω μηνύματα γι’ αυτήν – απ’ όπου μπορείς να φανταστείς. Είμαι περήφανη για το ένστικτό μου γιατί από το γύρισμα είχα καταλάβει ότι θα βγει κάτι πολύ σημαντικό. Πιστεύω πολύ στον Θανάση Νεοφώτιστου που τη σκηνοθέτησε, πιστεύω ότι θα κάνει πολύ σπουδαία πράγματα. Είναι δύσκολο για τους Έλληνες δημιουργούς να φτάσουν και να πάνε καλά έξω γιατί δεν έχουν πόρους και έτσι κάνουν μια ταινία στα πέντε χρόνια. Πώς να ανταγωνιστούν λοιπόν εκείνους που μπορούν κάθε χρονιά να παρουσιάσουν μια ταινία; Για τους Έλληνες ηθοποιούς είναι ακόμη πιο δύσκολο γιατί το θέμα της γλώσσας είναι πολύ καθοριστικό. Ένας casting director του εξωτερικού δεν θα αναζητήσει έναν Έλληνα ηθοποιό παρά μόνο αν κάποιος πρέπει να υποδυθεί τον Έλληνα σε μια ταινία.
«Είναι δύσκολο για τους Έλληνες δημιουργούς να φτάσουν και να πάνε καλά έξω γιατί δεν έχουν πόρους και έτσι κάνουν μια ταινία στα πέντε χρόνια. Πώς να ανταγωνιστούν λοιπόν εκείνους που μπορούν κάθε χρονιά να παρουσιάσουν μια ταινία;»
Σε απογοητεύει η σκέψη ότι και για σένα ως Ελληνίδα είναι πολύ δύσκολο να κάνεις μια πορεία εκτός συνόρων;
Προσωπικά, η φιλοδοξία μου ποτέ δεν ήταν τόσο μεγάλη. Αισθάνομαι ήδη ότι η επαγγελματική μου ζωή μού έχει κάνει πολύ μεγάλα δώρα και η δουλειά μού έχει προσφέρει χαρές που ούτε καν τις περίμενα. Όταν ξεκινούσα δεν περίμενα ότι θα μπορέσω να παραμείνω στο χώρο, πίστευα ότι τελικά θα αναγκαστώ να κάνω κάποια άλλη δουλειά. Για να το πω απλά, όλα αυτά που έχουν γίνει μέσα στην πορεία των χρόνων μού φαίνονται κουφά… Από την άλλη, για τα παιδιά που τώρα τελειώνουν μια σχολή και ξεκινούν να χαράζουν το δρόμο τους θα ήλπιζα να υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες, ακόμη και χάρη στα social που δημιουργούν ένα άνοιγμα προς τα έξω. Πιστεύω ότι έχουμε μεγάλα ταλέντα και δεν είναι τυχαίο ότι ξένοι σκηνοθέτες που έρχονται να δουλέψουν εδώ παραδέχονται ότι οι Έλληνες ηθοποιοί είναι «σκυλιά του πολέμου», ότι αντεπεξέρχονται σε όλες τις συνθήκες και τις απαιτήσεις – και πώς αλλιώς όταν κάνουν δέκα ώρες γύρισμα και καπάκι πέντε ώρες πρόβα; Έξω αυτά δεν γίνονται, εδώ όμως είναι το αυτονόητο προκειμένου να επιβιώσουμε. Θα ήθελα να συμμετάσχω σε μια μεγάλη παραγωγή του εξωτερικού για την εμπειρία και όχι γιατί πιστεύω ότι θα μπορούσα να συνεχίσω και να ανταγωνιστώ όλο αυτόν τον κόσμο εκεί έξω.
Πότε έγινε το κλικ μέσα σου και συνειδητοποίησες ότι η υποκριτική θα είναι η καθημερινότητά σου, η δουλειά που θα κάνεις από εδώ και πέρα;
Δεν μπορώ να πω ότι έγινε κάποιο κλικ, κάπως ακολούθησα τη ροή των πραγμάτων. Νιώθω τυχερή που μπορώ να ζω από το επάγγελμά μου· δεν είναι αυτονόητο αυτό και ξέρω πολλούς ταλαντούχους ανθρώπους που δεν μπορούν γιατί σε αυτή τη χώρα ο πολιτισμός δεν αποτελεί προτεραιότητα.
Τι συνειδητοποιείς μεγαλώνοντας;
Ότι οι πραγματικά μεγάλες δυσκολίες είναι στη ζωή και όχι απαραίτητα στη δουλειά. Νιώθω ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπίζουμε τη δουλειά μας με χαρά και αθωότητα και ταυτοχρόνως με την ευθύνη και τη σοβαρότητα που της αξίζει, όμως ξέρω πια ότι η ζωή με τις απώλειές της είναι πιο δύσκολη πίστα. Ως ηθοποιός νιώθω ευγνώμων που έχω ένα επάγγελμα που με βοηθάει να διαφεύγω από την αμείλικτη καθημερινότητα, που μου επιτρέπει να ανυψωθώ αγγίζοντας σύμβολα όπως η Αντιγόνη, σύμβολα δηλαδή που ξεπερνούν το μέτρο. Είναι κάτι που δεν θα μπορούσα να κάνω στην καθημερινότητά μου λόγω έλλειψης γενναιότητας. Αναζητώ τη δημιουργική χαρά και το κίνητρο για να ξεπερνάω τις ανασφάλειές μου, την τεμπελιά μου, τους δισταγμούς μου.
«Οι πραγματικά μεγάλες δυσκολίες είναι στη ζωή και όχι απαραίτητα στη δουλειά. Νιώθω ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπίζουμε τη δουλειά μας με χαρά και αθωότητα και ταυτοχρόνως με την ευθύνη και τη σοβαρότητα που της αξίζει, όμως ξέρω πια ότι η ζωή με τις απώλειές της είναι πιο δύσκολη πίστα».
Αυτή τη χαρά αναζητά ο κόσμος και επιστρέφει στα θέατρα, που πλέον είναι γεμάτα;
Νομίζω ότι ο κόσμος έχει πολλή ανάγκη το «μαζί», και το «μαζί» θεωρώ ότι το συναντάς στο θέατρο και τις διαδηλώσεις. Η κοινή ζωντανή εμπειρία δεν αντικαθίσταται από τίποτα και είναι κάτι που θα σε τραβήξει ψηλά, που θα σε κάνει να κοιτάξεις προς κάτι μεγαλύτερο, πιο ανοιχτό, πιο ποιητικό.