Η Shams Ali (αυτό είναι το ψευδώνυμό της) είναι μόνο μία από τις γυναίκες του Ιράκ που αναγκάζονται να παντρευτούν προτού ενηλικιωθούν. Αυτό το μακροχρόνιο ζήτημα, που ανέδειξε μια μελέτη των Ηνωμένων Εθνών (2023), σύμφωνα με την οποία το 28% των γυναικών παντρεύονται πριν από τα 18 τους, νομιμοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2025, όταν η ιρακινή Βουλή ψήφισε έναν νέο νόμο που επιτρέπει τον γάμο ακόμα και για παιδιά εννέα ετών.
Για κάποια κορίτσια ο γάμος παρουσιάζεται σαν διέξοδος από τη φτώχεια, ωστόσο συχνά οδηγεί σε μια ζωή υποταγής, ακόμα και κακοποίησης. Η Shams Ali, που μοιράζεται τη μαρτυρία της με την Guardian, σχολιάζει για τον γάμο της, που έγινε όταν ήταν μόλις 13 ετών: «Για τις περισσότερες γυναίκες είναι μια μέρα γιορτής, για μένα έγινε ένα μελανό σημείο».
Για κάποια κορίτσια ο γάμος παρουσιάζεται σαν διέξοδος από τη φτώχεια, ωστόσο συχνά οδηγεί σε μια ζωή υποταγής, ακόμα και κακοποίησης. Η Shams Ali, που μοιράζεται τη μαρτυρία της με την Guardian, σχολιάζει για τον γάμο της, που έγινε όταν ήταν μόλις 13 ετών: «Για τις περισσότερες γυναίκες είναι μια μέρα γιορτής, για μένα έγινε ένα μελανό σημείο».
Όπως γράφει, όταν η οικογένειά της αποφάσισε να την παντρέψει με έναν 29χρονο άντρα, «έκλαψα και αντιστάθηκα. Ο πόνος διπλασιάστηκε από το γεγονός ότι ήδη σε εκείνη την ηλικία διάβαζα για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες. Γνώριζα ότι τα δικαιώματά μου παραβιάζονταν, μαζί με την παιδική και εφηβική ηλικία μου».
Αναγκάστηκε όμως να υπακούσει «όταν μου τράβηξαν τα μαλλιά ξεριζώνοντάς τα, πάτησαν το πρόσωπό μου στο έδαφος και με απείλησαν ότι θα με πάρουν από το σχολείο. Οποιαδήποτε προσπάθεια μου να αρνηθώ τον γαμπρό, μπροστά του ή μπροστά στην οικογένειά του, θα κατέληγε στον θάνατό μου, μου είπαν».
Ήταν η ίδια η μητέρα της που της περιέγραψε ότι, αν δεν τον παντρευόταν, θα τη στραγγάλιζε στον ύπνο της. Ο πατέρας της, που περιέγραφε ότι θα την πήγαιναν σε ένα χωριό συγγενών και θα την πετούσαν μέσα σε ένα πηγάδι.
«Άρχισα να κατηγορώ το σώμα μου, που ήδη έμοιαζε με εκείνο μιας εικοσάχρονης. Σε μια άλλη χώρα θα με ενθάρρυναν να ασχοληθώ με τον αθλητισμό ή το μόντελινγκ. Εδώ το έβλεπαν σαν κάτι που θα έπρεπε να καλυφθεί με έναν αναγκαστικό γάμο. Μισούσα την περίοδό μου, γιατί σήμαινε ότι ήμουν ικανή για αυτό τον γάμο. Ο πόνος της μεγάλωσε. Μισούσα τον μέλλοντα σύζυγό μου. Μισούσα το νυφικό, τα τραγούδια, τον ίδιο μου τον εαυτό».
Ήταν η ίδια η μητέρα της που της περιέγραψε ότι, αν δεν τον παντρευόταν, θα τη στραγγάλιζε στον ύπνο της. Ο πατέρας της, που περιέγραφε ότι θα την πήγαιναν σε ένα χωριό συγγενών και θα την πετούσαν μέσα σε ένα πηγάδι.
Τον πρώτο καιρό μετά τον γάμο τους, απέφευγε τον σύζυγό της. Με την προσοχή όμως που της έδειχνε εκείνος και τα δώρα που της έκανε, τα συναισθήματά της μαλάκωσαν.
Έναν μήνα μετά τον γάμο, ο πατέρας της τη χτύπησε «πιο βίαια από ποτέ – έσπασε ένα ραβδί στην πλάτη μου και μετά αναζήτησε ένα σφυρί, ένα παλούκι, ό,τι υπήρχε κοντά του. Όλα αυτά επειδή είχα χρησιμοποιήσει το τηλέφωνο σε μια λάθος στιγμή».
Ο σύζυγός της τη φρόντισε και δεν πίστεψε στην ιστορία της ότι είχε πέσει από τις σκάλες. «Μήπως εκείνος ο άντρας, που εξαιτίας του δεν θα μπορούσα να πάω στο πανεπιστήμιο και θα έπρεπε να φοράω μαντήλα, ήταν πιο συμπονετικός από τον πατέρα μου; Δεν καταλάβαινα όμως – αγαπούσα τον ίδιο ή την τρυφερότητα που μου έδειχνε; Η κατάσταση ήταν πολύ μπερδεμένη για ένα κορίτσι της ηλικίας μου».
Όταν τη φίλησε για πρώτη φορά, ένιωσε ότι της είχαν κλέψει το δικαίωμα να επιλέξει «με ποιον θα ήταν το πρώτο μου φιλί – ακόμα κι αν εκείνος ο άντρας τελικά με πρόδιδε ή με εγκατέλειπε, ήθελα να έχω το δικαίωμα της επιλογής».
Άρχισε να αρνείται το άγγιγμά του, αλλά εκείνος την κατηγορούσε γιατί δεν έδειχνε πρόθυμη να τον ικανοποιήσει. «”Είσαι η γυναίκα μου”, έλεγε, ρίχνοντας σε εμένα το βάρος της ευθύνης να τον ανακουφίσω από τον πόθο του. Αργότερα θα μάθαινα ότι χειριζόταν συναισθηματικά -σκόπιμα ή μη- μια έφηβη που ανακάλυπτε για πρώτη φορά τη σεξουαλικότητά της».
«”Είσαι η γυναίκα μου”, έλεγε, ρίχνοντας σε εμένα το βάρος της ευθύνης να τον ανακουφίσω από τον πόθο του. Αργότερα θα μάθαινα ότι χειριζόταν συναισθηματικά -σκόπιμα ή μη- μια έφηβη που ανακάλυπτε για πρώτη φορά τη σεξουαλικότητά της».
Χώρισαν μετά από 3,5 χρόνια, όχι όμως λόγω προβλημάτων στη σχέση τους αλλά μετά από καβγάδες που ξέσπασαν ανάμεσα στις οικογένειές τους. «Σοκαρίστηκα συνειδητοποιώντας ότι ένιωθα ανακουφισμένη. Ό,τι είχα περάσει για αγάπη εξαφανίστηκε σε δευτερόλεπτα. Παραδέχομαι ότι για έναν χρόνο ένιωσα να μου λείπει, αλλά ό,τι ακολούθησε ήταν οι ενοχές, που του είχα παραδώσει το σώμα μου».
Κατέληξε, για χρόνια, να ντρέπεται για το σώμα της, για τον εαυτό της. Να κατηγορεί εκείνη, ένα ανήλικο κορίτσι, αντί για έναν 30χρονο άντρα και την οικογένειά της.
Έκανε ψυχοθεραπεία για πολλά χρόνια, με διαφορετικούς ειδικούς, μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι δεν έφταιγε εκείνη. «Ό,τι έζησα δεν ήταν αγάπη. Ήταν ένας αναγκαστικός γάμος που με έσυρε σε μια κατάσταση συναισθηματικής και ψυχικής σύγχυσης για την οποία δεν ήμουν έτοιμη. Ήμουν παιδί. Κάθε διακύμανση ανάμεσα στο μίσος και την επιθυμία, τον φόβο και την επιβίωση, απηχούσε τα παιδικά τραύματά μου».