Είχα καιρό να κάνω συνέντευξη μέσα στο Micra μου. Αυτή τη φορά είναι η Θέμις Μπαζάκα, ο πιο cool άνθρωπος του κόσμου, που κάθεται στη θέση του συνοδηγού και απαντά στις ερωτήσεις μου ενώ οδηγώ καθώς διασχίζουμε την Αθήνα για να φτάσουμε στο studio του Γιώργου Καπλανίδη, όπου θα φωτογραφηθεί για το Marie Claire. Η κουβέντα έχει αρχίσει με κουτσομπολιά για Xολιγουντιανούς αστέρες και συνεχίζεται με θεωρίες περί κατασκευής ενός σταρ και πόσο αυτό μπορεί να σχετίζεται με την ύπαρξη αληθινού ταλέντου.«Αναρωτιέμαι κι εγώ πώς κατασκευάζονται ολόκληρες περσόνες, γύρω από τις οποίες στήνονται καριέρες», λέει η Θέμις Μπαζάκα.«Υπάρχουν πολλοί καλοί ηθοποιοί που δεν μπορούν να διαχειριστούν τον εαυτό τους δημόσια, δεν μπορούν να σκεφτούν τι πρέπει να κάνουν ώστε το ένα πράγμα να φέρει το άλλο και να βρεθούν στο προσκήνιο.Πλέον τις καριέρες τις φτιάχνουν τα social media».

Εσείς δεν είστε στα μέσα δικτύωσης;

Όχι, σε κανένα και μάλιστα εδώ και μερικά χρόνια δεν έχω καν laptop. Χάλασε και αρνήθηκα να το αντικαταστήσω. Προτιμώ να το κάνω κάτι άλλο κάθε φορά: ταξίδια, βιβλία. Δεν έχω ιδέα τι γίνεται στο Ίντερνετ, ούτε τι γράφουν για μένα. Μου λένε καμιά φορά: «Μα, καλά, δεν έχεις διαβάσει αυτό κι εκείνο». Όχι, δεν το έχω διαβάσει. Κι έτσι είμαι πιο ήσυχη. Δεν ξέρω αν χάνω κάτι. Την εποχή μου, τη δημοσιότητα της μιας μέρας;

Στα χρόνια που γίνατε γνωστή ήταν πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα;

Για να γίνεις γνωστός έπρεπε η δουλειά σου να περάσει τα σύνορα του μικρού καλλιτεχνικού σου χώρου. Σήμαινε ότι άρεσε και ακουγόταν από στόμα σε στόμα.Ακόμα με παρακολουθούν άνθρωποι από τότε. Δεν ξέρω αν σήμερα απουσιάζοντας από τα social media χάνω τη νέα γενιά.

Είναι πολύ ωραία συγκυρία που συνεργάζεστε τώρα με ένα σκηνοθέτη της νέας γενιάς, τον Γιώργο Παπαγεωργίου.

Οταν με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος, πήγα με μεγάλη χαρά και του το είπα ότι δεν πήγα μόνο για το ρόλο, αλλά γιατί τον επέλεξα. Είχα καιρό να παίξω σε ένα μικρότερο θέατρο που το κοινό κάθεται τόσο κοντά στη σκηνή! Λέω μέσα μου, Θεέ μου, θα είναι τόσο κοντά οι θεατές! Τα τελευταία 15 χρόνια ήμουν στο Εθνικό, μετά στο Χορν… Πάντως, έχω πολύ μεγάλο άγχος. Ως συνήθως, νομίζω ότι η αποτυχία καραδοκεί. Μα, έτσι είναι η ζωή, κάπου θα έρθει και η αποτυχία, δεν γίνεται αλλιώς, όλο επιτυχία.«Το απροσδόκητο καραδοκεί», λέει ο Τσέχοφ στον «Βυσσινόκηπο». Αυτή η φράση τυπώθηκε μέσα μου από την περσινή παράσταση.

Πάντως, από τη Λιούμπα πέρσι στην κυρία Βέναμπλ φέτος, οι ηρωίδες που υποδύεστε δεν είναι οι πιο αξιολάτρευτες.

Μα, δεν έχω παίξει και πολλές αγαπητές ηρωίδες.Από την Αμάντα στον «Γυάλινο κόσμο» πήγα στη Μαργαρίτα στον «Ριχάρδο Γ’» και μετά στον «Αύγουστο», όπου δύο χρόνια απορούσα πώς ο κόσμος έδειχνε αγάπη σε εκείνη τη γυναίκα, που είχε τόση κακία και κυνισμό μέσα της, προς τα παιδιά της.

Η κυρία Βέναμπλ στο «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» ίσως είναι χειρότερη.

Είναι. Μα, τι φταίει κι αυτή η κακομοίρα; Εφτιαξε ένα πράγμα μες στο μυαλό της. Μάνες, ποικιλία μανάδων έχω παίξει και ούτε μία τρυφερή, που, αν με ρωτήσεις, εγώ νομίζω ότι είμαι τρομερά τρυφερή μητέρα, τουλάχιστον αυτό μου λέει η κόρη μου.Τη νοιάζομαι πολύ.

Είστε φίλες;

Τι άλλο θα μπορούσαμε να είμαστε;

Μαμά και παιδί.

Εντάξει, χρειάζεται κι αυτό, της το θυμίζω καμιά φορά.Δεν είμαι μόνο φίλη για να πούμε τα γκομενικά. Είμαι και μαμά και λέω: «Εκεί πρόσεχε, εκεί φυλάξου». Τέλος πάντων, ούτε μία τρυφερή μανούλα δεν έχω παίξει, Θεέ μου!

Και την κυρία Βέναμπλ γιατί προσπαθήσατε να την υπερασπιστείτε πριν λίγο, από πού πιαστήκατε για να τη συμπαθήσετε;

Αυτό που μας συγκίνησε στο έργο κι εμένα και τον Γιώργο, πέρα από αυτό τον κόσμο που εκείνη έχει φτιάξει και το κακό που έχει κάνει στο παιδί της, είναι ότι είναι μια μητέρα που βιώνει την απώλεια του παιδιού της, πράγμα συγκλονιστικό.Εκεί πατάω εγώ.Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το ζει μια μάνα, όσων χρόνων κι αν είναι. Θυμάμαι την Ελεν Στιούαρτ, τη διευθύντρια του θεάτρου La MaΜa, που στα 80 της έχασε το γιο της που ήταν 60. Τη θυμάμαι να μου λέει: «Θέμις, η καρδιά μου».

Πώς γνωριστήκατε;

Ο άνδρας μου ήταν διευθυντής μουσικής στο La MaΜa. Την έζησα τα έξι-εφτά χρόνια που μείναμε στη Νέα Υόρκη, ενώ στη συνέχεια, όταν ήρθαμε στην Ελλάδα, η Έλεν μας επισκεπτόταν συχνά, έμενε στο σπίτι μας. Τρομερή προσωπικότητα. Αυτή η γυναίκα, αυτό το θηρίο είχε γίνει ένα κλαράκι που σπάει μπροστά στο θάνατο του παιδιού της.Δεν μπορούσε να την αντιμετωπίσει αυτή την απώλεια, κι ας ήταν η La Mamma ολόκληρου του θεάτρου κι ας είχε ζήσει εκατοντάδες απώλειες, κηδείες, μνημόσυνα, αποτεφρώσεις. Είχε διαλυθεί. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απώλεια, σε ό,τι ηλικία κι αν το χάσεις. Στα μάτια σου είναι πάντα το μικρό σου, θες να το προστατέψεις ακόμη κι αν έχει μεγαλώσει και έχει κάνει παιδιά και δική του οικογένεια.Πάνω σε αυτή την απώλεια θέλησε να στηρίξει ο Γιώργος την παράσταση.

Όλες τις φορές που πήγατε να υποδυθείτε αυτές τις μαμάδες γυρίσατε να δείτε τη δική σας σχέση με τη μητέρα σας;

Αποφεύγω τις βιωματικές αναφορές όταν παίζω. Φυσικά υπάρχουν μέσα μου εικόνες και σκηνές από τη ζωή μου με τη μητέρα μου ή με το παιδί μου. Αλλά είναι σαν εικόνες που περνάνε, δεν κάνω ούτε αναφορά ούτε ψυχαναλυτική διείσδυση.

Τι κουβαλάτε από τη μητέρα σας;

Είναι πολύ προσωπικά πράγματα που δεν θέλω να τα αναφέρω. Θυμάμαι, όταν έκανα την Ανδρομάχη στις «Τρωάδες» στην Επίδαυρο, την κόρη μου, 7 ετών παιδάκι, να κάθεται μπροστά μου στη δεύτερη σειρά, πλάι στον Σάκη Ρουβά. Μου ήταν αδιανόητο να κάνω την παραμικρή σύνδεση. Ούτε καν να περάσει από το μυαλό μου τέτοια σκέψη. Μου βγήκε αυθόρμητα μία κίνηση, να σκάψω με τα χέρια μου το χώμα, για να αποφύγω την εικόνα του παιδιού μου ενώ θρηνώ ένα παιδί. Στον Κακογιάννη άρεσε πολύ αυτή η κίνηση. Αποφεύγω να κάνω τέτοιες συνδέσεις. Ωστόσο συμπεριφορές, μια κίνηση, ένας ήχος, μια μυρωδιά, μια λέξη βγαίνουν πολλές φορές χωρίς να το καταλάβεις την ώρα που παίζεις.

Δεν σας αρέσει να αφήνεστε στις ευκολίες σας.

Πώς να σ’ το πω; Δουλεύω σχεδόν αυτοκαταστροφικά μερικές φορές. Θα πάω να τον ρημάξω τον πρώτο ήχο και την πρώτη εικόνα που μου έρχονται στο μυαλό όταν πάω να κάνω ένα ρόλο, θα κάνω τα πάντα για να αποφύγω τη μανιέρα. Αυτό, πιστεύω, το δείχνουν και οι επιλογές μου σε ρόλους όλα αυτά τα χρόνια – έχω παίξει μέχρι άνδρα! Μου λένε ότι είμαι δραματική ηθοποιός και μου ταιριάζουν οι σκληροί ρόλοι. Η Λιούμπα στον «Βυσσινόκηπο» ποια σκληρότητα έχει; Γι’ αυτό και χάρηκα όταν μου πρότεινε το ρόλο ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. Άλλη μία γυναίκα που πενθεί το παιδί της και δεν θέλει να το σκέφτεται.Αυτός ο ρόλος με γοήτευσε τρομερά.Κι εκεί σε μια απώλεια στήριξα το ρόλο, υποδύθηκα μια γυναίκα που κρύβεται από τον εαυτό της και από τον πόνο της.

Σε ποια φάση ζωής σάς συναντάμε;

Ξεκούραστη και δυνατή. Έκανα ένα μεγάλο πεντάμηνο διάλειμμα μετά από πολλά χρόνια στη ζωή μου, μερικά πράγματα τοποθετήθηκαν διαφορετικά, πέταξα τα περιττά, νιώθω πιο ανάλαφρη.

Τι μας βοηθά να πετάξουμε τα περιττά;

Είναι κάτι που έρχεται με τη ζωή, με την εμπειρία. Συνειδητοποιείς τι σε βαραίνει -αυτό δεν γίνεται εύκολα στα 20 και στα 30- και το αποβάλλεις. Επιλέγεις τις συνθήκες της ζωής σου, την οδηγείς εσύ, δεν σε οδηγεί. Δεν αφήνεις πράγματα στην τύχη. Αν και ο ιδανικός συνδυασμός είναι να αφήνεις και ένα παραθυράκι ανοιχτό στο απρόβλεπτο. Να είσαι πιο ελαφρύς, πιο παιχνιδιάρης σε σχέση με τη ζωή.

Αναρωτιέμαι αν είναι όντως έτσι πιο ανάλαφρη η ζωή για τις γυναίκες από μια ηλικία και μετά. Γιατί μερικές φορές αισθάνομαι πως οι γυναίκες κάπου μετά τα 50 σαν να εξαφανίζονται, να γίνονται αόρατες.

Η κοινωνία τις εξαφανίζει.Τα γυναικεία στερεότυπα με τα οποία μεγαλώνουν οι γυναίκες τις οδηγούν εκεί.Το καλό με το θέατρο είναι ότι οι μεγάλοι ρόλοι είναι για μεγαλύτερες γυναίκες.Φαντάσου ότι παλιότερα ακόμη και νεανικούς ρόλους τούς έπαιζαν μεγάλες γυναίκες, έπρεπε να έχεις μια ωριμότητα. Οι νεότεροι σκηνοθέτες έφεραν τους ρόλους πιο κοντά στην πραγματικότητα… Στο θέατρο 50 με 70 υπάρχουν πολλοί μεγάλοι ρόλοι, αντίθετα με το σινεμά όπου μετά τα 40 τελείωσες. Σε διαλύουν, σε ξεχνάνε, όπως και η ίδια η κοινωνία. Υπάρχει ένας τρομερός σεξισμός, μια φοβερή διάκριση με βάση την ηλικία ενάντια στις γυναίκες.

Πραγματικά, πόσο κακό είναι όλο αυτό;

Κακό του κεφαλιού τους… Εμείς προχωράμε.Ξέρω ότι δεν είναι εύκολο. Είναι πολλά τα βάρη για τις γυναίκες μετά τα 50: οικογένειες, καριέρες, παιδιά. Είναι πολλές οι αγωνίες.Εγώ επέλεξα μια ζωή, την επέλεξα και με επέλεξε, πιο μοναχική.Μου αρέσει έτσι.Δεν θυσίασα τίποτα από αυτά που θέλω από τη ζωή.Δεν άφησα τίποτα να με κρατήσει πίσω.Αγάπησα, ερωτεύτηκα, έκανα μεγάλες σχέσεις, αλλά αν κάτι εμπόδιζε τη ροή της ζωής μου, δεν το κράταγα.

Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Λειβαδίτη

Mακιγιάζ: Eφη Ραμόν (Beehive artists)

Μαλλιά: Χρήστος Μαζουρέκ (This is not another agency*)

Η συνέντευξη φιλοξενείται στο τεύχος Φεβρουαρίου του Marie Claire

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below