Ηθοποιός, παρουσιάστρια, μητέρα, ακτιβίστρια και ιδρύτρια της Ανάσας, της πρώτης εξειδικευμένης δομής για τις διαταραχές πρόσληψης τροφής στην Ελλάδα. Η Ζέτα Δούκα δεν είναι απλώς μια δημόσια φιγούρα με έντονη παρουσία, αλλά και μια από τις πρώτες φωνές που μίλησαν ανοιχτά για κακοποιητικές συμπεριφορές στον χώρο του θεάτρου. Λίγες εβδομάδες πριν από την εκδίκαση της υπόθεσής της για όσα βίωσε, εμφανίζεται στο vidcast «Γυναίκες» και ανοίγει έναν ευθύ, ανθρώπινο και ειλικρινή διάλογο για τη δικαιοσύνη, την ψυχική υγεία, την κοινωνική αλλαγή – και τις μάχες που αξίζει να δίνονται.
Δηλώνει υπερήφανη για το πρώτο της “παιδί”, όπως αποκαλεί τη ΜΚΟ ΑΝΑΣΑ, και ανυπομονεί να τη γιορτάσει τον Οκτώβριο που κλείνει τα 18 της χρόνια. Μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε από προσωπική ανάγκη – καθώς η ίδια έπασχε από τα 15 ως τα 25 από νευρική ανορεξία – και μετατράπηκε σε θεσμική φωνή για την πρόληψη και τη στήριξη όσων παλεύουν με διαταραχές πρόσληψης τροφής. Με δράσεις σε σχολεία, υποστήριξη σε οικογένειες και παθόντες και έναν ανοιχτό διάλογο γύρω από την ψυχική υγεία, η ΑΝΑΣΑ γιορτάζει την “ενηλικίωσή” της στις 13 Οκτωβρίου, με μια μεγάλη εκδήλωση στο Ζάππειο – εκεί όπου ξεκίνησαν όλα.
Πατήστε play για να δείτε και να ακούσετε τη συνέντευξη
Μας ακούτε και στο spotify, στο κανάλι Γυναίκες με την Εβίτα Τσιλοχρήστου
Για τη σημασία της δικαιοσύνης, της παιδείας και της ηθικής ευθύνης, τόσο απέναντι στον εαυτό μας όσο και απέναντι στην κοινωνία
Μέσα από τον δικό της τριετή δικαστικό αγώνα, αναδεικνύει τη δύναμη της φωνής και την ανάγκη για ένα πιο δίκαιο και υποστηρικτικό σύστημα για όσους τολμούν να μιλήσουν: «Αν δεν έχεις μία σωστή εκπαιδευτική βάση και μία βάση δικαιοσύνης — έτσι όπως την καταλαβαίνει και την περιμένει ο άνθρωπος που έχει αδικηθεί, αλλά και η ίδια η κοινωνία — και αν δεν απονέμεται τη στιγμή που χρειάζεται, αλλά καθυστερεί για χρόνια και χάνεται το νόημα, τότε δεν έχεις τίποτα. Όλα χάνονται…
Ελπίζω να μη βρέθηκες κι εσύ ποτέ σε δύσκολη θέση μέσα σε δικαστική αίθουσα.
«Κοίτα, και για μένα ο δικαστικός αγώνας, με την γνωστή υπόθεση, είναι μακρύς. Έχει ξεκινήσει εδώ και τρία χρόνια, και όχι μόνο δεν έχει τελειώσει, αλλά έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά του.»
Δεν ξέρω αν θέλεις να πεις τι ελπίζεις για την έκβαση αυτής της ιστορίας.
«Ελπίζω να δικαιωθούμε και να τελειώσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα — όχι μόνο η δική μας υπόθεση, αλλά και όλων των ανθρώπων που βρίσκονται στην ίδια θέση. Είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία. Ψυχοφθόρα και κοστοβόρα. Δεν μετάνιωσα που μίλησα. Το όφειλα στον εαυτό μου, το όφειλα στον καλλιτεχνικό χώρο που τόσο αγαπώ, έναν χώρο γεμάτο λαμπερούς, καταπληκτικούς ανθρώπους με όραμα. Το όφειλα στους νέους ανθρώπους που έρχονται ή βρίσκονται ήδη σε αυτό τον χώρο, ώστε να τον βρουν όσο το δυνατόν καλύτερο. Και, όπως αποδείχτηκε στην πορεία, το όφειλα και σε όλους όσους βρήκαν το κουράγιο να καταγγείλουν τη δική τους ιστορία, αλλά και σε εκείνους που θα το κάνουν στο μέλλον, έχοντας μπροστά τους ένα πιο έτοιμο νομικό και κοινωνικό σύστημα.»
Δεν μετάνιωσα που μίλησα. Το όφειλα στον εαυτό μου, το όφειλα στον καλλιτεχνικό χώρο που τόσο αγαπώ. Το όφειλα και σε όλους όσους βρήκαν το κουράγιο να καταγγείλουν τη δική τους ιστορία, αλλά και σε εκείνους που θα το κάνουν στο μέλλον, έχοντας μπροστά τους ένα πιο έτοιμο νομικό και κοινωνικό σύστημα.
Όταν το “εμείς” συνεχίζει για χάρη του παιδιού
Σε μια από τις πιο ειλικρινείς και ανθρώπινες στιγμές της, μιλά ανοιχτά για τις δυσκολίες της συνεννόησης μετά από έναν χωρισμό, για την έννοια της οικογένειας μέσα σε νέες συνθήκες και για τη σημασία της ψυχικής υγείας — τόσο των παιδιών όσο και των γονιών.
Πόσο εύκολη είναι η συνεννόηση όταν οι δρόμοι χωρίζουν;
«Δεν είναι εύκολη. Δεν ήταν ποτέ. Θέλει πολλή δουλειά.»
Πρέπει να υπάρχει γερή βάση, μια δυνατή ανθρώπινη σχέση από πριν.
«Ευτυχώς, υπήρχε. Αλλά η πιο σταθερή βάση, αυτό που μας κρατάει ακόμα και στις δύσκολες στιγμές, είναι ότι και οι δύο θέλουμε το καλύτερο για το παιδί μας. Η έννοια της οικογένειας εξακολουθεί να υπάρχει, ακόμη και όταν οι γονείς έχουν χωρίσει. Είναι η έννοια δύο ανθρώπων που δημιούργησαν αυτό το παιδί — γιατί το συνδημιουργήσαμε. Είμαστε δύο γονείς, παρόντες στη ζωή του, που εξακολουθούμε να θέλουμε να το μεγαλώσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έστω και ως οικογένεια με μια διαφορετική μορφή. Εκεί στηρίζεται όλο. Φεύγεις από το “εγώ”, από τον εγωισμό, από τις αντιδράσεις και τα προσωπικά προβλήματα που μπορεί να κουβαλά ο καθένας, ειδικά μέσα σε μια νέα και δύσκολη συνθήκη που κανείς δεν είχε επιλέξει. Κανένας δεν ξυπνά ένα πρωί και το επιθυμεί αυτό.
Αλλά κάποια στιγμή λες «στοπ». Σκουπίζεις τα δικά σου και θυμάσαι: υπάρχει το παιδί. Και το παιδί δεν οφείλει να καταλάβει τίποτα από όσα περνάω εγώ. Εγώ οφείλω να δείξω ωριμότητα. Να αφήσω πίσω ό,τι με βαραίνει και να του δώσω ένα περιβάλλον καθαρότερο, να το βοηθήσω όσο μπορώ να διαχειριστεί και εκείνο αυτή τη δύσκολη αλλαγή.
Γιατί αλλάζουν όλα τα δεδομένα. Αλλά πρέπει να νιώσει ότι οι γονείς του είναι ακόμα εδώ — όπως πάντα — απλώς μέσα σε μια νέα συνθήκη. Αυτά δεν τα λέμε γιατί είναι εύκολα. Είναι πολύ δύσκολα. Και εγώ που τα λέω, πέρασα — και περνάω ακόμα — στιγμές έντονης αμφισβήτησης. Στιγμές που δεν τα καταφέρνω, που κάνω λάθη, που μετανιώνω και ζητάω βοήθεια. Αλλά ξέρεις ποια είναι η διαφορά; Ότι ξέρω πού να απευθυνθώ για να βοηθηθώ. Είναι πολύ σημαντικό όταν έχεις ένα θέμα, να ξέρεις πού να πας. Και γι’ αυτό λέω πως, όπως έχουμε τον παιδίατρο, τον οδοντίατρο, τον ορθοπεδικό για τα παιδιά μας, έτσι πρέπει να έχουμε και τον παιδοψυχίατρο ή τον ψυχολόγο. Είναι αναγκαίο.»
Η έννοια της οικογένειας εξακολουθεί να υπάρχει, ακόμη και όταν οι γονείς έχουν χωρίσει. Είναι η έννοια δύο ανθρώπων που δημιούργησαν αυτό το παιδί — γιατί το συνδημιουργήσαμε.
