Είναι πολλά τα τεράστια ερωτήματα που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Ενδεχομένως με την τόση υπερπληροφόρηση και παραπληροφόρηση των κοινωνικών δικτύων και γενικότερα του διαδικτύου, τα τελευταία χρόνια να επιδεινώθηκε δραματικά η ποσότητά τους, σε τέτοιο βαθμό που κάποτε δε θα φανταζόμασταν ποτέ. «Να ζει κανείς ή να μη ζει; Θεός υπάρχει τελικά; Το σύμπαν συνωμοτεί τελικά υπέρ μας; Ρεάλ ή Μπαρτσελόνα; Θα επιστρέψει ο κορωνοϊός δριμύτερος το Σεπτέμβριο;», είναι μερικά από αυτά και είτε πρόκειται για φιλοσοφικά είτε ήσσονος σημασίας, τις περισσότερες φορές την πιο εύστοχη απάντηση δίνει ο χρόνος.

Από την άλλη, υπάρχουν και άλλα που λόγω υποκειμενικότητας -αφού δεν είμαστε όλοι το ίδιο- πρέπει να τα ζήσεις ο ίδιος στην πράξη για να έχεις εικόνα του τι ισχύει. Όταν λοιπόν στο γραφείο έπεσε στο τραπέζι η ερώτηση του «πόσο street food μπορεί κανείς να καταβροχθίσει μέσα σε ένα απόγευμα», θεώρησα ότι η τακτική του «πρώτα τρώμε και ύστερα γράφουμε» θα είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος για να το διαπιστώσουμε. «Challenge accepted», είπα στους συναδέλφους που υποστήριζαν ότι δήθεν δε χορταίνει κανείς με το «φαγητό του δρόμου», αλλά μεταξύ μας, δικαιολογία έψαχνα για να πεταχτώ μέχρι το ολοκαίνουργιο Taste Garden και να τσεκάρω τις καντίνες που εγκατέστησαν από τις 26 Ιουνίου στον προαύλιο χώρο του Golden Hall τα αγαπημένα εστιατόρια του εμπορικού κέντρου.

Το τερπνόν μετά του ωφελίμου κανέναν δε χάλασε, προφανώς ούτε εμένα που ήθελα να κάνω ένα διάλειμμα, πεινούσα και δεν είχα αποφασίσει ακόμα τι να φάω. Σε 10 λεπτά, είχα διακτινιστεί εκεί μαζί με το φωτογράφο μας, τον William για να απαθανατίζει τα πάντα με τη φωτογραφική του ματιά.

Η πρώτη εντύπωση λένε, είναι η πιο σημαντική και κάπου εδώ πρέπει να πω πως φτάνοντας στο Golden Hall αντικρίζεις ένα καταπράσινο σκηνικό που σε προδιαθέτει να χαλαρώσεις τσιμπολογώντας.

Κάνοντας μερικές ερωτήσεις, μαθαίνω παράλληλα πως οι τιμές στην κάθε καντίνα-εστιατόριο έχουν προσαρμοστεί στη νοοτροπία του street food, δηλαδή είναι σαφέστατα χαμηλότερες από αυτές ενός συμβατικού εστιατορίου χωρίς όμως να κάνουν καμία έκπτωση στην ποιότητά τους.

Ενημερώνω τον William ότι το μίνι κοινωνικό μου… πείραμα θα ξεκινήσει από τα Wagamama και παραγγέλνω για… ορεκτικό λίγα california maki και 2 bao buns με μοσχάρι. Παρεμπιπτόντως, τα baos τελευταία ζουν στιγμές δόξας, σαν εκείνες του frozen yogurt πριν από κάτι χρόνια αν θυμάσαι. Μου δίνουν πρώτα τα maki και αρχίζω επί τόπου το τσιμπολόγημα. Πώς φαίνεται η επιδεξιότητα του ανθρώπου που είχε και στο χωριό του σούσι…!

Για τα baos προτίμησα να κάτσω να ξαποστάσω.

«Όχι William, δικά μου είναι!»

Επόμενη στάση, στο La Pasteria για πίτσα.

Χαμογελάω στην πίτσα, μου χαμογελάει κι αυτή. «Pizza understands», λένε οι φίλοι μας οι Βρετανοί. Κι ας μην έχουν δοκιμάσει αυτήν του La Pasteria.

«Θα φας κι άλλο;», λέει ο William ενόσω τον τραβολογάω ως το Pastis Brasserie. Στην Ελλάδα είμαστε, αμαρτία κι από το θεό να μη φάμε λίγο γύρο του, εξηγώ. «Να ορίστε, θα πάρω και ένα σουβλάκι σολομό και σαλάτα για να μη λες!», τον καθησυχάζω (#νοτ). Η Μυρσίνη στο service με υποστηρίζει στο μεταξύ.

 

Ώρα για burger από τα TGI Friday’s.

Χώρος υπάρχει και για μερικούς κεφτέδες. Και για κοτομπουκές εννοείται, από το Πρυτανείον Gold.

Να ορίστε, μέχρι κι ο κεφτές συμφωνεί μαζί μου.

Παρότι ο William με διαβεβαίωσε ότι οι τηγανητές τους πατάτες είναι «όνειρο», για μένα ο μόνος τρόπος για να τις φάω (ναι, δεν τις τρώω γενικά) είναι να τις «σφηνώσω» μέσα σε ένα hot dog. Όπως έκανα σε αυτό το λαχταριστό που πήρα από το Danesi Coffee House, μαζί με ένα δροσερό Aperol Spritz.  Άλλο πράγμα!

Άκου με που σου λέω…

Πάντα υπάρχει χώρος για γλυκάκι έλεγε η γιαγιά μου που έφτιαχνε τέλειες πίτες…

Στο μεταξύ, αν δοκίμαζε αυτή που κρατάω, αλλά και το ρυζόγαλο από το Τυροκομείο Κωσταρέλου που χρησιμοποιεί δικά του προϊόντα, μάλλον θα τους ζητούσε και τη συνταγή!

Τα «Σταμάτα επιτέλους, θα σκάσεις και δεν πρόκειται να σε κουβαλήσω», του William δε με αποθάρρυναν καθόλου από το παγωτό του Hans & Gretel. «Το παγωτό είναι ιδέα», του απαντάω.

Θέλεις να μάθεις πώς είσαι όταν τρως ασταμάτητα όπως έκανα εγώ; «Καλά να πάθεις», ακούω τον William να μουρμουράει. Η αλήθεια είναι αυτή:

Και σκέψου, δε δοκίμασα ούτε τα μισά από όσα μπορείς να βρεις στο Taste Garden του Golden Hall. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν το έκαναν άλλοι στη θέση μου!

Όσο για το πόσο street food μπορείς να καταναλώσεις μέσα σε ένα απόγευμα, στη δική μου περίπτωση και έχοντας επισκεφθεί 7 εστιατόρια, είναι τόσο ώστε να μη μπορώ να κουνηθώ. Και υποψιάζομαι ότι το ίδιο θα πάθω όταν ξαναπάω γιατί δεν το μετανιώνω ούτε στιγμή.

Τι ισχύει για σένα, καλύτερα να το διαπιστώσεις μόνος ή με παρέα περνώντας μία βόλτα από το Taste Garden του Golden Hall. Thank me later.

 

 

Φωτογραφίες: William Faithful

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below