Πίσω από τη Γιορτή της Μητέρας, χάρη στην οποία το διαδίκτυο πλημμύρισε χτες με αφιερώσεις και τα σπίτια με λουλούδια, υπάρχει μια γυναίκα από τις ΗΠΑ, η Anna Jarvis (1864-1948), η οποία θέσπισε αυτή την ημέρα πριν από πάνω από έναν αιώνα.
Ήταν ένα από τα 13 παιδιά της οικογένειας, μόνο τέσσερα εκ των οποίων κατάφεραν να ενηλικιωθούν και μόνο ένα να κάνει δικά του παιδιά, ο μεγαλύτερος αδερφός της Anna.
Ήταν ένα από τα 13 παιδιά της οικογένειας, μόνο τέσσερα εκ των οποίων κατάφεραν να ενηλικιωθούν και μόνο ένα να κάνει δικά του παιδιά, ο μεγαλύτερος αδερφός της Anna.
Ωστόσο σύμφωνα με ένα αφιέρωμα του BBC όταν μια γυναίκα, η Elisabeth Zetland, αποφάσισε πρόσφατα να αναζητήσει τους συγγενείς της μέσα από το MyHeritage, και βρήκε την Elizabeth Burr, απόγονο της Jarvis, διαπίστωσε έκπληκτη ότι οι απόγονοί της δεν γιόρταζαν τη Γιορτή που εκείνη είχε δημιουργήσει. Ο λόγος; Η Anna θεωρούσε ότι ο τρόπος με τον οποίο είχε εξελιχθεί και εμπορευματοποιηθεί η Γιορτή της Μητέρας δεν εξέφραζε τους αρχικούς σκοπούς δημιουργίας της.
Η Anna Jarvis, στην πραγματικότητα, είχε οραματιστεί εκείνη την ημέρα ως μια τιμητική καμπάνια προς όλες στις μητέρες όπως ήταν η δική της, Ann Reeves Jarvis. Μια καμπάνια αναγνώρισης της σκληρής δουλειάς τους, να μεγαλώσουν και να φροντίσουν τα παιδιά τους.
Με τον παραπάνω αρχικό σκοπό η Jarvis η πρεσβύτερη είχε δημιουργήσει λέσχες στην τοπική ενορία, ήδη από το 1858, με τις οποίες υποστήριζε τις μαμάδες για την καταπολέμηση των υψηλών ποσοστών βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας, κυρίως εξαιτίας των ασθενειών που θέριζαν τη Δυτική Βιρτζίνια όπου ζούσαν. Σε εκείνες τις λέσχες οι μητέρες μάθαιναν βασικούς κανόνες υγιεινής, όπως τη σημασία του να βράζουν το πόσιμο νερό. Οι διοργανωτές τους παρείχαν, επιπλέον, φάρμακα και άλλες προμήθειες σε οικογένειες με ασθενείς και, όταν το έκριναν απαραίτητο, τις έβαζαν σε καραντίνα για να αποφύγουν την εξάπλωση μιας πανδημίας.
Η Jarvis η πρεσβύτερη είχε δημιουργήσει λέσχες στην τοπική ενορία, ήδη από το 1858, με τις οποίες υποστήριζε τις μαμάδες για την καταπολέμηση των υψηλών ποσοστών βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας, κυρίως εξαιτίας των ασθενειών που θέριζαν τη Δυτική Βιρτζίνια όπου ζούσαν.
Η ίδια η Ann Reeves Jarvis έχασε εννέα παιδιά, τα πέντε στη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφύλιου Πολέμου (1861-1865), πιθανότατα από ασθένειες.
Λίγο πριν από τον δικό της θάνατο το 1905, με τα τέσσερα παιδιά που είχαν επιβιώσει στο πλάι της, η κόρη της, Anna, της υποσχέθηκε να εκπληρώσει το όνειρό της για μια ημέρα που θα τιμούσε τις μαμάδες. Η Anna προσέγγισε τη γιορτή από την οπτική της αφοσιωμένης κόρης, με το σλόγκαν: «Για την καλύτερη μητέρα που έζησε ποτέ – τη δική σου». Με αυτό το μήνυμα θα μπορούσαν να ταυτιστούν όλοι.
Η πρώτη Γιορτή της Μητέρας γιορτάστηκε τρία χρόνια μετά, το 1908. Η δεύτερη Κυριακή του Μαΐου επιλέχθηκε από την Anna ώστε να είναι κοντά στην επέτειο του θανάτου της μητέρας της (9 Μαΐου). Μέχρι το 1914 είχε ανακηρυχθεί σε εθνική γιορτή από τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Woodrow Wilson.
Ωστόσο η εμπορική εκμετάλλευσή της, από ανθοπωλεία (την πρώτη χρονιά, η Anna είχε, απλά, μοιράσει δωρεάν γαρύφαλλα σε μαμάδες), από κατασκευαστές ευχετήριων καρτών και ζαχαροπλαστεία, δεν έβρισκε καθόλου σύμφωνη τη δημιουργό της γιορτής, η οποία μέχρι το 1920 είχε φτάσει σε σημείο να παρακινεί τον κόσμο να μην αγοράζει λουλούδια. Την εξόργιζε, επιπλέον, το γεγονός ότι κάποιες φερόμενες ως φιλανθρωπικές οργανώσεις χρησιμοποιούσαν τη Γιορτή της Μητέρας για να συγκεντρώσουν πόρους για άπορες μητέρες, αλλά τα χρήματα δεν έφταναν ποτέ στα χέρια των τελευταίων.
Ακόμα και πολέμιοι του δικαιώματος της γυναίκας στην ψήφο εργαλειοποίησαν τη Γιορτή της Μητέρας, ισχυριζόμενοι ότι η θέση της γυναίκας είναι στο σπίτι, όπου οι υποχρεώσεις της ως συζύγου και μητέρας δεν της επιτρέπουν να ασχολείται με την πολιτική. Οι σουφραζέτες διαφωνούσαν λέγοντας πως «αν είναι αρκετά καλή για να είναι η μητέρα των παιδιών σου, είναι αρκετά καλή και για να ψηφίζει» και επισημαίνοντας τη σημασία του να έχουν λόγο οι γυναίκες στο μέλλον των παιδιών τους.
Ακόμα και πολέμιοι του δικαιώματος της γυναίκας στην ψήφο εργαλειοποίησαν τη Γιορτή της Μητέρας, ισχυριζόμενοι ότι η θέση της γυναίκας είναι στο σπίτι, όπου οι υποχρεώσεις της ως συζύγου και μητέρας δεν της επιτρέπουν να ασχολείται με την πολιτική.
Η Anna ωστόσο φαίνεται πως απέφυγε να εκμεταλλευτεί με οποιονδήποτε τρόπο τη γιορτή, ακόμα και όταν τα ανθοπωλεία τής πρόσφεραν χρήματα. Με την αδερφή της, Lilian, που είχε προβλήματα όρασης, ζούσαν από το κληροδότημα του πατέρα τους και του αδερφού τους, Claude, ο οποίος είχε επιχείρηση με ταξί και πέθανε από καρδιακή ανακοπή.
Τα λιγοστά χρήματά της τα ξόδεψε σε αγωγές κατά εταιρειών που χρησιμοποιούσαν, καταχρηστικά όπως ισχυριζόταν, την ονομασία «Mothers’ Day». Μέχρι το 1944, σύμφωνα με ένα άρθρο της εποχής (Newsweek), είχε 33 εκκρεμείς αγωγές. Τότε όμως ήδη ήταν 80 ετών και ζούσε σχεδόν τυφλή, κωφή και άπορη σε ένα σανατόριο. Φήμες ότι εταιρείες λουλουδιών και ευχετήριων καρτών πλήρωναν μυστικά για την περίθαλψή της δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Είναι όμως ξεκάθαρο το ποιος νίκησε σε αυτή τη μάχη.