Η μεγαλύτερη επιστημονική ανασκόπηση παγκοσμίως καταγράφει ότι η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων (Ultra-Processed Foods – UPF) αποτελεί σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία και την ευημερία των κοινωνιών.
Τα UPF αντικαθιστούν με ταχύτατο ρυθμό τα φρέσκα τρόφιμα στη διατροφή παιδιών και ενηλίκων σε όλο τον κόσμο και συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για περισσότερες από δώδεκα σοβαρές παθήσεις, όπως παχυσαρκία, διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακά νοσήματα και κατάθλιψη.
«Η συνεχής άνοδος στην κατανάλωσή τους αποδίδεται σε εταιρείες που καθοδηγούνται από το κέρδος και εφαρμόζουν επιθετικές στρατηγικές μάρκετινγκ, επηρεάζουν τη δημόσια συζήτηση και συχνά αντιστέκονται σε ρυθμιστικά μέτρα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ανασκόπησης», αναφέρει σε ρεπορτάζ του ο Guardian.
Τα ευρήματα, τα οποία παρουσιάζονται σε τρεις μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο The Lancet, έρχονται σε μια περίοδο όπου εκατομμύρια άνθρωποι καταναλώνουν ολοένα και περισσότερα υπερ-επεξεργασμένα προϊόντα, όπως έτοιμα γεύματα, δημητριακά, μπάρες πρωτεΐνης, αναψυκτικά και fast food.
Στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, πάνω από το 50% της μέσης ημερήσιας διατροφής αποτελείται πλέον από υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα, ενώ για πολλούς, ιδίως νεότερους, οικονομικά ασθενέστερους ή όσους ζουν σε μειονεκτικές περιοχές, το ποσοστό αυτό φτάνει μέχρι και το 80%.
Τι έδειξε η έρευνα
Η ομάδα των 43 κορυφαίων επιστημόνων που συμμετείχαν στην αξιολόγηση των δεδομένων διαπίστωσε ότι η υψηλή κατανάλωση UPF σχετίζεται με υπερφαγία, κακή θρεπτική ποιότητα και μεγαλύτερη έκθεση σε χημικά και πρόσθετα.
Σε μια συστηματική ανασκόπηση 104 μακροχρόνιων μελετών, οι 92 έδειξαν αυξημένο κίνδυνο για μία ή περισσότερες χρόνιες νόσους, καθώς και αυξημένη θνησιμότητα από κάθε αιτία.
View this post on Instagram
Ο καθηγητής δημόσιας υγείας Carlos Monteiro, από το Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο και ένας από τους συγγραφείς της σειράς, τόνισε ότι τα στοιχεία καταδεικνύουν την ανάγκη άμεσης δράσης:
«Η πρώτη μελέτη στη σειρά του Lancet δείχνει ότι οι υπερ-επεξεργασμένες τροφές βλάπτουν κάθε βασικό όργανο του ανθρώπινου σώματος. Τα δεδομένα υποδηλώνουν έντονα ότι ο άνθρωπος δεν είναι βιολογικά προσαρμοσμένος να τις καταναλώνει».
Ο καθηγητής και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν το σύστημα ταξινόμησης NOVA, το οποίο κατηγοριοποιεί τα τρόφιμα ανάλογα με τον βαθμό επεξεργασίας, από τα ελάχιστα επεξεργασμένα έως την κατηγορία 4, όπου ανήκουν τα υπερπεξεργασμένα τρόφιμα.
Τα τρόφιμα αυτά είναι βιομηχανικά παραγόμενα και συχνά περιέχουν τεχνητές γεύσεις, γαλακτωματοποιητές και χρωστικές. Περιλαμβάνουν αναψυκτικά, συσκευασμένα σνακ και άλλα προϊόντα υψηλής νοστιμιάς, πλούσια σε θερμίδες αλλά φτωχά σε θρεπτική αξία. Παράλληλα, σχεδιάζονται με τρόπο που υποκαθιστά τα φρέσκα τρόφιμα και τα παραδοσιακά γεύματα, μεγιστοποιώντας τα κέρδη των εταιρειών.

Επιφυλάξεις και ανάγκη για περισσότερη έρευνα
Κριτικοί επισημαίνουν ότι η συγκεκριμένη κατηγορία τροφίμων είναι ασαφής και ότι τα υπάρχοντα μέτρα για μείωση της ζάχαρης και του αλατιού επαρκούν. Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν τις επιστημονικές ενστάσεις, όπως την απουσία μακροχρόνιων κλινικών δοκιμών και την ανάγκη καλύτερης κατανόησης των μηχανισμών, αλλά επισημαίνουν ότι η δράση δεν πρέπει να καθυστερήσει.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Προτάσεις αντιμετώπισης
Το δεύτερο άρθρο της σειράς προτείνει μέτρα για τον περιορισμό της παραγωγής, της προώθησης και της κατανάλωσης UPF. Αν και ορισμένες χώρες έχουν ήδη εφαρμόσει παρεμβάσεις, η παγκόσμια αντίδραση βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αντίστοιχο με τα πρώτα χρόνια των αντικαπνιστικών πολιτικών.
Το τρίτο άρθρο καταλήγει στο ότι η άνοδος των UPF δεν οφείλεται σε ατομικές επιλογές, αλλά σε εταιρικές πρακτικές μεγάλης κλίμακας. Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι η βασική δυσκολία εφαρμογής δημόσιων πολιτικών είναι οι συντονισμένες παρεμβάσεις των εταιρειών για αποδυνάμωση ή καθυστέρηση των ρυθμιστικών μέτρων.
Ο καθηγητής Barry Popkin, από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, πρότεινε να ενσωματωθούν στις ετικέτες τροφίμων ειδικοί δείκτες που σχετίζονται με UPF, δίπλα στα επίπεδα κορεσμένων λιπαρών, ζάχαρης και αλατιού, ώστε να ενισχυθεί η ενημέρωση και η προστασία του καταναλωτή.
Οι συγγραφείς επίσης εισηγούνται αυστηρότερους περιορισμούς στη διαφήμιση, ιδίως προς τα παιδιά, απαγόρευση κατανάλωσης υπερεπεξεργασμένων τροφίμων σε σχολεία και νοσοκομεία και περιορισμό της διάθεσής τους σε σούπερ μάρκετ.
Ένα θετικό παράδειγμα είναι το εθνικό πρόγραμμα σχολικών γευμάτων στη Βραζιλία, το οποίο έχει καταργήσει σχεδόν πλήρως τα UPF και μέχρι το 2026 θα απαιτεί το 90% των σχολικών γευμάτων να αποτελείται από φρέσκες ή ελάχιστα επεξεργασμένες τροφές.
Πάντως, ανεξάρτητοι επιστήμονες, αν και χαιρετίζουν τη μεγάλη ανασκόπηση, ζητούν περισσότερη έρευνα, επισημαίνοντας ότι η συσχέτιση με προβλήματα υγείας δεν σημαίνει απαραίτητα και αιτιώδη σχέση.



