Ήταν καλοκαίρι του 1987, όταν η Ελλάδα σήκωνε το πρώτο της Eurobasket και ο Patrick Swayze – εντέλει – την Jennifer Grey, σε έναν χορό που έμελλε να μείνει για πάντα στην κινηματογραφική ιστορία, τόσο για τη χορογραφία του, όσο και για την ιστορία πίσω από αυτόν και, φυσικά, το τραγούδι του.

Η ταινία Dirty Dancing που γράφτηκε από την Eleanor Bergstein βασίζεται εν μέρει στη δική της ζωή, καθώς όταν ήταν μικρή, κατά τη διάρκεια των οικογενειακών διακοπών τους στα Βουνά Catskill, η ίδια περνούσε την ώρα της χορεύοντας, κυρίως mambo, που ήταν και της μόδας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ίδια ασχολήθηκε με το χορό και στο κολέγιο, και, αργότερα, με αφορμή ένα άλλο σενάριο και μία ερωτική σκηνή με χορό, αποφάσισε να γράψει το Dirty Dancing.

Η ταινία, την οποία σκηνοθέτησε o Emile Ardolino (Sister Act), προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1987 και έκανε πρεμιέρα στις ΗΠΑ στις 21 Αυγούστου του 1987. Ήταν η πρώτη ταινία που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα σε βιντεοκασέτες – και δικαίως, αν αναλογιστούμε εκτός από το ποιοι πρωταγωνίστησαν, και την ίδια την υπόθεση. Η 17χρονη «Baby» κάνει διακοπές με τους γονείς της σε ένα resort στα Catskills, όπου γνωρίζει τον Johnny Castle, έναν καθηγητή χορού, με τον οποίο, όπως θα τα φέρει η μοίρα, θα κάνουν μαζί ένα χορευτικό νούμερο. Φυσικά η Baby έχει δαγκώσει τη λαμαρίνα με τον Johnny – όπως εκατομμύρια άνθρωποι το 1980 με τον Patrick Swayze – και οι ζωές τους περιπλέκονται με τρόπους που δε μπορούσαν να φανταστούν.Το Dirty Dancing, πέρα από το ειδύλλιο ανάμεσα στους πρωταγωνιστές, δίνει ιδιαίτερη έμφαση και σε πράγματα όπως η επιμονή, οι επιλογές που κάνουμε στη ζωή και οι πραγματικοί λόγοι πίσω από αυτές, η ελευθερία του να ζούμε όπως θέλουμε, χωρίς να κάνουμε δύσκολη τη ζωή στους υπόλοιπους ανθρώπους. Ένα πράγμα, όμως, είναι αυτό που μας εξιτάρει ακόμα τόσο πολύ σε αυτή την ταινία: η ανεμελιά της εποχής όπου διαδραματίζεται, την οποία είχαμε κάπως μπλέξει στο μυαλό μας με την εποχή που την παρακολουθήσαμε, αλλά αυτό δεν έχει τόση σημασία. Ο ρυθμός της και το τραγούδι της, από τους Bill Medley και Jennifer Warnes, που κέρδισε Όσκαρ. Grammy και Χρυσή Σφαίρα και γέμιζε από την πρώτη ακρόαση τα πνευμόνια μας με τον σπαρακτικά αληθινό στίχο «I’ve had the time of my life», σε μία κορύφωση που μας συνέπαιρνε χωρίς να καταλαβαίνουμε τον τρόπο, άφησαν για πάντα το στίγμα τους στην παιδική κι εφηβική μας ηλικία.

Είναι μια ακολουθία από εικόνες, συναισθήματα και ήχους που μας θυμίζουν ότι «κανείς δε μπορεί να μας βάλει στη γωνία» αν δεν πούμε το ναι εμείς, καθώς και ότι η ζωή είναι μία και πρέπει να τη ζούμε κάνοντας αυτά που αγαπάμε με αυτούς που μας αρέσουν. Μοιάζει απλό, αλλά δεν είναι καθόλου.

Ο ξαφνικός θάνατος του Swayze το 2009 από καρκίνο στο πάγκρεας μάς θύμισε ξανά τα παραπάνω. Η Jennifer Grey, 63 ετών σήμερα, ετοιμάζεται να ξαναζήσει την καλύτερη στιγμή της ζωής της, καθώς θα πρωταγωνιστήσει στο sequel της ταινίας, που θα κυκλοφορήσει το 2025, ξανά ως Frances «Baby» Houseman, ενώ όπως είχε αναφέρει και η ίδια πέρυσι τον Δεκέμβριο, μαζί της θα επιστρέψουν και άλλα μέλη του καστ. Η νέα ταινία θα έχει παραπλήσια υπόθεση με την original, κι ελπίζουμε πως από αυτήν θα λείπει «μόνο» ο Johnny. Για την ακρίβεια, ο Johnny δεν θα λείπει ποτέ, αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία για μία άλλη ταινία. Στο μεταξύ, ας κρατήσουμε τους στίχους από το τραγούδι κι ας φροντίσουμε να περνάμε όσο συχνά μπορούμε «τις καλύτερες στιγμές της ζωής μας».

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below