Το μυθιστόρημα «Η μικρή λέξη αγάπη» (εκδ. Πατάκη) διαβάζεται απνευστί μέσα σε λίγες ώρες, αφού για ακόμα μία φορά ο Αύγουστος Κορτώ υπογράφει ένα λογοτεχνικό έργο ευανάγνωστο αλλά όχι εύπεπτο, που θίγει το θέμα της έμφυλης και οικογενειακής βίας χτίζοντας, σελίδα σελίδα, τον εφιαλτικό μικρόκοσμο ενός σπιτιού της ελληνικής επαρχίας όπου μητέρα και παιδιά υποφέρουν από τον κακοποιητικό πατέρα. Κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια, η κόρη, Μάντια, που στην προσπάθειά της να δραπετεύσει καταλήγει στα χέρια ενός νέου βασανιστή, καλά κρυμμένου πίσω από έναν έρωτα. Και κάπως έτσι η ιστορία επαναλαμβάνεται.

Στην εποχή που οι κλειστές πόρτες έχουν αρχίσει να ανοίγουν μαζί με τα στόματα των θυμάτων και που το #metoo έχει φέρει το θέμα της κακοποίησης στον δημόσιο διάλογο, ενώ μέχρι πριν από λίγα χρόνια τέτοια περιστατικά περιορίζονταν στο άτολμο, έως και θρασύδειλο, κουτσομπολιό της γειτονιάς, εύλογα επιλέχθηκε αυτό το βιβλίο να μεταφερθεί στο Από Κοινού Θέατρο, στην ομώνυμη παράσταση σε διασκευή και σκηνοθεσία Νάντιας Δαλκυριάδου, με τις Αγγελική Ξένου και Βασιλική Κούλη στην ερμηνεία. Με αυτή την αφορμή ο Αύγουστος Κορτώ και η Αγγελική Ξένου μίλησαν στο Marie Claire για την ενδοοικογενειακή βία αλλά και την τέχνη – τη δύναμη και τις προκλήσεις της.

Αν η Μάντια δεν είχε γεννηθεί σε κωμόπολη της επαρχίας αλλά στο κέντρο της Αθήνας μπορεί να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά τα πράγματα για εκείνη; Ποιες παθογένειες της επαρχίας, ειδικότερα, την καθιστούν «ιδανική» για μια τέτοια ιστορία;

Αύγουστος Κορτώ: «Η επαρχία μπορεί να γίνει πνιγηρή εξαιτίας της προσκόλλησης στα ήθη και τις παραδόσεις αλλά και εξαιτίας της τάσης των ανθρώπων ενός μικρού τόπου να καταγίνονται με τη ζωή των άλλων, να επεμβαίνουν, να επιβάλλουν αυθαίρετες αρχές. Η ζωή σε μια επαρχιακή κωμόπολη είναι ζόρικη για πάρα πολλούς λόγους – αρκεί να σκεφτεί κανείς τον οικονομικό μαρασμό της περιφέρειας – και η τυραννική κυριαρχία των πατριαρχικών δομών της κοινωνίας και της οικογένειας είναι ένας απ’ αυτούς. Ωστόσο, δυστυχώς, ένας μεγάλος όγκος εγκλημάτων έμφυλης βίας καταγράφεται και στα μεγάλα αστικά κέντρα».

«Η επαρχία μπορεί να γίνει πνιγηρή εξαιτίας της προσκόλλησης στα ήθη και τις παραδόσεις αλλά και εξαιτίας της τάσης των ανθρώπων ενός μικρού τόπου να καταγίνονται με τη ζωή των άλλων, να επεμβαίνουν, να επιβάλλουν αυθαίρετες αρχές».

Αγγελική Ξένου: «Ίσως η ιστορία της Μάντιας να ήταν διαφορετική αν είχε γεννηθεί σε κέντρο μεγάλης πόλης αλλά όπως λέει η ίδια στο βιβλίο “με το άμα και το ίσως ο στραβός δε γίνεται ίσος”. Πιστεύω πως οι παθογένειες υπάρχουν παντού και έχουν να κάνουν με ένα σύστημα που είναι από την πηγή του σάπιο γιατί στηρίζεται στην εκμετάλλευση, την ιδιοκτησία, τους διαχωρισμούς και την επιβολή της εξουσίας του ισχυρότερου στον ασθενέστερο με κάθε μέσο. Και είναι αυτό το σύστημα υπαίτιο για όλες τις μορφές βίας, στο τελευταίο δε στάδιό του “δημιουργεί” ολέθριους παγκόσμιους πολέμους…».

Αν δεν βρεθεί κάποιος να μας προστατεύσει στην ευάλωτη παιδική ηλικία μας, τι χρειάζεται για να ξεκινήσει η προσπάθειά μας, μεγαλώνοντας, να ξεφύγουμε από τα μοτίβα ενδοοικογενειακής βίας, να κατανοήσουμε ότι η αγάπη δεν είναι κακοποίηση, ότι η κακοποίηση δεν είναι αγάπη;

Α. Κ.: «Έχω γνωρίσει παιδιά – σημερινούς τριαντάρηδες – που αγαπήθηκαν και προφυλάχθηκαν απ’ τις κακοποιημένες τους μητέρες συστηματικά – χάρη στις θυσίες τους, θα έλεγε κανείς, γλίτωσαν απ’ τον φαύλο κύκλο. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά: ο γιος του κακοποιητικού πατέρα τρέμει την ταύτιση σαν ζοφερό κισμέτ, κι η κόρη τρέμει την ασυναίσθητη μετάλλαξή της σε θύμα. Κι αν δεχτούμε το φροϋδικό αξίωμα – ότι όλες οι νευρώσεις μας, όλες οι διαταραχές της ψυχικής σφαίρας πηγάζουν από ανεπεξέργαστα τραύματα των τρυφερών μας χρόνων – τα παιδιά αυτά έχουν σκληρό δρόμο μπροστά τους».

«Ο γιος του κακοποιητικού πατέρα τρέμει την ταύτιση σαν ζοφερό κισμέτ, κι η κόρη τρέμει την ασυναίσθητη μετάλλαξή της σε θύμα».

Α. Ξ.: «Να υπάρχει το κατάλληλο κοινωνικό περιβάλλον που να εμπνέει ασφάλεια και εμπιστοσύνη στα παιδιά να επικοινωνούν τα προβλήματά τους. Να έχουν τη δυνατότητα να απευθύνονται σε ανθρώπους που μπορούν να τα βοηθήσουν ουσιαστικά. Υπό κανονικές συνθήκες σε όλα τα σχολεία θα έπρεπε να υπάρχουν τέτοιες δομές με εξειδικευμένο προσωπικό (κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους κ.λπ.). Το κυριότερο όμως είναι πως ως κοινωνία πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση απέναντι σε οποιαδήποτε κακοποιητική συμπεριφορά. Με τη στάση μας να δηλώνουμε πως είμαστε δίπλα σε όποιον έχει υποστεί βία, ώστε να μην αισθάνεται κοινωνικό αποκλεισμό και αδιέξοδο… Στο χέρι μας είναι να ανοίξουμε τον δρόμο για τις κοινωνίες αγάπης που θα είναι απαλλαγμένες από τις σάπιες αξίες της φιλαυτίας, της ιδιοτέλειας και της εγωπάθειας».

Σε συζήτησή μου με κακοποιημένες μητέρες, αντιλαμβάνομαι ότι κουβαλούν και το βάρος των ενοχών προς τα παιδιά τους: επειδή, για παράδειγμα, δεν κατάφεραν να τα προστατεύσουν από τραυματικές εμπειρίες ή τους μετέφεραν άθελά τους το λανθασμένο μήνυμα ότι η βία είναι μια οικογενειακή κανονικότητα. Τι θα λέγατε σε αυτές τις γυναίκες για να ελαφρύνετε το φορτίο τους; Τι θα λέγατε στη μάνα της Μάντιας;

Α. Κ.: «Όταν σού έχουν κλέψει τον αυτοπροσδιορισμό, τη θεμελιώδη ανθρώπινη ελευθερία, είναι σχεδόν αδύνατον να υπερβείς το καθημερινό τραύμα και να πλάσεις έναν ρόδινο κόσμο για τα παιδιά σου. Αν υποθέσουμε ότι ζεις στο κελί μιας φυλακής, πόσο υπεύθυνη είσαι για το ότι τα σπλάχνα σου βλέπουν τον ουρανό μέσα απ’ τα κάγκελα;».

Α. Ξ.: «Οι κακοποιημένες μητέρες που έφτασαν στο σημείο να συζητούν το βάρος και τις ενοχές τους είναι ήδη σ’ έναν δρόμο συνειδητοποίησης και αντίστασης. Σημαίνει ότι παρά τις τεράστιες δυσκολίες (τον φόβο, τις απειλές, τους κινδύνους) έκαναν το βήμα του απεγκλωβισμού. Στη μητέρα της Μάντιας, τη Δώρα, στο νεαρό καταδιωγμένο πλάσμα που υπήρξε εκμεταλλεύσιμο υλικό, δεν έχω να πω παρά μόνο ένα: Η μεγάλη, βαθιά αγάπη φαίνεται πως δεν είναι αρκετή για να προστατεύσει από την κακοποίηση. Χρειάζεται βαθύτερη συνειδητοποίηση και ψυχική θωράκιση για την αντιμετώπιση του τέρατος».

«Η μεγάλη, βαθιά αγάπη φαίνεται πως δεν είναι αρκετή για να προστατεύσει από την κακοποίηση. Χρειάζεται βαθύτερη συνειδητοποίηση και ψυχική θωράκιση για την αντιμετώπιση του τέρατος».

Πώς μπορεί η τέχνη να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση της βίας και της κακοποίησης;

Α. Κ.: «Η τέχνη είναι το δεκανίκι της πραγματικότητας: μας βοηθά να στεκόμαστε όρθιοι, όταν οι συνθήκες απειλούν να μας γκρεμίσουν. Επιπλέον, μέσω των ταυτίσεων με επινοημένους χαρακτήρες, μας φέρνει πιο κοντά στη ρίζα του προβλήματος απ’ ό, τι ένα ρεπορτάζ στην τηλεόραση. Το λιγότερο – η τέχνη φωνάζει όταν όλοι σωπαίνουν».

Α. Ξ.: «Η τέχνη από μόνη της δεν κάνει την επανάσταση – δυστυχώς – αλλά μπορεί να συμβάλει σταδιακά στη διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης και ίσως αυτό να είναι πιο ωφέλιμο μακροπρόθεσμα. Μέχρι τα έργα μας να γίνουν “ακατανόητα” στις μελλοντικές, απελευθερωμένες κοινωνίες, εμείς συνεχίζουμε να γράφουμε, να συνθέτουμε, να ζωγραφίζουμε, να ερμηνεύουμε, να παίζουμε, να τραγουδάμε για όλα αυτά που πρέπει να εξαφανίσουμε ώστε να ανατείλει ο νέος άνθρωπος».

Και μια ερώτηση προς τον Αύγουστο Κορτώ: Ποια είναι η μεγαλύτερη χαρά σας όταν βρίσκεστε στην πρεμιέρα μιας παράστασης βασισμένης σε βιβλίο σας;

«Είναι τρομερά κολακευτικό και συγκινητικό να βλέπω ένα βιβλίο μου να γίνεται θεατρικό, να αποκτά πνοή, φωνή, κίνηση, ζωντανό πάθος».

Αγγελική, ποια διαδρομή οδήγησε την ομάδα σας στη θεατρική μεταφορά του βιβλίου του «Η μικρή λέξη αγάπη»; Ποιες υπήρξαν οι μεγαλύτερες προκλήσεις αυτής της παράστασης;

«Ως Από Κοινού Θέατρο έχουμε ασχοληθεί και στο παρελθόν με τη θεατροποίηση λογοτεχνικών έργων. Το αριστούργημα του Κορτώ, “Η μικρή λέξη αγάπη”, με την ευαίσθητη γραφή του απαίτησε το “ζωντάνεμά” του στη σκηνή ως ανάγκη ενός ακόμα τρόπου επικοινωνίας με το θεατρόφιλο κοινό. Έτσι απευθυνθήκαμε στη Νάντια Δαλκυριάδου, που ανέλαβε επάξια τη διασκευή και τη σκηνοθεσία. Η πρόκληση είναι πάντοτε, μέσω του θεάτρου, να επικοινωνούμε με επιτυχία τα προβλήματα που απασχολούν σοβαρά τον κοινωνικό περίγυρο και να τα αναδεικνύουμε με τον τρόπο μας. Μέσω της θεατρικής τέχνης μπορεί να συμβάλλουμε, κατά ένα ποσοστό, στην επίλυσή τους».

Info

«Η μικρή λέξη αγάπη», Από Κοινού Θέατρο, Ευπατριδών 4, Γκάζι (μετρό Κεραμεικός). Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Παρασκευή & Σάββατο, 21.00. Πληροφορίες – κρατήσεις: 211 4057249. Τιμές εισιτηρίων: Παρασκευή γενική είσοδος: 12€, Σάββατο 15€ (κανονικό), 10€ (μειωμένο: φοιτ., ανεργ., ΑμΕΑ, ομαδικές κρατήσεις άνω των 10 ατόμων). Ηλεκτρονική προπώληση: more.gr

Συντελεστές παράστασης

Συγγραφέας: Αύγουστος Κορτώ. Διασκευή – σκηνοθεσία: Νάντια Δαλκυριάδου. Ερμηνεία: Αγγελική Ξένου, Βασιλική Κούλη. Μουσική: Οδυσσέας Γκάλλιος. Σκηνικά – κοστούμια: Έλλη Εμπεδοκλή. Κίνηση: Μαρίνα Μαυρογένη. Φωτισμοί: Γιώργος Ζιώγαλας. Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Απατσίδου. Φωτογραφίες: Κώστας και Σοφία Ραυτοπούλου. Σχεδιασμός αφίσας: Κωνσταντίνος Καραγάνης. Υπεύθυνοι επικοινωνίας: Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας (ContAct). Παραγωγή: Από Κοινού Θέατρο.

Κεντρική φωτό Αγγελικής Ξένου: Sofia Raftopoulou.

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below