Οι ειδικές ανάγκες και οι αναπηρίες μπορεί να μην είναι ειδικές ικανότητες αλλά η προσπάθειά μας να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες που τις συνοδεύουν, αλλά και τις προκαταλήψεις, κάποιες φορές μπορεί να έχει περισσότερα μειονεκτήματα παρά πλεονεκτήματα. Αυτό βίωσε ένας δημοσιογράφος και social media manager, ο Oliver-James Campbell, που αφού φόρεσε για χρόνια ακουστικά βαρηκοΐας τελικά αποφάσισε να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς αυτά και σε ένα νέο άρθρο στην Guardian εξηγεί το γιατί.

«Όπως οι περισσότεροι, είχα μια συγκεκριμένη άποψη για το τι είναι ένας “κωφός”. Όταν λοιπόν στα δεκαπέντε μου ήρθε στο σχολείο μια μυστηριώδης γυναίκα, με τράβηξε έξω από ένα μάθημα και μου είπε ότι παράκουγα σε όλη μου τη ζωή, το λιγότερο που μπορώ να πω ήταν ότι ένιωσα μπερδεμένος. Ήταν μια “δασκάλα κωφών” που είχε έρθει όταν ο παιδίατρος την είχε ενημερώσει ότι είχα σοβαρή απώλεια ακοής.

»Έχω κωφούς στην οικογένειά μου -τον αδερφό της γιαγιάς μου και τα παιδιά του- αλλά, όπως πολλοί, απλά νόμιζα ότι είτε είσαι κωφός είτε δεν είσαι. Δεν είχα ιδέα».

Όπως τού εξήγησε λοιπόν εκείνη η δασκάλα, μπορούσε να ακούσει συγκεκριμένους ήχους και φθόγγους αλλά είχε δυσκολίες σε άλλους. Του είπε επίσης ότι μεγάλο μέρος της κατανόησής του οφειλόταν στο γεγονός ότι είχε μάθει να διαβάζει τα χείλη των άλλων.

Άρχισε να παρατηρεί τον εαυτό του και να τον κατακρίνει όποτε παράκουγε κάτι ή δεν το άκουγε καθόλου. Τελικά, οι γιατροί του έδωσαν ακουστικά βαρηκοΐας, τα οποία όμως αποφάσισε, μετά από δύο χρόνια χρήσης, να εγκαταλείψει. Γιατί, όμως;

«Ένας πρακτικός λόγος ήταν ότι με αποσπούσαν οι ήχοι που είχα αρχίσει να ακούω και δεν άκουγα στο παρελθόν. Αντί να βελτιώσουν τη ζωή μου, δεν με άφησαν να συγκεντρωθώ στο παρόν: πλέον μπορούσα να εστιάσω μόνο στον ήχο του γρασιδιού κάτω από τα πόδια μου ή στον ήχο ειδοποίησης του ψυγείου αν άφηνα την πόρτα του ανοιχτή για πάρα πολλή ώρα.

«Αντί να βελτιώσουν τη ζωή μου, δεν με άφησαν να συγκεντρωθώ στο παρόν: πλέον μπορούσα να εστιάσω μόνο στον ήχο του γρασιδιού κάτω από τα πόδια μου ή στον ήχο ειδοποίησης του ψυγείου αν άφηνα την πόρτα του ανοιχτή για πάρα πολλή ώρα».

»Ήθελα επίσης να αποδείξω ότι μπορούσα να πετύχω στη ζωή χωρίς αυτά τα ακουστικά. Σε μεγάλο βαθμό, τα κατάφερα: έχω σύζυγο, σπίτι και ένα σταθερό εισόδημα. Τότε όμως δεν ήταν τίποτα δεδομένο. Είχα καταφέρει να τελειώσω το σχολείο χωρίς βοηθήματα και μπροστά μου είχα τα φοιτητικά χρόνια.

»Και φυσικά, ως έφηβος, ένιωθα αμηχανία. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι είναι αμήχανο το να φοράς ακουστικά βαρηκοΐας, αλλά για μένα, στα δεκαπέντε χρόνια μου, ήταν. Πλέον ξέρω ότι είναι μια απαρχαιωμένη άποψη. Έχασα το τεχνολογικό θαύμα των σύγχρονων βοηθημάτων και το πώς μπορούν να μεταμορφώσουν τη ζωή των ανθρώπων».

Ως έφηβος ένιωθε τόσο αμήχανα, που επέμενε να μη συνεχίσει να τα φοράει ακόμα και όταν, ένα βράδυ, αφού παράκουσε αυτό που του είπε ένας άλλος άντρας έδωσε μια απάντηση ειλικρινή που ο άλλος θεώρησε σαρκαστική και κατέληξαν σε καβγά και στην παρέμβαση της αστυνομίας. «Το να μεγαλώνω με προβλήματα ακοής μου προκαλούσε μεγάλο άγχος στα κλαμπ, τα πάρτι και κοινωνικές περιστάσεις. Η φυσική τάση μου να διαβάζω τα χείλη των άλλων έδινε σε κάποιους την εντύπωση ότι τους κοιτούσα αδιάκριτα».

«Το να μεγαλώνω με προβλήματα ακοής μου προκαλούσε μεγάλο άγχος στα κλαμπ, τα πάρτι και κοινωνικές περιστάσεις. Η φυσική τάση μου να διαβάζω τα χείλη των άλλων έδινε σε κάποιους την εντύπωση ότι τους κοιτούσα αδιάκριτα».

Όπως προσθέτει, η δική του απώλεια ακοής δεν είναι τόσο σοβαρή όσο άλλων– για παράδειγμα, όταν βρίσκεται σε μια συζήτηση τετ-α-τετ, σε ήσυχο χώρο, η επικοινωνία είναι καλή.

«Σήμερα δεν φοράω ακουστικά βαρηκοΐας γιατί ποτέ δεν έμαθα να ζω με αυτά. Κάποιοι συνεχίζουν να με ρωτούν: “Γιατί δεν φοράς ακουστικά βαρηκοΐας;”, ειδικά η γυναίκα μου, που κουράζεται να με ρωτάει το ίδιο πράγμα ξανά, αλλά μέχρι εκεί. Κάθε χρόνο κάνω εξετάσεις να βεβαιωθώ ότι η ακοή μου δεν επιδεινώνεται και κάθε φορά ο γιατρός με ρωτάει αν φοράω τα ακουστικά μου κι εγώ του απαντώ γιατί δεν το κάνω.

»Το γεγονός ότι σταμάτησα να τα φοράω έδειξε ότι μπορούσα να είμαι επιτυχημένος και χωρίς αυτά. Έδειξε ότι κάποιες φορές το καλύτερο είναι αυτό που σου ταιριάζει, ό,τι κι αν λένε οι άλλοι. Αλλά, κυρίως, με βοήθησε να εκτιμήσω τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αναπηρίας – και όχι μόνο της βαρηκοΐας».

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below