Το «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις» (εκδ. ΚΨΜ) μπορεί άνετα να διαβαστεί και ανάποδα. Ξεκινώντας, δηλαδή, από το τρίτο και τελευταίο μέρος του, που συγκεντρώνει δέκα αληθινές μαρτυρίες γυναικών οι οποίες έζησαν, είτε προσωπικά είτε μέσα από τις εμπειρίες αγαπημένων προσώπων, την κακοποίηση.

Η γυναίκα που παραλίγο να στραγγαλιστεί από το δυνάστη της, η γυναίκα που έχασε το μωρό της, τα γεννητικά όργανα και την αναπαραγωγική ικανότητά της μετά τη βία που υπέστη στην εγκυμοσύνη της, η γυναίκα που έγινε αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας της αδερφής της από το σύντροφό της δεν ζουν σε κάποιο μακρινό σύμπαν. Είναι οι γυναίκες της διπλανής πόρτας, που υπήρξαν αρκετά τυχερές ώστε να επιζήσουν και να αφηγηθούν την ιστορία τους στη συγγραφέα του βιβλίου, Τζένη Κριθαρά, δημοσιογράφο με ερευνητικά ενδιαφέροντα που περιλαμβάνουν τα γυναικεία δικαιώματα, την έμφυλη ανισότητα και τους μηχανισμούς αναπαραγωγής στερεοτύπων.

Η ανάγνωση του «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις» (εκδ. ΚΨΜ) μπορεί να ξεκινήσει από τις μαρτυρίες του τρίτου μέρους γιατί αυτές αποτελούν, ουσιαστικά, τις πιο τραγικές εκφάνσεις των προβλημάτων που υποβόσκουν μέχρι σήμερα στην ελληνική κοινωνία και τα οποία αναπτύσσονται στα πρώτα δύο μέρη του βιβλίου. Πατριαρχία, σεξισμός, τοξική αρρενωπότητα, εσωτερικευμένος μισογυνισμός, ενοχοποίηση του θύματος και σεξουαλική αντικειμενικοποίηση είναι συμπεριφορές και στερεότυπα που διαμορφώνουν, φυσιολογικοποιούν και οπλίζουν το χέρι κάθε κακοποιητή.

Για όλα αυτά η συγγραφέας μίλησε στο marieclaire.gr, σε μια συνέντευξη που επιβεβαιώνει ότι το βιβλίο της δεν πρέπει να λείπει από καμία γυναικεία, και όχι μόνο, βιβλιοθήκη.

Ποιο ήταν το βασικό ερέθισμα που σας οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου; Και ποιο κεντρικό μήνυμα θα θέλατε να περάσετε μέσα από το «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις»;

«Νιώθω πως είναι πολύ δύσκολο να είσαι νέα γυναίκα στην Ελλάδα του 2022 και να σε αφήνουν ασυγκίνητη τα ζητήματα της διαιωνιζόμενης έμφυλης ανισότητας, της αυξανόμενης έμφυλης βίας και των πολλαπλασιαζόμενων γυναικοκτονιών. Λόγω της δημοσιογραφικής μου ιδιότητας και των ακαδημαϊκών μου δραστηριοτήτων, έρχομαι καθημερινά σε επαφή με περιστατικά και προβληματισμούς που αφορούν σε αυτά τα θέματα. Τα τελευταία χρόνια τοποθετούμαι δημόσια μέσω των social media για τα έμφυλα προβλήματα όταν κρίνω πως έχω κάτι ουσιαστικό να εισφέρω στο δημόσιο λόγο. Έτσι, έχω την ευκαιρία να επικοινωνώ με πολλές γυναίκες και να ανταλλάσσουμε απόψεις και εμπειρίες.

»Το 2021 ήταν μια “μαύρη” χρονιά για το γυναικείο κίνημα στην χώρα μας, αφού είχαμε τουλάχιστον μία γυναικοκτονία το μήνα. Είναι τραγικό και εξοργιστικό. Νομίζω πως η συσσωρευμένη αγανάκτηση και το βαθύ αίσθημα αδικίας ήταν τα βασικά ερεθίσματα για να ξεκινήσω να γράφω. Η αφορμή, βέβαια, ήταν η πρόταση και η θερμή υποστήριξη του υπεύθυνου των εκδόσεων ΚΨΜ, Βασίλη Γραμμέλη.

»Αν θέλω να περάσω ένα μήνυμα μέσα από το βιβλίο μου, είναι αυτό της ανάγκης για ισοτιμία. Όταν η γυναίκα γίνει επιτέλους δεκτή ως ουσιαστικά ισότιμο μέλος της κοινωνίας, τότε θα εκλείψουν νοσηρά έμφυλα φαινόμενα όπως η βία και η γυναικοκτονία. Δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε και να θεωρούμε πως ζούμε σε μια κοινωνία ίσων όταν υπάρχουν γυναίκες που δολοφονούνται επειδή δεν συμμορφώνονται με κοινωνικές επιταγές ή οικογενειακές προσδοκίες. Δεν ζούμε σε μια κοινωνία ίσων όταν οι γυναίκες δεν αμείβονται όσο οι άνδρες συνάδελφοί τους, όταν επωμίζονται εξ ολοκλήρου τις οικογενειακές υποχρεώσεις ή όταν δεν έχουν την ελευθερία να ντυθούν και να συμπεριφερθούν όπως θέλουν χωρίς να δέχονται προσβλητικές και υποτιμητικές “ταμπέλες”».

«Το 2021 ήταν μια “μαύρη” χρονιά για το γυναικείο κίνημα στην χώρα μας, αφού είχαμε τουλάχιστον μία γυναικοκτονία το μήνα. Είναι τραγικό και εξοργιστικό. Νομίζω πως η συσσωρευμένη αγανάκτηση και το βαθύ αίσθημα αδικίας ήταν τα βασικά ερεθίσματα για να ξεκινήσω να γράφω».

Γιατί η πατριαρχία κυριαρχεί ακόμα στην Ελλάδα; Ποιοι παράγοντες συνεχίζουν να την τροφοδοτούν;

«Η πατριαρχία αποτελεί δομικό συστατικό της ελληνικής κοινωνίας. Είναι το σύστημα εξουσίας πάνω στο οποίο (από κοινού με τον καπιταλισμό) έχουν δομηθεί οι οικογενειακές, κοινωνικές και οικονομικές μας σχέσεις. Τα στερεότυπα που γεννιούνται και διαιωνίζονται στο πλαίσιο της πατριαρχίας πηγαίνουν τόσο πίσω όσο η σύσταση της ελληνικής κοινωνίας. Ως εκ τούτου, θα συνεχίσει να κυριαρχεί όσο δεν αλλάζουμε το σύστημα στο οποίο ζούμε.

»Ο δημόσιος λόγος που χρησιμοποιείται στα ΜΜΕ και την πολιτική, η επικρατούσα κουλτούρα του σεξισμού, η αναπαραγωγή και η εξύψωση αναχρονιστικών προτύπων, καθώς και η έλλειψη κοινωνικής παιδείας είναι οι βασικότεροι από τους (πολλούς) παράγοντες που τροφοδοτούν την πατριαρχία. Μπορεί να ακούγεται γενικόλογο ή ακόμη και ουτοπικό, αλλά στην πραγματικότητα η λύση του προβλήματος έγκειται στην κοινωνική και πολιτική βούληση. Η κοινωνία είμαστε όλοι εμείς. Ο τρόπος που οι γυναίκες έχουμε ξεσηκωθεί τα τελευταία χρόνια και οι αλλαγές που διεκδικούμε είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα».

«Η πατριαρχία αποτελεί δομικό συστατικό της ελληνικής κοινωνίας. Είναι το σύστημα εξουσίας πάνω στο οποίο (από κοινού με τον καπιταλισμό) έχουν δομηθεί οι οικογενειακές, κοινωνικές και οικονομικές μας σχέσεις».

Το ελληνικό #metoo εμψύχωσε και παρακίνησε πολλά θύματα κακοποίησης και παρενόχλησης να μιλήσουν για πρώτη φορά. Ποιες άλλες σημαντικές κατακτήσεις μετρά μέχρι σήμερα το κίνημα;

«Είναι ευτυχές το γεγονός πως το κίνημα #metoo έφτασε και στη χώρα μας – έστω και καθυστερημένα. Είναι, βέβαια, δυστυχές το γεγονός πως έχει περιοριστεί στο Θέατρο, ενώ υπάρχουν τόσοι κοινωνικοί και επαγγελματικοί χώροι βαριάς δυσωδίας. Βλέπουμε, όμως, μπροστά στα μάτια μας πως ακόμη και αυτή η μικρή σπίθα στάθηκε αρκετή για να ανάψει μια ολόκληρη πυρκαγιά. Όλο και περισσότερα θύματα παύουν να φοβούνται και αρχίζουν να μιλούν για το τραύμα τους με στόχο να αποδοθεί δικαιοσύνη και να αποτρέψουν αντίστοιχα εγκλήματα στο μέλλον. Φανταστείτε πόσο σπουδαία πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν αν η πολιτεία έδινε σημασία στην κοινωνική μας παιδεία!

«Το να βουτάμε – επιτέλους – τη γλώσσα μας στο μυαλό μας πριν μιλήσουμε είναι καθοριστικής σημασίας στο δρόμο για τη διεκδίκηση της έμφυλης ισότητας».

»Η απονομή δικαιοσύνης είναι η ύψιστη κατάκτηση του #metoo, όμως για εμένα έχει επιτευχθεί άλλη μία σπουδαία νίκη: παρατηρώ πως στο δημόσιο λόγο έχει υποχωρήσει η κανονικοποίηση του σεξισμού. Μην παρεξηγηθώ! Δεν έχει εξαλειφθεί, ούτε πιστεύω πως αυτή η υποχώρηση είναι συνειδητή. Μάλλον συμβαίνει επειδή οι θιασώτες των σεξιστικών συμπεριφορών έχουν λουφάξει υπό το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής και της τηλεοπτικής αποκαθήλωσης. Το να βουτάμε – επιτέλους – τη γλώσσα μας στο μυαλό μας πριν μιλήσουμε είναι καθοριστικής σημασίας στο δρόμο για τη διεκδίκηση της έμφυλης ισότητας. Οι λέξεις έχουν μεγάλη σημασία και ας μην ξεχνάμε πως μέσω του δημόσιου λόγου που εκφράζεται στα ΜΜΕ και στα social media αναπαράγονται στερεότυπα και συμπεριφορές που επηρεάζουν κόσμο και ιδίως τις νεότερες ηλικίες. Για να είναι διαφορετική η επόμενη μέρα, θα πρέπει οι νέοι άνθρωποι να γαλουχηθούν με νέες ιδέες, νέες αντιλήψεις και νέες συμπεριφορές».

«Αν θέλω να περάσω ένα μήνυμα μέσα από το βιβλίο μου, είναι αυτό της ανάγκης για ισοτιμία. Όταν η γυναίκα γίνει επιτέλους δεκτή ως ουσιαστικά ισότιμο μέλος της κοινωνίας, τότε θα εκλείψουν νοσηρά έμφυλα φαινόμενα όπως η βία και η γυναικοκτονία» λέει η συγγραφέας, Τζένη Κριθαρά.

Γιατί κάποιοι εξακολουθούν απορρίπτουν τον όρο «γυναικοκτονία»;

«Εκείνοι που εναντιώνονται στη χρήση του όρου είναι εκείνοι που νιώθουν πως η ισότητα απειλεί τα κεκτημένα τους. Είναι εκείνοι που στο εξουσιαστικό σύστημα της πατριαρχίας έχουν αναλάβει το ρόλο του καταπιεστή. Υπάρχουν πολλοί που δεν διαφωνούν με τον όρο αυτό καθαυτό, αλλά τον βρίσκουν υπερβολικό ή πολύ… φεμινιστικό. Πρόκειται περί υποκρισίας. Δεν θα σταματήσω να λέω πως τα ειδικά προβλήματα – όπως αυτό της δολοφονίας με έμφυλα κίνητρα – χρειάζονται ειδικούς όρους. Με αυτό τον τρόπο αποσαφηνίζονται και γίνονται ορατά. Αυτό ακριβώς διεκδικούν τα γυναικεία κινήματα ζητώντας τη θεσμοθέτηση του όρου “γυναικοκτονία”. Ο όρος θέτει με σαφήνεια και έμφαση στο δημόσιο λόγο ένα πρόβλημα. Σκοπός είναι να βρεθούν λύσεις για την αντιμετώπισή του και την εξάλειψη των αιτιών που οδηγούν στη γένεσή του. Αν κάποιος ενοχλείται από τον όρο “γυναικοκτονία” και όχι από την ίδια την πράξη, είναι μέρος του προβλήματος».

«Αν κάποιος ενοχλείται από τον όρο “γυναικοκτονία” και όχι από την ίδια την πράξη, είναι μέρος του προβλήματος».

Μετά το αρχικό κύμα υποστήριξης ενός θύματος περιστατικού κακοποίησης που έρχεται στη δημοσιότητα, σχεδόν αναπόφευκτα ακολουθεί το victim blaming. Γιατί, πιστεύετε, συμβαίνει αυτό;

«Η ενοχοποίηση του θύματος είναι απόρροια της πατριαρχίας. Μια γυναίκα γίνεται θύμα σωματικής κακοποίησης, βιασμού ή ακόμη και φόνου και η αυτόματη κοινωνική αντίδραση είναι να αναζητήσει τι έκανε εκείνη λάθος. Ήταν ντυμένη προκλητικά; Μίλησε με τρόπο που η κοινωνία δεν “επιτρέπει” σε μια γυναίκα; Πήρε μια απόφαση κόντρα στα στενά πλαίσια που της αναγνωρίζονται από το κοινωνικό σύνολο; Ή μήπως θέλησε να έχει την ελευθερία και τον έλεγχο του ίδιου της του κορμιού; Οι περιπτώσεις της σεξουαλικής κακοποίησης μέσω εικόνας (της λανθασμένα γνωστής ως “εκδικητικής πορνογραφίας”) είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα. Το σεξ είναι δικαίωμα, απόλαυση ή ακόμη και μαγκιά για τον άντρα, αλλά για την γυναίκα είναι ντροπή και ενοχή. Η κοινωνία συνεχίζει να έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά για άντρες και γυναίκες. Αυτή είναι η ρίζα του victim blaming».

«Η ενοχοποίηση του θύματος είναι απόρροια της πατριαρχίας. Μια γυναίκα γίνεται θύμα σωματικής κακοποίησης, βιασμού ή ακόμη και φόνου και η αυτόματη κοινωνική αντίδραση είναι να αναζητήσει τι έκανε εκείνη λάθος. Ήταν ντυμένη προκλητικά;».

Μπορούμε να φανταστούμε ένα μέλλον χωρίς έμφυλη βία; Ποια είναι τα σημαντικότερα βήματα που πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση, σε προσωπικό ή σε συλλογικό επίπεδο;

«Οραματίζομαι ένα μέλλον χωρίς έμφυλη βία και προς αυτή την κατεύθυνση αγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις. Εύχομαι μέσα από την καρδιά μου το βιβλίο μου να είναι σύντομα παντελώς άχρηστο. Να μην υπάρχουν θύματα έμφυλης βίας να μοιράζονται τις ιστορίες τους, να μη χρειάζονται βιβλία που να καταγράφουν το φαινόμενο, τα αίτια και τις συνέπειές του. Για να γίνει, όμως, αυτό χρειάζεται ο καθένας και η καθεμιά ξεχωριστά να αναγνωρίσει το πρόβλημα και να προσπαθήσει να το διορθώσει αλλάζοντας το σύστημα που το γεννά και το αναπαράγει».

Με αφορμή μερικές από τις μαρτυρίες στο τέλος του βιβλίου σας, πού αποδίδετε την αρνητική στάση που κρατούν κάποιες ελληνικές οικογένειες απέναντι στις γυναίκες που πέφτουν θύματα κακοποίησης; Πώς μπορεί ένας γονιός να στρέφεται εναντίον της κόρης του, αντί να γίνεται σύμμαχος και στήριγμά της;

«Αυτή η αντιμετώπιση προκάλεσε και σε εμένα μεγάλο προβληματισμό κατά την καταγραφή των μαρτυριών. Θεωρούσα – εσφαλμένα – πως όταν ένα μέλος της οικογένειάς σου γίνεται θύμα έμφυλης βίας, τα προσωπικά συναισθήματα υπερβαίνουν αυτομάτως τις κοινωνικές νόρμες. Φαίνεται, όμως, πως τα πατριαρχικά στερεότυπα έχουν εμποτίσει σε τέτοιο βαθμό το θεσμό της οικογένειας, που είναι δύσκολο για ένα γονιό/ σύντροφο/ αδερφό/ συγγενή να αντιμετωπίσει το θύμα έξω από το κοινωνικό πλαίσιο που περιβάλλει την οικογένεια. Ευτυχώς, αυτός δεν είναι ο κανόνας, όπως θα διαπιστώσει κανείς διαβάζοντας το βιβλίο. Καταγράφω, επίσης, στα θετικά το γεγονός πως όσο περνούν τα χρόνια, αυτή η στάση αλλάζει και οι οικογένειες στηρίζουν κατά κανόνα τα θύματα».

«Οραματίζομαι ένα μέλλον χωρίς έμφυλη βία και προς αυτή την κατεύθυνση αγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις. Εύχομαι μέσα από την καρδιά μου το βιβλίο μου να είναι σύντομα παντελώς άχρηστο».

Κάποιες γυναίκες στις μαρτυρίες που παραθέτετε εκφράζουν ενοχές γιατί πιστεύουν ότι δεν κατάφεραν να προστατεύσουν είτε τον εαυτό τους είτε άλλα αγαπημένα πρόσωπα. Τι θα απαντούσατε σε κάθε γυναίκα που κατηγορεί τον εαυτό της για ό,τι συνέβη;

«Δυστυχώς, πρόκειται για ένα πολύ προσωπικό τραύμα, παρά το γεγονός πως τα αίτια του είναι αποκλειστικά κοινωνικά. Πάντοτε όταν έχω μπροστά μου ένα θύμα νιώθω την ανάγκη να του πω ότι δεν φταίει, ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να αυτομαστιγώνεται για ό,τι συνέβη γιατί δεν φέρει καμία απολύτως ευθύνη. Αν, όμως, το ίδιο το θύμα δεν έχει κατακτήσει αυτή την πεποίθηση κανείς δεν μπορεί να το μεταπείσει. Χρειάζεται πολύς χρόνος, πολλή δουλειά με τον εαυτό και τον περίγυρό του και πολλή προσπάθεια για να επανέλθει.

»Αυτό που έχω καταλάβει από την επαφή με θύματα έμφυλης βίας είναι πως κάθε περίπτωση είναι μοναδική και θα πρέπει να ρωτάμε το κάθε άτομο ξεχωριστά τι είναι αυτό που χρειάζεται να του προσφέρουμε. Για παράδειγμα, μετά από μια σεξουαλική κακοποίηση, το θύμα μπορεί να είναι για χρόνια φοβικό στην ανθρώπινη επαφή, ακόμη και σε μια αγκαλιά. Γι’ αυτό πρέπει πάντοτε να σεβόμαστε τα όρια και το τραύμα του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας. Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε ως κοινωνία ένα ασφαλές πλαίσιο για τα θύματα έμφυλης βίας. Η δημιουργία ενός τέτοιου πλαισίου δεν περιορίζεται στην ύπαρξη δομών φιλοξενίας (που κάνουν εξαιρετική δουλειά). Περιλαμβάνει – κυρίως – την οικοδόμηση κοινωνικής ενσυναίσθησης και την εξάλειψη συμπεριφορών για τις οποίες μιλήσαμε ήδη, όπως είναι η αμφισβήτηση ή η ενοχοποίηση του θύματος».

«Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε ως κοινωνία ένα ασφαλές πλαίσιο για τα θύματα έμφυλης βίας. Η δημιουργία του δεν περιορίζεται στην ύπαρξη δομών φιλοξενίας (που κάνουν εξαιρετική δουλειά). Περιλαμβάνει – κυρίως – την οικοδόμηση κοινωνικής ενσυναίσθησης».

Μπορούμε, τελικά, να συμφιλιωθούμε με ένα τόσο τραυματικό γεγονός όσο η κακοποίηση και να συνεχίσουμε, με κάποιον τρόπο, τη ζωή μας; Υπάρχει κάποιο αισιόδοξο μήνυμα που θα μπορούσαμε να αποκομίσουμε από την ιστορία μιας γυναίκας που κατάφερε, τελικά, να δραπετεύσει από μια κακοποιητική σχέση;

«Το αισιόδοξο μήνυμα είναι πως οι γυναίκες έχουμε πλέον πρόσβαση σε περισσότερη γνώση και είμαστε πιο αλληλέγγυες από ποτέ. Είμαστε σε μια διαδικασίας αφύπνισης, αμφισβήτησης και διεκδίκησης και αυτό είναι το πιο σημαντικό και το πιο ελπιδοφόρο στοιχείο από όλα. Το ταξίδι που έχουμε μπροστά μας περνάει μέσα από Συμπληγάδες, όμως τουλάχιστον έχουμε η μία την άλλη. Νομίζω πως η ειλικρινής αγάπη και η αλληλέγγυα προσφορά είναι μια καλή αρχή για τη στήριξη κάθε θύματος κακοποίησης που προσπαθεί να επουλώσει το τραύμα του».

«Το ταξίδι που έχουμε μπροστά μας περνάει μέσα από Συμπληγάδες, όμως τουλάχιστον έχουμε η μία την άλλη».

Έχετε βιώσει προσωπικά οποιοδήποτε είδος έμφυλης βίας; Το αντιληφθήκατε την ώρα που συνέβη ή μεταγενέστερα; Πώς το διαχειριστήκατε;

«Ασφαλώς. Έχω βιώσει αυτές τις… αόρατες μορφές έμφυλης βίας, τις οποίες η ελληνική κοινωνία είχε κανονικοποιήσει τις προηγούμενες δεκαετίες. Μιλώ για το cat calling και για την ψυχολογική και συναισθηματική βία που μπορεί να υφίσταται μiα γυναίκα σε ένα σεξιστικό εργασιακό ή εκπαιδευτικό περιβάλλον. Όταν ήμουν μικρότερη φοβόμουν και αναρωτιόμουν τι είχα κάνει λάθος και τύγχανα τέτοιας αντιμετώπισης. Μεγαλώνοντας, διαβάζοντας και αλληλεπιδρώντας με υπέροχες γυναίκες, κατάλαβα τι συμβαίνει, γιατί συμβαίνει και πώς μπορώ να το σταματήσω. Και προσπαθώ να το μεταλαμπαδεύσω. Νιώθω τυχερή που δεν έχω έρθει αντιμέτωπη με ακραίες μορφές έμφυλης βίας. Πιστέψτε με, είναι θέμα τυχαιότητας. Όταν το κοινωνικό γίγνεσθαι έχει τόσα καρκινώματα, δεν μπορείς να ξέρεις ποια θα είναι η επόμενη Ελένη, η επόμενη Γαρυφαλλιά, η επόμενη Καρολάιν. Γι’ αυτό οφείλουμε να αγωνιζόμαστε όλες για όλες!».

Info

Την Κυριακή 03/04, στις 12.30, το «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις» παρουσιάζεται στον «Κήπο του Μουσείου» (μπροστά στο Αρχαιολογικό Μουσείο, Πατησίων 44, Αθήνα). Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι: Κατερίνα Σεργίδου, ακτιβίστρια-ερευνήτρια σπουδών Φύλου και Φεμινισμού, η Χαρά Χιόνη Χότουμαν, δικηγόρος Κέντρου Διοτίμα, διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου Νομικής Αθηνών, και η συγγραφέας του. Συντονίζει η Άρια Δάγλα, senior PR Account manager στην Action Global Communications.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below