H ίδια δεν ξέχασε ποτέ εκείνο τον αγωνιώδη περίπατο εν έτει 1947 από την 1η μέχρι την 6η Λεωφόρο του Μανχάταν. Η Μαρίκα Γιαννούκου, το τρίτο επίσημο κρούσμα πολιομυελίτιδας εν Ελλάδι, είναι μόλις 17 ετών. Εχει φύγει από το ιατρείο του γιατρού της, του εξέχοντος Ελληνα ορθοπεδικού Λεωνίδα Λαντζούνη εκ Μεσσηνίας, που της πρότεινε να κάνει μια δεύτερη εγχείρηση.

Πρόκειται για μια πρωτοποριακή επέμβαση – μόλις επτά άνθρωποι έχουν υποβληθεί σε αυτήν στην Αμερική. Περπατάει θολωμένη, αψηφώντας τα φανάρια στις διασταυρώσεις. Στο τέλος του περιπάτου έχει πάρει την απόφασή της.

Νέα Υόρκη, τέλη δεκαετίας του 1940. Η 17χρονη Μαρίκα Γιαννούκου χαμογελά παρά τις επώδυνες εγχειρήσεις από τις οποίες αναρρώνει και τον βαρύ γύψο κάτω από το ελαφρύ ανοιξιάτικο φόρεμα.

Σημειωτέον ότι η επιδημία της πολιομυελίτιδας που ξέσπασε το 1916 προτιμούσε τα παιδιά και δεν είχε να επιδείξει κάποιο success story ταχύτατου εμβολίου (θα χρειαστούν 39 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το 1955, για να κάνει ο δρ Τζόνας Σολκ το θαύμα του). Ο δε τότε υγειονομικός επίτροπος της Νέας Υόρκης, Χέιβεν Εμερσον, γιος ανιψιού του κορυφαίου ποιητή Ραλφ Γουάλντο Εμερσον, θα επιβάλει από νωρίς μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης. Ολα τα παιδιά κάτω των 16 ετών πρέπει να αποφεύγουν τα μέρη με συνωστισμό, μεταξύ άλλων και τους κινηματογράφους.

Η πρωτοποριακή επέμβαση εστέφθη με επιτυχία, αλλά σήμανε άλλους πέντε μήνες «στον γύψο», δηλαδή σε απόλυτη ακινησία στο κρεβάτι, με το βλέμμα καρφωμένο στο ταβάνι. Είχαν προηγηθεί άλλοι έξι τέτοιοι μαρτυρικοί μήνες στο Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης μετά την πρώτη επέμβαση. Η δεσποινίς Γιαννούκου, χαϊδεμένη γόνος ευκατάστατης αστικής οικογένειας της Αθήνας και λάτρης του χορού -τρελαίνεται για μπαλέτο αλλά και σάμπα, ρούμπα, κλακέτες!-, κουβαλά τον σταυρό της ήδη από τα 9 της χρόνια.

Η Ντόρα, η Αλεξάνδρα, και η Κατερίνα Μητσοτάκη σε κάποια εκδρομή με τη Μαρίκα και την αγαπημένη “Νάνε”, την γκουβερνάντα των παιδιών.

Τον κουβαλά όχι ακριβώς στωικά. Αλλά με πείσμα και τσαμπουκά. Οταν η μητέρα της Νονίκα, κοκέτα της εποχής, την αποτρέπει να εμπλουτίζει την γκαρνταρόμπα της με εξώπλατα φορέματα -για να μη φαίνεται η ευμεγέθης ουλή στην πλάτη της-, εκείνη επιμένει προκλητικά να τα φοράει.
Είναι ο «Κοπέρνικος», έτσι θα την αποκαλεί αργότερα ο σύζυγός της, ο μετέπειτα πρωθυπουργός της χώρας και πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Είναι εκείνη που παρά τις διάφορες δυσοίωνες προφητείες των γιατρών («Δεν θα περπατήσεις», «Δεν θα κάνεις παιδιά» κ.ο.κ.) θα γίνει η συγκολλητική ουσία μιας πολυμελούς και επιδραστικής πολιτικής δυναστείας.

Με τον σύζυγό της θα συναντηθεί μέσα σε ένα ασανσέρ στο ΝΙΜΤΣ, όπου η ίδια έχει πάει για να επισκεφτεί μια φίλη της που έχει χειρουργηθεί. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος μόνο από τη δική της πλευρά. Κάθε τόσο παίρνει μια φίλη και κάθεται στου «Γιαννάκη», το φημισμένο ζαχαροπλαστείο της εποχής απέναντι από τη «Μεγάλη Βρεταννία», για να τον βλέπει να βγαίνει από τη Βουλή. Αρραβωνιάζονται στη Νέα Υόρκη – η ίδια το ανακοινώνει στους γονείς της δι’ αλληλογραφίας. Ο γάμος τους γίνεται στις 6 Ιουνίου του 1953.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε ανέκαθεν λάτρης των φρούτων κι έδώ το αποδεικνύει.

Η πολιομυελίτιδα (η ίδια δηλώνει μπουχτισμένη από τη μυρωδιά των νοσοκομείων) και ο γάμος με έναν βαρέων βαρών πολιτικό θα είναι και το τέλος του παιδικού της ονείρου να γίνει γιατρός. Ανασκουμπώνεται και αναλαμβάνει τη διαχείριση μιας σύνθετης και υπερφιλόδοξης φαμίλιας.
Ως Μαρίκα Μητσοτάκη θα είναι πληθωρική, δυναμική, «φωνακλού» και εκρηξιγενής – χαρακτηριστικά που ενδεχομένως να μεγεθύνονται από τη μακρόχρονη αναπηρία της. Δεν αδικεί, αλλά δεν χαρίζεται κιόλας. Οι σκηνές ιταλικού νεορεαλισμού θα είναι μπόλικες μέσα στο Μητσοτακαίικο, με την ανθρώπινη Μαρίκα συχνά να ωρύεται και τον πάντα ατάραχο και απόλυτα ελεγχόμενο Κώστα να παλεύει να την κατευνάσει, γεγονός που την εξαγριώνει ακόμη περισσότερο.

Εκτός σπιτιού, μυθικές και οι κόντρες της με τον «απότομο» Κωνσταντίνο Καραμανλή. Γνωστό θύμα του «τυφώνα Μαρίκα» και ο Σταύρος Δήμας (θα μείνει στην Ιστορία το φραστικό επεισόδιο εν έτει 1991 με τον τότε υπουργό Βιομηχανίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη – κάποιοι θα κάνουν λόγο και για χαστούκι).

Ως γνωστόν, ένα μεγάλο κομμάτι της πληθωρικότητάς της θα διοχετευτεί στη μαγειρική της, πικάντικη και larger than life και αυτή, παρά τις πρακτικές δυσκολίες (όταν έχεις σοβαρά προβλήματα κινητικότητας, ακόμα και το να βγάλεις το μουσακά από το φούρνο ή να γυρίσεις το λεμονάτο πάνω στη φωτιά μπορεί να καταλήξει ένας μικρός Γολγοθάς). Παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα παρελαύνουν στο ιστορικό σπίτι στη Γλυφάδα (αυτό που μόλις προ ημερών ανακοινώθηκε ότι πωλήθηκε σε Ισραηλινό επιχειρηματία), αλλά και στο Ακρωτήρι Χανίων.

Οι εκδρομές στην ύπαιθρο κα ειδικά στην Κρήτη, συνοδεύονταν πάντα από ένα αξιοζήλευτο φαγοπότι. Ίσως οι πιο δυνατές γαστρονομικές αναμνήσεις των παιδιών, εγγονών και δισέγγονων της οικογένειας έχουν ως σκηνικό το σπίτι της Κρήτης τα καλοκαίρια.

Τα πολιτικά τραπέζια της θα μείνουν και αυτά στην Ιστορία. Οπως τα ανυψωτικά του ηθικού γεύματα (σπεσιαλιτέ της το πιλάφι με μανιτάρια) για τους «εμιγκρέδες», όπως βαφτίζονται οι Ελληνες αυτοεξόριστοι κατά τη διάρκεια της χούντας, στο διαμέρισμα της οδού Μιραμπό 1, δίπλα στον Σηκουάνα. Μέχρι φυσικά πολύ αργότερα τα τραπεζώματα των Τζορτζ Μπους, Χέλμουτ Κολ και Φρανσουά Μιτεράν.

Με τον Οικουμενικό Πατριάρχη που επισκέφτηκε κάποτε την Κρήτη ήταν από τις ελάχιστες φορές που πήγε να της ξεφύγει μια ογκώδης οικοκυρική γκάφα. Ηταν νηστεία και εκείνη είχε κανονίσει… πρώτο πιάτο αστακό και δεύτερο κατσικάκι με αγκινάρες. Τελευταία στιγμή η κρίση απεσοβήθη χάρη σε δύο μεγάλα ψάρια που κάποιος είχε φέρει πεσκέσι εκείνο το πρωί στο σπίτι στο Ακρωτήρι.

Και φυσικά ποτέ δεν θα ξεχαστούν τα περιβόητα ντολμαδάκια της οικουμενικής κυβέρνησης, επανασερβιρισμένα μάλιστα σήμερα, εν έτει 2021, στο βιβλίο «Συνταγές… με Ιστορία», το οποίο μόλις επανακυκλοφόρησε, μετά από μία ακριβώς δεκαετία. Η ανανεωμένη και με καινούριες συνταγές έκδοση διανθίζεται από μυρωδιές της κουζίνας και της ζωής της Μαρίκας Μητσοτάκη. Αφηγούνται ο σύζυγος και τα τέσσερα παιδιά της.

Η Ντόρα Μπακογιάννη θυμάται, π.χ., στις αρχές της δεκαετίας του ’70 που ως φοιτήτρια στο Μόναχο και παντελώς άπραγη ακόμα στην κουζίνα τηλεφώνησε στη μητέρα της: «“Ο Παύλος (σ.σ.: Μπακογιάννης) θέλει να καλέσει καμιά δεκαπενταριά γνωστούς και φίλους” -που ήταν επίσης εξόριστοι στη Γερμανία- “και χρειάζομαι τη βοήθειά σου με το φαγητό”. Παραμονή, λοιπόν, του καλέσματος καταφτάνει από την Αθήνα, αεροπορικώς, μια τεράστια βαλίτσα με 22 κιλά φαγητό μέσα! Θυμάμαι το ακριβές βάρος, γιατί ήταν φυσικά υπερβάλλον, σύμφωνα με τους κανόνες της αεροπορικής εταιρείας, και υποχρεωθήκαμε να το πληρώσουμε… κιλό κιλό».

Η Μαρίκα Μητσοτάκη πεθαίνει σε ηλικία 81 ετών στις 6 Μαΐου του 2012, ανήμερα των βουλευτικών εκλογών. Ο γρανιτένιος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης χάνει το στήριγμά του και η οικογένειά τους τον κορμό της. Αναρωτιέται κανείς τι μενού θα υποδείκνυε μια τόσο πεπειραμένη οικοδέσποινα όπως η Μαρίκα Μητσοτάκη για τα Χριστούγεννα του 2021. Μιας χρονιάς πόνου, γενικευμένης… αγευσίας και παντός είδους ελλειμμάτων. Σίγουρα πιάτα διόλου διαιτητικά, τίγκα στο βούτυρο, λυτρωτικά.

Τα έσοδα του βιβλίου Συνταγές… με Ιστορία (κείμενα: Εμμανουέλα Νικολαΐδου, επιμέλεια συνταγών: Κατερίνα Μητσοτάκη) των εκδόσεων Ψυχογιός θα διατεθούν στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ) και στην Κοινωνική Κουζίνα  «Ο Άλλος Ανθρωπος».

Παρακάτω, η συνταγή για το περίφημο γαλακτομπούρεκό της

ΓΑΛΑΚΤΟΜΠΟΥΡΕΚΟ

Υλικά

  • 1.920 γρ. γάλα
  • φλούδα από 1 λεμόνι (όλη τη φλούδα)
  • 12 κρόκους αυγών
  • 240 γρ. σιμιγδάλι
  • 500 γρ. ζάχαρη
  • 2 βανίλιες
  • 200 γρ. βούτυρο γάλακτος
  • 200 γρ. βούτυρο φαγητού
  • 320 γρ. αμύγδαλα καβουρδισμένα και κοπανισμένα
  • 1 ½ πακέτο λεπτό φύλλο κρούστας

Για το σιρόπι

  • 1.200 γραμμάρια ζάχαρη
  • 20 ποτήρια του νερού και λίγο παραπάνω (800ml) νερό
  • φλούδα από 1 λεμόνι (όλη τη φλούδα)

Εκτέλεση

Βάζουμε το γάλα με τη περισσότερη ζάχαρη και τη φλούδα λεμονιού σε μια κατσαρόλα να ζεσταθεί και προσθέτουμε τις βανίλιες. Ρίχνουμε τους κρόκους με την υπόλοιπη ζάχαρη και το σιμιγδάλι σε ένα μπολ, τα ανακατεύουμε καλά και σιγά σιγά προσθέτουμε το ζεστό γάλα (αφού έχουμε αφαιρέσει τη φλούδα). Μετά ρίχνουμε το περιεχόμενο του μπολ στην κατσαρόλα και το αφήνουμε σε χαμηλή φωτιά, μέχρι να πήξει η κρέμα.

Αποσύρουμε την κρέμα από τη φωτιά, ρίχνουμε το βούτυρο και ανακατεύουμε. Για να ετοιμάσουμε το σιρόπι μας, βάζουμε σε μια κατσαρόλα το νερό, τη ζάχαρη και τη φλούδα από το λεμόνι και τα αφήνουμε να βράσουν. Οταν τελειώσει το βράσιμο, αφαιρούμε το λεμόνι.

Βουτυρώνουμε το ταψί μας (τετράγωνο, διαστάσεων 35 x 26 εκ.) με το βούτυρο γάλακτος και αρχίζουμε να τοποθετούμε τα φύλλα, βουτυρώνοντας κάθε φύλλο που βάζουμε, και ανάμεσα από τα φύλλα ρίχνουμε λίγα αμύγδαλα. Ακολουθούμε αυτή τη διαδικασία για 8-10 φύλλα και μετά ρίχνουμε την κρέμα. Επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδικασία με τα φύλλα για 8-10 στρώσεις ακόμα και στο τέλος χαράζουμε τα πάνω φύλλα με ένα μαχαίρι σε τετράγωνα ή ρόμβους και βάζουμε το γλυκό μας στον φούρνο να ψηθεί, στους 220 βαθμούς. Αν έχει περισσέψει βούτυρο, το ρίχνουμε από πάνω.

Μόλις βγει από τον φούρνο, το περιχύνουμε με το σιρόπι μας. Προσοχή, το σιρόπι πρέπει να είναι κρύο!

Χρόνος ψησίματος: περίπου  1 ώρα και 10 λεπτά

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below