Οι συναυλίες μάς έλειψαν αφάνταστα στη διάρκεια του lockdown, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για ένα συγκρότημα που με κάθε live του στη χώρα μας ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρα με ρομαντισμό και πάθος. Ή αλλιώς, όπως το έθεσε ο frontman του, Sivert Høyem: «Madrugada και Ελλάδα, ένα είδος ερωτικής σχέσης».

Μετά τις αξέχαστες εμφανίσεις τους την άνοιξη του 2019, επιστρέφουν για μια νέα συναυλία, για την οποία το κοινό τους έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα, παρόλο που είναι σε περίπου δέκα μήνες: στις 24 Σεπτεμβρίου 2022 στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο.

Αυτή τη φορά, το συγκρότημα επιλέγει έναν ιδιαίτερα εμβληματικό χώρο, που κουβαλά ένα βαρύ ιστορικό φορτίο και ταυτόχρονα συμβολίζει τη σύγχρονη Ελλάδα. Ένα μνημείο που δεν έχει φιλοξενήσει μόνο τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά και μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα όπως το Rock in Athens, οι συναυλίες του Χοσέ Καρέρας και των REM, αλλά και η πρόσφατη επίδειξη μόδας του οίκου Dior.

Μετά τις αξέχαστες εμφανίσεις τους την άνοιξη του 2019, επιστρέφουν για μια νέα συναυλία, για την οποία το κοινό τους έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα, παρόλο που είναι σε περίπου δέκα μήνες: στις 24 Σεπτεμβρίου 2022 στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο.

Υπό το βλέμμα του Παρθενώνα, οι Madrugada επιστρέφουν με το νέο τους άλμπουμ «Chimes at Midnight». Τα τρία πρώτα τραγούδια, που έχουν κυκλοφορήσει μέχρι τώρα, «Nobody loves like I do», «Dreams at Midnight» και «The World could be Falling Down», ήδη παίζονται φανατικά από τα ελληνικά ραδιόφωνα.

Διαχρονική συγκίνηση

Οι Madrugada πρωτοσχηματίστηκαν το 1993 στο σκοτεινό Stokmarknes της Νορβηγίας από τον Sivert Høyem στα φωνητικά, τον κιθαρίστα Robert Burås και τον μπασίστα Frode Jacobsen, ενώ λίγο αργότερα προστέθηκε στην μπάντα και ο ντράμερ Jon Lauvland Pettersen. Ο μύθος λέει ότι το πρώτο τους συμβόλαιο με τη Virgin το υπέγραψαν πάνω στο καπό ενός αυτοκινήτου, κερδίζοντας επιπλέον από την εταιρεία όσο χρόνο ήθελαν για να ολοκληρώσουν την πρώτη τους δουλειά.

Κυκλοφόρησαν τον πρώτο δίσκο τους, «Industrial Silence», το 1999. Ήταν η πρώτη φορά που γνώρισε τόση αναγνώριση το άλμπουμ ενός νορβηγικού – πρωτοεμφανιζόμενου – συγκροτήματος που δεν ανήκε στην κραταιά black metal σκηνή της χώρας. Σήμερα πλέον θεωρείται κλασικό. Ακολούθησαν άλλα τρία άλμπουμ, το «Nightly Disease» το ’01, το «Grit» το’02 και το «The Deep End» το ’05, καθένα αναδεικνύοντας το λιτό, αλλά ταυτόχρονα και σύγχρονο ύφος των Madrugada.

Κυκλοφόρησαν τον πρώτο δίσκο τους, «Industrial Silence», το 1999. Ήταν η πρώτη φορά που γνώρισε τόση αναγνώριση το άλμπουμ ενός νορβηγικού – πρωτοεμφανιζόμενου – συγκροτήματος που δεν ανήκε στην κραταιά black metal σκηνή της χώρας.

Οι ζωντανές εμφανίσεις ήταν εξαρχής και όλο και περισσότερο το μεγάλο ατού τους. «Η μουσική μας έχει φτιαχτεί για να παίζεται ζωντανά. Ειδικά το πρώτο μας άλμπουμ, “Industrial Silence”, κι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να ανακαλύψει κανείς τη μουσική μας». Σε αυτές ήταν που αναδεικνυόταν ο δυνατός αλλά και υποβλητικός ήχος των τραγουδιών τους αλλά βέβαια και η ερμηνεία του Sivert Høyem, ο οποίος εξελισσόταν σταθερά σε σπουδαίο τραγουδιστή.

Την ανοδική πορεία του συγκροτήματος διέκοψε ο θάνατος του κιθαρίστα Robert Burås τον Ιούλιο του ’07, σε ηλικία τριάντα ενός ετών. Συγκλονισμένοι από την απώλεια του εφηβικού τους φίλου, τα άλλα δύο ιδρυτικά μέλη, ο Sivert Høyem και ο Frode Jacobsen, αποφάσισαν να ολοκληρώσουν την ηχογράφηση του δίσκου και στη συνέχεια να αποσυρθούν. Το πέμπτο και – μέχρι πρόσφατα – τελευταίο άλμπουμ τους με συμβολικό τίτλο απλά το όνομά τους κυκλοφόρησε στις αρχές του ‘08. Όλα αυτά τα χρόνια όμως, που οι Madrugada αποτραβήχτηκαν, οι φίλοι τους δεν τους ξέχασαν. Ιδιαίτερα το ελληνικό κοινό, πεισματικά σχεδόν κράτησε τη μουσική τους στο προσκήνιο.

Την ανοδική πορεία του συγκροτήματος διέκοψε ο θάνατος του κιθαρίστα Robert Burås τον Ιούλιο του ’07, σε ηλικία τριάντα ενός ετών. Συγκλονισμένοι από την απώλεια του εφηβικού τους φίλου, τα άλλα δύο ιδρυτικά μέλη αποφάσισαν να ολοκληρώσουν την ηχογράφηση του δίσκου και στη συνέχεια να αποσυρθούν.

Η επανένωση

Ο Frode Jacobsen σχολίασε ότι ένα κίνητρο για την επανασύνδεσή τους ήταν να διατηρήσουν ζωντανή την κληρονομιά του συγκροτήματος ανακαλύπτοντας ταυτόχρονα ένα νέο κοινό μουσικό έδαφος. Η περιοδεία του 2019 όχι μόνο τους σύστησε σε ένα νέο κοινό αλλά και οι ίδιοι εκτίμησαν το μουσικό ιδίωμα που ήδη είχαν δημιουργήσει τα πρώτα, τα έντονα χρόνια της καριέρας τους. Για την επανένωσή τους, στη θέση του «αναντικατάστατου» Robert Burås προσκάλεσαν δυο φίλους και αξιόλογους Νορβηγούς μουσικούς, τον Cato “Salsa” Thomassen και τον Christer Knutsen, στις κιθάρες και τα keyboards και οι δυο.

Οι Madrugada είχαν πάντα κάτι το ρευστό και αιώνιο. Άλλωστε, η ίδια η μπάντα αναδύθηκε μέσα από μια ατελείωτη συζήτηση για τη μουσική που εξελισσόταν αρχικά σε ένα δωμάτιο πρόβας, και από εκεί στο στούντιο και στη συνέχεια στη σκηνή, εκεί όπου τελικά δημιουργούνταν η σκοτεινή, μελαγχολική μουσική τους. Το καθένα από τα μέλη του συγκροτήματος συνεισφέρει μοναδικά στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής ταυτότητας των Madrugada. Η σπαραξικάρδια βαρύτονη φωνή του Høyem. Το γειωμένο μπάσο του Jacobsen. Τα εκκεντρικά ντραμς του Lauvland Pettersen. Και πάνω από όλους και όλα, τα τραγούδια: «Τα καλύτερά μας τραγούδια δεν ακολούθησαν ποτέ έναν τυπικό κανόνα. Θέλαμε να ακολουθήσουμε ένα δικό μας δρόμο, να τα κάνουμε όλα με τον δικό μας τρόπο» λένε.

Info
Η προπώληση εισιτηρίων ξεκίνησε στο www.viva.gr

Μείνετε συντονισμένοι στο event της συναυλίας στο facebook.

Φωτογραφίες: Knut Aaserud

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below