Ένα από τα δημοφιλέστερα οφ-Μπρόντγουεϊ μιούζικαλ, το «The Last Five Years» του βραβευμένου με τρία Τόνυ Αμερικανού συνθέτη Τζέισον Ρόμπερτ Μπράουν, παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, έως τις 13 Μαΐου, σε παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ένα έντονα συναισθηματικό και προσωπικό μιούζικαλ δωματίου, με θέμα δύο εικοσάρηδες Νεοϋορκέζους που βρίσκουν και χάνουν τον έρωτα στη διάρκεια πέντε χρόνων, χαρακτηρίζεται από την αντισυμβατική δομή του, όπου η Κάθυ αφηγείται την ιστορία αντίστροφα, ενώ ο Τζέιμι, σε ευθεία χρονολογική σειρά. Οι χρονικότητες των δυο ηρώων συναντιούνται μόνο μία φορά, στο γάμο τους.

Το βραβευμένο με βραβείο Drama Desk έργο, που χαρακτηρίστηκε από το περιοδικό «Time» ως ένα από τα δέκα καλύτερα μιούζικαλ του 2001, παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ σε μουσική διεύθυνση του έμπειρου Μιχάλη Παπαπέτρου, μετάφραση και σκηνοθεσία ενός ειδικού στο είδος, του πολυπράγμονα κωμικού και λιμπρετίστα Δημήτρη Δημόπουλου, ενώ τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνεύουν η Βάσια Ζαχαροπούλου και ο Πάρις Παρασκευάδης. Με αφορμή το ανέβασμα αυτής της σημαντικής παραγωγής, η πρωταγωνίστρια μίλησε στο Marie Claire.

Τι προσφέρει στην αφήγηση ενός έρωτα η αντίστροφη χρονολογική σειρά που ακολουθούν οι δύο κεντρικοί ήρωες του «The Last Five Years»;

«Εξυπηρετεί στον τονισμό των αντιθέσεων, πιστεύω, με απώτερο σκοπό την επίκληση στο συναίσθημα. Η αλληλουχία των σκηνών είναι μια συνεχής εναλλαγή συναισθηματικών καταστάσεων από τη λύπη στη χαρά, από το θυμό στον ενθουσιασμό, από την απογοήτευση στην επιτυχία. Είναι σαν να βλέπουμε τις διαφορές χαρακτήρων των δύο ηρώων που προεξοφλούν τη θλιβερή έκβαση της ιστορίας τους. Αυτό δημιουργεί στο θεατή μια νοσταλγική μελαγχολία, γιατί όποτε βλέπει τους δύο ήρωες χαρούμενους και ερωτευμένους ξέρει ότι αυτό δεν θα κρατήσει πολύ».

«Είναι σαν να βλέπουμε τις διαφορές χαρακτήρων των δύο ηρώων που προεξοφλούν τη θλιβερή έκβαση της ιστορίας τους. Αυτό δημιουργεί στο θεατή μια νοσταλγική μελαγχολία, γιατί όποτε βλέπει τους δύο ήρωες χαρούμενους και ερωτευμένους ξέρει ότι αυτό δεν θα κρατήσει πολύ».

Ποιες είναι για εσάς οι μεγαλύτερες προκλήσεις από την ερμηνεία της «Κάθυ»;

«O ρόλος της Κάθυ παρουσιάζει δύο ειδών δυσκολίες: ερμηνευτικές και υποκριτικές. Ερμηνευτικά, η Κάθυ δεν έχει ούτε ένα “εύκολο” τραγούδι. Τεχνικά, η τραγουδιστική γραμμή του ρόλου ισορροπεί μεταξύ διαφορετικών μεθόδων. Η προσαρμογή που απαιτείται φωνητικά και οι τεχνικές αλλαγές πρέπει να είναι γρήγορες και πολύ μαλακές. Υποκριτικά, η Κάθυ αφηγείται στην έναρξη της παράστασης το τέλος της σχέσης και καταλήγει, στο τέλος, στο πρώτο ραντεβού. Επιπρόσθετη δυσκολία είναι το ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης απευθύνεται σε έναν φανταστικό Τζέιμι, με εξαίρεση τη στιγμή του γάμου τους, τη μόνη που συναντιούνται οι δύο ήρωες».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Βαλέρια Ισάεβα

Έχετε παρακολουθήσει κάποιο από τα θεατρικά ανεβάσματα του έργου στο εξωτερικό ή την κινηματογραφική μεταφορά του; Πώς λειτούργησε μέσα σας το γεγονός ότι αναλάβατε ένα ρόλο που στην προϊστορία του έχει την Άννα Κέντρικ και άλλες ερμηνεύτριες;

«Παρακολούθησα την κινηματογραφική μεταφορά της ταινίας, παρότι ο σκηνοθέτης μας προτιμούσε να μην έχουμε αναφορές από άλλα ανεβάσματα, κάτι που καταλαβαίνω. Αλλά ούσα αποφασισμένη να μην επηρεαστώ, την παρακολούθησα. Δεν με έχει επηρεάσει ποτέ το ποιος έχει ερμηνεύσει στο παρελθόν ένα ρόλο με τον οποίο καταπιάνομαι. Με αυτή τη λογική δεν θα έπρεπε να αγγίζουμε και να επανεκτελούμε έργα που στο παρελθόν έχουν αφήσει εποχή με τις ερμηνείες τους. Είμαι της άποψης ότι πρέπει να βάζεις το δικό σου λιθαράκι στον εκάστοτε ρόλο, αλλιώς δεν έχει νόημα. Προτιμώ να μελετάω ερμηνεύτριες που θαυμάζω, όπως η Audra McDonald και η Kelli O’ Hara, σε άσχετες χρονικά στιγμές παρά όταν χτίζω ένα ρόλο».

«Δεν με έχει επηρεάσει ποτέ το ποιος έχει ερμηνεύσει στο παρελθόν ένα ρόλο με τον οποίο καταπιάνομαι. Με αυτή τη λογική δεν θα έπρεπε να αγγίζουμε και να επανεκτελούμε έργα που στο παρελθόν έχουν αφήσει εποχή με τις ερμηνείες τους».

Γιατί η σχέση της «Κάθυ» και του «Τζέιμι» φθείρεται και οδηγείται στο χωρισμό;

«Ένας βασικός λόγος θεωρώ ότι είναι το κακό timing. Κατά τη διάρκεια της σχέσης τους ο Τζέιμι βιώνει την απόλυτη επιτυχία ενώ η Κάθυ παλεύει να πετύχει στο χώρο της κάνοντας παράλληλα άσχετες δουλειές για να επιβιώσει. Αυτό φθείρει σε μεγάλο βαθμό τη σχέση τους και δημιουργεί έλλειψη αυτοπεποίθησης στην Κάθυ και έπαρση στον Τζέιμι. Είναι νέοι ηλικιακά, παίζει κι αυτό το ρόλο του. Δεν μπορούν να διαχειριστούν ό,τι τους συμβαίνει και να σώσουν τη σχέση τους, όσο κι αν αγαπιούνται/αγαπήθηκαν. Είναι δύο άνθρωποι που αν συναντηθούν δέκα χρόνια μετά θα γελάσουν και θα πουν: “Μα πώς τα καταφέραμε να τα πάμε τόσο άσχημα;”. Όπως λέει και ο Τζέιμι στην τελευταία σκηνή της παράστασης: “Δεν γινόταν να σωθείς κι αν μου το ζητούσες”».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Βαλέρια Ισάεβα

Με ποια μουσικά ακούσματα μεγαλώσατε; Νιώσατε ποτέ outsider, ως παιδί ή ως έφηβη, επειδή για παράδειγμα σας έλκυε (και) η κλασική μουσική;

«Είχα ποικίλα ακούσματα, μεταξύ των οποίων και κλασικής μουσικής. Θυμάμαι να μου βάζει η μαμά μου κασέτες με μουσικές όπως “Η λίμνη των κύκνων” του Tchaikovsky, η “Ζιζέλ” του Adam ή βαλς του Strauss. Επίσης φρόντιζε να παρακολουθούμε μαζί παραστάσεις, μπαλέτου κυρίως ή ορχηστρικής μουσικής. Λάτρεψα από μικρή το είδος αυτό, ξεκίνησα μαθήματα μπαλέτου και πιάνου όταν ήμουν τεσσάρων ετών. Οι μουσικές σπουδές ήταν πάντα παράλληλες με τη σχολική και, στη συνέχεια, τη φοιτητική ζωή μου. Αν μπορούσα να περιγράψω πολύ απλοϊκά αυτό που μου συμβαίνει με την ορχηστρική κλασική μουσική που αγαπώ, θα έλεγα ότι νιώθω να γεμίζει η ψυχή μου.

»Μεγαλώνοντας άκουγα όλα τα είδη μουσικής, ποπ, φολκ, ελληνική μουσική, ροκ, τα πάντα. Δεν ένιωσα ποτέ outsider, απλά αισθανόμουν ενίοτε ότι έκανα υποχωρήσεις προκειμένου να γίνω μέρος μιας μεγάλης παρέας, διέφερα στον τρόπο διασκέδασης. Θυμάμαι τους συμμαθητές μου να μου ζητούν να τους τραγουδήσω στα διαλείμματα ή στις εκδρομές και να με προτρέπουν να πάω σε κάποιο τηλεοπτικό talent show».

«Αν μπορούσα να περιγράψω πολύ απλοϊκά αυτό που μου συμβαίνει με την ορχηστρική κλασική μουσική που αγαπώ, θα έλεγα ότι νιώθω να γεμίζει η ψυχή μου».

Σπουδάσατε στο Εθνικό Ωδείο παράλληλα με τα Ναυτιλιακά. Ασχοληθήκατε ποτέ επαγγελματικά με τα Ναυτιλιακά; Τι άλλο χρειάζεσαι, εκτός από μια καλή φωνή, για να βιοποριστείς στην Ελλάδα από το τραγούδι;

«Μετά την αποφοίτηση μου από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς δούλεψα στη Ναυτιλία ενάμιση χρόνο περίπου. Δύσκολος χώρος για γυναίκες και σκληρός. Ευτυχώς η ζωή μου πήρε πολύ άμεσα την πορεία που έπρεπε. Μετά την πρώτη μου ακρόαση στη Λυρική το 2007 και την πρώτη μου συνεργασία με το θέατρο, ασχολήθηκα επαγγελματικά μόνο με το μουσικό θέατρο. Τις σπουδές μου στη Ναυτιλία τις έκανα σαν plan B, σε περίπτωση που δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα με τη μουσική. Θυμάμαι το δάσκαλό μου Κώστα Πασχάλη να λέει σε επίδοξους τραγουδιστές που ζητούσαν να τους ακροαστεί: “Πρωινή δουλειά έχετε; Ε, κρατήστε την!”.

«Τις σπουδές μου στη Ναυτιλία τις έκανα σαν plan B, σε περίπτωση που δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα με τη μουσική. Θυμάμαι το δάσκαλό μου Κώστα Πασχάλη να λέει σε επίδοξους τραγουδιστές που ζητούσαν να τους ακροαστεί: “Πρωινή δουλειά έχετε; Ε, κρατήστε την!”».

»Η καλή φωνή (και το καλό αυτί, θα συμπλήρωνα), αποτελεί προϋπόθεση για να ασχοληθείς με το είδος και να εργαστείς. Για να πεις όμως ότι βιοπορίζεσαι από το μουσικό θέατρο πρέπει είτε να έχεις συμβόλαιο ως μισθωτός με κάποιο θέατρο είτε να έχεις την τύχη ως freelancer να έχεις συνεχόμενα παραγωγές. Με δύο ή τρεις παραγωγές ετήσια, που θεωρείται μεν μια καλή παρουσία στα καλλιτεχνικά δρώμενα, δεν μπορείς να ζήσεις. Οι περισσότεροι από εμάς τρέχουμε από το πρωί έως το βράδυ σε δύο και τρεις παράλληλες ασχολίες, που στην καλύτερη περίπτωση είναι σχετικές με τον κλάδο».

Photo: Βαλέρια Ισάεβα

Σκεφτήκατε ποτέ να συνεχίσετε την καλλιτεχνική πορεία σας στο εξωτερικό; Τι σας κράτησε στη χώρα;

«Παρότι είχα την τύχη να έχω όλα τα χρόνια δουλειά στον τομέα μου στην Ελλάδα, σκέφτηκα το εξωτερικό και ξεκίνησα να κάνω κάποιες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση αρκετά χρόνια πριν προκειμένου να βρω καλύτερες συνθήκες εργασίας και φυσικά περισσότερες ευκαιρίες. Είναι δύσκολο να είσαι freelancer, δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Έχω νιώσει αναλώσιμη στο παρελθόν και αυτό είναι κάτι που με πείσμωσε και με έκανε να δουλέψω ακόμη πιο σκληρά για να αποδείξω την αναγκαιότητα της ύπαρξής μου στα μουσικά δρώμενα. Σημαντικό παράγοντα της παραμονής μου στην Ελλάδα αποτέλεσε και η μακροχρόνια νόσηση του πατέρα μου από άνοια, μέχρι που τελικά έφυγε από τη ζωή το 2015. Ηλικιακά εκείνα τα χρόνια θεωρούνταν τα πιο κατάλληλα για το βήμα των ακροάσεων στο εξωτερικό. Έκανα κάποιες όμορφες δουλειές στην Αυστρία, την Ιταλία, τη Σλοβενία και την Βουλγαρία. Πάντα όμως επέστρεφα. Προτίμησα να είμαι κοντά στην οικογένειά μου και δεν το μετανιώνω στιγμή. Δεν θα επέλεγα να εγκαταλείψω την χώρα μου παρά μόνο αν συνέτρεχε σοβαρός βιοποριστικός λόγος».

«Έκανα κάποιες όμορφες δουλειές στην Αυστρία, την Ιταλία, τη Σλοβενία και την Βουλγαρία. Πάντα όμως επέστρεφα. Προτίμησα να είμαι κοντά στην οικογένειά μου και δεν το μετανιώνω στιγμή. Δεν θα επέλεγα να εγκαταλείψω την χώρα μου παρά μόνο αν συνέτρεχε σοβαρός βιοποριστικός λόγος».

Έχετε διακριθεί επίσης για τη δουλειά σας στις μεταγλωττίσεις. Τι βρίσκετε περισσότερο γοητευτικό σε αυτήν; Ποιον ρόλο έχετε αγαπήσει περισσότερο;

«Η μεταγλώττιση δίνει στη ζωή μου ισορροπία. Οι ώρες στο στούντιο είναι καταπραϋντικές, εξακολουθώ να έχω τον ίδιο ενθουσιασμό με την πρώτη μέρα κι αυτό λέει πολλά, πιστεύω. Όση κούραση κι αν έχω από τις καθημερινές μου ασχολίες δεν γίνεται να μην περάσω καλά μεταγλωττίζοντας την baby Miss Piggy στα Muppet Babies ή ηχογραφώντας ένα νέο τραγούδι για την Barbie. Εκεί, δε, που υπερενθουσιάζομαι και ανυπομονώ να ξεκινήσω εγγραφές είναι όταν προκύπτει κινηματογραφική ταινία. Όταν εγκρίθηκε το voice test μου για την Άννα στο Frozen και χωρίς να ξέρω την επιτυχία που θα είχε η ταινία, είχα ξετρελαθεί, αφενός γιατί αισθανόμουν πολύ κοντά στο ρόλο και αφετέρου γιατί θα τραγουδούσα τα υπέροχα τραγούδια που είχε η ταινία.

»Με γοητεύει η μοναδικότητα του να επενδύω έναν χαρακτήρα με τη φωνή μου και να συνδέομαι με αυτόν. Σε αντίθεση με το μουσικό θέατρο και τους ρόλους που ερμηνεύω εκεί, στη μεταγλώττιση δεν υπάρχει σύγκριση, δεν έχει αναλάβει τον ρόλο κάποια πριν από εμένα, πέραν ελάχιστων εξαιρέσεων επανεκτέλεσης μεγάλων επιτυχιών. Βάζω την προσωπική μου σφραγίδα. Αυτό όσο όμορφο είναι άλλο τόσο με καθιστά υπεύθυνη για την τελειοποίηση του εκάστοτε χαρακτήρα.

«Σε αντίθεση με το μουσικό θέατρο και τους ρόλους που ερμηνεύω εκεί, στη μεταγλώττιση δεν υπάρχει σύγκριση, δεν έχει αναλάβει τον ρόλο κάποια πριν από εμένα, πέραν ελάχιστων εξαιρέσεων επανεκτέλεσης μεγάλων επιτυχιών. Βάζω την προσωπική μου σφραγίδα».

»Ξεχωρίζω το ρόλο της Belle από την ομώνυμη anime ταινία “Μπελ, ο Δράκος και η Πριγκίπισσα” του Μαμόρου Χοσόντα, που μεταγλώττισα λίγους μήνες πριν και βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες τον περασμένο Ιανουάριο. Ήταν από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που έχω αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα στη μεταγλώττιση. Πολύ ιδιαίτερη ταινία, που κριτικάρει εύστοχα την πραγματικότητα των social media ενώ παράλληλα θίγει θέματα όπως η ενδοοικογενειακή βία και επενδύεται από μουσική που σε βρίσκει απευθείας στην καρδιά. Μετά την προβολή της το 2021 στο Φεστιβάλ των Καννών ακολούθησε standing ovation διάρκειας 14’, ενδεικτικό της αρτιότητάς της».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Βαλέρια Ισάεβα

Με την εμπειρία σας ως μητέρα και ερμηνεύτρια και σε παιδικές παραστάσεις: Αν ήταν στο χέρι σας, τι θα αλλάζατε στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα ώστε οι νεότερες γενιές να έρχονται σε επαφή με μια ευρύτερη γκάμα μουσικών ερεθισμάτων;

«Αρχικά, θα φρόντιζα η μουσική να μην αποτελεί μάθημα δευτερευούσης σημασίας για την εκπαίδευση των παιδιών αλλά να επιζητά τη συμμετοχή τους και τη δημιουργία διάδρασης. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται με τη σύσταση σχολικής χορωδίας ή/και ορχήστρας, που αποτελούν εξαιρετικούς τρόπους να εκπαιδεύσει ένα παιδί το αυτί του και παράλληλα δίνουν ευκαιρίες κοινωνικοποίησης και αίσθημα ένταξης σε ένα σύνολο. Παράλληλα, θα φρόντιζα τα παιδιά να βλέπουν συχνά θεατρικές παραστάσεις και να επισκέπτονται εκθέσεις ζωγραφικής και μουσεία.

«Η κόρη μου σε ηλικία 8 μηνών παρακολούθησε την πρώτη της παράσταση στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής, που απευθυνόταν σε βρέφη από λίγων μηνών έως δύο ετών, σε μουσική Jeff Wagner. Οι νεότερες γενιές οφείλουν να γνωρίσουν τον Μότσαρτ, τον Μπαχ, τον Χατζηδάκι, τον Ξαρχάκο, τον Κυπουργό, τον Τσιτσάνη. Είναι μέλημά μας».

»Πλέον υπάρχει πληθώρα καλών επιλογών σε θεατρικές και μουσικοθεατρικές παραστάσεις που απευθύνονται σε παιδιά, από εξαιρετικούς θεσμούς όπως η Εθνική Λυρική Σκηνή ή το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, από ελεύθερα θέατρα όπως το Θέατρο Πόρτα, που καινοτομεί χρόνια τώρα, ή από τον Ηλία Καρέλλα με το Θέατρο Σκιών του. Η Εθνική Λυρική Σκηνή, πέρα από τις υπέροχες παραγωγές για νεανικό κοινό, παρουσιάζει κάθε χρόνο ένα σύνολο εκπαιδευτικών και κοινωνικών δράσεων για παιδιά, εφήβους, νέους, και σχολεία, της Αθήνας και της περιφέρειας. Η κόρη μου σε ηλικία 8 μηνών παρακολούθησε την πρώτη της παράσταση στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής, που απευθυνόταν σε βρέφη από λίγων μηνών έως δύο ετών, σε μουσική Jeff Wagner. Οι νεότερες γενιές οφείλουν να γνωρίσουν τον Μότσαρτ, τον Μπαχ, τον Χατζηδάκι, τον Ξαρχάκο, τον Κυπουργό, τον Τσιτσάνη. Είναι μέλημά μας».

Φωτογραφία της παράστασης. Photo: Βαλέρια Ισάεβα

Info

«The Last Five Years» του Τζέισον Ρόμπερτ Μπράουν, Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ). Επόμενες παραστάσεις: 11, 12, 13 Μαΐου 2023. Ώρα έναρξης: 20.30 (Κυριακή: 19.30). Προπώληση: Ταμεία ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ (213 0885700, καθημερινά 9.00-21.00), www.ticketservices.gr, ομαδικές κρατήσεις: 213 0885742.
Τιμές εισιτηρίων: €15, €20 • Φοιτητικό, παιδικό: €10

Συντελεστές

Πρώτη παρουσίαση στη Νέα Υόρκη από τους Αριέλ Τέππερ και Μάρτυ Μπελ, Θέατρο Northlight, Σικάγο. Κείμενο, στίχοι, μουσική: Τζέισον Ρόμπερτ Μπράουν. Μουσική διεύθυνση: Μιχάλης Παπαπέτρου. Μετάφραση, σκηνοθεσία: Δημήτρης Δημόπουλος. Σκηνικό, κοστούμια: Ντέιβιντ Νεγρίν. Φωτισμοί: Χρήστος Τζιόγκας. Ερμηνεύουν: Βάσια Ζαχαροπούλου, Πάρις Παρασκευάδης

Μουσικοί: Μίσλαβ Ρέζιτς (ηλεκτρική κιθάρα), Μάνος Αναγνωστόπουλος (ηλεκτρικό μπάσο), Μιχάλης Παπαπέτρου (πιάνο), Διονύσης Βερβιτσιώτης (βιολί), Αλέξανδρος Μποτίνης, Φαμπιόλα Οχέδα (βιολοντσέλο)

Σε συνεργασία με τη Music Theatre International: www.mtishows.eu

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below