Είναι και λίγο αστείος τελικά σ’ ένα βαθμό -ή κωμικοτραγικός έστω- ο τρόπος που θεωρούμε ότι έχει επηρεάσει τα ήθη μας η πανδημική συνθήκη, τουλάχιστον όσον αφορά την περιπέτεια της ερωτικής επιθυμίας που έγινε ακόμα πιο περίεργη από πριν. Στο τέλος της περασμένης άνοιξης -και πριν τον απρόσκλητο ερχομό της μετάλλαξης Οmicron στο «πάρτυ»- γινόταν έντονος λόγος και εκφράζονταν οι πιο γλαφυροί ευσεβείς πόθοι για ένα ακόλαστο καλοκαίρι σεξουαλικής ανεμελιάς και απελευθερωμένων πόθων. Ενδεχομένως κάποιοι και κάποιες το πραγμάτωσαν τελετουργικά αυτό το όραμα, όμως οι πιο πρόσφατες διεθνείς μελέτες γύρω από την τρέχουσα σεξουαλική συμπεριφορά επιβεβαιώνουν μια γενική αίσθηση, αν όχι διαπίστωση, σύμφωνα με την οποία η λίμπιντο έχει πάρει την κατηφόρα.

Όχι βέβαια ότι ήταν παγκοσμίως και πολύ στα πάνω της πριν από την πανδημία, όπως έδειχναν αντίστοιχες μελέτες προηγούμενων ετών, πριν και μετά το #MeToo, το οποίο υποτίθεται ότι έβαλε κι αυτό το χεράκι του στο φρενάρισμα των διαπροσωπικών σχέσεων που είχαν στόχο τη γνωριμία και «ό,τι ήθελε προκύψει». Περίπου ένα χρόνο πριν από τη μέρα που κλειστήκαμε όλοι μέσα, θορυβημένες από δημοσκοπήσεις που έδειχναν ότι οι Σουηδοί κάνουν όλο και λιγότερο σεξ, οι σουηδικές υγειονομικές αρχές αποφάσισαν την επείγουσα διεξαγωγή ενδελεχούς σεξουαλικής μελέτης εθνικής κλίμακας. «Αν οι κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνουν μια υγιή σεξουαλική ζωή έχουν υποβαθμιστεί», είχε δηλώσει τότε ο Σουηδός υπουργός Υγείας, «τότε έχουμε πολιτικό πρόβλημα».

Οι πιο πρόσφατες διεθνείς μελέτες γύρω από την τρέχουσα σεξουαλική συμπεριφορά επιβεβαιώνουν μια γενική αίσθηση, αν όχι διαπίστωση, σύμφωνα με την οποία η λίμπιντο έχει πάρει την κατηφόρα.

Σ’ ένα ερευνητικό κείμενό της για το Atlantic που είχε δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 2018, στο περιθώριο των έντονων αναταράξεων που ήδη είχε προκαλέσει το #MeToo στην κουλτούρα, με θέμα τη «σεξουαλική ύφεση» που παρατηρείται ανά τον πλανήτη, η επιφανής αρθρογράφος του περιοδικού Κέιτ Τζούλιαν έκανε λόγο για κάποιες νεότερες από την ίδια γυναίκες οι οποίες φάνηκαν να ταράσσονται όταν τους αποκάλυψε ότι η ίδια είχε γνωρίσει τον μέλλοντα σύζυγό της, το 2001, μέσα σ’ ένα ασανσέρ. Ακόμα κι ανάμεσα σε εκείνες που το βρήκαν «εντυπωσιακό» ή ακόμα και «ρομαντικό», ακόμα κι ανάμεσα σε εκείνες που εκτίμησαν την κινηματογραφική διάσταση της τυχαίας αυτής γνωριμίας, ως μία από τις στιγμές που η καθημερινότητα μοιάζει ξαφνικά να φορτίζεται από τις πιθανότητες που μας έχει υποσχεθεί η μυθοπλασία του σινεμά, ελάχιστες ήταν αυτές που δεν έσπευσαν να συμπληρώσουν ότι τους φαινόταν λίγο ως πολύ ανατριχιαστική η ιδέα να τις προσεγγίσει ξαφνικά ένας άγνωστος μέσα σ’ ένα ασανσέρ. Φαντάσου να φορά και μάσκα, θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε τρία χρόνια μετά.

Όσον αφορά την περιβόητη κατά τακτά διαστήματα συλλογική «πτώση της λίμπιντο», η συνθήκη της πανδημίας αποτελεί μόνο το κερασάκι μιας πολύ δυσάρεστης τούρτας που μπορεί να περιλαμβάνει τις δυσμενείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, το ακατανίκητο άγχος, την ανασφάλεια, τα αντικαταθλιπτικά, τα ηρεμιστικά, το Netflix, το streaming γενικώς, τα social media, την κλιματική αλλαγή, το διαρκώς διαθέσιμο πορνό, τους εξελιγμένους δονητές, το online dating, τον άστατο ύπνο, την κακή διατροφή… Τα πάντα, σχεδόν, έχουν επιστρατευτεί κατά καιρούς για να δικαιολογήσουν το γεγονός (ή την ιδέα) ότι ο κόσμος δεν φλερτάρει όσο πιο παλιά, δεν ερωτεύεται (κεραυνοβόλα) όσο παλιά, δεν κάνει σεξ όσο πιο παλιά.

Η συνθήκη της πανδημίας αποτελεί μόνο το κερασάκι μιας πολύ δυσάρεστης τούρτας που μπορεί να περιλαμβάνει τις δυσμενείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, το ακατανίκητο άγχος, την ανασφάλεια, τα αντικαταθλιπτικά, τα ηρεμιστικά, το Netflix

Δεν είναι ότι έχει λείψει η επιθυμία για έρωτα (αγάπη, σεξ, συντροφιά, συνεύρεση), ίσα-ίσα, μοιάζει όμως να συμβαδίζει ανταγωνιστικά με την ιδέα ότι η εκδήλωση ενδιαφέροντος και μόνο αποτελεί πλέον κατάφωρη παραβίαση κάποιων ασαφών ορίων ορθής συμπεριφοράς που οι ίδιοι εσχάτως έχουμε θέσει. Η αλήθεια είναι ότι έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό -και όχι αδίκως φυσικά, αν αναλογιστούμε την ιστορία της ανθρωπότητας που είναι συνομήλικη με την ιστορία της πατριαρχίας– η αντίληψη ότι η ανδρική επιθυμία είναι περίπου εκ φύσεως αρπακτική και δυνάμει κακοποιητική και, σε κάθε περίπτωση, ύποπτη. Κάθε ρομαντικού τύπου προσέγγιση μοιάζει απειλητική, κάθε πέσιμο (ακόμα και το πιο διακριτικό) επιθετικό, κάθε απόπειρα μάταιη, κάθε άνδρας που εκδηλώνει το ενδιαφέρον του «πέφτουλας» ή «γύπας». Δικαίως ή αδίκως, υπάρχει πλέον ένα αυστηρό πρωτόκολλο «πιθανών συνδέσεων» που δεν περιλαμβάνει το άνοιγμα ψιλοκουβέντας με άγνωστα άτομα στο ασανσέρ ή οπουδήποτε εκτός από τα ψηφιακά γραφεία συνοικεσίων του online dating.

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που τα sites γνωριμιών κουβαλούσαν ακόμα το στίγμα της ύστατης ελπίδας των απελπισμένων, των μαγκούφηδων και των μοναχικών. Από τη στιγμή όμως που εξαπλώθηκε και κατοχυρώθηκε ως πρακτική, δεν ήταν πλέον το διαδικτυακό νταραβέρι αυτό που έμοιαζε θλιβερό και creepy, αλλά το φλερτ διά της φυσικής παρουσίας «εκεί έξω». Δεν είναι και λίγο. Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία έχει κανείς τη δυνατότητα, μέσω των όλο και πιο εξειδικευμένων και «προσωπικών» υπηρεσιών που προσφέρουν οι πλατφόρμες γνωριμιών, να γνωρίζει (διαρκώς μάλιστα) πιθανούς ερωτικούς συντρόφους εκτός του ευρύτερου κοινωνικού κύκλου του/της. Το online dating έχει τον δικό του χωροχρόνο, μακριά από την επαγγελματική, κοινωνική και οικογενειακή σου ζωή. Το ερώτημα είναι αν στο άμεσο μέλλον θα έχουν αποκτήσει μια τόσο «ερμητική» διάσταση οι ερωτικές σχέσεις ώστε αυτή να είναι η νόρμα ή πρόκειται απλώς για άλλο ένα περίεργο κεφαλαίο μιας παλιάς ιστορίας: της προσπάθειάς μας να βρούμε το ιδανικό ταίρι (έστω και για μια νύχτα) σ’ έναν κόσμο γεμάτο φόβο και ανασφάλεια.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below