Τρεις ανερχόμενοι Έλληνες σολίστ με δεκάδες εντυπωσιακές συναυλίες σε Ελλάδα και εξωτερικό στις αποσκευές τους, με λαμπρές σπουδές και ακόμη λαμπρότερες νίκες σε διεθνείς διαγωνισμούς, εμφανίζονται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών την Τετάρτη 10 Μαΐου στις 8:30 το βράδυ ερμηνεύοντας τρία αριστουργήματα του ρεπερτορίου της μουσικής δωματίου:
Το Adagio σε μι ύφεση μείζονα («Νυχτερινό») και το Τρίο με πιάνο αρ. 2 σε μι ύφεση μείζονα του Φραντς Σούμπερτ και το Τρίο αρ. 2 σε ντο μείζονα του Γιοχάννες Μπραμς. Αναζητήσαμε τον βιολονίστα Αλέξανδρο Γαβριηλίδη-Πέτριν, τον τσελίστα Τίμο Γαβριηλίδη-Πέτριν και τον πιανίστα Κωνσταντίνο Δεστούνη για να μας μιλήσουν για τον τρόπο που βρήκαν το δρόμο τους στην κλασική μουσική, αλλά και για τη γοητεία που ασκεί η μουσική των δύο μεγάλων ρομαντικών συνθετών μέχρι σήμερα.

«Εάν έπρεπε να διαλέξω τα αγαπημένα μου έργα από ολόκληρο το υπάρχον ρεπερτόριο, θα ήταν σίγουρα τα συγκεκριμένα έργα του Σούμπερτ που θα παίξουμε στη συναυλία. Ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για το ότι αγάπησα τη μουσική και ειδικά τον ήχο του πιάνου, από μικρή ηλικία, από όταν τα πρωτοάκουσα. Θυμάμαι, ο νονός του αδερφού μου είχε κάνει δώρο μια κασέτα με αυτά τα έργα, την οποία ακούγαμε με την οικογένειά μου, κυρίως στο αυτοκίνητο. Δυσανασχετούσα όταν κάποιος “τολμούσε” να μιλήσει, ειδικά στα αγαπημένα μου σημεία, και επίσης ήθελα τα παράθυρα του αυτοκινήτου να είναι κλειστά (αν και καλοκαίρι!) ώστε να ελαχιστοποιείται η ηχορρύπανση και να ακούω καλύτερα!», μας λέει ο πιανίστας Κωνσταντίνος Δεστούνης.

Ο πιανίστας Κωνσταντίνος Δεστούνης

«Όσες φορές έχει τύχει να παίξω σε σύνολο πιάνο-βιολί-τσέλο, λόγω πολλών και σύνθετων παραγόντων δεν έχω παίξει ποτέ αυτά τα έργα, μέχρι τώρα. Άρα, μπορώ να πω ότι είναι μια συναυλία την οποία ονειρευόμουν για περισσότερα από είκοσι χρόνια! Το Τρίο του Μπραμς, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στη συναυλία, είναι επίσης υπέροχο και ταιριάζει αισθητικά πάρα πολύ ωραία με τον Σούμπερτ, δημιουργώντας ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αυστρο-γερμανικού Ρομαντισμού». Ο ίδιος ασχολείται με το πιάνο από την τρυφερή ηλικία των 6 χρονών όταν οι γονείς του τον πήγαν στο ωδείο της γειτονιάς για να γίνει μέλος της χορωδίας και να κοινωνικοποιηθεί. «Το ωδείο, όμως, ήταν μικρό και δεν είχε χορωδία. Όποτε, ο πατέρας μου πρότεινε στο διευθυντή να ξεκινήσω κιθάρα. Ο διευθυντής αντέδρασε λέγοντας: “η κιθάρα είναι μεγαλύτερη από το μπόι του, ας ξεκινήσει πιάνο”! Έτσι λοιπόν, ξεκίνησα. Λατρεύω τον ήχο του πιάνου και το ρεπερτόριό του, είναι με διαφορά το πιο πλούσιο από όλα τα όργανα. Δεν αποκλείεται, πάντως, πως αν είχα αρχίσει κιθάρα, τώρα θα ήμουν κιθαρίστας! Όπως όλα τα παιδιά, είχα κι εγώ τον προβληματισμό για το τι θα σπουδάσω στο πανεπιστήμιο. Ήμουν και καλός μαθητής, οπότε το αρχικό πλάνο ήταν να στοχεύσω σε κάποια σχολή του Πολυτεχνείου. Όμως, ήδη από τα σχολικά μου χρόνια, είχα πολλές διακρίσεις στο πιάνο και το αγαπούσα, οπότε αποφάσισα να αφιερωθώ σε ένα αντικείμενο, τη μουσική, παρά να διασπώ την προσοχή μου και το χρόνο μου. Σπούδασα στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, μετά έκανα μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουγκ και διδακτορικό στο Βασιλικό Κολλέγιο Μουσικής του Λονδίνου. Θεωρώ ότι στη ζωή μου έχω κάνει τρεις πολύ καλές επιλογές. Πρώτον, το ότι αφιερώθηκα στη μουσική. Δεύτερον, το ότι έμεινα στην Ελλάδα για το βασικό πτυχίο, γιατί απέκτησα πολύ γερές βάσεις. Τρίτον, το ότι επέστρεψα στην Ελλάδα που αγαπώ μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου. Βάση μου είναι η Αθήνα, αλλά ταξιδεύω συχνά για συναυλίες εντός κι εκτός συνόρων», εξηγεί ο διακεκριμένος πιανίστας.

Τα αδέρφια Αλέξανδρος και Τίμος Γαβριηλίδης-Πέτριν είχαν την τύχη να γεννηθούν σε οικογένεια μουσικών -οι γονείς τους είναι πιανίστες με βάση τη Θεσσαλονίκη. «Οι γονείς μας μάς μύησαν στη μουσική σε πολύ μικρή ηλικία. Ξεκίνησα όταν ήμουν 3 χρόνων και μετά από ένα χρόνο έπιασα στα χέρια μου το πρώτο μου βιολί. Ήταν πολύ καλό που στο περιβάλλον μας υπήρχε αγάπη όχι μόνο για την καλή μουσική, αλλά και τη ζωγραφική, τις τέχνες γενικότερα, οι γονείς μας μάς πήγαιναν σε μουσεία», μας λέει ο βιολονίστας Αλέξανδρος Γαβριηλίδης-Πέτριν, που αγαπά όλα τα μουσικά όργανα για τον τρόπο που το καθένα εκφράζει συναισθήματα. «Μεγάλωσα με το βιολί, είναι κομμάτι του εαυτού μου τώρα πια, λατρεύω να το ακούω, αλλά την ίδια στιγμή πιστεύω πως κάθε όργανο εξυπηρετεί το δικό του σκοπό, είναι ένας τρόπος για να εκφράσει κανείς συναισθήματα. Το βιολί έχει τις πρίμα φωνές, κάποιοι λένε ότι το βιολί ταυτίζεται με την ανθρώπινη φωνή».  Οι σπουδές και στη συνέχεια η καριέρα του τόσο ως σολίστ όσο και ως καθηγητής μουσικής, τον έχει οδηγήσει σε ολόκληρο τον κόσμο. Τον ρωτάμε λοιπόν τι πρέπει να βελτιωθεί στην Ελλάδα για να γνωριστεί καλύτερα το κοινό με την κλασική μουσική.

Ο βιολονίστας Αλέξανδρος Γαβριηλίδης-Πέτριν

«Έφυγα στα 18 μόλις τελείωσα το Λύκειο για σπουδές στην Αμερική, όπου έμεινα για 10 χρόνια και εκεί έγινα καθηγητής μουσικής όχι μόνο για να βιοποριστώ, αλλά και γιατί όταν φτάνεις να μάθεις ένα συγκεκριμένο όργανο σε πολύ καλό επίπεδο θέλεις να επιστρέψεις αυτή τη γνώση. Ξεκίνησα λοιπόν πολύ νωρίς και έχω διδάξει σε πολλές πόλεις και χώρες του κόσμου. Είμαι της άποψης ότι πολλά πράγματα ξεκινάνε από τη ρίζα. Πρέπει το σύστημα να είναι τέτοιο ώστε να βοηθήσει να ανέβει η κλασική μουσική στα μάτια του κόσμου. Κάποιοι ίσως τη βρίσκουν πολύπλοκη, δύσκολη, ακόμη και βαρετή εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας των κομματιών. Ο κόσμος προτιμά τη γρήγορη ευχαρίστηση και το καταλαβαίνω, κι εγώ μπορεί να απολαμβάνω ένα τρίλεπτο κομμάτι. Πιστεύω ότι αν μυήσουμε τα παιδιά από μικρά στον κόσμο της κλασικής μουσικής θα την αγαπήσουν», επισημαίνει ο Αλέξανδρος Γαβριηλίδης-Πέτριν. «Η διδασκαλία της μουσικής απουσιάζει από τα ελληνικά σχολεία. Δεν είμαι σίγουρος πως διδάσκεται σήμερα, αλλά 15-20 χρόνια πριν ήταν μία ελεύθερη ώρα, μία δύο φορές την εβδομάδα, η ώρα του παιδιού όταν δεν χρειαζόταν τα παιδιά να μάθουν κάτι. Σε ένα από τα σχολεία όπου δίδαξα μουσική στην Αμερική, το οποίο δεν ήταν καν μουσικό σχολείο, έκαναν μαθήματα ορχήστρας κάθε πρώτη ώρα της ημέρας όχι μόνο για να διδάξουν στα παιδιά μουσική ή πώς να παίζουν ένα όργανο, αλλά για να διδάξουν συλλογικότητα και έναν τρόπο για τα παιδιά να έρθουν πιο κοντά και να δημιουργήσουν κάτι όλοι μαζί σαν ομάδα. Αυτό το ομαδικό πνεύμα λείπει στην Ελλάδα. Αντιθέτως, κυριαρχεί ένας εγωκεντρισμός σε κάποια πράγματα. Η κλασική μουσική είναι στο μυαλό αρκετών κάτι που ανήκει στην ελίτ. Και άρα δεν αφορά τους πολλούς. Κι όμως αρκεί να ανοιχτεί κανείς λίγο για να ακούσει τι αξίζει και τι δεν αξίζει. Τι προτιμάς, να ανοιχτείς και να δεις, να ακούσεις κάτι άλλο ή να κλείσεις μάτια και αυτιά και να πεις “αυτό δεν είναι για μένα”. Πρέπει να αλλάξει το σύστημα, να γίνει πιο συλλογικό, να μπουν περισσότερες ώρες μουσικής στα σχολεία, που θα κάνουν τον κόσμο πιο ανοιχτό σε ακούσματα και έτοιμο να δοκιμάσει να πάει σε μια συναυλία κλασικής μουσικής. Είμαι σίγουρος ότι αν κάποιος πάει σε μία συναυλία υψηλής αισθητικής και ποιότητας θα δει κάτι που μπορεί να του αλλάξει τη ζωή και να τον κάνει καλύτερο άνθρωπο».

Ο τσελίστας Τιμόθεος Γαβριηλίδης-Πέτριν

Όσο για τα έργα που θα ερμηνεύουν την Τετάρτη 10 Μαΐου στο Μέγαρο Μουσικής, ο Αλέξανδρος Γαβριηλίδης-Πέτριν δεν κρύβει την αγάπη του για τον Μπραμς. «Ο Μπραμς είναι ίσως ο αγαπημένος μου συνθέτης -αν όχι τον βάζω στην τριάδα με τους αγαπημένους μου. Θυμάμαι μία φράση που έλεγε ένας καθηγητής μου από τα χρόνια των σπουδών μου στην Αμερική: “Αποκλείεται να μην σου αρέσει ο Μπραμς”. Βάλτε σε μία ομάδα ανθρώπων να ακούσουν μεγάλους κλασικούς, Βιβάλντι, Μπετόβεν, Μότσαρτ. Θα αρέσουν στους περισσότερους αλλά όχι σε όλους. Αλλά αν τους βάλετε Μπραμς, αποκλείεται να μην τους αρέσει. Συμφωνώ απόλυτα. Μέσα από την μουσική του ο Μπραμς εκφράζει τον έρωτα την αγάπη, το απόλυτο δράμα, κάτι πολύ εύθραυστο. Μου δίνει την αίσθηση ότι είναι μέλος της οικογένειάς μου, συγγενής μου, ότι τον ξέρω πολύ καλά κι έχω μόνο αγνά συναισθήματα προς αυτόν. Είναι μεγάλος μάστορας των συναισθημάτων. Ο Σούμπερτ έζησε πολύ λίγο, έφτασε μόλις στα 31 με πολλά προβλήματα υγείας ως τότε. Στη μουσική του υπάρχει μία αγνότητα, απουσιάζει η βία, το φόρτσα στον ήχο. Πρέπει να προσπαθήσει πολύ ένας ερμηνευτής για να επιτύχει την απλότητα που διακρίνει τον ήχο του Σούμπερτ. Η μουσική εκφράζει το εύθραυστο της κατάστασης ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο. Ο Σούμπερτ πέρασε στη μουσική του όλες τις δυσκολίες που ο ίδιος βίωσε με αποτέλεσμα να βγάζει τόσο το απόλυτο δράμα όσο και μία απίστευτη χαρά, μία παιδική αγνότητα, θα έλεγα».

Ρωτήσαμε τον τρίτο σολίστ της βραδιάς, τον τσελίστα Τιμόθεο Γαβριηλίδη-Πέτριν τι τον γοητεύει στο τσέλο και αν αγαπά κάποιο μουσικό θέμα ιδιαιτέρως. «Στο τσέλο με γοήτευσε το ηχόχρωμά του. Η βαθιά, ανθρώπινη και ευάλωτη φωνή του. Μου είναι πολύ δύσκολο να διαλέξω ένα συγκεκριμένο κομμάτι. Κάθε τι που ερμηνεύω στη σκηνή προσπαθώ να το αγαπήσω ριζικά». Όσο για τη μουσική δωματίου, αυτό το είδος κλασικής μουσικής που ερμηνεύει ένα μικρότερο μουσικό σύνολο επί σκηνής, μας λέει ότι «Δυστυχώς ή ευτυχώς όλα είναι φανερά. Κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί ή να πει ψέματα επί σκηνής». Το τσέλο είναι ένα μουσικό όργανο που συχνά μας ξαφνιάζει ευχάριστα σε πρωτότυπες κλασικές εκδοχές pop αλλά και heavy metal  κομματιών, πράγμα που δεν απασχολεί τον σολίστ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ίδιος δεν εκτιμά μία διασκευή που έγινε προσεκτικά. «Δεν έχω άποψη ή κάποια προτίμηση για τη χρήση του τσέλου στη pop. Εάν η διασκευή είναι γραμμένη έξυπνα, πειστικά και με έμπνευση, τότε θα έλεγα ότι κάτι τέτοιο με ευχαριστεί». Όσον αφορά τους δύο ρομαντικούς, έργα των οποίων θα παρουσιάσουν στο κοινό την Τετάρτη 10 Μαΐου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μαζί με τους άλλους δύο σολίστ, θεωρεί την ερώτηση Σούμπερτ ή Μπραμς μάλλον άδικη.
«Όσο έχει να κάνει με την ερώτηση του αιώνα, Σούμπερτ ή Μπραμς, δυστυχώς σε έναν ιδανικό κόσμο δεν θα μπορούσα να σας απαντήσω. Εάν μου βάλετε όμως το μαχαίρι στο λαιμό, θα σας απαντήσω Μπραμς. Η μουσική του πιστεύω αγγίζει πιο έντονα τις χορδές της ιδιοσυγκρασίας μου».

Η εμφάνιση του Αλέξανδρου Γαβριηλίδη-Πέτριν, του Τίμου Γαβριηλίδη-Πέτριν και του Κωνσταντίνου Δεστούνη στο Μέγαρο εντάσσεται στο πλαίσιο του κύκλου Έλληνες σολίστ στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, ο οποίος ολοκληρώνεται στις 24/5 με τη συναυλία «Αν είχαν οι στίχοι μου φτερά…». Συμμετέχουν η υψίφωνος Μίνα Πολυχρόνου, η μεσόφωνος Αγγελική Καθαρίου και ο πιανίστας Διονύσης Μαλλούχος.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below