Από την Κατερίνα Οικονομάκου

«Στο Ιράν, η διδασκαλία του Ισλάμ αρχίζει στο Δημοτικό και συνεχίζεται μέχρι το πανεπιστήμιο. Και φυσικά, όταν είσαι κορίτσι, καλύπτεις τα μαλλιά σου από την πρώτη τάξη του Δημοτικού, παρόλο που υπάρχουν χωριστά σχολεία για κορίτσια και αγόρια. Ακόμη κι έτσι, όμως, έπρεπε να φοράμε τη χιτζάμπ. Θυμάμαι πως όταν ήμουν εννέα ετών, η δασκάλα των Θρησκευτικών μάς είχε πει ότι εάν ένας άνδρας δει έστω και μια τούφα από τα μαλλιά σου, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στην κόλαση κι εκεί κρέμεσαι από τα μαλλιά σου ενώ κάτω από τα πόδια σου καίει μια μεγάλη φωτιά. Καθώς λοιπόν φανταζόμουν αυτή την εικόνα, σκεφτόμουν ότι τα μαλλιά μου δεν θα μπορούσαν να συγκρατήσουν το βάρος μου κι ότι θα έπεφτα στη φωτιά και θα πονούσα φρικτά. Ετσι άρχισα να φοράω συνέχεια τη χιτζάμπ, ακόμη κι όταν ήμουν στο σπίτι».

Στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου, το κοινό μιας αθηναϊκής γκαλερί άκουγε μια 30χρονη να ανακαλεί στη μνήμη της εκείνο το αίσθημα τρόμου που είχε σημαδέψει τα παιδικά της χρόνια. Η εικαστικός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο O.Lala βρισκόταν εκείνο το βράδυ στην Αθήνα όπου εγκαινιαζόταν μια έκθεση με τα έργα της και προσπαθούσε να περιγράψει τι σημαίνει να έχεις γεννηθεί κορίτσι στο Ιράν. Την ίδια ώρα, στην Τεχεράνη, την πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, οι γυναίκες έκαιγαν στους δρόμους τις χιτζάμπ τους, αυτό το σύμβολο της καταπίεσης που υφίστανται οι Ιρανές εδώ και πάνω από τέσσερις δεκαετίες.

«Θυμάμαι πως όταν ήμουν εννέα ετών, η δασκάλα των Θρησκευτικών μάς είχε πει ότι εάν ένας άνδρας δει έστω και μια τούφα από τα μαλλιά σου, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στην κόλαση κι εκεί κρέμεσαι από τα μαλλιά σου ενώ κάτω από τα πόδια σου καίει μια μεγάλη φωτιά». O.Lala, εικαστικός

Τη σπίθα της εξέγερσης άναψε η δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας που φορούσε λίγο χαλαρά τη μαντίλα της και φαινόταν μια τούφα από τα μαλλιά της. Στις 13 Σεπτεμβρίου, η 22χρονη Μάχσα Αμίνι συνελήφθη από την Αστυνομία της Ηθικής ενώ έβγαινε από το σταθμό του μετρό, οδηγήθηκε διά της βίας σε ένα βανάκι κι από εκεί στο αστυνομικό τμήμα. Τρεις μέρες αργότερα ήταν νεκρή, με εμφανή στο κεφάλι και το σώμα της τα σημάδια κακοποίησης.

Στις ημέρες και τις εβδομάδες που ακολούθησαν χιλιάδες γυναίκες πλημμύρισαν τους δρόμους των ιρανικών πόλεων, φωνάζοντας τις τρεις λέξεις που έμελλε να γίνουν το σύνθημα αυτής της πρώτης γυναικείας επανάστασης στην παγκόσμια ιστορία: «Γυναίκες, ζωή, ελευθερία».

Από πάνω αριστερά και δεξιόστροφα: Λουλούδια πάνω στο πορτρέτο της Μάχσα Αμίνι στη διαμαρτυρία έξω από την ιρανική πρεσβεία στις Βρυξέλλες, στις 23 Σεπτεμβρίου 2022. Κούρδες και γυναίκες από τον Λίβανο συμμετέχουν σε διαδήλωση στη Βηρυτό στις 21 Σεπτεμβρίου, λίγες μέρες αφοότου οι ιρανικές αρχές ανακοίνωσαν το θάνατο της Μάχσα Αμίνι. Μια γυναίκα διαμαρτύρεται βαμμένη με αίμα για το θάνατο της Αμίνι, στον αγώνα Ουαλία – Ιράν για το Μουντιάλ στην Ντόχα του Κατάρ, στις 25 Νοεμβρίου. Μαθήτριες υψώνουν το μεσαίο δάχτυλο στο πορτρέτο που εικονίζει τους ηγέτες του Ιράν μέσα σε σχολική τάξη, έχοντας μάλιστα αφαιρέσει τις μαντίλες τους.

Δεν είναι αυτή που παρακολουθούμε τώρα η πρώτη ιρανική εξέγερση – είναι ωστόσο η πρώτη στην οποία ηγούνται οι γυναίκες και η πρώτη στην οποία πλέον εκπροσωπούνται όλες οι κοινωνικές τάξεις, οι επαγγελματικές ομάδες και οι εθνικές μειονότητες του Ιράν, χωρίς πολιτική καθοδήγηση, χωρίς ηγέτες. Αυτό που συμβαίνει είναι μια επανάσταση από τα κάτω και είναι κάτι πρωτόγνωρο. Ισως γι’ αυτό η απάντηση του καθεστώτος να είναι σκληρότερη και τα μέτρα καταστολής αγριότερα από ποτέ. Στα μέσα Δεκεμβρίου, ενώ η επανάσταση συμπλήρωνε τρεις μήνες, πάνω από 500 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων. Ανάμεσά τους και 60 παιδιά, το μικρότερο επτά ετών.

«Εχω μια πολύ στενή φίλη που είναι γιατρός στην Τεχεράνη. Πριν από μερικές ημέρες είχαν βγει στους δρόμους και διαδήλωναν και οι γιατροί, πρέπει να ήταν κάπου 800 γιατροί. Ανάμεσά τους και η φίλη μου. Την ξυλοκόπησαν οι άνδρες της πολιτοφυλακής των μπασίτζ», μου λέει η Άλμα Ζαφάρ, μιλώντας μου από το σπίτι της στη Γερμανία. Η φίλη της δεν πτοήθηκε, όμως. Μετά από μερικές ημέρες ήταν και πάλι στο δρόμο, για να προσφέρει τις πρώτες βοήθειες στους διαδηλωτές. «Μου περιέγραφε πώς έρχονταν καταπάνω τους οι μπασίτζ πάνω στις μηχανές τους, τους χτυπούσαν κι έπειτα επέστρεφαν και τους χτυπούσαν ξανά, έτσι όπως ήταν πεσμένοι στο έδαφος». Το τελευταίο διάστημα η 40χρονη φωτογράφος είναι διαρκώς σε επικοινωνία με τους φίλους και τους συγγενείς της στο Ιράν. Για τη δική τους ασφάλεια, μου εξηγεί, προτιμά να μου μιλήσει με ψευδώνυμο.

Η Άλμα εγκατέλειψε την πατρίδα της μαζί με τη μητέρα και τα αδέλφια της όταν ήταν παιδί. Οι γονείς της ήταν καλλιτέχνες και ανήκαν στον κύκλο των αντιφρονούντων. Κάποια στιγμή πληροφορήθηκαν ότι υπήρχε σχέδιο για τη σύλληψή τους. «Μετά από μία εβδομάδα το σκάσαμε στο εξωτερικό, αλλά έχω διατηρήσει στενές σχέσεις στην πατρίδα μου και επιστρέφω συχνά», λέει, αποφεύγοντας να μπει σε λεπτομέρειες. «Αυτή η επανάσταση δεν είναι καινούρια, οι γυναίκες στην πατρίδα μου αγωνίζονται εδώ και σαράντα χρόνια. Αλλά τώρα δεν μπορούν πια να κάνουν ότι δεν μας βλέπουν».

«Αυτή η επανάσταση δεν είναι καινούρια, οι γυναίκες στην πατρίδα μου αγωνίζονται εδώ και σαράντα χρόνια. Αλλά τώρα δεν μπορούν πια να κάνουν ότι δεν μας βλέπουν». Άλμα Ζαφάρ

Οι νεαρές Ιρανές πατούν σε μια μακρά παράδοση, παρατηρεί και η συγγραφέας Αζάρ Ναφίσι, η οποία ζει στην Ουάσινγκτον και αφηγείται πώς αμέσως μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, οι γυναίκες έκαναν τεράστιες διαδηλώσεις κατά της υποχρεωτικής χιτζάμπ, με σύνθημα «η ελευθερία δεν είναι ούτε ανατολική, ούτε δυτική, η ελευθερία είναι οικουμενική». Η αντίδραση των εκπροσώπων του φρέσκου θεοκρατικού καθεστώτος ήταν άγρια. «Επιτέθηκαν στις διαδηλώτριες με μαχαίρια και ψαλίδια, τους πέταγαν οξύ στο πρόσωπο, αλλά εκείνες επέμεναν. Και επί 43 χρόνια έβρισκαν πάντα τρόπους να εξεγείρονται και να διεκδικούν την ελευθερία τους».

Η 72χρονη Ναφίσι, η οποία προέρχεται από γνωστή οικογένεια πολιτικών και διανοουμένων της Τεχεράνης, είναι μία από τις γνωστότερες προσωπικότητες της ιρανικής Διασποράς. Η Ναφίσι, η οποία δίδασκε Λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο, απομακρύνθηκε από τη θέση της επειδή αρνιόταν να διδάξει με τη χιτζάμπ. Τα επόμενα χρόνια, παρέδιδε μαθήματα λογοτεχνίας σε συνθήκες άκρας μυστικότητας. Επτά φοιτήτριες πήγαιναν στο σπίτι της, όπου πέταγαν τις μαντίλες και συζητούσαν για την «Ντέιζι Μίλερ», τη «Λολίτα», τη «Μαντάμ Μποβαρί» και τις δικές τους ζωές. Μέχρι που η Ναφίσι αποφάσισε ότι ήταν καιρός να εγκαταλείψει το Ιράν. Από την εξορία, όμως, έγραψε το χρονικό εκείνων των μυστικών συναντήσεων, που κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» κι έγινε διεθνές best seller.

Μία από εκείνες τις επτά φοιτήτριες είναι σήμερα καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο και συμμετέχει στις διαδηλώσεις, μου λέει η Ναφίσι, που μιλάει συχνά μαζί της. «Αυτό που διαφοροποιεί τη νέα γενιά από τη δική μου είναι, πρώτον, ότι οι νέες γυναίκες σήμερα δεν βλέπουν καμιά προοπτική για το μέλλον τους, γιατί το σύστημα δεν τους προσφέρει απολύτως τίποτε ούτε σε επίπεδο ατομικών ελευθεριών, ούτε σε ό,τι αφορά τις επαγγελματικές τους προοπτικές, παρόλο που έχουν ανώτατη μόρφωση. Η ανεργία, ειδικά για τις γυναίκες, είναι πρωτόγνωρα υψηλή. Και μιλάμε για γυναίκες με πτυχία και πολλά προσόντα. Επίσης, αυτή η γενιά δεν είναι πολιτικοποιημένη, όπως ήταν η δική μου. Οι συνομήλικές μου είχαν ακόμη ελπίδες στους μεταρρυθμιστές – αν κι εγώ δεν τους πίστεψα ποτέ», λέει η Ναφίσι. «Τώρα οι Ιρανοί ξέρουν ότι το σύστημα δεν μεταρρυθμίζεται, πρέπει να καταρρεύσει. Οι γυναίκες στους δρόμους φωνάζουν “ζωή κι ελευθερία”, ο αγώνας είναι υπαρξιακός».

«Οι νέες γυναίκες σήμερα δεν βλέπουν καμιά προοπτική για το μέλλον τους, γιατί το σύστημα δεν τους προσφέρει απολύτως τίποτε ούτε σε επίπεδο ατομικών ελευθεριών, ούτε σε ό,τι αφορά τις επαγγελματικές τους προοπτικές, παρόλο που έχουν ανώτατη μόρφωση». Αζάρ Ναφίσι, συγγραφέας

Μαζί της συμφωνεί μία άλλη διακεκριμένη Ιρανή της Διασποράς, η ιστορικός και ακτιβίστρια για τα γυναικεία δικαιώματα Νίνα Ανσάρι, συγγραφέας της γνωστότερης μελέτης για την ιστορία των γυναικών του Ιράν. «Πριν από την έλευση του Ισλάμ τον 7ο αιώνα, κυρίαρχη θρησκεία και ιδεολογία στο Ιράν ήταν ο Ζωροαστρισμός που αποδεχόταν την ισοτιμία ανδρών και γυναικών. Οι γυναίκες ήταν ανεξάρτητες, είχαν πολλά προνόμια και εξουσίες. Το σημερινό κίνημα έχει βαθιές ιστορικές ρίζες», λέει η Ανσάρι.

Από πάνω αριστερά και δεξιόστροφα: Εκπρόσωπος της Aστυνομίας της Hθικής μιλάει με γυναίκα στην Τεχεράνη. Νέοι της Τεχεράνης τον Δεκέμβριο του 2022. Η ανακοίνωση του εισαγγελέα Μοχάμεντ Τζαφάρ Μονταζέρι ότι καταργείται η Aστυνομία της Hθικής στις αρχές του μήνα θεωρείται επικοινωνιακό τέχνασμα κατευνασμού της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Καθημερινά, οι συλλήψεις, οι βασανισμοί και οι καταδίκες σε θάνατο συνεχίζονται. Μία νέα γυναίκα κόβει την τούρτα γενεθλίων της στο Ιράν το 1973, πέντε χρόνια προτού η Ισλαμική Επανάσταση βυθίσει τη χώρα στο σκοτάδι. Δεκαετία του ’70, ένα άλλο Ιράν. Φοιτήτριες χωρίς μαντίλες, ντυμένες με χρώματα, μίνι.

Μου εξηγεί ότι ακόμη και στα μέσα του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν υπήρχε μια ισχυρή συμμαχία κλήρου – κράτους που περιόριζε τα κορίτσια και τις γυναίκες στην ιδιωτική σφαίρα, μια χούφτα προοδευτικών γυναικών αγωνιζόταν με πάθος για τη συμμετοχή στο δημόσιο βίο. Η κυβέρνηση και οι κληρικοί είχαν τότε αντισταθεί, έκλεισαν τα σχολεία και τις εκδόσεις που εκείνες οι γυναίκες είχαν ανοίξει, αλλά δεν κατέφυγαν στη βία. «Αυτές οι θηριωδίες που βλέπουμε σήμερα δεν έχουν προηγούμενο. Και δεν στρέφονται πια μόνο εναντίον των γυναικών, αλλά εναντίον ολόκληρης της κοινωνίας, ακόμη και των παιδιών», παρατηρεί.

Η Ανσάρι θυμίζει ότι εδώ και 43 χρόνια το θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν απολαμβάνει πλήρη ατιμωρησία, καθώς ανενόχλητο διαπράττει εγκλήματα κατά του ιρανικού λαού και αποδεδειγμένα δολοφονεί αντιφρονούντες ακόμη και στο εξωτερικό. «Σε αυτά προσθέστε την οικονομική κακοδιαχείριση, την ανεργία και την εκτεταμένη διαφθορά. Την ώρα που ο μέσος Ιρανός δεν μπορεί καν να βγάλει τα προς το ζην, τα στελέχη του καθεστώτος έχουν στους λογαριασμούς τους δισεκατομμύρια. Και τώρα δολοφονούν τους ανθρώπους εν ψυχρώ επειδή απαιτούν τα αυτονόητα».

 

Το κύμα της πρωτοφανούς βίας που σαρώνει τη χώρα από τον περασμένο Σεπτέμβριο είναι η απόδειξη της αποτυχίας του καθεστώτος, που πλέον θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να κρατηθεί όρθιο, παρατηρεί η Ναφίσι και αναφέρεται σε ένα ρεπορτάζ που είχε μόλις δημοσιεύσει το CNN με μαρτυρίες από νεαρές διαδηλώτριες οι οποίες συνελήφθησαν και έπεσαν θύματα βιασμού στις φυλακές. «Βιάζουν τις γυναίκες στις ιρανικές φυλακές εδώ και 43 χρόνια», παρατηρεί.

«Κατά τα πρώτα δέκα χρόνια του ισλαμικού καθεστώτος, στις ιρανικές φυλακές ο βιασμός των γυναικών κρατουμένων ήταν συστηματικός, ήταν μέρος συγκεκριμένης τακτικής», λέει η Σάντι Αμίν, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των Ιρανών γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία έχει γράψει επανειλημμένα για τη σεξουαλική κακοποίηση στο Ιράν. Μετά τη δεκαετία του ’80, οι δεσμοφύλακες δεν είχαν πλέον την εντολή να κακοποιούν τις γυναίκες, αλλά ήταν κάτι που έτσι κι αλλιώς έκαναν πολύ συχνά. «Ξέρουμε ότι διαλέγουν τις πιο όμορφες γυναίκες κι εκείνες που αντιστέκονται περισσότερο. Τέτοια είναι η περίπτωση της Ιρανοκαναδέζας φωτορεπόρτερ Ζάχρα Καζέμι, η οποία πέθανε από τα βασανιστήρια στις φυλακές του Εβίν το 2003», λέει η Αμίν, η οποία μας μιλάει από το Λονδίνο όπου ζει αυτό τον καιρό. «Ξέρουμε ότι οι βιασμοί είναι μια κανονικότητα στις ιρανικές φυλακές. Οσα αναφέρονται στο πρόσφατο ρεπορτάζ του CNN είναι όλα αλήθεια».

Η Σάντι Αμίν λέει ότι η καταστολή και ο φόβος που βιώνουν οι έφηβες και οι γυναίκες της κοινότητας των ΛΟΑΤΚΙ είναι ακόμη πιο άγρια και η μοναξιά τους πιο σκληρή. Πριν από μερικές ημέρες, όταν η Αμίν τιμήθηκε με μια διεθνή διάκριση για το έργο της, αφιέρωσε το βραβείο της σε μία από αυτές τις νεαρές γυναίκες, τη Νίκα Σακαράμι. Κι αυτός ήταν ο λόγος που ξέσπασε εναντίον της μια καμπάνια μίσους στα σόσιαλ μίντια, που κορυφώθηκε με απειλές κατά της ζωής της. Η 16χρονη Ιρανή, η οποία συμμετείχε στις διαδηλώσεις από την πρώτη στιγμή, εξαφανίστηκε στις 20 Σεπτεμβρίου. Λίγες ημέρες αργότερα η οικογένειά της παρέλαβε το άγρια ξυλοκοπημένο πτώμα της. Πριν από το θάνατό της, η Σακαράμι είχε γνωριστεί μέσω των social media και διατηρούσε επαφή με μια συνομήλική της Γερμανίδα – τα δύο κορίτσια ήταν ερωτευμένα.

Για να με βοηθήσει να κατανοήσω πόσο εγκλωβισμένες νιώθουν οι νεαρές Ιρανές, η Άλμα Ζαφάρ μού μιλάει για μια νεαρή φοιτήτρια Φιλοσοφίας, από μια επαρχιακή πόλη του ιρανικού Βορρά. «Έτυχε να δει κάποιες αναρτήσεις μου στα social media και αποφάσισε να μου γράψει και να μου ανοίξει την καρδιά της. Είναι είκοσι χρόνων και ζει με τη μητέρα και τον αδελφό της, οι οποίοι εργάζονται για το καθεστώς. Ειδικά η μητέρα της έχει υψηλή θέση. Η ίδια είναι λεσβία, αλλά το κρύβει, το γνωρίζουν μόνο οι φίλοι της, αν και αυτοί ακόμα δεν της έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη γιατί φοβούνται ότι μπορεί να είναι πράκτορας και να τους καταδώσει». Η Αλμα περιγράφει μια νεαρή γυναίκα που βρίσκεται σε απόγνωση. Και όπως και πολλές συνομήλικές της, επιδιώκει την συχνή επικοινωνία με Ιρανές της Διασποράς. «Αυτή η εικοσάχρονη κοπέλα παθαίνει πανικό αν αργήσω να της απαντήσω, νιώθει ολομόναχη, έχει ανάγκη να αισθάνεται ότι κάποιος τη σκέφτεται και ενδιαφέρεται γι’ αυτήν».

«Είναι είκοσι χρόνων και ζει με τη μητέρα και τον αδελφό της, οι οποίοι εργάζονται για το καθεστώς. Ειδικά η μητέρα της έχει υψηλή θέση. Η ίδια είναι λεσβία, αλλά το κρύβει, το γνωρίζουν μόνο οι φίλοι της, αν και αυτοί ακόμα δεν της έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη γιατί φοβούνται ότι μπορεί να είναι πράκτορας».  Άλμα Ζαφάρ

Οι Ιρανές δίνουν χρόνια τους μοναχικούς αγώνες τους, αλλά αυτή τη φορά ο κόσμος, η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να αποστρέψει το βλέμμα, λέει η Αλμα. Αναρωτιέμαι αν νιώθουν οι Ιρανές ότι έχουν συμπαράσταση από τη Δύση. Η διεθνής κοινότητα κινητοποιήθηκε, η πρόσφατη απόφαση των Ηνωμένων Εθνών για τη δημιουργία ανεξάρτητης επιτροπής που θα ερευνήσει τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Ιρανών κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων είναι ένα μεγάλο βήμα, παραδέχεται η Αμίν. Το καθεστώς ανακοίνωσε ότι δεν θα επιτρέψει την είσοδο των ερευνητών στη χώρα, ωστόσο υπάρχουν μέσα στο Ιράν τα πρόσωπα που εργάζονται σε συνθήκες μυστικότητας και συγκεντρώνουν στοιχεία για να τους τα παραδώσουν.

Αλλά αυτό δεν αρκεί, λέει η Αζάρ Ναφίσι, η οποία επιμένει ότι οι δυτικές κυβερνήσεις οφείλουν να δεσμεύσουν τα περιουσιακά στοιχεία των μελών του ισλαμικού καθεστώτος και των οικογενειών τους στη Δύση. «Αυτοί οι άνθρωποι έχουν βγάλει στο εξωτερικό δισεκατομμύρια. Αυτός ο πλούτος ανήκει στον ιρανικό λαό, όχι σε αυτούς τους ληστές και δολοφόνους που πρέπει να αποκαλυφθούν και να οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης», παρατηρεί. «Όλες οι δημοκρατικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να καταλάβουν ότι είναι και προς το δικό τους συμφέρον να γίνει το Ιράν μια χώρα δημοκρατική».

Καμιά από τις γυναίκες, όμως, δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι η οποιαδήποτε αλλαγή θα έρθει εύκολα και ανώδυνα. «Το μόνο που μπορεί να τους αναγκάσει να πάψουν να δολοφονούν μαζικά και αδιακρίτως θα είναι να αυξηθούν οι απεργίες που έχουν ξεκινήσει και όλοι οι εργαζόμενοι να κατεβαίνουν σε απεργίες διαρκείας, πράγμα που είμαι αισιόδοξη ότι θα συμβεί. Πρέπει όμως και η Δύση να πάρει πιο σοβαρά τις κυρώσεις και να απαγορεύσει στο καθεστώς να κάνει εξαγωγές», λέει η Σάντι Αμίν, που παρατηρεί ότι ο αγώνας αυτός δεν είναι σπριντ, θα είναι μαραθώνιος. Και είναι ένας μαραθώνιος που διεξάγεται χωρίς τη μαρτυρία των δημοσιογράφων. Το καθεστώς έχει απαγορεύσει στους ανταποκριτές να κάνουν ρεπορτάζ για τις διαδηλώσεις. Οσοι μπορούν συνομιλούν με μεγάλη προσοχή με τις επαφές τους μέσα στη χώρα, ανθρώπους που διακινδυνεύουν κάθε στιγμή. Οι εικόνες που φτάνουν στην παγκόσμια κοινότητα μέσα από τα social media προέρχονται από τους ίδιους τους Ιρανούς διαδηλωτές.

«Το μόνο που μπορεί να τους αναγκάσει να πάψουν να δολοφονούν μαζικά και αδιακρίτως θα είναι να αυξηθούν οι απεργίες που έχουν ξεκινήσει και όλοι οι εργαζόμενοι να κατεβαίνουν σε απεργίες διαρκείας, πράγμα που είμαι αισιόδοξη ότι θα συμβεί. Πρέπει όμως και η Δύση να πάρει πιο σοβαρά τις κυρώσεις». Σάντι Αμίν

Αξίζει να θυμάται κανείς ότι το ισλαμικό καθεστώς έχει ένα στρατό από χιλιάδες έμμισθα τρολ. Και βεβαίως οι επίσημες ανακοινώσεις μπορεί να αποσκοπούν στην παραπλάνηση της διεθνούς κοινής γνώμης. Στις αρχές Δεκεμβρίου, κάποιες από τις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου έγραφαν ότι διαλύεται η διαβόητη Αστυνομία της Ηθικής. Αυτό είχε ανακοινώσει ο γενικός εισαγγελέας Μοχαμάντ Τζαφάρ Μονταζερί. Οπως πολύ σύντομα αποδείχτηκε, ήταν απλώς μια μπλόφα για να καμφθεί ο θόρυβος μετά την απόφαση των Ηνωμένων Εθνών. «Η Αστυνομία της Ηθικής είναι ταυτόσημη με το καθεστώς», παρατηρεί η Αλμα Ζαφάρ. «Και το καθεστώς δεν αναμορφώνεται, πρέπει να καταρρεύσει».

Σε κάθε περίπτωση, συμφωνούν όλες, το τζίνι έχει βγει από το μπουκάλι. Δεν υπάρχει γυρισμός. Η οργή που ξεχείλισε εναντίον της μισητής Αστυνομίας της Ηθικής τον περασμένο Σεπτέμβριο, δεν αφορά πλέον μόνο τη μαντίλα, ούτε μόνο τα δικαιώματα και τον καταπιεσμένο πόνο των γυναικών, αλλά το σύνολο της ιρανικής κοινωνίας – ή έστω την συντριπτική πλειονότητά της, όσους δεν έχουν συνδέσει τα συμφέροντά τους με την επιβίωση της εξουσίας των μουλάδων.

Και οι γυναίκες παραμένουν σταθερά στην ηγεσία του κινήματος. Σημαίνει αυτό ότι κάτι έχει αλλάξει και στη στάση των ανδρών; «Οι άνδρες στέκονται στο πλευρό τους κι εκφράζουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους», λέει η Ναφίσι. «Το τραγούδι που έγινε ο ύμνος επανάστασης γράφτηκε από έναν άνδρα. Και χωρίς τους άνδρες αυτή η επανάσταση θα παραμείνει ανολοκλήρωτη, παρόλο που οι γυναίκες είναι στην πρωτοπορία. Διότι και οι άνδρες βιώνουν καταπίεση. Δεν μπορεί σε μια κοινωνία ένα κομμάτι της να είναι ελεύθερο κι ένα άλλο να μην είναι».

Εάν ο δημόσιος χώρος είναι εδώ και δεκαετίες τόπος εχθρικός προς την ίδια τη γυναικεία φύση, γεμάτος αποκλεισμούς και απειλές, πώς έχουν καταφέρει οι γυναίκες του Ιράν να αποκτήσουν τέτοιο ψυχικό σθένος ώστε να μάχονται σήμερα με τόση ορμή κι επιμονή; Από πού προέρχεται αυτή η σπάνια εσωτερική ελευθερία; Πώς ζουν και τι ονειρεύονται γενιές Ιρανών γυναικών πίσω από τις κλειστές πόρτες; Ζητάω από την Μπαχάρ Εμπραχίμ, μια Ιρανή σκηνοθέτρια η οποία ζει στο Βερολίνο, να με βοηθήσει να τις γνωρίσω.

«Είναι η μητέρα της μητέρας μου, τη βλέπουμε σε ένα δωμάτιο μπροστά σε ένα έργο της. Είναι ζωγράφος. Μέχρι να κάνω την ταινία δεν ήξερα πολλά για τη ζωή της. Τότε μου είπε ότι άρχισε να ζωγραφίζει μόνο μετά τον θάνατο του άνδρα της, γιατί εκείνος της το απαγόρευε. “Από τότε που πέθανε ο παππούς σου, νιώθω ελεύθερη”, μου είπε».  Μπαχάρ Εμπραχίμ, σκηνοθέτρια

Σε ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε το 2018, η Μπαχάρ παρακολουθεί τις ιστορίες 16 γυναικών, από 18 έως 80 ετών. Τις κινηματογραφεί όταν μιλούν εμπιστευτικά μεταξύ τους, όταν πετούν τις μαντίλες, όταν χορεύουν, όταν αποκαλύπτουν τις πιο μύχιες σκέψεις τους. Μία από αυτές τις γυναίκες είναι η γιαγιά της, μου λέει. «Είναι η μητέρα της μητέρας μου, τη βλέπουμε σε ένα δωμάτιο μπροστά σε ένα έργο της. Είναι ζωγράφος. Μέχρι να κάνω την ταινία δεν ήξερα πολλά για τη ζωή της. Τότε μου είπε ότι άρχισε να ζωγραφίζει μόνο μετά τον θάνατο του άνδρα της, γιατί εκείνος της το απαγόρευε. “Από τότε που πέθανε ο παππούς σου, νιώθω ελεύθερη”, μου είπε».

Η Μπαχάρ λέει ότι σε κάποια σκηνή της ταινίας ρωτάει τη γιαγιά της τι θα έκανε αν μπορούσε να γυρίσει πίσω το χρόνο. «Θα ερωτευόμουν», της απαντά. «Δεν είχε ερωτευτεί ποτέ, δεν της επιτρεπόταν, δεν μπορούσε ποτέ να ερωτευτεί και να την ερωτευτούν, σαν γυναίκα δεν είχε καμιά ελευθερία. Αυτές οι έφηβες που δολοφονούνται σήμερα στους δρόμους του Ιράν θέλουν να ερωτευθούν, θέλουν να ζήσουν, αυτή είναι η επανάστασή τους».

Φωτογραφίες: afp/visualhellas.gr, getty images/ideal image

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below