Για πολλά χρόνια βρισκόταν στο τιμόνι καθημερινής πρωινής ενημερωτικής εκπομπής στον ΣΚΑΪ και ο κόσμος αγάπησε την εγκυρότητα και την αμεσότητά της. Γνωριζόμαστε από το 2014 και αν μπορώ να πω με βεβαιότητα κάτι για την Αννα-Κύνθια Μπουσδούκου, είναι ότι εξακολουθεί να μελετά σε βάθος κάθε θέμα με το οποίο ασχολείται ή παρουσιάζει και ότι είναι -πλέον- ένας πιο ξέγνοιαστος άνθρωπος. Περισσότερο ακόμη κι από εκείνο το καλοκαίρι στην Κύθνο, όταν έγινε γνωστή η αποχώρησή της από το κανάλι του Φαλήρου. Τρία χρόνια μετά την απόφασή της να αποτραβηχτεί από τα φώτα της τηλεόρασης, συναντηθήκαμε στα γραφεία του iMEdD, στο λατρεμένο για εκείνη κέντρο της Αθήνας, και συζητήσαμε για τους λόγους εκείνης της επαγγελματικής στροφής. Μιλήσαμε ακόμη για τις προκλήσεις της ιδιαίτερης συνθήκης που διανύουμε, τη γυναικεία ενδυνάμωση, αλλά και το πρωτοποριακό για τα δεδομένα της χώρας εγχείρημά της, έναν μη κερδοσκοπικό δημοσιογραφικό οργανισμό για την ενίσχυση και τη βελτίωση της δημοσιογραφίας.

Πέρασαν τρία χρόνια από τότε που πήρες την ξαφνική απόφαση να κλείσεις πίσω σου την πόρτα του ΣΚΑΪ, το καλοκαίρι του 2018. Είχε ωριμάσει μέσα σου καιρό πριν;

Μετά τη συνεργασία που ήδη είχα με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος ως σύμβουλος για δωρεές για τη μετεκπαίδευση των δημοσιογράφων και για προγράμματα δημοσιογραφίας, ήταν πολύ γρήγορη η απόφαση να αποδεχτώ τη μεγάλη πρόκληση να προχωρήσουμε μαζί στη δημιουργία ενός δημοσιογραφικού πυρήνα. Οπότε πάρθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα, ήταν ωστόσο αρκετά ώριμη.

Δύσκολα αποφασίζει κανείς να αφήσει μια επιτυχημένη καριέρα στην τηλεόραση.

Καθόλου δύσκολο δεν ήταν να απαρνηθώ αυτό που ονομάζουμε «τα φώτα της δημοσιότητας», σαφώς όμως δεν ήταν εύκολο να αποχωριστώ συναδέλφους και ομάδες που εργαζόμασταν μαζί δεκατρία χρόνια. Η δημοσιότητα όμως δεν ήταν κάτι που μ’ ενδιέφερε. Αυτό που μ’ ενδιέφερε ήταν η δουλειά αυτή καθαυτή και οι διάφορες προκλήσεις που τη συνοδεύουν, ευχάριστες ή δυσάρεστες.

Τι αγάπησες και τι διέγραψες δουλεύοντας στην τηλεόραση;

Αγάπησα τη μεγάλη πρόκληση τού να πρέπει ανά πάσα ώρα και στιγμή να είσαι τολμηρός και έτοιμος να βγεις μπροστά, ό,τι κι αν συμβαίνει, και μάλιστα σε χρόνια τα οποία πραγματικά είχαν πολύ πλούσια και ακραία επικαιρότητα. Κοινωνική, ανθρωπιστική, πολιτική, οικονομική, και βέβαια δημοσιογραφική. Αυτό είναι κάτι το οποίο έμαθα, δούλεψα, καλλιέργησα και κάτι που με σκληραγώγησε. Δεν υπάρχει κάτι που διέγραψα και που δεν θέλω να θυμάμαι γιατί δεν μετανιώνω για τίποτα έως εδώ – αυτή τη φιλοσοφία προσπαθώ να έχω και ως άνθρωπος. Οχι από ρομαντική διάθεση ή θετική σκέψη, αλλά για να έχω μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση. Αν μπορούμε να πούμε ότι αναπόφευκτα ο χώρος της τηλεόρασης είναι πολύ περιορισμένος, σίγουρα δεν νιώθω τόσο περιορισμένη όσο ήμουν.

Μαζί μ’ εκείνη λοιπόν άφησες και κάποιο στοιχείο του χαρακτήρα σου;

Σίγουρα. Βέβαια, έχει να κάνει και με το πώς ωριμάζουν τα πράγματα. Με τη διαχείριση και τη ζύμωση σε μια δουλειά ωριμάζεις ως άνθρωπος γιατί μεγαλώνεις μέσα από τη διαδικασία. Με δυο λόγια, ναι, νιώθω πιο απελευθερωμένη.

Θα επέστρεφες ποτέ;

Δεν το έχω σκεφτεί, οπότε μάλλον όχι.

Σύστησέ μας το iMEdD.

Πρόκειται για τον μοναδικό μη κερδοσκοπικό δημοσιογραφικό οργανισμό με διεθνή προσανατολισμό που εδρεύει στην Ελλάδα. Είναι ένα εγχείρημα πρώτα απ’ όλα να καλέσουμε (εκτός της ομάδας μας) και άλλους επαγγελματίες του χώρου, να προβληματιστούμε γι’ αυτά τα οποία γνωρίζουμε ότι χρήζουν αλλαγής, ανανέωσης, διαγραφής ενδεχομένως, αλλά και να περάσουμε γρήγορα στην πράξη. Οπότε είναι ένας οργανισμός που παράγει δικό του ανεξάρτητο περιεχόμενο και θα παράξει ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Δημοσιεύουμε τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούμε, άρα υπάρχει διαφάνεια, και ταυτόχρονα υποστηρίζουμε επαγγελματίες του χώρου στο να υποβάλουν την πρότασή τους ώστε να αξιολογηθεί, με επίσης πολύ συγκεκριμένη διαδικασία που είναι διαθέσιμη σε όλους: από τα μέσα που χρειάζεται, από τους πόρους, από τη συμβουλευτική, και μέσω πολλών εξειδικευμένων workshops που οργανώνουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα έτσι ώστε να έχει και το χρόνο που χρειάζεται. Η δημοσιογραφία είναι ακριβή γιατί χρειάζεται χρόνο και είναι ακριβή γιατί χρειάζεται ανεξαρτησία. Αυτά τα δύο στο τέλος της ημέρας πληρώνονται, είτε χρηματικά, είτε με την αναγνώριση και το σεβασμό που πρέπει να επανακτήσουμε ως δημοσιογράφοι για να μπορέσουμε να πούμε την ιστορία που ερευνάμε.

Ενας από τους πυλώνες του οργανισμού είναι το incubator που προϋποθέτει την κατάθεση από μεριάς του δημιουργού ενός media project, το οποίο λαμβάνει εφ’ όλης της ύλης υποστήριξη. Μπορείς να μου δώσεις ένα παράδειγμα τέτοιου project που ολοκληρώθηκε;
Στο incubator μέχρι στιγμής έχουν κατατεθεί για αξιολόγηση εκατοντάδες media projects – από έρευνες, εφαρμογές και podcasts μέχρι ντοκιμαντέρ, πολυμεσικά και φωτογραφικά projects. Ενα από τα 17 που έχουν ολοκληρωθεί έως τώρα είναι η διασυνοριακή έρευνα του δημοσιογράφου Κώστα Κουκουμάκα «Το Βαλκανικό Τρίγωνο της Κάνναβης». Εδώ υποστηρίξαμε την παραγωγή με συνεργάτες (φωτογράφο, fixer κ.ά.), με κάλυψη των εξόδων των αποστολών κ.λπ. ώστε αυτό να ολοκληρωθεί με επιτυχία και σήμερα να έχει ήδη δημοσιευτεί σε μέσα όπως το Vice, η Courier Internationial και η εφημερίδα «Die Zeit». Είναι πολύ δυναμικός και διαφορετικός ο τρόπος που υποστηρίζουμε το κάθε project.

Είναι έτοιμη η ελληνική δημοσιογραφία να καταλάβει έναν τέτοιο οργανισμό και να εκμεταλλευτεί τις ενέργειες και τους πόρους του iMEdD;

Σίγουρα ναι. Υπάρχουν πάρα πολλοί συνάδελφοι οι οποίοι είτε εργάζονται, είτε όχι, έχουν πολύ μεγάλη ανάγκη να μπορέσουν να έχουν το περιθώριο να ερευνήσουν χωρίς κανένα φίλτρο, να δουν πού θα τους επιτρέψει η έρευνα να φτάσουν. Πολλές φορές στα newsrooms βλέπουμε ότι ξεκινάμε από το αποτέλεσμα να ερευνήσουμε κάτι. Μια έρευνα μπορεί να πάρει ως δεδομένα κάποια πράγματα, αλλά ο δημοσιογράφος-ερευνητής δεν ξέρει πού θα καταλήξει. Οπότε επαναφέρουμε την παραδοσιακή μεθοδολογία και χρησιμοποιούμε νέα μέσα για να απελευθερώσουμε τον δημοσιογράφο και να μπορέσει να πει την ιστορία του. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη και πολύ μεγάλη ανταπόκριση.

Τα social media είναι πλέον από τις πιο υπολογίσιμες πηγές της δημοσιογραφίας. Τα αναγνωρίζεις ως δημοσιογραφικό εργαλείο;

Θεωρώ ότι είναι μια άλλη βιομηχανία τα social media από τα media. Θεωρώ ότι έχουν τελείως διαφορετικούς όρους, τελείως διαφορετική στόχευση και τελείως διαφορετική δομή. Οπότε δεν τα συγχέω, δεν τα συγκρίνω με τα media. Επίσης δεν αποδέχομαι το γεγονός ότι τα social media ήρθαν κι έκαναν κακό στη δημοσιογραφία με την έννοια, ότι ο συγκεκριμένος κλάδος άφησε δικά του προβλήματα να παραμείνουν άλυτα και να έρθουν τα social media να καταλάβουν ένα πεδίο, το οποίο άνηκε στην ενημέρωση. Τα social media για την αγορά στην οποία απευθύνονται, με τους όρους της βιομηχανίας στην οποία εντάσσονται, προχωρούν και θα συνεχίσουν να προχωρούν. Το γιατί έχασε η δημοσιογραφία την αξιοπιστία της είναι κάτι που πρέπει να προβληματίσει τη δημοσιογραφία και όχι να δείξουμε και να ρίξουμε την ευθύνη στα social media. Επίσης υπάρχει ευθύνη και στον ίδιο τον καταναλωτή της πληροφορίας, όταν ξέρει γιατί σταματάει να ενημερώνεται από τα μέσα ενημέρωσης και ξέρει ότι σίγουρα δεν θέλει αυτή την πηγή, πηγαίνει τυφλά, χωρίς να ξέρει γιατί ακριβώς πηγαίνει, στα social media. Είναι ένας εκρηκτικός συνδυασμός και θεωρώ ότι είναι ανεξάρτητες βιομηχανίες. Δεν μπορεί το ένα να φταίει για το άλλο. Πρέπει ο χώρος της δημοσιογραφίας να ανακτήσει την αξία της είδησης, την αξία του δημοσιογράφου που είναι επαγγελματίας και μέσα από την ποιότητα της ενημέρωσης και από την ποιότητα της πληροφορίας να κερδίσει και πάλι την εμπιστοσύνη. Όχι να πολεμήσει τη δημοσιογραφία.

Το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος όμως έχει φέρει στην επαγγελματική σου πορεία και τους «Διαλόγους», που συνεχίζονται με μεγάλη επιτυχία. Πού πιστεύεις ότι οφείλεται αυτό;

Στην ανάγκη που υπάρχει να συζητήσουμε θέματα της επικαιρότητας. Πέρα από αυτό που συνήθως ακούμε και εξαντλείται ενδεχομένως σε έναν τίτλο ή σε μια μονοδιάστατη επικοινωνία του θέματος. Αυτό που επιχειρούν οι «Διάλογοι», ως ανεξάρτητη πρωτοβουλία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, είναι να ασχοληθούμε με θέματα της επικαιρότητας, αλλά να δώσουμε μια πτυχή η οποία ή δεν ακούγεται ή δεν στέκεται πολύ η ενημέρωση σε αυτή. Ακόμη να δώσουμε τη δυνατότητα σε όλους και όλες που παρακολουθούν, πέραν των προσκεκλημένων ομιλητών, να έχουν συμμετοχή στο διάλογο. Δηλαδή μέσω των «Διαλόγων» σταματάμε την παθητικότητα – και αυτό για μένα ήταν πάρα πολύ μεγάλη πρόκληση. Η συνεργασία μου με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος ξεκίνησε το 2016 με τις υποτροφίες προς δημοσιογράφους και το φθινόπωρο του 2017 με τους «Διαλόγους». Η πρόκληση ήταν τεράστια και πολύ μεγαλύτερη από την εκπομπή. Γιατί ο κόσμος ερχόταν χωρίς σκανάρισμα, ελεύθερος να παρακολουθήσει είτε ζωντανά, είτε διαδικτυακά και ανά πάσα ώρα και στιγμή να συμμετάσχει στη συζήτηση. Αυτό είναι απόλυτα δημοκρατικό ακριβώς επειδή έχουμε ξεχάσει να ακούμε, πόσο μάλλον να συζητάμε ή να έχουμε διαφορετικές τοποθετήσεις. Κλείνοντας θα έλεγα ότι οι «Διάλογοι» από τη μία θίγουν πτυχές που δεν ακούγονται και από την άλλη δίνουν το δικαίωμα σε όλους όσοι παρακολουθούν όχι απλά να ακούνε, αλλά να τοποθετούνται και να μιλάνε.

Τελικά η ενημέρωση μπήκε σε καραντίνα;

Είναι πολύ μεγάλη η κουβέντα περί καραντίνας. Ξέρω ότι δημοσιογράφοι μεμονωμένα δεν μπήκαν σε καραντίνα. Ότι υπήρξε μία μονοδιάστατη ενδεχομένως ανάλωση επί του θέματος, ναι το είδαμε να συμβαίνει.

Πώς θα περιέγραφες τη δημοσιογραφία σήμερα;

Σε κρίση, αλλά και ανήσυχη ταυτόχρονα. Νομίζω ότι για πάρα πολλά χρόνια συζητούσαμε τα προβλήματα, τα οποία υπάρχουν ακόμη. Πλέον βλέπουμε, και από εκεί παίρνουμε δύναμη, δημοσιογράφοι και κοινό, ολοένα και περισσότερους δημοσιογράφους να είναι ανήσυχοι και να αναζητούν ανεξάρτητες πηγές χρηματοδότησης προκειμένου να κάνουν τις έρευνές τους. Οπότε θεωρώ ότι αυτή η ανησυχία μάς βρίσκει σε ένα momentum εξαιρετικά ενδιαφέρον για την επόμενη μέρα.

Πώς είδες το δυνατό ντόμινο αποκαλύψεων του #metoo, όπου και οι δημοσιογράφοι είχαν σημαντικό ρόλο;

Το είδα τουλάχιστον με πολύ έντονο προβληματισμό, όπως οι περισσότεροι, αλλά δυστυχώς όχι όλοι. Μακάρι να μας προβλημάτιζε και να μας σόκαρε όλους. Το ζητούμενο είναι με ποιον τρόπο ο χώρος της δημοσιογραφίας θα το διατηρήσει στην επικαιρότητα και θα το πάει σε μεγαλύτερο βάθος, ανεξαρτήτως αν προσωποποιείται σε μια ιστορία ή σε ένα δημοφιλές πρόσωπο. Το θέμα είναι η δημοσιογραφία να μπει βαθιά στο θέμα και να ενημερώσει σωστά για τέτοιου είδους ζητήματα, τα οποία ανοίγουν με αφορμή το #metoo.

Δεν μπορώ να μη ρωτήσω αν έχεις έρθει ποτέ σε άβολη θέση έχοντας κάποιον απέναντί σου να ξεπερνά τα όρια.

Εχω έρθει. Μπόρεσα να το αντιμετωπίσω. Δεν σημαίνει όμως ότι αν ξαναέρθω θα μπορέσω να το αντιμετωπίσω ή ότι οποιαδήποτε γυναίκα μπορεί να το αντιμετωπίσει. Σίγουρα θέλει ψυχραιμία βάσει των συνθηκών -γιατί οι συνθήκες ποικίλλουν-, θέλει εκλογίκευση και υπενθύμιση των βασικών αρχών συμπεριφοράς. Οποιος βρίσκεται στην αδύναμη θέση πρέπει να θυμηθεί ότι έχει τη δύναμη να μην αποδεχτεί το ότι στερεοτυπικά είναι ο αδύναμος παίκτης. Δεν μπορεί να συγκρίνει κανείς περιπτώσεις, ούτε ανθρώπους. Εδώ θέλει αλλαγή κουλτούρας. Πρέπει να θεωρείται δεδομένη η ισότητα. Είτε πρόκειται για τη σεξουαλική προσέγγιση, τη σεξουαλική προτίμηση, την εργασιακή, κοινωνική ή στερεοτυπική συνθήκη.

«Γυναικεία ενδυνάμωση». Πώς βλέπεις τα πράγματα;

Είναι αυτονόητο ότι τη χρειαζόμαστε. Θεωρώ άδικο το να εξακολουθούμε το 2021 να τη συζητάμε. Θα πρέπει να υπάρχει ανθρώπινη ενδυνάμωση, ισότητα ανεξαρτήτως φύλου, σεξουαλικών προτιμήσεων, θρησκείας, εθνικότητας. Οταν ανοίγει το θέμα, δεν εξαντλείται μονοδιάστατα. Εχει να κάνει με το πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία τη γυναίκα ως μητέρα, σύζυγο, εργαζόμενη, μεγαλύτερη, νεότερη. Ολες αυτές οι ταμπέλες δεν πρέπει να έχουν λόγο ύπαρξης. Καταλήγω ότι είναι θέμα κουλτούρας και πρέπει να χτιστεί από τις μικρές ηλικίε με προσανατολισμό την ισότητα.

Φοβήθηκες την πανδημία; Είχες το δικό σου survival kit;

Φυσικά φοβήθηκα. Το survival kit είναι αυτό που ανακαλύπτεις ότι τελικά έχεις ενώ δεν το ξέρεις. Προσπάθησα να ισορροπήσω με το να ενημερώνομαι για το τι συμβαίνει, αλλά δεν ταυτίστηκα με καμία από όλες τις σίγουρες τοποθετήσεις που για καιρό ακούγαμε, οι οποίες συχνά ακυρώνονταν. Νομίζω ότι αυτό ήταν το πολυτιμότερο μέσο επιβίωσης που είχα.

Οι ανθρώπινες σχέσεις άλλαξαν αυτή την περίοδο; Ήρθες πιο κοντά με την οικογένειά σου;

Ήμουν ούτως ή άλλως κοντά με την οικογένειά μου, σίγουρα όμως ανησύχησα περισσότερο. Ο ιός μας έβαλε σε απόσταση. Ακούσαμε όμως αρκετούς κοινωνιολόγους ν’ αναλύουν τον όρο “κοινωνική αποστασιοποίηση” ποικιλοτρόπως. Δεν πρέπει να έχουμε κοινωνική αποστασιοποίηση, αλλά φυσική αποστασιοποίηση. Ήρθα λοιπόν κοντά με άλλους τρόπους -πέραν της φυσικής εγγύτητας- με την οικογένειά μου, όπως ήδη ήμουν, με φίλους, με ανθρώπους του περιβάλλοντός μου και ταυτόχρονα συνειδητοποίησα και πόσο βοηθάει η τεχνολογία σε τέτοιες στιγμές, αλλά και πόσο κουράζει. Πρέπει κάπου να γίνεται ένα δεύτερο εργαλείο κι όχι ένα πρώτο εργαλείο επικοινωνίας, όταν βέβαια τα πράγματα είναι πιο ασφαλή και μπορείς να συναντηθείς με κάποιον. Οπότε δίνω περισσότερη αξία στο να βρίσκομαι φυσικά με κάποιους ανθρώπους.

Λίγοι γνωρίζουν ότι είσαι η κόρη του ηθοποιού Νίκου Μπουσδούκου. Τι κουβαλάς από εκείνον;

Το ήθος, προσπαθώ το χιούμορ, γιατί έχει πραγματικό χιούμορ, τη γλυκύτητα. Πολλές φορές στην καθημερινότητά μας ξεχνάμε να εντάσσουμε τη γλυκύτητα γιατί θεωρείται αδυναμία. Κρατώ και μία συμβουλή που πραγματικά μέρα με τη μέρα συνειδητοποιώ ακόμη περισσότερο την αξία της: «Παν μέτρον άριστον», αλλά και το ίδιο το μέτρο θέλει μέτρο. Οπότε το στοίχημα που ουσιαστικά προσπαθείς να κερδίσεις και που ποτέ δεν το πετυχαίνεις στην εντέλεια είναι να είσαι μετρημένος αλλά να υποστηρίζεις και τις υπερβολές.

Αγκαλιάζεις τις αλλαγές στη ζωή;

Εννοείται!

Πες μου τρεις λέξεις που θα ήθελες να σε χαρακτηρίζουν σε πέντε χρόνια από τώρα.

Ανεμελιά, δημιουργία και γέλιο. Kαι για μένα ανεμελιά σημαίνει να είσαι ο εαυτός σου και να κάνεις όσο το δυνατόν λιγότερες δεύτερες σκέψεις.

Fashion Editor: Κωνσταντίνα Λειβαδίτη

Photographer: Πέτρος Τουφεξής

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below